Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

447 Σίμων, Σίμωνοϲ: ὄνομα κύριον. καὶ παροιμία· Σίμωνοϲ [*](Harp. +Δ) ἁρπακτικώτεροϲ. Ἀριϲτοφάνηϲ· ὅταν ἴδωϲι Σίμωνα, λύκοι ἐξαίφνηϲ [*](Ar.) γίνονται. ϲοφιϲτὴϲ δὲ ἦν, ὃϲ τῶν δημοϲίων ἐνοϲφίζετο. Σίμων καὶ θέωροϲ καὶ Κλεώνυμοϲ, οὗτοι ἐπίορκοι. Ἀριϲτοφάνηϲ· εἴπερ βάλλει τοὺϲ ἐπιόρκουϲ ὁ κεραυνόϲ, πῶϲ δῆτ’ οὐχὶ Σίμων’ ἐνέπρηϲεν οὐδὲ Κλεώνυμον οὐδὲ Θέωρον; καί τοι ϲφόδρα γʼ εἰϲὶν ἐπίορκοι.

448 Σιμπλίκιοϲ: ὄνομα κύριον.

[*](Δ)

449 Σιμύλοϲ: ὄνομα κύριον. Δημοϲθένηϲ ἐν τῷ ὑπὲρ Κτηϲιφῶν [*](Δ.) τόϲ φηϲιν· ἀλλὰ μιϲθώϲαϲ ἑαυτὸν τοῖϲ βαρυϲτόνοιϲ ὑποκριταῖϲ Σιμύλῳ [*](Harp.) καὶ Σωκράτει.

450 Σινά: ὄροϲ. ἔνθα καὶ τὸ παράδοξον τῆϲ βάτου θαῦμα κατεῖδεν [*](Δ + x) ὁ Μωϋϲῆϲ. καὶ Σίναιον λέγεται τὸ αὐτὸ ὄροϲ.

451 Σινάμωρον: πορνικόν. καὶ Σινάμωροϲ, ὁ κακόϲχολοϲ. [*](Ar. Hdt.) Ἡρόδοτοϲ. καὶ Σινα μωρουμένη, ϲυνεχῶϲ ἀνδρὶ ϲυνουϲιάζουϲα [*](Ar.) πρὸϲ μίξιν. ἀντὶ τοῦ γαμουμένη. οὕτωϲ Ἀριϲτοφάνηϲ.

452 Σινάτωρ, ϲινάτωροϲ: εἶδοϲ ἀξιώματοϲ.

453 Σινδαρωνεύεϲθαι: ἀπὸ τοῦ τοὺϲ ἄνδραϲ ϲίνεϲθαι, ὅ ἐϲτι [*](Prov. + Σ) βλάπτειν.

454 Σινδών, ϲινδόνοϲ.

[*](Δ)

455 Σίναιθοϲ: ὄνομα κύριον.

[*](Δ)

456 Σίνεϲθαι: βλάπτεϲθαι ἢ βλάπτειν. καὶ Σινοῦται, βλάπτεται.

[*](Σ Δ)

457 Σίνηπι· καὶ ϲινάπεωϲ ἡ  γενική.

[*](Δ)

458 Σινιάϲαι: ϲεῖϲαι, κοϲκινίϲαι, θορυβῆϲαι, ταράξαι, πειράϲαι. ὁ [*](Σ) [*](446 cf. Steph Byz. v. Ἀμοργόϲ 447 Σίμωνοϲ pr. ═ Ambr. 333, ὄνομα κύριον Harp. P Σίμωνοϲ alt. — ἐνοϲφίζετο Ar. Nu. 351—2 c. sch. plenior. Σίμων sq. Ar. Nu. 399—400 c. sch. plenior. 448 ═ Ambr. 311 449 Δημοϲθένηϲ sq. Harp. ═ P; Dem. 18, 262 450 — ὅροϲ + Σίναιον sq. cf. Ambr. 417, Choer. Epim. Ps. 153, 27, Et. M. 713, 32, Zon 1648 451 — πορνικόν + Σιναμωρουμένη sq. sch. Ar. Nu. 1070 Σινάμωροϲ, ὁ κακόϲχολοϲ gl. Hdt. 5, 92 ═ H 452 ϲινάτωροϲ ═ Ambr. 339 453 — ϲίνεϲθαι cf. Paroem. ed. Gsf. 106 n. 861. βλάπτει cf. ad 456 454 ϲινδόνοϲ ═ Ambr. 404 456 — βλάπτειν Ba 364,"26 cf. H; βλάπτεϲθαι═ P; βλάπτειν cf. sch. 47 45, Erotian. 80, 6 Σινοῦται sq. cf. Ambr. 430 ═ Ps. Herodian. 246, Zon. 1648 457 cf. Ambr. 409 458 — πειράϲαι ═ P, Ba 364, 24 cf. H, Et M. 713, 50, Zon. 1648) [*](446 cf. 431 447 cf. v. 1379 451 hinc Zon. 1641 456 cf. 462) [*](1 ἐλεγείαν—2 β΄ vid. ad p. 360,12 2 καὶ αὑτὸϲ om. Eudoc. καὶ om. Bhd.; A( GFVM) ἐγροοϲ Ἀρχιλόχου add. Volkmann cf. Bohde, Kl. Schr. 1, 149sq. 3 ἔτοϲ A Σίμωνοϲ pr. om. G 8 ἐνέπρηϲαϲ V 11 ἐν— 12 φηϲιν om. G 12 βαρυτόνοιϲ VM, v. l Harp. plen. 14 ἔνθα—15 Μωυϲῆϲ om. G 14 καὶ om. F 15 λέγεται om. F ὄροϲ om. GF 16 πορνικόν om G κακόχολοϲ AFV 18 πρὸϲ μίξιν om. G 19 ϲινάτωροϲ om. AF 20 Σιδαρωνεύεϲθαι F Σιναμωρεύϲθαι coll. Phot. v. ϲινάμωροϲ Leutsch et Schneidewin, porro coll. Et. M. 713, 29 Mein. τοῦ om. F 21 βλάπτειν] πτεϲθαι ss. M 22 ϲινδῶνοϲ AF 24 Σινοῦται βλ.] Σινοῦϲθαι, βλάπτεϲθαι G 25 Σίνιπι V ϲινήπεωϲ Ambr., ed. pr. 26 Σινιάϲθαι, ϲεῖϲθαι V κοϲκινῆϲαι F, Ba cf. Et.)

364
Χριϲτὸϲ πρὸϲ τὸν Πέτρον· ἐζήτηϲέ ϲε ὁ Σατανᾶϲ τοῦ ϲινιάϲαι ϲε ὡϲ τὸν ϲῖτον· ἐγὼ δὲ ἐδεήθην περί ϲου, ἵνα μὴ ἐκλείπῃ ἡ πίϲτιϲ ϲου. οὐ περὶ τοῦ Πέτρου μόνου δεδέηται ὁ Ἰηϲοῦϲ, ἀλλὰ περὶ πάντων τῶ τὴν πίϲτιν Πέτρου ἐχόντων, οὐδὲν ἕτερον αἰνιϲϲομένου τοῦ κοϲκίου ἢ τὸν περίγειον κόϲμον, ἡδονῶν καὶ ὀδυνῶν πεπληρωμένον, διʼ ὧν ὡϲ διʼ ὀπῶν ἐκπίπτουϲιν οἱ γεώδειϲ ἀπὸ τοῦ τροφίμου ϲίτου ἐπὶ τὸν ᾄδην, ὡϲ ἀπὸ τρυπημάτων διαχωριζομένων, τῶν μὲν διαρρεόντω ὡϲ διʼ ὀπῆϲ τῆϲ γαϲτριμαργίαϲ, ὧν ὁ θεὸϲ ἡ κοιλία· τῶν δὲ διὰ φιληδονίαϲ· περὶ ὧν ὁ προφήτηϲ φηϲί· πνεύματι πορνείαϲ ἐπλανήθηϲαν. τῶν δὲ διὰ φιλαργυρίαϲ, τῶν δὲ διʼ ὀργῆϲ, τῶν δὲ δι᾿  ἄλλων παθῶν.

[*](Δ)

459 Σινίζω.

[*](Δ+ Anth.)

460 Σίνιϲ: ὄνομα λῃϲτοῦ βλαπτικοῦ. ἦ γάρ ϲ᾿  ὑπνώοντα ϲίνιϲ λαθρηδὸν ἐπελθὼν ἔκτεινεν, λαιμῷ ῥίμφα καθεὶϲ ὄνυχα.

[*](Δ)

461 Σίνιϲ: ἡ πόλιϲ.

[*](Σ Δ)

462 Σίνοϲ: βλάβη. καὶ Σινοῦται, βλάπτεται.

[*](Δ)

463 Σίνωνοϲ. καὶ Σιννωνίϲ, ὀνόματα κυρία. ἄρτι δὲ ἀπηρκότοϲ τοῦ Suid. Σοραίχου, ἡ Σιννωνὶϲ ἐφίϲταται.

[*](Δ)

464 Σινωπεύϲ.

[*](Δ)

465 Σινώπη: πόλιϲ. καὶ ἑταίρα, ἥτιϲ καὶ Ἄβυδοϲ ἐλέγετο διὰ [*](Harp.) τὸ γραῦϲ εἶναι. καὶ παροιμία, Σινωπίϲαι. τοῦτο πεποίηται παρὰ [*](Σ) τὴν ἑταίραν Σινώπην· ἐκωμῳδεῖτο γὰρ ἐπὶ τῷ καταϲχημονῆϲαι, καθάπερ [*](Δ) Ἄλεξιϲ ἔφη. καὶ Σινωπίτηϲ.

[*](Σ Δ)

466 Σίντηϲ: βλαπτικόϲ. καὶ Σίντωρ, ὁ βλαπτικόϲ. ἐν Ἔπιγράμμαϲι· [*](Anth.) ἐχῖνον, ῥαγολόγον, γλυκερῶν ϲίντορα θειλοπέδων. καὶ αὖθιϲ· ἀλλὰ λύκοιϲ ϲίντῃϲιν ἀν’ οὔρεα μή τιϲ ἐμεῖο αἰπόλοϲ ἀγγείλῃ γήραοϲ ἀδρανίην.