Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

955 Σποδόϲ· Βακχυλὶϲ ἡ Βάκχου κυλίκων ϲποδὸϲ ἔκ ποτε νούϲῳ [*](Anth.) κεκλιμένη.

956 Σπολάϲ: διφθέρα. Σοφοκλῆϲ Αἴαντι Λοκρῷ· καταϲτίκτου κυνὸϲ [*](Ar.) ϲπολὰϲ Λίβυϲϲα, παρδαληφόρον δέροϲ. οἱ δὲ ἐφαπτὸν δερμάτινον, παρήχθη δὲ ἴϲωϲ ἐκ τοῦ ἐπιφέρεϲθαι. Ἀριϲτοφάνηϲ· οὗτοϲ, ϲὺ μέντοι [*](943 — κυμάτων ═ P, Ba 368, 30 cf. Ap. S. 144, 7, H, sch. Ap. 4, 788, sch. ε 405, Et. M. 724, 2, Ps. Herodian. 128 ἐπὶ sq. Th. Simoc. 7, 3,2 944 ═ P, Σa cf. Ba 369, 1, H, Zon. 1663; ῥύποϲ ═ Ambr. 652, Ps. Herodian 128 et 175 cf. H, Erotian. 69, 14 946 sch. Ar. Av. 762 948 sch. Ar. Pac. 1149 ═ sch. Av. 1079 949 Ar. Ach. 1032—4 c. sch. plenior. 950 cf. Steph. Byz v. Ἀϲπληδών, Ambr. 688; l. ═ Ambr. 689 951 cf. Ambr. 654 952 — ϲπογγιάν Ar. Ran. 482 c. sch. plenior.; ϲπογγίῳ sq. Ar. Ach. 463 c. sch. 953 ϲπόγγον—Κνιδίων Anth. 6, 295, 2 954 Ar. Av. 1015—6 c. sch. 955 Anth. 6, 291, 1—2 956 — p. 420, 1 ποιητῇ Ar. Av. 933—4 c. sch. 934 cf. Poll. 7, 70, P; Soph. fr. 10. ὃϲ sq. Ar. Av. 9434) [*](946 cf. v. Φρὺξ μηδέν 952 Ar. Ach. cf. v. Β 224 953 Anth. cf. v. ψαίϲτορα; φαϲὶ sq. ex v. Α 946 956 extr. cf. v. Υ 701) [*](1 ὕδαϲι V 2 παραθαλαϲϲίουϲ Bhd. cf. Ap. S. 3 διατάττοντεϲ AG A(GFVM) 945 om. A 6 Ἡρακλειώτηϲ G δράματα—7 κεραυνουμένη om. F 7 Πυρικαιόμενοϲ Flach, frustra 946 non nov. gl. V 10 ϲτρουθίου Mec ϲτρουθίον V 12 τοὺϲ Πιτταλ(ου) V, Ar. 14 ὄνομα πόλεωε] πό(λιϲ) A 16 Ἀριϲτοφάνηϲ Βατράχοϲ om. F 17 καὶ] ὁ αὐτὸϲ G Ἀριϲτοφάνηϲ om. GFV ϲπογγιᾷ GM, v, l. v. Β 224 21 φαϲὶ—κρούειν om. AF post 952 V φαϲὶ δὲ τὴν V 24 ἔκ AF, Anth.: ἔν GVM νούϲου F, Jacobs 27 ϲπαρδαληφόρον GVM 28 ἐκ] ἀπὸ G οὕτωϲ V ὦ οὗτοϲ GM μέντοι] μὲν ἴϲωϲ G)

420
ϲπολάδα καὶ χιτῶν᾿ ἔχειϲ, ἀπόδυθι, καὶ δὸϲ τῷ ποιητῇ. καὶ αὖθιϲ· ὃϲ ὑφαντοδόητον ἔϲθοϲ οὐ πέπαται· ἀκλεὴϲ δ᾿ ἔβα ϲπολὰϲ ἄνευ χιτῶνοϲ.

[*](Σ)

957 Σπονδεῖα: ἀγγεῖα, ἐν οἷϲ ϲπένδουϲι.

[*](Σ)

958 Σπονδή: οἴνου ἔκχυϲιϲ ἐπὶ τιμῇ δαιμόνων ἢ φιλίᾳ. καὶ [*](Anth.) Σπονδῖτιϲ. ἐν Ἐπιγράμμαϲι· καὶ ϲταγόνα ϲπονδῖτιν ἀεὶ θυέεϲϲιν ὀπηδόν.

[*](Δ)

959 Σπορά: ἡ διανομή.

[*](Σ)

960 Σποράδα γῆϲ: κονιορτόν· ἢ χνοῦν γῆϲ.

[*](Σ)

961 Σποράδεϲ νῆϲοι: ἃϲ ἔνιοι Κυκλάδαϲ λέγουϲιν, αἱ ἐν τῷ Αἰγαίῳ. εἰϲὶ δὲ ιβ΄.

[*](Σ)

962 Σποράδην: διεϲπαρμένωϲ ὧδε κἀκεῖϲε.

[*](Suid.)

963 Σποράκηϲ: ὄνομα κύριον. Ἀρριανόϲ· Σποράκηϲ μαθὼν τὸν ϲτόλον βαϲιλέωϲ ἐπὶ τὴν ἑαυτοῦ ἐπικράτειαν γενόμενον ἔφυγε. τινὲϲ δὲ Σφωράκιοϲ.

[*](Ar.)

964 Σποργίλοϲ: ὅϲ ἦν κουρεύϲ. καὶ ὁ Πλάτων φηϲί· τὸ Σποργίλου κουρεῖον, ἔχθιϲτον τέγοϲ.

[*](Ε)

965 Σπόροϲ: ὁ Νέρωνοϲ ἐρώμενοϲ, ὃϲ καὶ Σαβίνα ἐκαλεῖτο, οὐ μόνον διὰ τὴν ὁμοιότητα τῆϲ γυναικόϲ, ὅτι ἐξετέτμητο, ἀλλ᾿ ὅτι καὶ ἐγήματο αὐτῷ ὥϲπερ κἀκείνη.

966 Σπόρτουλλα: δῶρα ἐπὶ πάντων διδόμενα παρρηϲίᾳ. οἶδαϲ δέ, ὅτι καὶ ϲπόρτουλλα ἡμῖν χρεωϲτεῖϲ· ἀλλ᾿ ὅμωϲ τῶν πτωχῶν ἕνεκεν εἰϲ τοῦτό ϲοι διαλυόμεθα.

[*](Σ)

967 Σπουδάζω περὶ τὸν ἄνδρα· Δημοϲθένηϲ κατὰ Μειδίου. ἐπὶ δὲ τοῦ κατεπείγομαι Θεόπομποϲ ἐπιτομῇ τῶν Ἡροδότου. ἐπὶ δὲ τοῦ βούλομαι ὁ αὐτὸϲ ἐν τῇ ἐπιτομῇ. ἐπὶ δὲ τοῦ μὴ παιγνιωδῶϲ, ἀλλ᾿ ἐϲπουδαϲμένωϲ Πλάτων Πολιτείαϲ γ΄. ἐπὶ δὲ τοῦ λίαν θέλω Ἀπολλόδωροϲ Καρύϲτιοϲ Ἀποκαρτεροῦϲιν. ἐπὶ δὲ τοῦ ϲεμνολογεῖν τὸ ϲπουδαιολογῆϲαι Ξενορῶν Συμποϲίῳ. τίνι ϲπεύδειϲ; ἀντὶ τοῦ τίνι ϲπουδάζειϲ; [*](Ε) οὕτωϲ καὶ Ἄλεξιϲ. καί τινα τῶν μακρῶν πλοίων ἐξαπέϲτειλε, ϲπουδάζω τῷ ϲτρατοπέδῳ τὰ πρὸϲ τὴν χρείαν. Πολύβιοϲ.

[*](957 ═ P, Ba 369, 2 cf. H, Ambr. 696 958 — φιλίᾳ ═ P, Ba 369, 3 cf. Zon. 1665 καὶ ϲταγόνα sq. Anth. 6, 190, 7 960 ═ P, Ba 369, 4 931 ═ P cf. H, Eust. D. 530 962 ═ P, Ba 369, 5 cf. H, Zon. 1667 963 — κύριον cf. Ambr. 663. Σφωράκιοϲ cf. Ambr. 1048 964 sch. Ar. Av. 299; Pl. com. fr. 135 965 Cass. D. 63, 13, 1 cf. Byz. Zt. 23, 98 966 — παρρηϲίᾳ ═ Lex. Rom. Barocc. 967 — Ἄλεξιϲ ═ P; Dem. 21, 4 vel 213 FGrHist 115, 4, Pl. Rep. 3, 403b et 405a, Apollod. Car. fr. 3 (3, 281 K.), Xen. Conv. 8, 41, Alexid. fr. 309 καί τινα sq. Polyb. 1, 52, 7)[*](958 Anth. cf. v. 2665 963 Σποράκηϲ alt. — ἔφυγε ex 1130; Σφωράκιοϲ hinc 1756 964 cf. v. Κ 1549 967 cf. v. Ε 3195)[*](A(GFVM))[*](2 ἔβα GM: om. AV 4 φιλίαι A, Phot.: φιλία rell., Ba α ss. M 5 Σπονδῖ τιϲ Mec: Σπονδίτηϲ AFVMac Σπονδῆτιϲ G 8 Σποραδία V γῆν GMec χοῦν V γῆϲ om. G 963 om. A post 961 V 12 Σποράκιϲ utrob. G Ἀρειανόϲ V 12. 13 ϲτόλον βαϲιλέωϲ] τοῦ β. ϲτ. G 13 αὐτοῦ G, 1130 γινόμενον GM, v. l. 1130 15 ϲτέγοϲ FV 19 οἶδαϲ—29 Πολύβιοϲ om. F 21 ϲοι om. V 23 κατεπειγόμεναι G Ἡροδότῳ Gsf. cp. GV 25 γ΄] ἐν τρίτῳ V 26 Καρύϲτιοϲ Ἀποκαρτεροῦϲιν] Γελῷοϲ Ἀποκαρτεροῦντι temere Bhd. cf. vv. Α 34043 28 ἐξαπέϲτειλα A 29 τῷ] ἐν τῷ V τὴν om. G)
421

968 Σπουδαρχιάϲαϲ: ἐπιθυμήϲαϲ ἄρξαι, ϲπουδάϲαϲ, ἐπιμεληθεὶϲ [*](Σ) τυχεῖν τῆϲ ἀρχῆϲ. καὶ Σπουδαρχίδηϲ, ϲπουδάζων περὶ ἀρχῆϲ· [*](Ar.) Αἰολέων δὲ ἴδιον τὰ ἐπίθετα πατρωνυμικῷ τύπῳ φράζειν, οἷον ϲτρατωνίδηϲ, μιϲθαρχίδηϲ.

969 Σπουδαιολογῶ. ὁ δὲ Κῦροϲ ἐϲπουδαιολογεῖτο, προϲκαλῶν [*](Δ) τοὺϲ φίλουϲ.

[*](EV)

970 Σπουδαῖοϲ: ϲοφόϲ. ἐνάρετοϲ, εὐδόκιμοϲ, ὁ ἀντιδιαϲτελλόμενοϲ [*](Σ) τῷ φαύλῳ. ὡϲ δὲ ἔμαθεν ἑερὸν εἶναι τὸν χῶρον ἐκ τοῦ ἐν αὐτῇ ϲπουδαζομένου δαίμονοϲ. τουτέϲτι τιμωμένου. ϲύνταξιϲ. πλούϲιον [*](Ε) μὲν ἀκούω, ϲπουδαῖον δὲ οὐδὲν ὄντα.

971 Σπουδή: ἡ περὶ τὰ καλὰ ϲύντονοϲ ἀγωνία. Ἰϲίδωροϲ ἔφη τὴν μὲν ἐν φιλοϲοφίᾳ ϲπουδὴν ἀνδρὶ νεωτέρῳ καὶ ἄρτι λόγων ἁπτομένῳ φιλοϲόφων εἶναι πρεπωδεϲτέραν, τὴν δὲ εὐϲεβῆ προθυμίαν καὶ φιλόθεον προϲήκειν μαλίϲτα τοῖϲ ἤδη προβεβηκόϲι καὶ πόρρωθεν ἐλαύνουϲι, τοῦτο μὲν ἡλικίαϲ, τοῦτο δὲ φιλοϲοφίαϲ.

972 Σπουδῇ: παῤ Ὁμήρῳ. ἀντὶ τοῦ μόλιϲ. καὶ ὁμοίωϲ ἡμῖν.

[*](Hom.)

973 Σπώμενοϲ: ϲυντριβόμενοϲ.

[*](Δ)

974 Σπῶντεϲ· γενικῇ. ῥοφοῦντεϲ. εἶτα ὑπέβρεχον, θαμινὰ πίνοντεϲ, [*](Ε) καὶ ἀκράτου ϲπῶντεϲ. καὶ Σπῶϲι, κατακόρωϲ ἐμφοροῦνται. οἱ δὲ ἄδην καὶ ἀπείρωϲ ϲπῶϲι τοῦ οἴνου καὶ ἀνατραπέντεϲ ἔκειντο ὡϲ ἔτυχον ἕκαϲτοι.