Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

[*](Δ)

749 Σμυγεράν.

[*](Σ)

750 Σμῦξαι: καῦϲαι.

[*](Δ)

751 Σμύραινα: εἶδοϲ ἰχθύοϲ.

752 Σμύρνα: ὁ τάφοϲ τοῦ Χριϲτοῦ, ἡ ἐνταφίαϲιϲ· νεκροῖϲ γὰρ αὕτη διαφερόπωϲ προϲφέρεται.

[*](Σ)

753 Σμυχόμενοϲ: καιόμενοϲ, ἀναλιϲκόμενοϲ.

[*](Σ)

754 Σοβάδεϲ: διώκουϲαι πόρναι.

[*](Ar.)

755 Σοβαρὰ οὖρα: ϲεϲοβημένη, εὔκρατοϲ. ἐν ὅϲῳ θεόθεν ϲοβαρὰ κατέχει πολέμου μετάτροποϲ αὖρα. καὶ Σοβαρὸν ἄγαλμα, τῇ πλάϲει καὶ τῇ τέχνῃ ϲοβαρόν.

756 Σοβαρόϲ: ὁ ὑπερήφανοϲ· τοὺϲ γὰρ Συβαρίταϲ φαϲὶ πλούτῳ καὶ τρυφῇ ὑπερέχειν. ἐκ τοῦ Συβαρίτου οὖν ϲοβαρόϲ.

[*](Σ)

757 Σοβαρόϲ: λαμπρόϲ, ἐπαιρόμενοϲ, τολμηρόϲ. αὐθάδηϲ, ἔξω τοῦ [*](Ε) δέοτοϲ φερόμενοϲ. Αἰλιανόϲ· ἔθαψάν τε αὐτοὺϲ ϲεμνῶϲ τε καὶ ϲοβαρῶϲ. καὶ αὖθιϲ· καὶ ἐτιμᾶτο τιμαῖϲ τῆϲ ἐϲ ἀνθρώπουϲ αἰδοῦϲ τε ϲοβαρωτέραιϲ.

[*](Σ)

758 Σοβαρόϲ: ἀπὸ τῆϲ τῶν Συβαριτῶν ἀρχῆϲ μετήχθη τὸ ὄνομα, οἱ δέ φαϲιν παρὰ τὸ ϲέβαϲ, ἄλλοι δὲ ἀπὸ τοῦ ϲοβεῖν, ὅπερ ἐϲτι μετὰ [*](745 ═ P, Ba 367, 25— 6 cf. H, Ap S. 143, 18, sch. 8 267 746 ἀνδρικῶϲ sq. Ar. Pac. 1307—10 747 sch. Ar. Th 389 748 Ar. Eccl. 846 —7 c sch. 846 750 ═ P, Ba 367, 23, Et M 721, 19 cf. sch. 1 649 751 Zon 1659 752 in Ps. 44, 9 753 ═ P, Ba 367, 24 cf. Ps. Herodian. 253, Zon. 1660, H 754 ═ P, Σa cf. sch. Ar. Pac. 812 755 — οὖρα Ar. Pac. 943—4 c. sch. 943 756 cf. H 757 — φερόμενοϲ P, Σa cf. Ba 367, 27, 28, Zon. 1660—1, sch. Ar. Pl. 872 ἔθαψάν— ϲοβαρῶϲ Aelian fr. 70. καὶ ἐτιμᾶτο sq. Aelian. fr. 67 (Dam. fr. 157) 758 — p. 395, 1 προιέναι ═ P cf. Bk. 305,13, Et. M 721, 35) [*](746 cf. v. Α2171 747 cf. v. Ε 2592 750 cf. v. ὑποϲμύχουϲα 454 cf. vv. 448 et Μ 457 756 cf. 758 757 fr. 70 cf. v. Ε 2624 758 init. cf 756 et 762) [*](A(GFVM)) [*](1 Σμῶδιγξ AM ἐκ] ἐπὶ V 3 ἀντὶ τοῦ om. G τοῦ om. V 4 ἐϲμώχετʼ V 6 τὸ om. G 749 om. F; seq. 682 —692 in V 750 post 691 11 εἶδοϲ ἰχθύοϲ] ἰχθύϲ A, Zon. 12 ἡ ἐνταφίαϲιϲ ante ὁ transpos. GM ad 752 Σμύρνα εἶδόϲ ἐϲτιν ἀρώματοϲ, ὡϲ ἡ ϲτακτή· ἀποθλιβέντοϲ γὰρ τοῦ ἀρώματοϲ, ὅϲον μὲν αὐτῇ δυτὸν ἀπομερίζεται εἰϲ τὴν ϲτακτήν, τὸ δὲ παχύτερον ϲμύρνα προϲαγορεύεται mg. add. Ar et Σμύρνα καὶ ϲτακτὴ καὶ καϲϲία. ϲμύρνα διὰ τὴν ταφήν, ϲτακτὴ διὰ τὴν εἰϲ ἅδου κάθοδον, ἐπειδὴ πᾶϲα ϲταγὼν ἐπὶ τὸ κατὼ φέρεται, καϲϲία δὲ διὰ τὴν τῆϲ ϲαρκὸϲ περὶ τὸ ξύλον οἰκονομίαν mg inf. add idem 16 ἄκρατοϲ GVM ἐν ὅϲῳ] ὤιϲω G 18 ϲοβαρόν] vitium latet 19 φηϲὶ F 22 ἔθαψαν — p. 395, 1 Αἰλιανόϲ om. G 23 καὶ αὖθιϲ— p 395, 2 νεών om. A 23 τῆϲ ἐϲ] ταῖϲ ἐξ Valck.; τῆϲ ἐϲ θεοὺϲ τε καὶ ἀνθρώπουϲ αἰδοῦϲ ϲοβ. vel αἰδοῦϲ τε καὶ. ἀξίαιϲ τε καὶ ϲοβ. coni. Bhd. 26 ϲοβαρμωτέραϲ Hercher)

395
ϲεμνότητοϲ προϊέναι. Αἰλιανόϲ· ἀναθήμαϲι ϲοβαροῖϲ ἐκόϲμηϲε τὸν [*](Ε) νεών.

759 Σοβαρόϲ· τοιοῦτον ἀναζωγραφῶ, ὡϲ εἰκόϲ, καὶ οὐκ ἄπο τρόπου τὸν παραβλῶπα καὶ φιλοκερδῆ καὶ κερδαλέον, βραδίϲτατον πρὸϲ τὰ κρείττονα· λιχνωδέϲτατον δέ, πρὸϲ πανωλεθρίαν τῶν ἐντυγχανόντων ἐκβεβακχευμένον ὅτι μάλιϲτα. ἀλλ’ ἐξώληϲ καὶ προώληϲ προπηλακιϲθεὶϲ ἐϲ κόρακαϲ ὤχετο, κατάλληλα τἀπίχειρα τῆϲ βδελυρίαϲ ὁ ἀποτρόπαιοϲ καὶ οἷον ἀποφρὰϲ ἀποιϲάμενοϲ, ὃϲ ἀνάρϲια δικάζων ἀδίκωϲ πολλοὺϲ κατεδίκαζεν, ὄπιν οὐ δεδοικώϲ, οὐκ ἀλέγων Ἀδράϲτειαν, οὐδὲ Νέμεϲιν ἐμπαζόμενοϲ. ἀλλὰ ταῦτα τεκμήρια ἐναργῆ τῆϲ Ταρταρώδουϲ καὶ Τανταλείου αὐτοῦ τιμωρίαϲ· ὃϲ κακὰ πόλλ’ ἔρδεϲκεν, ὃϲ κακὰ πόλλ’ ἀποτίϲεται.

760 Σοβαρῶϲ: ἐκθύμωϲ, ϲπουδαίωϲ.

[*](Ar.)

761 Σοβεῖ: διώκει, κομπάζει. ἐν Ἐπιγράμμαϲι· καὶ πολὺ κιχάζουϲα [*](Σ) ϲοβεῖϲ ἐϲ βόϲτρυχον αἴγλην.

[*](Anth.)

762 Σοβεῖν: μετὰ ϲεμνότητοϲ προιέναι.

[*](Σ)

763 Σόβη: ὄνομα θηλυκόν. ἡ ἐξ ἱππείων τριχῶν περικεφαλαία.

[*](Δ)

764 Σόδομα καὶ Γόμορρα: ὀνόματα πόλεων αἰϲχρῶν καὶ βεβήλων. [*](Δ +x) καὶ Σοδομηνόϲ, ὁ πολίτηϲ. καὶ Σοδομίτηϲ ὁμοίωϲ.

765 Σόεμοϲ: ὄνομα κύριον.

[*](Δ)

766 Σοκέλιοϲ: ὄνομα ἀνδρὸϲ Ῥωμαίου.

[*](Δ)

767 Σολέα: ὄνομα κύριον. τὸν Σολέα αἰτιατική.

[*](Δ)

768 Σολέμνιον: ἡ παρὰ βαϲιλέωϲ ἀναφαίρετοϲ δωρεὰ διδομένη ταῖϲ ἐκκληϲίαιϲ.