Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

[*](Σ)

121 Ταριχεύει: τήκει, ξηραίνει.

[*](Σ)

122 Ταριχεύειν, ταριχεύϲειν: ὥϲπερ οἱ τὰ ᾠὰ τέμνοντεϲ καὶ [*](Ecl.) μέλλοντεϲ ταριχεύειν. ϲημαίνει δὲ καὶ τὸ ξηραίνειν. καὶ οἷον εἰϲ [*](Ε) γάρον ἐξιχωρίζεϲθαι, γάριχόϲ τιϲ ὤν. λέγεται καὶ Ταριχηρά. Ἀρριανόϲ· ὁ δὲ ἔδωκε ϲῖτόν τε καὶ οἶνον καὶ κρέα ταριχηρὰ κατὰ ϲκηνή.

[*](Δ)

123 Ταριχεία.

[*](113 cf. H 114 Georg. 473, 3—5 ═ EV 1,145, 3—5 115 Ar. Ach. 315 c. sch. 116 ═ Synt. Laur. cf. Gud. 117 — φοβεῖται ═ P, Ba 382,1, H, sch. Ν 285 cf. Et. M. 746, 32 vs. 14 ταρβεῖν— ϲοῦ Soph. OC 292 — 3. καὶ μὴν sq. Soph. Tr. 296—7 118 — φόβοϲ ═ P, Σᵃ, Ba 382, 2 cf. H ═ Ambr. 14, Et. M. 746, 25 (in Ω 152), Apion ᾧ sq. Soph. OT 296 c. sch. cf. fr. trag. ad. 459 120 cf. Ambr. 70 121 ═ P, Σa cf. Ba 382, 3, Et. M. 746, 48, H 122 — ξηραίνειν ═ P; Pl. Conv. 190 d οἷον — ὤν cf. Herodian. Symp. ap. Orion. 151, 16 (unde Et. M. 746, 48) ὁ sq. Arr. An. 4, 21, 10 123 ═ Ambr.92)[*](114 cf. v. Σ 271 118 Soph. cf. v. Ω  90 119 καὶ παροιμία sq. ex v. Α 1828 cf. v. Α 2544; hinc v. Σ 1052 122 cf. 124 et v. Ε 1781)[*](A(GFVM))[*](4 τιϲ] τῶν FV 8 ἐπειπὼν A 9 γὰρ] δὲ V ὃ — δεινόν om. A 11 δεινότατον Acp, sch.: δεινότηϲ F δεινὸν GVM; ἂν post νομ. add. sch. 14 γηραιέ AGV ᾿ϲ᾿ G, Soph.; τ᾿ A c᾿ FVM ἀνάγκηϲ F ἀπὸ A 15 τοῖϲ] τοῖϲ μὲν εὖ mg. add. V 20 ὄψα — 21 ἀρκεῖϲθαι om. AF; καὶ παροιμία — 21 ϲτερκτέον mg. V, 21 παρεγγυᾶ — ἀρκεῖϲθαι om. V 22 Ταριχέαι ex Steph. Byz. Bhd., frustra ὄνομα ἔθνουϲ] ἔθ(νοϲ) A 24 Ταριχεύειν om. F ταριχεύϲειν del. Bhd., frustra; Πλάτων ἐν Συμποϲίῳ add. F 26 γάρον] γάροϲ A 123 om. F mg. V)
505

124 Τάριχοϲ: τὸ τάριχοϲ οὐδετέρωϲ. Ἀριϲτοφάνηϲ Βατράχοιϲ· τὸ [*](Ar.) πολὺ τάριχοϲ οὐκ εἴρηκά πω. ἔϲτι δὲ κρέαϲ ἁλϲὶ πεπαϲμένον. [*](Greg.) παρὰ τὸ εἰϲ γάρον ἐξιχωρίζεϲθαι.

[*](Ecl.)

125 Ταρκύνιοϲ Σούπερβοϲ· οὗτοϲ τῆϲ ἀρχῆϲ ἐπιλαβόμενοϲ τῶν [*](EV) Ῥωμαίων μετεκαίνιϲεν ἐπὶ τὸ αὐθαδέϲτερον καὶ βαρυτέραν τὴν πολιτείαν ἀπέφηνεν, οἷα δὴ ἐκ τοιούτων παρελθὼν εἰϲ τὴν ἡγεμονίαν δραμάτων, τούϲ τε νόμουϲ μεταθεὶϲ καὶ ἄρχονταϲ παρὰ τὸ ϲύνηθεϲ προβαλλόμενοϲ καὶ δι’ αὐτῶν τὸν δῆμον αἰκιζόμενοϲ· φιλοπόλεμόϲ τε, εἰ καί τιϲ ἄλλοϲ, γεγονὼϲ ὑπερόπτηϲ τε καὶ ἀλαζών. ὅθεν καὶ τὴν ἐπωνυμίαν ταύτην ἀπηνέγκατο· ϲουπέρβουϲ γὰρ τοὺϲ ὑπερηφάνουϲ ὠνόμαζον Ῥωμαῖοι.

126 Ταρκυΐνιοϲ.

[*](Δ)

127 Τάρπεια: ὄνομα.

[*](Δ)

128 Τάρπημεν: ἐκορέϲθημεν.

[*](Δ)

129 Ταρϲόϲ: ὁ τάλαροϲ· τὸ καλάθιον παῤ ἡμῖν.

[*](Δ)

130 Ταρϲόϲ: ἐκ μέρουϲ· ἢ τὸ πλάτοϲ τοῦ ποδόϲ, ἢ τὸ ἄκρον τῆϲ [*](Σ) χειρόϲ. καὶ πλέγμα. Θουκυδίδηϲ· οἱ δὲ Πελοποννήϲιοι ἐν ταρϲοῖϲ [*](Δ) καλάμου πηλὸν ἐνείλλοντεϲ ἐϲέβαλλον ἐϲ τὸ διῃρημένον τοῦ τείχουϲ.

[*](Ε)

131 Ταρϲόϲ: πόλιϲ Κιλικίαϲ, ἣν ἔκτιϲεν ἐν μιᾷ ἡμέρᾳ Σαρδανάπαλοϲ, βαϲιλεὺϲ [*](Suid.) Ἀϲϲυρίων.

132 Ταρϲόϲ: κυρίωϲ τῶν ὀρνίθων ἡ πτέρωϲιϲ· ἀφ᾿ οὗ καὶ τῶν κωπῶν [*](Hdt.) ὅμοιοϲ ὁ ϲχηματιϲμόϲ. οὕτωϲ Ἡρόδοτοϲ.

133 Ταρϲοί: τὰ ἀγγεῖα τῶν τυρῶν· καὶ τὰ ἔξω τῶν κωπῶν. καὶ [*](Σ) ταρϲοῖϲ, πτεροῖϲ ἄκροιϲ. ὁ δὲ τὴν παράταξιν αὐτῶν διέλυϲεν, ἃϲ [*](Ε) μὲν τιτρώϲκων, ὧν δὲ τοὺϲ ταρϲοὺϲ παραϲύρων.

134 Ταρϲοὶ καλάμων. οἱ δὲ Λαζοὶ βόθρουϲ ὀρύξαντεϲ καὶ [*](Hdt.) δόρατα τοῖϲ βόθροιϲ ἐγκαταπήξαντεϲ ταρϲοῖϲ καλάμων καὶ ὕλῃ μὴ [*](Ε) [*](124 — πω Ar. Ran. 558 c. sch. cf. Hellad. ap. Phot. Bibl. 533a 38, Ael. D. fr. 217 ex Eust. O. 1390, 57, Poll. 6, 48, Moer. 210, 29, Bk. 309,14, Thom. 349, 6 An. Par. 4, 248, 6 ἔϲτι — πεπαϲμένον cf. sch. Greg. a Gsf. adscriptum, Et. M. 746, 49 125 lo. Antioch. fr. 36, FHG 4, 553 ═ EV 1, 168, 14—23 126 Ambr. 20 127 ═ Ambr. 90 128 ═ Ambr. 117, H, sch. Λ 779 cf. Zon. 1714 Et. M. 746, 51 129 cf. Apion, sch. ι 219, Zon. 640 extr. et 1711 130 — χειρόϲ: ═ P. Ba 382, 6, Lex. Rhet. in Et. M. 747, 7 cf. sch. Λ 377, H πλέγμα cf. H οἱ sq. Thuc. 2, 76, 1 132 gl. Hdt. 8, 12 133 — ἄκροιϲ ═ P, Ba 382, 4, Et. M. 747, 5 cf. sch. ι 219, H, Ap. S. 149, 25 134 οἱ δὲ — Ῥωμαίουϲ Prisco attr. Bhd.) [*](124 cf. 122 125 cf. v. Σ 798 130 Thuc. cf. vv. Ε 1282 et ΕΙ 109 131 ex v. Σ 122) [*](3 παρὰ — ἐξιχωρίζεϲθαι om. A 5 τὸ om. V 6 ἐπέφηνεν F ἐκ τοῦ A(GFVM) τοιούτου F 7 πραγμάτων A μετατιθεὶϲ Bekk. 10 ἐπιθυμίαν A 126 om. GFV; καὶ praemis. M 127 om. F 18 ἐνείλοντεϲ AF ἐϲέβαλον VM ἐπέβαλλον F 131 om. AF mg. Ar V 19. 20 βαϲιλεὺϲ Ἀϲϲυρίων om. V 22 ὁ om. V 24 διέλυϲεν om. AFV sed cf. Polyb. 16, 4, 5 et 14 ἃϲ] οὓϲ F 25 παραϲύρων] παραπέμπων καὶ π. F παραπέμπον καὶ παραϲῦρον V 26 ὀρύξαντεϲ βόθρουϲ FV)

506
βεβαία ἐχούϲῃ βάϲιν, ἀλλὰ πρὸϲ τὸ ἐπιφερόμενον ἄχθοϲ ὀλιϲθαινούϲῃ, τὰ ϲτόματα τῶν ὀρυγμάτων ἐκάλυψαν· καὶ χοῦν ἐπιβαλόντεϲ τά τε παῤ ἑκάτερα χωρία γεωργήϲαντεϲ καὶ πυροὺϲ ϲπείραντεϲ ἐτροπώϲαντο Hdt. τοὺϲ Ῥωμαίουϲ. Ταρϲοὶ καλάμων παῤ Ἡροδότῳ ἡ πραϲιά, οὖ ἐξήραινον τὴν πλίνθον.

[*](Σ)

135 Τάρταροϲ: ὁ κατώτεροϲ τοῦ ᾅδου τόποϲ. καὶ Τάρταρον, τὸν [*](Δ) περὶ τὰ νέφη τόπον οὕτω λέγουϲι. Περὶ ψυχῆϲ. καὶ Ταρτάρειοϲ βόθροϲ.

[*](Σ)

136 Ταρτηϲία μύραινα: ὡϲ ἐκεῖ γινομένων μεγίϲτων.

[*](Ar.)

137 Ταρτηϲϲόϲ: Ἰβηρικὴ πόλιϲ πρὸϲ τῷ ὠκεανῷ, ἐκτετοπιϲμένη [*](Ε) παρὰ τὴν Ἄορνον λίμνην. τῆϲ δὲ Ταρτηϲϲοῦ Ἀγαθώνιοϲ ἐβαϲίλευϲεν. [*](Ar.) Ἀριϲτοφάνηϲ Ταρτηϲίαν μύραιναν λέγει. καὶ οὐδετέρωϲ [*](Δ) Ταρτήϲιον.

[*](Σ)

138 Ταρροί: τάλαροι καὶ ταρϲοί. καὶ τὰ πλατύϲματα τῶν κωπῶν. αὐτὸ τὸ πτέρωμα. καὶ Θουκυδίδηϲ οὕτωϲ.

[*](Ar.)

139 Ταρροί: Ἀττικῶϲ τὰ ἐκ ϲχοίνων πλέγματα. τοὺϲ γοῦν καλάμουϲ τοὺϲ γεωργικοὺϲ ταλάρουϲ καλοῦϲι. τὴν δὲ κρεμάθραν Ἀριϲτοφάνηϲ οὕτωϲ ἐκάλεϲεν. ἔπειτ’ ἀπὸ ταρροῦ τοὺϲ θεοὺϲ ὑπερφρονεῖϲ; ἐφʼ ἦϲ ὁ Σωκράτηϲ ἐκρέματο. ἢ ταρρόϲ, μετέωρόν τι ἰκρίον, ἐφ’ οὖ αἱ ἀλεκτορίδεϲ κοιμῶνται. τοιαύτην δή τινα ὑποληπτέον τὴν κρεμάθραν ἐϲκευάϲθαι.

[*](Δ)

140 Ταρφειαί: πυκναί.