De materia medica

Dioscurides Pedianus

Dioscurides Pedianus. De materia medica, Volumes 1-3. Wellmann, Max, editor. Berlin: Weidmann, 1907-1914.

179

105 κύαμος Ἑλλην ικὸς πνευματωτικός, φυσώδης, δύσπεπτος, δυσόνειρος, βηχὶ δὲ σύμφορος καὶ σαρκῶν γεννητικός, ψηθείς τε ἐν ἀξυκράτῳ καὶ σὺν τῳ λέπει ἐσθιόμενος δυσεντερίας καὶ κοιλιακάς ῥύσεις ἐπέχει, καὶ πρὸς ἐμέτους δὲ εὔθετος βρωθείς γίνεται δὲ ἀφυσότερος τοῦ πρώτου ὕδατος κατὰ τὴν ἕψησιν ἀποχεομένου. ὁ δὲ χλωρὸς κακοστομαχώτερος καὶ φυσωδέστερος. τὸ δὲ ἄλευρον τοῦ κυάμου καταπλασθὲν καθ᾿  ἑαυτό τε καὶ σὺν ἀλφίτῳ τὰς ἐκ πληγῆς φλεγμονάς πραύνει καὶ οὐλάς ὁμοχρόους ποιεῖ καὶ μαστούς χονδριῶντας καὶ φλεγμαίνοντας ὠφελεῖ γάλα τε σβεννύει.

σύν μέλιτι δὲ καὶ τηλίνῳ 2 ἀλεύρῳ δοθιῆνας καὶ παρωτίδας καὶ ὑπώπια διαφορεῖ, σὺν ῥόδοις δὲ καὶ λιβάνῳ καὶ τῷ τοῦ ᾠοῦ λευκῷ ὀφθαλμῶν προπτώσεις καὶ σταφυλώματα στέλλει. φυραθὲν δὲ σὺν οἴνῳ συγχύσεις καὶ πληγὰς ἀφθαλμῶν καθίστησιν, εἴς τε ἀνακόλλημα ῥεύματος χωρὶς τοῦ λέπους μασηθεὶς ἐπιτίθεται ἐπὶ τοῦ μετώπου, καὶ διδύμων δὲ φλεγμονὰς ἑψηθεὶς ἐν οἴνῳ θεραπεύει· καὶ τοῖς ἐφηβαίοις δὲ τῶν παίδων καταπλασσόμενος ἀνήβους ἐπὶ [*](105 RV: κύαμος· Ῥωμαῖοι φάβα.) [*](1 SIM. Pl. XXII 140 e S. N. aliis e Varrone adscitis), cf. XVIII 117;[ Hipp.] περὶ διαίτης ΙΙ 45 (VI 542); Sim. S. 113, 13 — Pl. XVIII 118 — Pl. XXII 140 — D. eup. II 49 (262) — eup. I 136 (162)—eup. I 135 (161) — Pl. XXII 140 — eup. I 148 (169) — D. eup. I 30 (108) 39 (111) — Pl. 140 eup. I 141 (164) — eup. I 104 (145) — eup. I 119 (152) — eup. I 103 (145) — eup. I 154 (173). 1 EXC. Gal. XII 49 (unde Aet. I s. v. Paul. Aeg. VII s s. v). 1 num. cap. σλδ ODi: ριβ E Ἑλληνκὸς— ἀποχεομένυυ (v. 6) om. R κὑαμος ὁ ἑλληνικὸς E πνευματικός H: πνευματώδης Di φυσσώδης HDi 2 post γεννητικός add. μέσος θερμοῦ καὶ ψυχροῦ (e Paul. Aeg.?) HDi 3 τε] δὲ HDi ἐν] σὺν EHDi 5 ἀφυσώτερος Ο κατὰ] μετὰ P 6 χλωρὸς κύαμος R κακοστομαχωδέστερος RE: κακοστόμεχος 7 post ἄλευρον extremum pag. 95 vocabulum aliquot cod. P folia perierunt 8 τε] δὲ R: om. E καὶ (alt.)—ποιεἴ om, REDl: καὶ — καὶ (pr. vers. 9) om. VF 9 post χονδριῶντας transpos. ὠφελεῖ E φλεγμονῶντας V: φλεγμονὰς N (καὶ φλ. om. C) 10 ὠφελεῖ] ὠφε- λίμωε C: πραύνει ὠφελίμως N καὶ γάλα N τε] δὲ F σθέννυσι RHDi 11 δοθιῆνας καὶ om. RHDiDl, cf. Pl. XXII 140 12 ὁόδῳ Di: ῥοδίνῳ R: cum rosa et ture Dl δὲ] τε E καὶ (pr.)] ἤ C καὶ (alt.)] ἢ N καὶ ὠοῦ τοῦ λευκοῦ R: καὶ ὠοῦ τῷ λευκῷ E post προπτώσεις add. καὶ οἰδήματα H, post σταφυλώματα Di 13 σὺν om, E 14 πληγὰς] φλεγμονὰς V, fort. recte ἀφθαλμῶν om, R: ὀφθαλμῶν — εἴς τε om. V εἰς ἀνακόλλημα δὲ Di κόλ- λυμα V, ad rem cf. D. eup. I 28 (107) 15 ἐπὶ] κατὰ REDi 16 δὲ addidi e CΕ 17 παιδίων RE καταπλαττόμενος RE πρὸς πολὺ RE 18 C fol. 190r: N 86 (faba mg. add. m. rec))

180
πολὺ τηρεῖ, σμήχει δὲ καὶ ἀλφούς.