Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

1237 Στοιχεῖα: αἱ εἰκόνεϲ καὶ διαπλάϲειϲ τῶν ὀνείρων, αἱ δι᾿ ὀλίγου ἢ πολλοῦ χρόνου τὴν ἔκβαϲιν ἔχουϲαι.

[*](Phil.)

1238 Στοιχεῖον· ϲτοιχεῖόν ἐϲτιν, ἐξ οὗ πρώτου γίνεται τὰ γινόμενα, καὶ εἰϲ ὃ ἔϲχατον ἀναλύεται. τὰ δὴ δ΄ ϲτοιχεῖα εἶναι ὁμοῦ τὴν ἄποιον οὐϲίαν, τὴν ὕλην. εἶναι δὲ τὸ μὲν πῦρ θερμόν, τὸ δὲ ὕδωρ ὑγρόν, τὸν ἀέρα ψυχρόν, τὴν γῆν ξηράν· οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ ἔτι ἐν τῷ ἀέρι εἶναι τὸ αὐτὸ μέροϲ. ἀνωτάτω μὲν οὖν εἶναι τὸ πῦρ, ὃ δὴ αἰθέρα καλεῖϲθαι, ἐν ᾧ πρώτην τὴν τῶν ἀπλανῶν ϲφαῖραν γεννᾶϲθαι· εἶτα τὴν τῶν πλανωμένων· μεθ᾿ ἣν τὸν ἀέρα· εἶτα τὸ ὕδωρ. ὑποϲτάθμην δὲ πάντων τὴν γῆν, μέϲην ἁπάντων οὖϲαν.

[*](Σ)

1239 Στοιχειοῦϲι· δοτικῇ. διατυποῦϲι.

1240 Στοιχειώδη: τὰ εἰϲαγωγικά, τὰ πρῶτα, καὶ τὰ τῆϲ ἀρχῆϲ.

[*](Σ)

1241 Στοιχείωϲιϲ: ἀκριβεϲτάτη ἐπιτομή· ἡ πρώτη μάθηϲιϲ, ἤτοι διάταξιϲ.

[*](Δ)

1242 Στοιχηδόν. κατά τάξιν.

[*](Δ)

1243 Στοίχημα. βούλημα, κοινὴ κρίϲιϲ.

[*](Δ)

1244 Στοιχίζω: τὸ περικυκλῶ τὴν πόλιν· Στοιχῶ δὲ δοτικῇ τὸ ϲυμφωνῶ.

[*](Σ)

1245 Στοιχομυθεῖν: ἐφεξῆϲ λέγειν.

[*](Δ)

1246 Στοῖχοϲ: ἡ τάξιϲ.

1247 Στοιχῶμεν: πειθώμεθα, ἀρεϲκώμεθα. μὴ ϲτοιχῶμεν ἑαυτοῖϲ. φαϲὶ οἱ πατέρεϲ.

[*](Suid.)

1248 Στύγαξ, Εὐκράτηϲ, ϲτρατηγὸϲ Ἀθηναίων, δωροδόκοϲ καὶ προδότηϲ· ὃϲ ἀπώλετο ὑπὸ τῶν λ΄. οἱ δὲ ὡϲ πιὼν κώνειον.

[*](1234 ═ Ambr. 623, Zon. 1681; gl. sacra 1235 Ar. Ran. 1178—9 c. sch. 1236 ϲτοιχεῖα sq. Dam. fr. 31 cf. Phot. Bibl. 337 a, 19 sq. 1237 Artem 1, 2 p. 4—5 1238 Laert. 7, 136—7 1239 δοτικῇ cf. Synt. Laur. et Gud. διατυποῦϲι P, Ba 371, 4 cf. H v. ϲτοιχείωϲιϲ 1241 ═ P. Ba 371, 5 cf. H 1242 ═ Zon. 1682 cf. H; l. cf. Ambr. 863 1244 — περικυκλῶ ═ Ambr. 849 cf. Zon. 1680. Στοιχῶ, δοτικῇ ═ Synt. Laur. ϲυμφωνῶ ═ Ambr. 832 1245 ═ P cf. H 1247 cf. Coteler. Monum. eccl. 1, 758)[*](1236 cf. vv. Ε 3071 et Φ 404 1248 ex v. Α 3069 cf. 1257)[*](A(GFVM))[*](2 ϲωρόν om. G Ἀριϲτοφάνηϲ GM: Σοφοκλῆϲ AFV 4 ἢ om. GM 6 καὶ om. GVM 1237 non nov. gl. GM 8 ὀλίγου] ὅλου FV 10 ϲτοιχεῖόν ἐϲτιν om. GV γίνονται GM 11 ὃ GFM: τὸ AV 15 πρώτων V τὴν om. GFVM 1242—6 om. G 22 κατὰ τάξιν om. AF 23 βούλημα— κρίϲιϲ om. AF 24 παρακυκλῶ F Στοιχῶ—25 ϲυμφωνῶ om. F, τὸ ϲυμφωνῶ om. VM; δοτικῇ ex M: om. rell. 1247 post 1251 FV 28 πειθόμεθα, ἀρεϲκόμεθα AFV 1248 om. AF mg. Ar post 1254 V 30 Εὐκράτουϲ GMec cp. Ar)
447

1249 Στυγερῆϲ· καὶ Στυγερόϲ, ὁ μιϲητόϲ.

[*](Δ + Σ)

1250 Στυγερῷ: μιϲητῷ, ἢ φοβουμένῳ.

[*](Σ)

1251 Στυγερωπόϲ: ὁ μιϲητόϲ.

[*](Δ)

1252 Στυγεῖ: μιϲεῖ, ἢ φοβεῖται. ἀπὸ τῆϲ Στυγόϲ, ἥτιϲ ἐϲτὶ πηγὴ [*](Σ) ἐν ᾃδου.

[*](Ecl.)

1253 Στυγητόϲ: μιϲητόϲ.

[*](Δ)

1254 Στυγὸϲ μελανοκάρδιοϲ πέτρα: διὰ τὸ τῆϲ λέξεωϲ ϲφοδρὸν [*](Ar.) εἶπε μελανοκάρδιον· οὐ γὰρ ἔχει καρδίαν ἡ πέτρα. Ἀριϲτοφάνηϲ Βατράχοιϲ. Στὺξ γὰρ κρήνη ἐν ᾃδου, ὅρκοϲ θεῶν. ἀπὸ τῆϲ [*](Σ) ϲτυγνότητοϲ.

[*](Ecl.)

1255 Στυλίτηϲ: ὁ ἐπὶ κίονοϲ ἱϲτάμενοϲ.

[*](Δ)

1256 Στύλοϲ· λύϲιϲ ὀνείρου· ϲτύλον κρατῶν ἔλπιζε τὴν θείαν χάριν.

[*](On.)