Iambi

Callimachus

Callimachus. Callimachus and Lycophron. Mair, A. W., Mair, G. R., editors. London: William Heinemann, 1921.

Oxyrhynch. Papyr. 1011 (in Oxyrhynchus Papyri, vii. (1910) p. 31 ff. ed. by A. S. Hunt).

Ἀκούσαθ’ Ἱππώνακτος· [ο]ὐ γὰρ ἀλλ’ ἥκω ἐκ τῶν ὅκου βοῦν κολλύ[βου π]ιπρήσκουσιν, φέρων ἴαμβον οὐ μάχην [ἀείδ]οντα [τὴνΒο]υπ[άλ]ειον, [και]νά . . [. . . ἄ]νθρωπος [. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .]ἒιν

ὤπολλον . . . . . . . ς παρ’ αἰπόλῳ μυῖαι . . φεικες . ’πὸ θύματος Δελφοῦ. αιμιν . . . . . . . . ιν ὦ ’κάτη πλήθευς . . ιλοις έν . . . . . . . πνοὴν ἀναλώσει

. . . . ν . . . . . λον τὸν τὸν τρίβωνα γυμνώ[σ . . σωπὴ γενέσθω καὶ γράφεσθε τὴν ῥῆσιν. ἀνὴρ Βαθυκλῆς Ἀρκάς—οὐ μακρὴν ἄξω . . . ν . σ . . . ´ . . . ινε, καὶ γὰρ οὐδ’ μέγα σχολάζ[ων] εἰμὶ πὰρ μέσον δινεῖν . . . ευαχερο . . . ς · τ . . . π.’λαιστι λαιστι . . . ´ . . . ἐγένετο πά [ν] δ’ εἶχεν οἷσιν ἀνθρώποις θεοὶ τελευ . . . . . . ας ἐπίστανται. . . . . . . . . . . . . . τοὺς μὲν ἔνθα, τοὺς δ’ ἔνθα ἔστησέ ‹κ›ου κλωστῆρας· εἶχε γὰρ δεσμὸς μέλλοντας ἤδη παρθένοις ἀλινδεῖσθαι. ‹ἔπλευσεν ἐς Μίλητον· ἦν γὰρ ἡ νίκη Θάλητος, ὅς τ’ ἦν τἄλλα δεξιὸς γνώμῃ,›

καὶ τῆς Ἀμάξης ἐλέγετο σταθμήσασθαι τοὺς ἀστερίσκους, ᾗ πλέουσι Φοίνικες. εὗρεν δ’ ὁ προυσέληνο[ς] αἰσίῳ σίττῃ ἐν τοῦ Διδυμέος τὸν γέρ [ο]ντα κων ‹εί›ῳ ξύοντα τὴν γῆν καὶ γράφοντα τὸ σχῆμα

τοὐξεῦρ’ ὁ φρὺξ Εὔφορβ[ος], ὅστις ἀνθρώπων τρ[ίγ]ωνα καὶ σκ [αληνὰ] πρῶτος ἔγρ[α]ψε καὶ κύκλον ἑπ[ταμήκε’, ἠδὲ νηστεύειν τῶν ἐμπνεό [ντ]ων ε[ἶπεν· οἱ δ’ ὑπήκουσαν οὐ πάντες, ἀλλ’ οὕς εἶχεν [οὕτερος δαίμων. πρὸς δή [μ]ιν ὧδ’ ἔφησε.[ ἐκεῖ[νο] τοὐλόχρυσον ἐξ.[ οὑμὸ[ς] πατὴρ ἐφεῖτο του[ δοῦ [ναι] τίς ὑμέων τῶν σοφ[ῶν ὀνήιστος
τῶν ἑπτά· κὴγὼ σοὶ δίδωμ[’ ἀριστεῖον. [Θάλης δὲ τῷ] σκίπωνι τοὔδα[φος πλήξας [καὶ τ]ὴν ὑπήνην τὴτέρῃ [λαβῶν χειρὶ ἐξεῖ[π]ε· τὴν δόσιν μὲν [οὐκ ἀπαρνεῦμαι σὺ δ’ ἐ[ . . ] . . εῶνος μὴ λό[ Βί‹α›ς [. . . . . . . . . . ] ειλ[

ἀλλ’ ἢν ὁρῇ τις, οὗτος Ἀλκμέων φήσει, καὶ φεῦγε, βάλλει, φεῦγ’, ἐρεῖ, “τὸν ἄνθρωπον . . . . . . τὴν γλῶσσαν ε‹ὶ›λῶν ὡς κύων ὅταν πίνῃ. . . . . . . . . . . τὰ τρά]χηλα γυμνάζει. . . . . . . . . . χλωρὰ σῦκ[α . . .

τἀπὶ Κρόνου· τοῖς ἄντιτ’ ἄ[λλ]οτ’ [ἤλλαξεν, λέγουσι, καί κως [ο] ὐ[κ ὀ]νημέναις [ὀργαῖς δίκαιος ὁ [Ζεύ]ς, οὐ δίκα[ια] δ’ αἰσύμνων τῶν ἑρπετῶν [μ]ὲν ἐξέκοψε τὸ φθέ[γμα,

γένος δὲ τοῦτ’ ἀ[νιγ]ρόν, ὥσπερ οὐ κάρτος ἡμέων ἐχόντων χἠτέροις ἀπάρξασθαι, [ἤμει]ψ’ ἐς ἀνδρῶν· καὶ κενὸς [φρ]ε[νῶν] δῆμος [πλεί]ω φιλόψου ψιττακοῦ λε[λήκασιν. οἱ [δὲ] τραγῳδοὶ τῶν θάλασσαν οἰ[κεύντων ἔχο[υ]σι φωνήν· οἱ δὲ πάντες [ὑμνῳδοὶ καὶ που[λ]ύμυθοι καὶ λάλοι πε[φύκασιν ἐκεῖθεν, ὠνδρόνικε, ταῦτα δ’ Α[ἴσω]πος ὁ Σαρδιην〈ὸ〉ς εἶπεν, ὅντιν’ οἱ Δελφοὶ ᾄδοντα μῦθον οὐ καλῶς ἐδέξαντο. . . . . . . . . ......... ἡ] ζοὴ μετέστραπται . . .

κρηγύως ἐπαιδεύθην . . . . . . .... καὶ θεοὺς ἀπρηγεῦντας· ..... μοχθηρὸς ἐξεκνήμωσε ....... ἂν ἦν ὀνήισ[το]ς ἄκου[ε] δὴ τὸν αἶνον· ἔ[ν κοτε Τμώλῳ δάφνην ἐλαίῃ νεῖ[κος οἱ πάλαι Λυδοὶ λέγουσι θέσθαι· καὶ γὰ[ρ ἦν τανύπτορθον καλόν τε δένδρο[ν σείσασ[α] τοὺς ὅρπηκ[ας . . . . . .

ὡριστερὸς μὲν λευκὸς ὡς ὕδρου γαστήρ, ὁ δ’ ἡλιοπλὴξ ὃς τὰ [π]ολλὰ γυμνοῦται. τίς δ’ οἶκος οὗπερ οὐ[κ] ἐγὼ παρὰ φλιῇ; τίς δ’ οὔ με μάντις ἢ τίς οὐ θυτὴρ ἕλκει; καὶ Πυθίη γὰρ ἐν δάφνῃ μὲν ἵδρυται, δάφνην δ’ ἀείδει καὶ δάφνην ὑπέστρωται. ὤφρων ἐλαίη, τοὺς δὲ παῖδας οὐ Βράγχος τοὺς τῶν Ἰώνων, οἷς ὁ Φοῖβος ὠ[ργίσθη, δάφνῃ τε κρούων κἤπος οὐ τό[νῳ τρανε]ῖ δὶς ἢ τρὶς ε[ἰ]πὼν ἀρτεμέας ἐποίη[σε; [κ]ἠγὼ μὲν ἢ ’πὶ δαῖτας ἢ ’ς χορὸν φ[οι]τέω τὸν Πυθαϊστήν, γίνομαι δὲ κἄεθλον, οἱ Δωριῆς δὲ Τεμπόθεν με τέμνουσιν ὀρέων ἀπ’ ἄκρων καὶ φέρουσιν ἐς Δελφούς, ἐπὴν τὰ τὠπόλλωνος ἱρὰ γίνηται. ὤφρων ἐλα[ί]η, πῆμα δ’ οὐχὶ γινώσκω, οὐδ’ οἶδ’ ὁκ[οίη]ν οὑλαφηφόρος κάμπτει, ἁ[γν]ὴ γάρ εἰμι· κοὺ πατεῦσί μ’ ἄνθρωποι,

ἱρὴ γάρ εἰμι· σοὶ δὲ χὠπόταν νεκρὸν μέλλωσι καίειν ἢ [τά]φ[ῳ] περιστέλλει[ν αὐτοί τ’ ἀνεστέψ[αντο χ]ὐπὸ τὰ πλεῦρα τοῦ μὴ πνέοντ[ος κὴπ]ιτὰξ ὑπ[έσ]τ[ρωσαν.” ἡ μὲν τάδ’ αὐ〈χ〉εῦ[σ’]· ἀλλὰ τὴν ἀπήμ[υνε μάλ’ ἀτρεμαίως ἡ τεκοῦσα τὸ χρῖμ[α· “ὦ πάντ’ ἄκυθε τῶν ἐμῶν τόκ[ων δάφνη, ἐν τῇ τελευτῇ κύκνος [ὥς τις ἡδίω ἤεισας· οὐ [συν]ῆκά μοι μ[ετὸν τούτων; ἐγὼ μὲν ἄνδρας οὓς Ἄρη[ς ἀπόλλυσι σὺν ἔκ τε πέμπω χὐ[πὸ........ .. τῶν ἀριστέων οἳ κα . . . ν . . ...... [ἐγὼ δ]ὲ λευκὴν ἡνίκ’ ἐς τάφον τήθην φέρο[υσι] παῖδες ἢ γέροντα Τιθωνόν, αὐτο[ῖς ὁ]μαρτέω κἠπὶ τὴν ὁδὸν κεῖμαι, [ἀρκ]ε[ῦσα] πλεῖον ἢ σὺ τοῖς ἀγινεῦσιν ἐκ τῶν σε Τεμπέων. ἀλλ’ ὅτευ γὰρ ἐμνήσθης, καὶ τοῦτο κὠς ἄεθλον οὐκ ἐγὼ κρέσσων σεῦ; καὶ γ[ὰ]ρ 〈ὡ〉γὼν οὑν Ὀλυμπίῃ μέζων ἢ ’ν το[ῖ]σι Δελφοῖς· ἀλλ’ ἄριστον ἡ σωπή. ἐγὼ μὲν οὔτε χρηστὸν οὔτε σε γρύζω ἀπηνὲς οὐδέν, ἀλλ’ ἄ[λ]ηθες ὄρνιθες [ἐ]ν τοῖσ[ι] φύλλοις ταῦτα τινθυρίζουσαι
πάλαι κάθηνται κωτίλ[οι]ς [ὁμηρ]εῦσαι. “τίς δ’ εὗρε δάφνην; γαῖα [τήν γ’ ἐφίτυ]σ[εν,

ὡς πρῖνον, ὡς δρῦν, ὡς κύπειρον, ὡς ὕλην. τίς δ’ εὗρ’ ἐλαίην; Παλλάς, ἦμος ἤ[ρ]ιζ[ε τῷ φυκιοίκῳ κἠδίκαζεν ἀρχαῖος ἀνὴρ ὄφις τὰ νέρθεν ἀμφὶ τῆς Ἀκτῆς. ἓν ἡ δάφνη πέπτωκε. τῶν δ’ ἀειζώων τίς τὴν ἐλαίην, τίς δὲ [τ]ὴν δάφνην τιμᾷ; δάφνην Ἀπόλλων, ἡ δὲ Παλλὰς ἣν εὗρεν. ξυνὸν τόδ’ αὐταῖς, θεοὺς γὰρ οὐ διακρίνω. τ[ίς] τῆς δάφνης ὁ καρπός; ἐς τί χρήσωμαι; μήτ’ ἔσθε μήτε πῖνε μήτ’ ἐπιχρίσῃς. ὁ τῆς δ’ ἐλαίης ἕαδε πόλλ’, ἔσω μάσταξ ὡς ἔ[νθεσι]ν καλεῦσιν, ἂν δὲ τὸ χρῖμα ἐν [ῇ, κο]λυμβά[ς], ἣν ἐπα[ῦρε] χὠ Θησεύς. [τὸ δ]εύ[τερ]ον τίθημι τῇ δάφνῃ πτῶμα. τεῦ γὰρ [τὸ] φύλλον οἱ ἱκέται προτείν[ο]υσι; τὸ τῆς ἐλαίης. τὰ τρί’ ἡ δάφνη κεῖται. φεῦ τῶν ἀτρύτων οἷα κωτιλίζουσι· λαιδρὴ κορώνη, κῶς τὸ χεῖλος οὐκ ἀλγεῖς; [τεῦ γ]ὰρ τὸ πρέμνον Δήλιοι φυλάσσουσι; [τὸ τ]ῆς ἐλαίης, ἣ κ[αθεῖσ]ε τὴν Λητώ. . . . . . .

ὣς εἶπε, τῇ δ’ ὁ θυμὸς ἀμφὶ τῇ ῥήσει ἤλγησε, μέζον δ’ ἢ τὸ πρόσθεν ἢ[σχαλλ]εν. [φεῦ] φεῦ, τὸ λοιπὸν εικο. εστονουτ . . . . ατα . . . . . ς ἣ χύτ’ εἶχε . . . τρ . . . . να ἔλεξεν, ἦν γὰρ οὐκ ἄπωθε τῶν δένδρων· οὐκ, ὦ τάλαιναι, παυσόμεσθα, μὴ λίην γεν〈ώ〉μεθ’ ἐχθραί; μὴ λέγωμεν ἀλλήλας ἄνολβα· ναὶ . . . . ἀλλὰ ταῦτ’ ὀ . . μ . να. τὴν δ’ ἄγρι[ο]ς φανεῖσα ταῦρος ἡ δάφνη ἔβλεψε καὶ τάδ’ εἶπεν· “ὦ κακὴ λώβη, ὡς δὴ μί’ ἡμέων καὶ σὺ μή με ποιῆσαι εὔστεκτον· ᾖ γὰρ γειτονεῦσ’ ἀποπνίγεις. . . . . . .

. . . ἀ]οιδὸς ἐς κέρας τεθύμωται. τὴν ξένην ἀνακρίνει ἣν δοῦλον εἶναί φησι καὶ παλίμπρητον. Ἔφεσον ὅθεν πῦρ οἱ τὰ μέτρα μέλλοντες τὰ χωλὰ τίκτειν μὴ μαθῶς ἐναύονται.

λαλοῦσ[ι . . . . Ἰαστὶ καὶ Δωριστὶ καὶ τὸ σύμμικτον.