Περὶ ὀρθογραφίας
Aelius Herodianus
Aelius Herodianus, Περὶ ὀρθογραφίας, Grammatici Graeci 3.2, Lentz, Teubner, 1868
δείκηλον: τὸ δcι διὰ τῆϲ ει διφθόγγου. λέγεται καὶ δείκελον. ϲημαίνει δὲ καὶ τὸ ἄγαλμα καὶ τὸ εἶδωλον οἷον «δείκηλα προΐαλλε (Apollon. IV 1672) καὶ δείκελον Ἰφιγόνηϲ » παρὰ Παρθενίῳ. ὥϲπερ γὰρ ἀπὸ τοῦ πέμπω πέμπελοϲ (ϲημαίνει δὲ τὸν πολλῶν ἐνιαυτῶν ὄντα) καὶ ὥϲπερ ἀπὸ τοῦ ἄγω γίνεται ἄγελοϲ καὶ ἄγγελοϲ, οὕτω καὶ ἀπὸ τοῦ [*](1. 3 St. B. 1.4 Choer.189, 34. 1. 6 Hes. 1.8 E.M. 214, 29. 1. 12 E. M 244, 34 coli. 318, 53. λέγεται δὲ καὶ Δαῖρα Hes. 1. 13 E. M. 247, 11.) [*](l. 16 Choer. Ortt. 193, 10. ef. can. gen. Hes. δανίζω consueto vitio. 1.17 Choer. 193, 16. ct. can. gen. 1. St. B. 1. 20 Hes. 1. 21 Choer. 193. 13, Hes. 1. 23 Hes., Ahrens 1. 72 vult δᾶριρ, sed ef. Schmidt. 1. 24 St. B.) [*](1. 25 E. M. 249, 43. 1 99 Choer. 193, 21. 1. 32 Choer. 195, 12, E. M. 260, 28.)