De materia medica

Dioscurides Pedianus

Dioscurides Pedianus. De materia medica, Volumes 1-3. Wellmann, Max, editor. Berlin: Weidmann, 1907-1914.

49 ἀλεκτορίδες ἀνασχισθεῖσαι καὶ ἐπιτεθεῖσαι ἔνθερμοι τοῖς τῶν ἑρπετῶν δήγμασι βοηθοῦσι· δεῖ δὲ συνεχῶς ταύτας ἀλλάσσειν. καὶ ὁ ἐγκέφαλος δὲ αὐτῶν ἐν ποτήματι θηριοδήκτοῖς [*](3 SIM. Pl. XXVIII 152; D. eup. II 115 (316).) [*](3 EXC. Paul. Aeg. VII 3 s. v. ἧπαρ.) [*](5 SIM. Pl. XXIX 99. 101; D. eup. II 113 (313).) [*](5 EXC. Gal. XII 335 (Paul. Aeg. VII 3 s. v. ἧπαρ).) [*](7 TEST. Ps. Gal. de incantatione (ed. Chart. X 572): Dioscorides ait. dentes canini canis rabiosi, quando hominem momorderit, in frusto corii ligati et armo suspensi defendunt a morsibus canis rabiosi.) [*](9 SIM. D. eup. I 178 (187) — Pl. XXX 80; D. eup. I 173 (184).) [*](9 EXC. Gal. XII 343.) [*](12 SIM. Petrich. schol. Nic. Th. 557); Apollod. Nic. Th. 557); D. eup. II 115 (316); Pl. XXIX 78 sq. (e S. N).) [*](12 EXC. Gal. XII 361; Paul. Aeg. VII 3 s. v ζωπός) [*](14 TEST. Paul. Aeg. VII s. γ. ἐγκέφαλος . . . τὸν δὲ τοῦ ἀλεκτρυόνος σὺν ρἴνῳ πινόμενον θηριοδήκτοις φησὶ Διοσκουρίδης βοηθεῖν καὶ τὰς ἐκ μηίγγων ἐπέχειν αἱμορραγίας.) [*](1 ἐνχριόμενυν καὶ ἐσθιόμενον Ε 2 ἐπιληπτικοὺς φασὶν ἐλέγχεσθαι Ε) [*](3 num. cap. ροε QDi: μγ E ἧπαρ om. E 4 ἑρπετῶν καὶ πτηνῶν HDi δήγμασι βοηθεῖ Ε.) [*](5 num. cap. ροq QDi: μδ Ε δὲ om. Di ὀπτὸν βιβρ. E 6 ἀπνρί. πτωτον E ὐδρόφοβα E: ὐδροφο(ρ΄ superscr.) F: ὐδροχοβίας HDi 7 πιστεύεται HDi τὸν κυνόδοντα E 8 ὲνδέοντες E: ἐπιδέοντες F: ἐπιδοῦντες reliqui post βραεχίονι cap. περὶ ἥπμτος αἱθυίας habet Di (cf. D. II 55)) [*](9 num. cap. ροζ QDi: με E 10 καὶ λεῖα HDi καταππσσόμενμ F D, eup. l. S.: καταπίασσόμενα reliqui τὰ ἐξ ὑποδημάτων om. E 11 ἐκθλίμμτα Gal. mg. add. Di τοῦ κασσύματος ἡ τέφρα ἐστὶ οὐλωτικὴ τῆς διατρίσεως εροαλειφαμένη λινέλαιον) [*](12 num. cap. ροη QDi: μq E ἀλεκτορίδες δὲ E ἔνθερμοι ἐπιτεθεῖσαι E 13 τοῖς τῶν om. E: τῶν om. Di οὐτὰς E: om. Di 14 ὁ δὲ ἐγκέφαλος (om. καὶ) Di πόματι EDi)

136
σὺν οἴνῳ δίδοται καὶ τὰς ἐκ μήνιγγος αἱμορραγίας ἐπέχει. τοῦ δʼ ἄρρενος τὸ κατὰ τὰ ἐντὸς ὑποκείμενον τῇ κοιλίᾳ κερατῶδες,· ἀποδερόμενον δὲ ἐν ταῖς ἑψήσεσι ξηρανθὲν ἁρμόζει στομαχικοῖς λεῖον πινόμενον μετʼ οἴνου. ὁ δὲ ζωμὸς τοῦ νόσσακος μάλιστα δίδοται ἐπικράσεως χάριν φαυλοτήτων καὶ ἐπὶ τῶν στόμαχον πυρουμένων λιτῶς σκευασθείς.

2 ὁ δὲ τῶν παλαιῶν ἀλεκτρυόνων δίδοται πρὸς κάθαρσιν κοιλίας. ἐξελόντας δὲ τὰ ἐντὸς δεῖ ἀντεμβάλλειν ἅλας καὶ καταρράψαντας ἐψειν μετὰ ὕδατος ξεστῶν εἴκοσι, κατάγοντας εἰς κοτύλας τρεῖς· δίδοται δὲ πᾶν ἐξαιθριασθέν· ἔνιοι δὲ συνέψουσι κράμβην θαλασσίαν ἢ λινόζωστιν ἢ κνῆκον ἢ πολυπόδιον, ἄγει δὲ πάχος ὠμόν, γλοιῶδες, μέλαν, ἁρμόζον πυρετοῖς χρονίοις καὶ περιοδικοῖς τρόμοις, ἄσθμασιν, ἀρθριτικοῖς, ἐμπνευματουμένοις στόμαχον.

50 ᾠὸν τὸ ἁπαλὸν πολυτροφώτερον τοῦ ῥοφητοῦ, καὶ τοῦ ἁπαλοῦ τὸ σκληρόν. ἡ δὲ λέκιθος αὐτοῦ ἐφθὴ χρησίμη πρὸς ὀφθαλμῶν περιωδυνίας σὺν κρόκῳ καὶ ῥοδίνῳ, πρός τε τὰς περὶ δακτύλιον φλεγμονάς καὶ κονδυλώματα σὺν μελιλώτῳ. μετὰ ῥοὸς δὲ ἢ κηκίδος τηγανισθεῖσα καὶ βρωθεῖσα ἵστησι κοιλίαν, καὶ καθʼ ἑαυτὴν δὲ προσενεχθεῖσα.

τὸ δὲ λευκὸν αὐτοῦ ὠμὸν ὂν ψύχει, ἐμπλάττει, παρηγορεῖ ἐγχυματισθὲν ἐπὶ ὀφ θαλμῶν φλεγμαινόντων, κατακαύματά τε οὐκ [*](1 SIM. Pl. XXIX 78 (e S. N.); D. eup. I 23 (236).) [*](1 EXC. Gal. XII 336.) [*](14 SIM. [Hipp.] π. δ. II 50 (VI 552); Pl. XXIX 39; D. eup. I 39 (111) I 217 (207) I 36 (110) I 108 (148) I 28 (107) I 94 (139); cf. Ruf. 414. 423.) [*](14 EXC. Gal. XII 349 (unde Aet. II 135 Paul. Aeg. VII 3 s. v); Gal. VI 706 (unde Aet. II 134. Sim. S. s. v ).) [*](1 ἐν οἴνῳ E ἴσχει E 2 τὸ δὲ τοῦ ἄρρενος κατὰ τὸ ἔνδον E τὸ om, F κερετοειδὲς Di 4 μετ’ οἴνου πινόμενον EDi ὁ δὲ — σκευασθείς (v, 6) om. Di 5 μάλιστα τοῦ νόσσακος Ε, fort. recte φαυλοτήτων ἢ αυνοτήτων E (ἢ χαυν. del. Ε2) 6 λιτὸς F 8 δεἵ om. E 9 ξεστῶν ἢ κοτυλῶν E (ἢ κοτ. del. E2) διδόναι E 10 ἐξαιθριάσαντας E 12 καὶ περιοδικοῖς τρόμοις addidi ex EDI coll. Pl. XXIX 79 prodest et contra longinquas febres et torpentibus membris tremulisque 13 στοεάχοις HDi in fine add. Di ἡ δὲ) κοιλία τούτων ταριχευθεῖσα καὶ ξηρανθεῖσα ἐν σκιᾷ ἐπὶ ταῖς ὑπερκαθάρσεσι ταἴς ἀπὸ φερμάκων κενωτικῶν ὅσον γ΄ λαυβανομένη βοήθημά ἐστεν ἄριστον· ἵστησι γὰρ παρακρῆμε τὴν κένωσιν, δχῖ δὲ τρίμμα ποιεῖν καὶ ἑνοῦν μετὰ ὕδατοε καὶ διδόναι.) [*](14 num. cap. ροθ QDi: μζ E πολυτροφώτερον τὸ ἀπαλὸν E τροφίμώτερον HDi 15 λέκινθος F: λέκυθος reliqui ἑφθὴ] ἀπτηθέντος E: ὀκτηθεῖσα (post περμωδυνίας transpos) Di: om. H 18 κικίδος QE 19 δὲ om. HE 20 ὄν addidi e Di)

137
ἐᾷ φλυκταινοῦσθαι παραχρῆμα ἐπιχρισθέν, πρόσωπά τε ἀνεπίκαυτα τηρεῖ, ἀνακόλλημά τέ ἐστι ῥευματιζομένων σὺν λιβανωτῷ κατὰ τοῦ μετώπου ἐπιτιθέμενον, φλεγμονάς τε ὀφθαλμῶν πραύνει ἐρίῳ ἀναλημφθὲν καὶ ἐπιτεθὲν μιγέντος αὐτῷ ῥοδίνου καὶ οἰνομέλιτος. ὠμὸν δὲ ῥοφηθὲν αἱμορροίδος δήγμασι βοηθεῖ, ἀκροχλιαρὸν δὲ πρὸς κύστεως δηγμοὺς καὶ ἕλκωσιν νεφροῦ καὶ τραχυσμοὺς ἀρτηρίας καὶ αἵματος ἀναγωγὰς καὶ κατάρρους καὶ θώρακος ῥευματισμοὺς ἁρμόζει.

51 τέττιγες ἁπτοὶ ἐσθιόμενοι τοῖς περὶ κύστιν ἀλγήμασι βοηθοῦσιν.

52 ἀκρίδες ὑποθυμιώμεναι δυσουρίας, μάλιστα τὰς ἐπὶ γυναικῶν, ὠφελοῦσιν. ἡ δὲ λεγομένη ἀκρὶς τρωξαλλὶς ἢ ὄνος — ἄπτερος δέ ἐστι καὶ μεγαλόκωλος — πρόσφατος ξηρανθεῖσα σφόδρα σκορπιοπλήκτους ὠφελεῖ πινομένη σὺν οἴνῳ. χρῶνται δὲ αὐτῇ κατακόρως οἱ κατὰ Λέπτιν Λίβυες.

53 φ ή νῆς τοῦ ὀρνέου, ὃ Ῥωμαιστὶ καλοῦσιν ἀσσίφραγον, ἡ κοιλία κατʼ ὀλίγον ποτιζομένη ἐξουρεῖσθαι ποιεῖν ἱστορεῖται.

54 κορυδαλλὸς ἀρνύφιόν ἐστι μικρόν, ἔχον κατὰ τῆς [*](9 SIM. Pl. XXX 68; Ruf. frg. 86 (394 R.).) [*](9 EXC. Gal. XII 360 (unde Aet. II 193 Paul. Aeg. VII 3 s. v).) [*](11 SIM. Pl. XXX 66; D. eup. II 109 308) Pl. XXIX 92.) [*](11 EXC. Gal. XII 366. Pau). Aeg. VII 3 s. v.) [*](16 SIM. Pl. XXX 68; D. eup. II 111 (309).) [*](16 TEST. Paul. Aeg. VII 3 s. v. κοιλίαν . . . τὴν δὲ τῆς φήνης 〈φάττης ed.) τοῦ δρνέου κοιλίαν κατ᾿ ὀλίγον ποτιζομένην λἰθους ἐξουρεῖν φησιν ὁ Διοσ- κουρίδης.) [*](18 SIM. PI. XXX 62.) [*](18 EXC. Gal. XII 360; XIV 243; Aet. II 182.) [*](1 πρόσωπόν τε ἀνεπίκαυτον E 2 τέ] δὲ Di 3 κείμενον Di 4 ὲν ἐρίῳ Ε ἀναληφθὲν καὶ mg. add. E2: καὶ ἐπιτεθὲν om. Di 5 οἴνου καὶ κέλιτος Di ῥοφηθὲν] ἐπιτεθὲν E: corr. E2 δήγματι E 6 ἀκροχλιερὸν E διγμὸν E νεφρῶν HDi 7 τραχείας ἀρτηρίας Di) [*](9 num. cap. ρπ QDi: μη Ε post τέττιγνς add. δὲ E τὴν κύστιν EDi) [*](11 num. cap. ρπα QDi: μθ E ἀκρίδες δὲ E 12 post ὠφελοῦσιν add. τὴν δὲ σάρκα ἀχρείαν ἔχουσιν Di τρωξαλλὶς scripsi: ἀζάραχος E: ἀσρακος Di: ἢ ὁιξιχδσχἤ F: ἡ ρξιχόσσχη H: usurus Dl: ἀσείρακος Gal. XII 366, cf. Pl. XXX 49, ubi troxallis corrige coll. Ath. III 118a. Ael. n. a. VI 19 cf. Pl. XXIX 92 13 δέ om. HDi ξηρανθεῖσα δὲ HDi 14 σκορπιοπλήκτοις βοηθεῖ Ε) [*](16 num. cap. ρπβ QDi: V E φήνης E et D. eup. l. s.: φίνις Q: φίνις τὸ ὄρνεον Di δσσίχραγον E et D. eup. l. s.: ἀσοῦχρμγον F: ἀσονφράσον HDi 17 τούτου ἡ κοιλία Di: οὗ ἡ κοιλία E κοιλία ξηρὰ D. eup. l. s., fort. recte νεροσvπιεομένη E) [*](18 num. cap. ρπγ QDi: να E κόρυδος ἢ κορύθαλλος E ὁρνίθον HDi)

138
κορυφῆς ὑπεροχὴν ὥσπερ ταῶνος. οὖτος βρωθεὶς ὀπτὸς κολικοὺς ὀνίνησιν.

55 αίθυίας ἦπαρ σκελετευθὲν καὶ ποθὲν μεθʼ ὐδρομέλιτος κοχλιαρίων τλῆ θος δυεῖν ἐκ βάλλει δεύτερα.

56 χελιδόνος νεοσσοὺς νεοσσοὺς τοὺς ἐκ τῆς τρώτης νεοσσοποιίας αὐξομένης τῆς σελίνῆς ἀνατεμὼν εὑρήκεις ἐν τῇ γαστρὶ λίθους, ἐξ ὧν δύο λαβών, ἕνα ποικίλον καὶ τὸν ἕτερον καθαρόν, πρὸ τοῦ ἐπιψαῦα σαι τῆς γῆ, ἐνδήσας εἰς δέρμα δαμάλεως ἢ ἐλάφου καὶ περιάψας βραχίονι ἢ τραχήλῳ ἐτιλημπτικοὺς ὠφελήσεις. πολλάκις δὲ καὶ ταντελῶς ἀυτοκαταστήσεις. βιβρωσκόμεναι δὲ ὥσπερ αἱ συκαλλίδες ῤξυωπίας εἰσὶ φάρμακον, καὶ ἡ ἀπ᾿  αὐτῶν δὲ τέφρα καὶ ἡ τῶν μητέρων καεισῶν ἐν χύτρᾳ μετὰ μέλιτος χρισθεῖσα ῤξυδερκίαν ποιεῖ. ἁρμόζει δὲ καὶ ἐπὶ συναγχικῶν διαχριομένη καὶ πρὸς σταφυλῆς καὶ παρισθμίων φλεγμονάς. σκελετευθεῖσαι δὲ αὗται καὶ οἱ νεοττοὶ συναγχικούς ὠφελοῦσι πινόμεναι μεθʼ ὕδατος πλῆθος δραχμῆς μιᾶς.

57 ἐλέφαντος τὸ ἐκ τοῦ ὀδόντος ῥίνισμα παρωνυχίας καταπλασθὲν θεραπεύει, δύταμιν ἔχον στυπτικήν.

[*](3 EXC. Gal. XII 336.)[*](5 SIM. Pl. XXX 91; D. eup. I 19 (104); Alex. Trall. I 561.)[*](5 EXC. Gal. XII 359 (cf. XIV 240), unde Aet. II 195. Paul. Aeg. VII 3 s. v.)[*](5 TEST. Ps. Gal. de incantatione (ed. Chart. X 572): idem (sc. D.): pullis hirundineis parvis in augmento lunae acceptis et primogenitis, si fuerint in vente scissi, duos lapides inv enies, unum unius coloris et alterum diversi et oppositi, quos si ligaveris in corio vituli antequam terram tetigerint et e collo sive armo suspenderis, epilepticos levat et aliquando persanat.)[*](10 SIM. Pl. XXIX 128; D. eup. I 41 (142) — Cels. IV 7 (130, 18). Scrib. L. 70. Asclep. (Gal. XII 942sq.); Aret. cur. ac. m. I 7 (226); Pl. XXX 33; D. cup. I 88 (137) — Pl. XXX 31 — D. eup. I 89 (138).)[*](17 SIM. Pl. XXVIII 88. 17 EXC. Paul. Aeg. VII 3 s. v. ἐλέφαντος.)[*](1 κεφαλῆς E ταόνος QDi: ταώς E οὗτος om. E βρωθεὶς δὸ E ιακοὺς EDiH (corr. H2): cοlicis DI, cf. Pl. XXX 62 Gal. I. s.)[*](3 num. cap. ρπδ Q: post c. 47 transpos. Di: νβ E δὲ ἧπαρ E ἐν ὐοοομέλιτι E 4 ἐυοῖν πλῆθος Di ὕστερα E)[*](5 num. cap. ρπε Q: ρπδ Di: νγ E τοὺς om. QE τῆς om. Q, at cf. D. eup. l. s. νεοσσιᾶς E et D. eup. l. s. 6 μύξανομένης Q: αὐξομένης Di et D, eup. l. s.: δυομένης τῆς σελήνης ἢ αὐξούσης E 8 ἐπιφαῦσαι αὐτοὺς? τῆς om. Q: γῆν E ////δήσας E2 9 ἐλἀφου ἢ δαμάλου E καὶ om. QE περίαᾳον E ὠφελεῖ E 10 ἀποκαθοτησι E 11 συκαλίδες HDi ἀξυωπίαν ποιεῖ Q (verba εἰσὶ — ὀξυδερκίαν om. mg. add. H2) 12 δὲ καὶ τῶν μητέρων τέφρα E 13 ἐνχρισθετσα E ἀξυδορκίαν vulgo συναγχικοῖς (om. ἐπὶ) Di 16 μεθʼ ὅδατος om. Di)[*](17 num. cap. ρπq QDi: γδ E τὸ ἐκ τοῦ om. HDi ῥίνημα E: ῥήνισυα Di 18 δύναμιν δὲ] HDi ἔχον E: ἔχει reliqui quae add. σὺν τῷ παλακῷ ξηραίνειν Spr. unde sumpta sint nescio)
139

58 ἀστράγα λος ὑὸς καείς, ἄχρι ἄν ἐκ μέλανος λευκὸς πάλιν γένηται, καὶ λεῖος ποθεὶς ἐμπνευματώσεις κόλου καὶ στρόφους χρονίους παραιτεῖται.

59 ἐλάφου κέρας κεκαυμένον καὶ πεπλυμένον ἁρμόζει πλῆθος πινόμενον κοχλιαρίων δυεῖν αἱμοπτυικοῖς, δυσεντερικοῖς, κοιλιακοῖς, ἰκτερικοῖς, κύστεως ἀλγήμασι μετὰ τραγακάνθης, ῥοικαῖς δὲ γυναιξὶ μετὰ ὑγροῦ τοῦ πρὸς τὸ πάθος ἁρμόζοντος. καίεται δὲ ἐν καμίνῳ καταβληθὲν καὶ κοπὲν εἰς ὠμὴν χύτραν περιπεπλασμένην πηλῷ, ἄχρι ἂν λευκὸν γένηται. πλύνεται δὲ ὡς καδμία. τὸ δὲ τοιοῦτον ἁρμόζει πρὸς τὰ ἐν ὀφθαλμοῖς ῥεύματα καὶ ἕλκη, καὶ ὀδόντας δὲ παρατριβόμενον σμήχει. ὠμὸν δὲ θυμιαθὲν ἑρπετὰ διώκει, ἀποζεσθὲν δὲ μετʼ ὄξους καὶ διακλυζόμενον παρηγορεῖ γομφιάσεις.

60 κάμπαι αἱ ἐπὶ τῶν λαχάνων γεννώμεναι ἐπιχριόμεναι σύν ἐλαίῳ ἀδήκτους ὑπὸ τῶν ἰοβόλων φυλάσσειν λέγονται.

61 κανθαρίδες εἰς ἀρίδες εἰς ἀπόθεσιν εὔθετοι αἱ ἀπὸ τοῦ σίτου, ἃς ἐμβαλὼν εἰς ἀκώνητον ἀγγεῖον, καὶ τὸ στόμα περιδήσας ὀθονίῳ ἀραιῷ καθαρῷ. περικατάστρεψον ἀτμῷ ζέοντος ὄξους [*](4 SIM. D. eup. II 30 (240) — Pl. XXVIII 204; D. eup. II 48 (250) — Pl. XXVIII 227 eup. II 56 (267)— eup. II 82 293) — Pl. XXVIII 167. 241 — Pl. XXVIII 178 eup. I 69 (127) — Nic. Th. 42 ex Apollod), Pt. XXVIII 149. VIII 118. X 195; D. eup. II 128 (323).) [*](4 EXC. Gal. XII 334 (unde Paul. Aeg. VII s. v. κέρας).) [*](14 ΕXC. Paul. Aeg. VII 3 s. v.) [*](16 SIM. Pl. XXIX 94 sq. e S. N.).) [*](17 EXC. Gal. XII 364 (unde Aet II 174. Paul. Aeg. VII 3 s. v ) cf. Ps. Orib. de simpl. V 65.) [*](1 num. cap. ρπξ QDi: νε E θεραπεύει καείς E ἄχρι ἂν F : ἄχρι οὖ ἂν E: μέχρις ἄν reliqui γένηται λευκὸς (om. πάλιν) Di 3 ἰᾶται Di 4 num. cap. ρπη QDi: νq E 5 πινόμενον πλῆθος EDi δυοῖν κοχλιαρίων Di 6 ἰκτερικοῖς] ὑστερικαῖς Q, at cf. Gal. l. s. et Dl post ἰκτερικοῖς add. ὠφέλιπον E 7 δὲ om. E 8 κατατμηθὲν καὶ ἐμθληθὲν E 9 πεπλασμένην Di ἄχι (ἂν om) Q: ἄχρι ἂν E: ἄχρις ἂν Di λευκὴ H 11 ἕλκη καὶ ῥεῦματα Di δὲ om. QDi 12 σμήχει παρατριβόμενον E 13 γομφαλγίας E: γομφιάσεις reliqui: dolores dentium DI, cf. Pl. XXVIII 178) [*](14 num. cap. ρπθ QDi: νζ E κάμπαι δὲ E περιχριόμεναι EDi, at cf. Paul. Aeg. VII 3 s. v. 15 ἀπὸ ibri: ἐπὸ Paul. Aeg. l. s.: correxi χνλάττονσιν E: φνλάττειν HDi) [*](17 num. cap. ρq QDi: νη E κανθαρίδες δὲ E 18 βαλὼν EDi 19 καθαρῷ om. E περικατάστεφον F ξἐοντι ὄξει δριμυτάτῳ H)

140
δριμυτάτου καὶ κράτει, ἕως ἂν πνιγῶσιν, εῖτα διαπείρας λίνῳ ἀποτίθεσο. ἐνεργέστεραι δέ εἰσιν αἰ ποικίλαι, μηλίνας ἐγκαρσίους· ζώνας ἔχουσαι ἐν τοῖς πτεροῖς, ἐπιμήκεις τὸ σῶμα, ἁδραί, ἐμπίμελοι ὡς αἱ σίλφαι· ἄτονοι δὲ αἰ μονοχρώματοι. ὡσαύτως δὲ ἀποτίθενται καὶ αἱ βουπρήσ τεις, εἶδος οὖσαι κανθαρίδων, καὶ αἱ πιτύιναι δὲ κάμπαι καὶ αὖται ἐπὶ κοσκίνου ἐπαιωρουμένου θερμοσποδιᾷ φωγνύμεναι ἐπὶ βραχὺ ἀποτίθενται.

2 δύναμις δὲ αὐτῶν κοινή, σηπτική, θερμαντική, έλκωτική, ὅθεν μείγνυται φαρμάκοις τοῖς πρὸς τά καρκινώδη, καὶ λέπρας καὶ λειχῆνας ἀγρίους θεραπεύουσιν ἄγουσι δὲ καὶ ἔμμηνα πεσσοῖς μαλακτικοῖς μιγεῖσαι. ἔνιοι δὲ ἱστόρησαν τὰς κανθαρίδας καὶ ὑδρωπικοῖς βοηθεῖν, μειγνυμένας ἀντιδότοις, ὡς οὔρησιν κινούθας. οἱ δὲ τὰ πτερὰ αὐτῶν καὶ τοὺς πόδας τοῖς πιοῦσιν αὐτὰς ἀντιφάρμακον ἀνέγραψαν.

62 καλαμάν δρα εῖδός ἐστι σαύρας νωχελές, ποικίλον, μάτην πιστευθὲν μὴ καίεσθαι. δύναμιν δὲ ἔχει σηπτικήν, ἑλκωτικήν, θερμαντικήν. μείγνυται δὲ σηπταῖς καὶ ἑλκωτικαῖς δυνάμεσι καὶ λεπρικαῖς, ὡς ἡ κανθαρίς, καὶ ἀποτίθεται [*](8 SIM PI. XXIX 94; D. eup. I 128 158) — Hipp. VII 315. 415. VIII 119. 116 saepius; Pl. 3. s. 95 — [Hipp.] π. δ. ὀξ. (ν) 58 (175 K.): Pl. XXIX 95— PI. I. s. — D. eup. II 152 (332).) [*](15 SIM. Pl. XXIX 76 (e S. N.) cf. Pl. X 88; Arist. h. a. V 19. 108. Theophr. de igne 60; Nic. Th. 818 cum schol. (cf. schol. Nic. Al. 537); Gal. I 674; Ael. n. a. II 31; Aet. XIII 56; Geop. XV 1, 34 — Cels. V 7. 8. — Pl. 1. s. eup. I 103 (145). 15 EXC. Orib. XII s. v. (σκλαμάνδρο — ἐλαίῳ); Gal. XII 365 (unde Paul. Aeg. VII 3 s. v.).) [*](1 κράτει post πνιγῶσιν colloc. Di ἔπειτα E 2 ἐνεργέστται EDi κπἰ μηλίνας Di ἐπιιαρσίας H: ἐπικαρσίους FEDi: correxi coll. Gal. l. s. 3 ἔχουσαι ζώνας E ἐν τοἵς πτεροῖς om. Q: μηλίνας ἐγκιρσίας ζώνας ἔχουσιν ἐν τοῖς πτεροῖς Gal. l. s. ὐπομήκεις E 4 post δὲ add. εἰσιν Di: post δὲ c. 4 litt. del. E2 μννόχρωμοι EDi post μονοχρ. nov. cap. (νθ) inc. E: tit. περὶ βονπρδστου (num. cap. om.) add. Di 5 post κανθαρίδων nov. cap. (ξ) incip. E 6 καὶ αἱ πιτυοκἀμπαι (αἱ add. E2 in ras.) EDi: 〈αἱ〉 ἐπὶ ταῖς πίτυσι κάμπμι Ga]. καὶ αὗται δὲ Di: αὖται δὲ καὶ E αίαρουμένου Ε 7 μιγνῦμενμι καὶ ραγνύμεναι E 8 ἐλκωττή, θέρμης ἐλκητική Di: ἐλκωτμὴ καρωτική mg . add. E2 9 πρὸς om. Di 10 ἀγρίας E θερμπεὑουσιν] ποιωῦσν E ἕλκουσιν. καὶ E 12 ὑδρωπικοὺς ὠφελεῖν Ε ὡς om, E κινούσις E: κινοῦσαι QDi: corr. Spr. 13 αὐτῶν post πόδας colloc. E κὐτὰς om. E: τὰ σώματα πιοῦσιν αύιῶν Ga].) [*](15 num. eap. ρqα QDi: ξα E ἐστιν εἶδος E (corr. E2) ἔστι δὲ νωχελές Di νωχελές (mg. ἀργόν add.) E 16 δύνμιν ἔχον E ἑλκωτικήν, θερμαντικήν om. F : σηπτικήν, ἐλκωτιωκήν om. Ε (σηπτικὴν καὶ mg. add. E2): uirtus est ei stiptica et uulneratricia et calida Dl 17 σηπτικαῖς E καὶ ἐλκωτικαῖς δυνάμεσι addidi ex 0rib.)

141
ὁμοίως. ψιλοῖ δὲ καὶ τρίχας συντακεῖσα ἐλαίῳ. φυλάσσεται καὶ ἐν μέλιτι ἐξεντερισθεῖσα τῶν ποδῶν καὶ τῆς κεφαλῆς ἀφαιρεθέντων εἰς τὴν αὐτὴν χρῆ σιν.

63 ἀράχνη τὸ ζῷον, ὃ ὁλκὸν ἢ λύκον ἔνιοικαλοῦσι, συμμαλαχθεῖσα σπληναρίῳ καὶ ἐμπλασθεῖσα εἰς ὀθόνιον προστεθεῖσά τε τῷ μετώπῳ ἢ τοῖς κροτάφοις τριταικὰς περιόδους ὑγιάζει. τὸ δὲ ὕφος αὐτῆς ἐπιτιθέμενον αἶμᾳ ἵστησι καὶ ἀφλέγμαντα τηρεῖ τὰ ἐπιπόλαια τῶν ἑλκῶν.

ἐστι δὲ καὶ ἕτερον εῖδος ἀράχνης, κατασκευάζον τὸν ὑμένα λευκόν, πυκνόν, ὃ ἱστορεῖται ἐνδεόμενον εἰς κυστίδα καὶ περιαπτόμενον βραχίονι τεταρταικὰς περιόδους θεραπεύειν συνεψηθὲν δὲ ῥοδίνῳ ὠταλγίαις βοηθεῖ ἐγχεόμενον.

64 σαύρας ἡ κεφαλὴ λεία ἐπιτεθεῖσα σκόλοπας ἀνάγει καὶ πάντα τὰ ἐμπεπηγότα· αἴρει δὲ καὶ μυρμηκίας καὶ ἀκροχορδόνας καὶ ἥλους. τὸ δὲ ἧπαρ αὐτῆς ἐντεθὲν τοῖς τῶν ὀδόντων βρώμασιν ἀπονίαν ποιεῖ, ὅλη δὲ ἀνασχισθεῖσα καὶ ἐπιτεθεῖσα σκορπιοπλήκτους κουφίζει.

[*](4 SIM. Pl. XXIX 85 cf. XI 80; Nic. Th. 734 cum schol.; Aet XIII 20 — Pl. XXX 104; D. eup. II 20 (234) — PI. XXX 112 eup. I 208 (202) — Pl. XXIX 138 eup. I 57 (121).)[*](4 EXC. Gal. XII 343.)[*](4 TEST. Paul. Aeg. VII 3 s. v. ἀράχνην τὸ ζῷον σνμμαλαχθετσαν ἐκπλάστρῳ καὶ ἐπιτεθεῖσαν μετώπῳ κμὶ κροτάφοις τριταικὰς περιόδους ἀπολύειν φησὶ Διοσκουρίδηε, τὸ δὲ ὕφος αὐτῆς ἐπιτιθέμενον αἱμορραγίαν ἵστησι καὶ διαφορητικῆς ἐστι δυνάμεως.)[*](13 SIM. Pl. XXX 122; D. eup. I 167 (180) — Pl. XXX 81 eup. I 176 (185) — Pl. XXX 80 eup. I 175 (185) — Pl. XXX 22 eup. I 1 (130) — Pl. XXIX 91 eup. II 122 (321).)[*](13 EXC. Gal. XII 334. 336; Paul. Aeg. VII s. v. σαύρας, κεφαλαί, ἧπαρ.)[*](1 ὁμοίως δὲ καὶ (καὶ del. E2) ψιλοῖ τρίχας E τακεῖσα μετʼ ἐλαίου Di ἐν ἐλαίῳ E 2 δὲ ante καὶ (pr. ) add E)[*](4 num. cap. ρ𝒢β QDi: ξβ E ἔνιοι λύκον ἢ λευκὸν καλοῦσιν E ὁλκὸν ἐνιοι HDi ad ὁλκὸν cf. Hes. s. v. ὁλκοί λύκιον QDi συναναμπλαχθεῖσα D. eup. II 20 (234): fort. recte 5 πληνίῳ HDi 6 τε addidi ex E τῷ et τοῖς om. EDi, cf. D. eup. l. s. 7 ἐφστησιν E 9 τὸν om. E 10 λευκόν, λεπτὸν καὶ Di ὃ] ὡς E ἐνδεόμενος E κυστίδα F : κυτίδα reliqui 11 εἰς βραχίονα E θεραπεύει E συνεφηθεῖσα E 12 ὠταλγίας ὠφελεἴ ἐνχεόμενος E)[*](13 num cap. ρ𝒢γ QDi: ξγ E ἡ om. FE ἐντεθεῖσα Q, at cf. D. eup.s l. s. ἀνάγει Q: ἐξάγει EDiGal. l. s. Paul. Aeg. l. s. 14 ἐξαρει H: ἀναρεῖ E ἀκροχορδόντας λεία E 15 ἥλους] ἰόνθους Di αὐτῶν H 17 κουφίζει εαὶ ἐπιτεθεῖσα E)
142

65 σήψ, ἥν ἔνιοι Χαλκιδικὴν σαύραν ἐκάλεσαν, ἐν οἴνῳ ποθεῖσα τοὺς ὑπʼ αὑτῆς δηχθέντας ἰᾶται.

66 σκίγκ ρς. ὁ μέν τίς ἐστιν Αίγύπτιος δ δὲ νδικὸς ἄλλος ἐν τῇ Ερυθρᾷ θαλάσσῃ γεννώμενος, ἕτερος δὲ ἐν τῇ Γαιτουλίᾳ τῆς Μαυρουσιάδος εὑρίσκεται. ἐστι δὲ κροκόδειλος χερσαῖος, ἰδιογενής, ταριχευόμενος ἐν καρδάμῳ.

φασὶ δὲ δύναμιν ἔχειν ποθὲν τὸ περὶ τοὺς νεφροὺς αὐτοῦ μέρος, ὅσον δραχμῆς μιᾶς πλῆθος μετʼ οἴνου, ρμητικὴν πρὸς ἀφροδίσια, ἀποπαύεσθαι δὲ τὴν ἐπίτασιν τῆς προθυμίας φακοῦ ἀφεψήματι μετά μέλιτος πινομένῳ ἢ θρίδακος σπέρματι μεθʼ ὕδατος. μείγνυται δὲ καὶ ἀντιδότοις.

67 γῆς ἐντέρα λεῖα ἐπιτεθέντα νεύρων διακοπὰς κολλᾷ· λύειν δὲ δεῖ διὰ τρίτης. ἑψηθέντα δὲ σὺν χηνείῳ στέατι διαθέσεις ὤτων ἐγχυματιζόμενα θεραπεύει. συνεψηθέντα δὲ ἐλαίῳ καὶ ἐγχεόμενα εἰς τὸ ἀντικείμενον οὖς ὀδονταλγίαις βοηθεῖ· ἄγει δὲ καὶ οὖρα λεῖα πινόμενα σύν γλυκεῖ.

68 μυογαλῆ ἀνασχισθεῖσα καὶ ἐπιτεθεῖσα ἄκος ἐστὶ τοῦ ἰδίου δήγματος.

[*](1 SIM. PI. XXIX 102.)[*](1 EXC. Gal. XlI 366. Paul. Aeg. VII s. v. ρήψ (σῆψις ed), ἣν ἕνιοι χαλκιδικὴν σαύραν ἐκάλεσαν, ἐν οἴνῳ ποθεῖσα τοὺς ὑπὸ αὐτῆς δηχθέντας ἰᾶται.)[*](3 SIM. Pl. XXVIII 119 sq. (e S. N. cf. Herm. XXIV 539); D. eup. II 93(301).)[*](3 EXC. Orib. XlI s. v. (σκίγκος — καρδάμῳ); Gal. XII 341 (unde Aet. ΙI 191 Paul. Aeg. VII 3 s. v).)[*](12 SIM. Pl. XXX 115; D. eup. I 162 (178) — Apollon. Gal. XII 367) Pl. XXIX 135 eup. I 60 (123) — Pl. XXX 23 — Pl. XXX 66.)[*](12 EXC. Gal. XII 363 (unde Paul. Aeg. VII 3 s. v..)[*](17 SIM. Pl. XXIX 89; D. eup. II 123 (322).)[*](17 EXC. Gal. XII 365.)[*](1 num. cap. σ𝒢δ QDi: ξδ E σῆψιν ἔνιοι Q: σήψην ἔνιοι E post ἐκάλεσαν add. E ἔνιον δὲ καὶ σκόλοπας· ταύτης ἡ κεφαλὴ λεία 2 ποθεῖσα E: ἐπιτεθεῖσα corr. E2 ὑπὸ αὐτὴν F ὠφελεῖ E)[*](3 num. cap. ρ𝒢ε QDi: ξε E ὁ δὲ ἕτερος E ἄλλος] ὁ δὲ E 4 θα- λάσσῃ addidi ex E ἕτερος] ἄλλος E Γαιτουλίᾳ λυδίᾳ QDi: ἀπονλεία ἢ λυδία E: ἀπολλωνίᾳ Orib.: correxi 6 τεταριχευμένος E ἐν om. E 7 περὶ] ἐπὶ Q, cf. Gal. l. s. 8 α μοτ᾿ οἴνου πενόμενον (ν tert. in ras) E μιᾶε addidi 10 πινομένου Q)[*](12 num. cap. ρ𝒢𝔮 QDi: ξ𝔮 E διακοπὰς E et D. eup. l. s. : ἀποκοπὰς reliqui 18 λύειν E: λύει reliqui post δὲ (pr.) add. καὶ Di δεῖ addidi διὰ] δὴ F: om. HDi τρίτης] τριῶν E: τριτείους reliqui: correxi coll. D. eup. I 154 (173) σὺν ὕδατι καὶ χηνείω E χοιρείῳ D. eup. I 30 (123): χηνείῳ Gal. l. s. post διαθέσεις del. ἢ λιθίασις E2 15 ὀδονταλγίαις E (ις del. E2))[*](17 num. cap. ρ𝒢ζ, QDi: ξζ E μυγάλη αὕτη E: μυγάλη F (in ind.): μυο- γάλη reliqui)
143

69 μύας τοὺς κατοικιδίους ἀνασχισθέντας σκορπιοπλήκτοις ὠφελίμως ἐπιτίθεσθαι ὁμολογεῖται, βρωθέντας δὲ ὀπτοὺς ὑπὸ παιδίων ἀναξηραίνειν τὸ ἐν τοῖς στόμασιν αὐτῶν σίελον.

70 γάλα κοινῶς μὲν πᾶν εὔχυμον, τρόφιμον, μαλακτικὸν κοιλίας, φυσητικὸν στομάχου καὶ ἐντέρων· ὑδαρέστερον μέντοι τὸ ἐαρινὸν τοῦ θερινοῦ, καὶ τὸ ἀπὸ χλωρᾶς νομῆς μᾶλλον μαλακτικὸν τῆς κοιλίας. ἐστι δὲ καλὸν γάλα τὸ λευκὸν καὶ ὁμαλὸν τῇ παχύτητι καὶ συστρεφόμενον, ἐπειδὰν ἐπισταγῇ ὄνυχι. τὸ δὲ αἴγειον ἧττον κοιλίας ἅπτεται διὰ τὸ τὰς αἶγας στυφούσῃ νομῇ τὸ πλεῖστον χρῆσθαι, σχίνῳ καὶ δρυὶ καὶ θαλλῷ καὶ τερεβινθίνη, ὅθεν καὶ εὐστόμαχον τυγχάνει. τὸ δὲ προβάτειόν ἐστι παχύ τε καὶ γλυκὺ καὶ λιπαρόν, οὐχ οὕτως δὲ εὐστόμαχον. τὸ μέντοι ὄνειον καὶ βόειον καὶ ἵππειον εὐκοιλιώτερα καὶ ταρακτικὰ γίνεται.