De materia medica

Dioscurides Pedianus

Dioscurides Pedianus. De materia medica, Volumes 1-3. Wellmann, Max, editor. Berlin: Weidmann, 1907-1914.

183 μυὸς ὦτα· οἱ δὲ μυὸς ὠτίδα καλοῦσιν. ἀνίησι καυλοὺς ἀπὸ μιᾶς ῥίζης πλείονας ὑπερύθρους, κάτωθεν κοίλους, φύλλα δὲ στενὰ καὶ ἐπιμήκη, δάχιν ἐπηρμένην ἔχοντα, μελανίζοντα, ἀνὰ δύο πεφυκότα ἐκ διαστημάτων, εἰς ὀξὺ ἀπολήγοντα, ἐκφύεταί τε λεπτὰ καυλία ἐκ τῶν μασχαλῶν, ἐφ᾿ ὧν ἀνθύλλια κυανίζοντα, μικρά, ὡς τὰ τῆς ἀναγαλλίδος· ῥίζα δὲ δακτύλου τὸ πάχος, ἔχουσα πολλὰς ἀποβλαστήσεις. καθ᾿ ὅλου δ᾿ ἐστὶν ὁμοία ἡ πόα τῷ σκολοπενδρίῳ, λειοτέρα δὲ καὶ ἐλάσσων. ταύτης ἡ ῥίζα καταπλασθεῖσα αἰγιλώπια ἰᾶται· ἔνιοι δὲ καὶ τὴν ἑλξίνην μυὸς ὠτίδα καλοῦσιν.

184 ἰσάτις, ᾗ οἱ βαφεῖς χρῶνται· φύλλον ἔχει ἀρνογλώσσῳ ἐμφερές, λιπαρώτερον δὲ καὶ μελάντερον, καυλὸν δὲ ὑπὲρ πῆχυν.

[*](184 RV: ἰσάτις· οἱ δὲ Ἄρειον, οἱ δὲ ὑσγίνη, προφῆται ἀρούσιον, Ῥωμαῖοι ἀλούταμ.)[*](3 SIM. Pl. XXVII 105. 23sq. (e S. N. — Crat.), D. eup. I 54 (118).)[*](3 EXC. Orib. XI s. v. (μυὸς ὧτα — καλοῦσιν): Gal. XII 80.)[*](13 SIM. Pl. XX 59 (e S. N.), cf. Caes. de b. G. V 14 Pl. XXII 2— Pl. XX 59 D. eup. I 117 (168) I 162 (177) I 170 (182) I 204 (199).)[*](13 EXC. Orib.XI s. v. (ἰσάτις—πῆχυν); Gal. XI 890 (═ Paul. Aeg. VII3 s. v.).)[*](16 SIM. Ps. Ap. 69 (unde Ps. Orib. I 57.))[*](1 λενκόχρουν H)[*](3 num. cap. τιβ ODi: cap. initium om. E initio alterum de myosota cap. (TV 86) add. Di οἱ δὲ — καλοῦσιν om, Orib. καυλοὺς ἀνίησιν Orib. 4 ὑπερὑθρους τὰ κάτωθεν καὶ κοίλους Di: τὰ κάτωθεν κοίλοα (sic) Orib.: κάτωθεν δὲ κοίλους V: caulibus pluribus ab una radice concavis ab imo Pl. XXVII 105 5 ἐπιμήκη καὶ στένά Di ἐπηρμένην Orib. (coni. Sarac.): ἐπηρτημένην PHDi: ἐπηρτιμένην F: dorso acuto Pl. 6 ὀξύτερον Orib.Di 7 μασχαλῶν] abhinc habemus cod. E, cuius incip. fol. 31 8 μικρὰ om. Di ὥσπερ Orib.E 9 ἔχουσα δὲ E 10 ἡ πόα ὁμοία Orib.E ταῖς σκολοπένδραις Orib. λεπτοτέρα Drib.EDi: nisi minor minusque hirsuta esset (sc. quam helxine) Pl. XXVII 23, cf. XXVII 105 myosota . . . levis herba ἐλάττων Orib.E ταύτης — καταπλασθεῖσα om. O 11 αἰγίλωπα E ἔνιοι] τινὲς Di 12 ἐκάλεσαν E)[*](13 num. cap. τιγ ODi: ρ𝔮γ E tit. περὶ ἰσάτιδος F: περὶ ἰσάτιδος ἡκέρου Di: om. H initio post ἰσάτις ἥμερος syn. e R add. Di, superscr. H2 14 μελαντότερον R 15 δίπηχυν R)[*](16 C fol. 161r: N 13 αὔγειον C: αὔγιον reliqui: correxi coll. Ioa. Lyd. de meus. I 19 ἔγνη NHDi: ἄγνη C: oagigneme (i e, oagigne emeros) Ps. Ap.: correxi coll. schol. Nic. Th. 511. Suid. s. v. ὕσγη 17 ἄρούσιον] aperion Pa. Ap.: suspectum ῥουτάμ libri: correxi coll. Ps. Ap. Itali alutam vocant (alutiam L1V): luteam coni. Marc., cf. Salm. hom. h. iatr. 60. Herm. XXXIII 380)
254

δύναται δὲ τὰ φύλλα καταπλασσόμενα πᾶν οἴδημα διαφορεῖν, καὶ φύματα καὶ ἔναιμα τραύματα κολλᾷ καὶ αἱμορραγίας στἑλλει καὶ φαγεδαινικὰ ἔλκη καὶ ἕρπητας καὶ ἐρυσιπέλατα θεραπεύει.

185 ἰσάτις ἀγρία, παραπλήσιος οὖσα οἱ βαφεῖς χρῶνται, φύλλα ἔχει μείζονα πρὸς τὰ τῆς θρίδακος, καυλούς τε πολλούς, λεπτούς, πολυσχιδεῖς, ὑπερύθρους, ἔχοντας ἐξ ἄκρου ὥσπερ θυλάκια γλωττοειδῆ πολλὰ ἀποκρεμάμενα, ἐν οἷς τὸ σπέρμα, ἄνθος δὲ μήλινον, λεπτόν.

δύναται δὲ τὰ αὐτὰ τῇ πρὸ αὐτῆς, ὠρελοῦσα καὶ σπληνικοὺς πινομένη καὶ καταπλασσομένη.