De materia medica

Dioscurides Pedianus

Dioscurides Pedianus. De materia medica, Volumes 1-3. Wellmann, Max, editor. Berlin: Weidmann, 1907-1914.

85 πυροὶ πρὸς ὑγιείας χρῆ σιν ἄριστοι οἱ πρόσψατοι καὶ [*](14 SIM. pl.XXII 116 (e S. N.);  D. eup. II 49 263) I 137: (162).) [*](18 SIM. Pl. XI 16. XXII 107, D. eup. I 167: (180) II 33 (245).) [*](18 EXC. Orib. XII s. v. (πρόπολιν — ἐγελκομένην), cf. Gal. XII 108.) [*](24 SIM. [Hipp] π. δ. lI 42 (VI 538), Athenaios (Orib. I 10 sq, 24sq. ) Ath. III 115c. Pl. XXII 119sq. — D. eup. II 113 (314) — Pl. XXII 124 — eup. I 126 (156) — I 136 (l62).) [*](24 EXC. cf, Gal. KII 11. VI 480.) [*](2 ἂν om. E 3 διὰρας HDi 4 ἡμέραν HDi 5 τίθει om. E λευκό- τατα γένοιται E 6 θέλοι PE: θέλει reliqui τὰ μὲν λοοπὰ om. Di 7 ἑψείτω corr. Ε2 post δὲ (alt.) add. τὰ μὲν ἄλλα ὁμοίως ἐπιτελοῦντας E (del. E2) ἀντὶ δὲ E (δὲ del. E2) τῆς addidi ex E 8 post ἅλμῃ c. 5 itt, del. E2 9 λαγυνίῳ E: λαγύνῳ PF: λαγινίῳ Di: λαγηνίῳ H 10 κὐτῷ EDi εἶτα τὰ] τά τε E τὰ addidi ex H διατιθέντες E ἡλμιάζουσιν EDi: πτέζουσιν 0 11 ἄχρις ἂν HDi λευκότατα P: λευκά E: λευκότατος reliqui 12 τοῦτο] τὸ F 13 παρέχει] ἡ πόα ἔχει E 15 τε om. E καὶ] ἐν QDi 16 δὲ om. Di μεγέθει PH δέκα om. E 17 τὸ om. E) [*](18 num. cap. 0Di: qe E δὲ om. 0rib QDi καὶ (alt) om. 0rib : del. E2 19 στύρακος πνέονσαν 0rib.E ὑποξήρῳ 0rib.H: ὑποσκλήρω E 20 ἑλκοκένην 0rib. E 22 δὲ (pr) om. E: fort. recte 23 ἐπὶ H φυσικὴ E 24 num. cap. σιδ 0Di: 𝒢q E ὑγιείας P: ὑγείας reliqui)

169
τελείως ἡδρηκότες τῇ τε χρόᾳ μηλίζοντες, εἶτα μετὰ τούτους οἱ τριμηνιαῖοι, λεγόμενοι δὲ ὑπό τινων σητάνιοι. ὠομὶ δὲ βρωθέντες ἕλμινθας στρογγύλας γεννῶσι, μασηθέντες δὲ καὶ καταπλασθέντες ὠφελοῦσι κυνοδήκτους. ὁ δὲ ἐκ τῆς σεμιδάλεως αὐτῶν ἄρτος γινόμενος εὐτροφώτερός ἐστι τοῦ συγκομιστοῦ, ὁ δʼ ἐκ τῶν σητανίων ἀλεύρων κουφότερος καὶ εὐανάδοτος. τὸ δὲ ἐξ αὐτῶν ἄλευρον σὺν ὑοσκυάμου χυλῷ καταπλάσσεται πρὸς νεύρων ῥευματισμούς καὶ πρὸς ἐμπνευματώσεις ἐντέρων, σὺν ὀξυμέλιτι δὲ φακούς αἴρει.

τὸ δὲ πίτυρον σύν ὄξει δριμεῖ 2 ἑψηθὲν λέπρας ἀφίστησι καταπλασσόμενον θερμόν, καὶ πάσης φλεγμονῆς ἐν ἀρχῇ κατάπλασμα σύμφορον, μετὰ δὲ πηγάνου ἀποζέματος ἑψηθὲν μαστούς χονδριῶντας παύει καὶ ἐχεοδήκτοις ἁρμόζει καὶ στροφουμένοις. ἡ δʼ ἐκ τῶν ἀλεύρων ζύμη, θερμαντικὴ οὖσα καὶ ἐπισπαστική, ἰδίως τὰ ἐν πέλμασι λεπτύνει καὶ τὰ ἄλλα φύματα καὶ δοθιῆνας σὺν ἁλ| σὶν ἐκπέσσει καὶ ἀναστομοῖ. τὸ δʼ ἐκ τῶν σητανίων πυρῶν ἄλευρον ἰοβόλοις ἁρμόζει καταπλασσόμενον σὺν ὄξει ἢ οἴνῳ, ἑψηθὲν δὲ κόλλης τρόπον καὶ ἐκλειχόμενον αἱμοπτυικοὺς ὠφελεῖ, καὶ πρὸς βῆχας καὶ ἀρτηρίας τραχυσμούς σύν ἡδυόσμῳ καὶ βουτύρῳ ἑψηθὲν ποιεῖ· καὶ ἡ ἐξ αὐτῶν δὲ τῶν πυρῶν γῦρις ἑψηθεῖσα σὺν μελικράτῳ ἢ ὑδρελαίῳ πᾶσαν διαφορεῖ φλεγμονήν.