Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

[*](Σ)

996 Σταθμῶν: τῶν παραϲτάδων τῆϲ θύραϲ.

[*](Δ)

997 Στακτή: εἶδοϲ ἀρώματοϲ. Πολύβιοϲ· κυρωθείϲηϲ δὲ τῆϲ [*](Ε) ἐλευθερίαϲ τοῖϲ ερραίοιϲ, ἐϲτεφάνωϲαν παραχρῆμα τὸν Ἀντίοχον τὸν βαϲιλέα πεντακοϲίοιϲ ἀργυρίου ταλάντοιϲ, χιλίοιϲ δὲ λιβανωτοῦ καὶ διακοϲίοιϲ τῆϲ λεγομένηϲ ϲτακτῆϲ. καὶ ἐποίει τὸν πλοῦν ἐπὶ Τύλον τὴν νῆϲον καὶ ἐποίει τὸν ἀπόπλουν ἐπὶ Σελευκείαϲ. ἦϲαν δὲ τὰ ἀρώματα ἐν τῇ ἐρυθρά θαλάϲϲῃ.

[*](Thdr.)

998 Στακτὴ καὶ καϲία: ἡ ἀπὸ τοῦ πάθουϲ εὐωδία.

[*](Ar.)

999 Στακτοῖϲ: τοῖϲ ὑγροῖϲ, καὶ δοκίμοιϲ· πρὸϲ ἀντιδιαϲτολὴν τῶν [*](988— ϲπαρτίον ═ P, Ba 369, 19 cf. H (in 0 410) ϲτάθμην— μολιβαχθέα Anth. 6, 103, 1 989 ϲταθμηϲάμενοϲ sq. Hdt. 9, 37, 2 990 ἦν— πλῆθοϲ et πέτραι sq. Arr. Parth. fr. 104 991 sch Greg. Ann. 61 cf. Poll 4, 173 992 — αἰτιατικῇ ═ Synt. Laur. et Gud. ἐπὶ— μόνου ═ Ambr. 854 994 —κατάλυϲιϲ gl. Hdt. 5, 52 cf. H 995 δοκιμάζοντα ═ P, Ba 369, 22 996 ═ P, Ba 369, 21 cf. Zon. 1667 ═ sch. η 89; H, Poll. 1, 76 997 κυρωθείϲηϲ sq Polyb 13, 9, 5 998 Thdr. in Ps. 44, 9, PG 80, 1193 a 999 Ar. Pl 529 c. sch.) [*](988 cf. v. Λ325 990 init. cf v. Ε 3198 992 cf. v. Ε 3198 993 extr cf. v. Γ 450) [*](Aet Ar in mg., F (GVM)) [*](1 ϲτάθμην 2, 3 δοκιμώτατον om. F 2 ἀνδρα τῶν Φ. ἐν τῇ φιλίαϲ ϲτάθμη δοκιμώτερον Bhd., ζήτει εἰϲ τὸ λ λευκὴ ϲτάθμη add rec. in F 989 om A 5 ὅκωϲ] ἀντὶ τοῦ ὅπωϲ Ἰωνικὴ διάλεκτοϲ ss. V ἐλεύϲεται F ἐξελεύϲεται Hdt. ἀπέτεμε FG ἑωυτοῦ] ἤγουν ἑαυτοῦ ss. V 8 ὁρμῶνταϲ om. AF ss. V 14 καὶ Ναζιαζὸϲ δὲ V cf. 450 994—1054 propter folium archetypi perditum. om A, qua edam mg. add. Ar 15 Σταθμοὶ FM: Σταθμὴ V Σταθμὸϲ Ar G. nov. gl. 995 om F 17 Σταθμόμενον Ar, Ba δοκιμάζοντα om Ar 18 Σταθμοί, οἱ παραϲτάδεϲ Ar cf sch., Zon. 997 om. Ar 19 Πολύβιοϲ om. F 20 ἐϲτεφάνωϲε F 21 ἀργύρου G ἀργυρωμάτων F ταλάντῳ Ar λιβανωτοῖϲ F 22 ἐπὶ— 23 Σελευκείαϲ om. F 25 καϲϲία M 999 —1001 om. Ar)

425
ξηρῶν. Ἀριϲτοφάνηϲ Πλούτῳ· οὔτε μύροιϲι μυρίϲαι ϲτακτοῖϲ, ὁπόταν νύμφην ἀγάγηϲθον.

1000 Σταλάζω· αἰτιατικῇ.

[*](Synt.)

1001 Σταλέντοϲ: παυϲαμένου. ϲταλέντοϲ δὲ τοῦ αἵματοϲ, τὰ οἰκεῖα [*](Ε) αὖθιϲ διαπράττεϲθαι τῶν βαϲιλέων.

1002 Στάλικαϲ: παϲϲάλουϲ. ἔμπαλιν ἰθυτόνων Δᾶμιϲ ἀπὸ ϲταλίκων. [*](Σ Anth.) ἐν Ἐπιγράμμαϲιν. ἡ εὐθεῖα ϲτάλιξ.

[*](Δ)

1003 Σταμίνεϲϲι: τοῖϲ ἐπιμήκεϲι ξύλοιϲ.

[*](Hom.)

1004 Στάϲειϲ: τὰ ἀναχώματα τῶν ποταμῶν. καὶ τῆϲ ϲτάϲεωϲ παραϲύρων [*](Ar.) ἐφόρει τὰϲ δρῦϲ καὶ τὰϲ πλατάνουϲ προθελύμνουϲ.

1005 Στάϲιϲ: ἐπὶ πνοῆϲ βιαίου ἀνέμου. γίνεταί τιϲ ἀνέμου ϲτάϲιϲ, [*](Ε) ἔχουϲα τηλικαύτην φοράν, ὥϲτε τὰϲ ϲτοὰϲ ϲαλεύειν.

1006 Στάϲιϲ: ὁ ἐμφύλιοϲ, πόλεμοϲ δὲ ὁ τῶν ἀλλοτρίων. ϲταϲιώτου [*](Thuc. Ε) ἑκάτεροϲ προαιροῦνται. Σταϲιῶται δὲ οἱ ϲτάϲειϲ ἐγείροντεϲ. καὶ Σταϲιώτηϲ· Ἀντιφῶν ἐν τῷ Περὶ τῆϲ μεταϲτάϲεωϲ· περὶ τοίνυν [*](Harp.) ὧν Ἀπόληξιϲ κατηγόρηκεν, ὁ ϲταϲιώτηϲ ἦν ἐγὼ καὶ ὁ πάπποϲ ὁ ἐμόϲ. ἔοικε ἰδίωϲ νῦν ὁ ῥήτωρ ἐπὶ τοῦ δορυφόρου κεχρῆϲθαι τῷ ὀνόματι. ἐν γοῦν τοῖϲ ἑξῆϲ φηϲιν, ὅτι, οὐκ ἂν τοὺϲ μὲν τυραννοῦνταϲ ἡδυνήθηϲαν οἱ πρόγονοι καλέϲαι, τοὺϲ δὲ δορυφόρουϲ ἠδυνάτηϲαν.

1007 Στάϲιμον: εἶδοϲ μέλουϲ, ὅπερ ἱϲτάμενοι ᾖδον οἱ χορευταί. [*](Ar.) ἢ Στάϲιμον, τὸ ταραχῶδεϲ. καὶ Σγάϲιμοϲ, ὄνομα κύριον.

[*](Δ)

1008 Στατήρ: τὸ ἐκ χρυϲοῦ νόμιϲμα. τῶν βαλαντίων ἡ ϲυνωρίϲ, τὸ μὲν εἶχεν ὀβολοὺϲ ἐκ χαλκοῦ, τὸ δὲ ϲτατῆραϲ χρυϲίου, τῶν Εὐμήλου ἵππων πολὺ μᾶλλον ἀλλήλοιϲ ἐοικότα.

1009 Στατήρ: τετράγραμμον νόμιϲμα· καὶ τὸ ἐξάγιον, καὶ τὸ ζύγιον. [*](Σ) ἢ εἶδοϲ νομίϲματοϲ. Ἀριϲτοφάνηϲ Πλούτῳ· ϲτατῆρϲι δ’ ἀρτιάζομεν. [*](Ar.) τουτέϲτι νομίϲμαϲι παίζομεν ἄρτια ἢ περιττά. ὁρᾶτε μέν με δεόμενον ϲωτηρίαϲ τετραϲτατήρου. Ἀριϲτοφάνηϲ.

[*](1000 Synt. Gud. cf. Synt. Laur. 1002— παϲϲάλουϲ ═ P, Ba 369, 20 cf. H ἔμπαλιν— ϲταλίκων Anth. 6, 187, 4 1003 sch. ε 252 cf. Ambr. 711. Aristarch ap. Et. M. 724, 56, H, P v. ϲταμνίονεϲ 1004 Ar. Eq. 527—8 c. sch. 527 1005 γίνεται sq. Polyb 1, 48, 2 1006 ἀλλοτρίων sch. Thuc. 1, 2, 6 Σταϲιῶται—ἐγείροντεϲ cf. Lex. Vind. p. 166 Σταϲιώτηϲ sq. Harp. ═ P cf. Lex ind. p. 166; Antiph. fr. 1 1007 — χορευταί sch. Ar. Ran 1281 1008 τῶν sq. Synes ep 127, 262 c 1009 ζύγιον ═ P, Ba 369, 23 cf Et. M. 725, 22, H εἰδοϲ—περιττά Ar. Pl. 816 c. sch. ὁρᾶτε sq. Ar. Eccl. 412 3)[*](1008 Synes. cf. v. 7 869 1009 Ar. Pl. cf. v. Α 4036, Eccl. cf. v. T 406)[*](1 Ἀριϲτοφάνηϲ— 3 αἰτιατικῇ om. F 4. 5 τὰ ὀ. αὖθιϲ bis F, οἰκεῖα cor Ar in mg F(GVM) ruptum sec. Bhd. 5 βαϲίλεων scripsi; βοῶν V βῶν rell. 6 ἔμπαλιν —7 Ἐπιγράμμαϲιν om. A 6 ἰθυγόντων δύναμιϲ G 1003 om. A 8 Σταθμήνεϲϲι V 4 ἀναλώματα F καὶ— 10 προθελύμνουϲ om A 11 γίνεται— 12 ϲαλεύειν om A 1006 non nov. gl. M 13 ὁ pr.] ἡ ss. M om G δὲ om. V ϲταϲιώτου— 21 κύριον om. A; ϲταϲιώτου— 14 προαιροῦνται om. V 13 ϲταϲιώτου] ζήτει ss. GM 5 καὶ FV; om. GM, nov. gl. Σταϲιῶται FG Ἀντιφῶν—19 ἠδυνάτηϲαν V 15 ϲτάϲεωϲ F περὶ alt.—19 ἠδυνάτηϲαν om. F 16 ὁ pr.] ὡϲ Harp. Phot. 19 καλέϲαι] ἤγουν καταλῦϲαι ss. M κολάϲαι Dobree 22 τῶν— 8 νόμιϲμα om. AG 23 τῶν] τῶν μὴ F 24 ἀλλήλουϲ F 25 τετράγραμμα νομίϲματοϲ F καὶ utrob. om. A 26 5— 28 Ἀριϲτοφάνηϲ om. A; 26 Ἀριϲτο— φάνηϲ— 28 Ἀριϲτοφάνηϲ om. F 28 Ἀριϲτοφάνηϲ om. V)
426

1010 Σταυρόϲ· ἐπὶ τὸ Βόρειον τοῦ Φόρου μέροϲ ϲταυρὸϲ ἵϲτατο. ὡϲ εἶδεν αὐτὸν Κωνϲταντῖνοϲ ἐν τῷ οὐρανῷ, χρυϲέμπλαϲτοϲ, ἐν τοῖϲ ἀκρωτηριακοῖϲ ϲτρογγύλοιϲ μήλοιϲ· ἔνθα καὶ αὐτὸϲ καὶ οἱ υἱοὶ αὐτοῦ καθορῶντο χρυϲέμβαφοι.

[*](Σ)

1011 Σταυροί: τὰ ὀρθὰ πεπηγότα ξύλα. ὅτι ἐπὶ Θεοδοϲίου τοῦ [*](Ε) μεγάλου βαϲιλέωϲ καθαιρομένων τῶν Ἑλληνικῶν ἱερῶν, εὑρέθηϲαν ἐν τῷ τοῦ Σαράπιδοϲ νεῷ ἱερογλυφικὰ γράμματα, ϲταυρῶν ἔχοντα τύπουϲ ἅπερ θεαϲάμενοι οἱ ἐξ Ἑλλήνων χριϲτιανίϲαντεϲ, ἔφαϲαν, ϲημαίνειν τὸν ϲταυρὸν παρὰ τοῖϲ ἱερογλυφικὰ γινώϲκουϲι γράμματα ζωὴν ἐπερχομένην.

[*](Ecl.)

1012 Σταφυλή: παρὰ τὸ ϲήπω ϲαπυλὴ καὶ ϲταφυλή. πεπανθείϲηϲ [*](Harp.) γὰρ τῆϲ ἀμπέλου, τότε καὶ ἡ ϲταφυλὴ γίνεται. καὶ Σταφυλοβολεῖον, [*](On.) τὸ καλούμενον πατητήριον. λύϲιϲ ὀνείρου βότρυϲ κατέϲθειν ὀμβρικὴν δηλοῖ κλύϲιν.

[*](Prov.)

1013 Σταχάνη· ἡ τρυτάνη. παρὰ τὴν ϲτάϲιν. καὶ παροιμία· Δικαιότεροϲ ϲταχάνηϲ.

1014 Σταῖϲ: ἡ ζύμη. τρία εἰϲὶν εἰϲ αιϲ· παῖϲ ἀρϲενικόν, δαῖϲ [*](Ecl.) θηλυκόν, ϲταῖϲ οὐδέτερον.

[*](Δ)

1015 Σταιτίτηϲ: εἶδοϲ ἄρτου.