Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

1076 Στειλάμενοι: ϲτείλαντεϲ. καὶ Στείλαϲθαι, ἀντὶ τοῦ [*](Σ) κρύψαι. ὀλίγοι δέ τινεϲ δεδιότεϲ, μήποτ’ οὐ δυνάμενοι ϲτείλαϲθαι [*](Ε) καταφανεῖϲ γένωνται, ἀνέφερον τὸ χρυϲίον. καὶ αὖθιϲ· ὁ δὲ Περϲεὺϲ ἐβουλεύετο μὲν ϲτέλλεϲθαι τὸ γεγονόϲ, οὐ μὴν ἐδύνατό γε κρύπτειν τὸ γεγονόϲ.

1077 Στειλάμενοϲ: εὐϲταλῶϲ ἐπελθών.

[*](Σ)

1078 Στείλαϲθαι: ὁδεῦϲαι, πλεῦϲαι.

[*](Σ)

1079 Στειλειόϲ: τὸ τῆϲ ἀξίνηϲ ξύλον. τί γὰρ ϲθένοϲ ἔϲκε ϲιδήρῳ [*](Δ) ὑμείων, εἰ μή οἱ ἐνὶ ϲτειλειὸν ἀρήρει;

1080 Στείρα: ἡ ἄτεκνοϲ, καὶ ἡ τρόπιϲ τοῦ πλοίου. Ὀμηροϲ· ἀμφὶ [*](Δ) δὲ κῦμα ϲτείρῃ πορφύρεον μεγάλ’ ἴαχε. καὶ Στειριεύϲ, ὁ ϲτεῖροϲ. καὶ Στείριον, ὄνομα ποταμοῦ. καὶ Στειριεύϲ, δῆμοϲ τῆϲ Πανδιονίδοϲ, [*](Suid.) ἧϲ ὁ δημότηϲ Στειριεύϲ· οἷον Στειριεὺϲ τῶν δήμων.

1081 Στείχειν: πορεύεϲθαι. καὶ Στείχοντεϲ, πορευόμενοι. [*](Σ) λόγοϲ δ’, ὃϲ ἐμπέπτωκεν ἀρτίωϲ ἐμοὶ ϲτείχοντι δεῦρο, ϲυμβαλοῦ γνώμην· [*](Soph.) ἐπεὶ ϲμικρὸϲ μὲν εἰπεῖν, ἄξιοϲ δὲ θαυμάϲαι.

[*](1069 Ar. Av. 463 —4 c. sch. plenior. 1070 cf Ambr. 787 1071 αἰτιατικῇ Synt Laur. et Gud. ἀντὶ sq. Harp. ═ P; Dem. 19, 193, Lycurg. fr. 29 1072 sch. Ar. Nu. 1006 1075═ P, Ba 370,1 cf. H. sch Λ 534, Ps Herodian. 128 Ap. S. 144, 28, Et M. 727, 35 1076 ϲτείλαντεϲ ═ P, Ba 370, 2 cf. H ὁλίγοι— χρυϲίον Polyb. fr. 220 ὁ δὲ sq. Polyb. fr. 221 1077 ═ P, Ba 270, 3 1078 P, Ba 270, 4 cf. H 1079 ξύλον cf. Ambr. 717; Ap S. 144, 34 unde H τί sq Babr. p 218 1080 — πλοίου cf. Ap S. 144, 20, unde H, Et. M. 727, 8 (ex Orione 141, 3), sch. A 482, Ambr. 782 Α 481 —2. Στειριεύϲ, ὁ ϲτεῖροϲ ═ Ambr 712. Στειρίον — ποταμοῦ cf. Ambr. 818 ═ Ps Herodian. 129 1081— πορευόμενοι ═ P, Ba 370, 5, 6; — πορεὑεϲθαι ═ Ap. S. 144, 33 (unde H), sch B 833 cf. Ps Herodian 129 et 248 λόγοϲ sq. Soph. OC 1150— 52)[*](1069 cf. v. Κ 863 1074 Αἴθρια sq ex v Al 149 1079 cf. 1029 1080 vs. 25 Στειριεύϲ sq ex 1118 et ex v. Δ 234)[*](6 γὰρ om. GM 7 μνᾶϲ F, Phot. ἐϲτεφανώϲατο F 8 γὰρ ex A, sch. AF(GVM) 1074 om AFV mg Ar 17 ἐβουλεύετο] ἢ ἐβούλετο ss M 1076 —7 inverso ord 17 τὸ γεγονὸϲ om. GM 21 ἔϲχε V 24 ἰάχει FVM 5 ἴϲχε G 25 ποταμοῦ Acp M; τόπου καὶ ποταμοῦ F cf. Ambr., Ps H. πόλεωϲ V καὶ— 26 δήμων om AF, τῆϲ — δήμων om. V, sed cf. ad 1118, Πανδιονίδοϲ — δήμων mg. M 28 ϲτείχοντα FV cp. A 28. 29 γνώμη GM)
432
[*](Δ)

1082 Στῆθοϲ καὶ Στηθίδιον· καὶ Στηθύνιον, τὸ μικρὸν ϲτῆθοϲ. καὶ Στηθίδην.

[*](Σ Soph.)

1083 Στήλαϲ: θεμελίουϲ. Στήλη καὶ ὁ λίθοϲ, ὁ καμπτήρ. Σοφοκλῆϲ· κεῖνοϲ δ’ ὑπ’ αὐτὴν ἐϲχάτην ϲτήλην ἔχων. Σ τήλη δὲ οὐ τάφοιϲ ἐπιτίθεται μόνοιϲ, ἀλλὰ καὶ νικῶϲιν ἀνίϲταται, καὶ ἐπιγράμματα ἐπιδέχεται.

[*](Suid.)

1084 Σ τήλη τοῦ φόρου· ζήτει ἐν τῷ φόροϲ. ὅτι ἐν τῇ ἁψῖδι τῆϲ καμάραϲ τοῦ φόρου ἵϲτανται δύο ϲτῆλαι, Ἐλένηϲ καὶ Κωνϲταντίνου, καὶ ϲταυρὸϲ ἐν μέϲῳ αὐτῶν, γράφων εἰϲ ἄγιοϲ· καὶ δύο ταχυδρόμων ὁμοίωϲ ϲτῆλαι. ἀνετέθηϲαν δὲ ὑπὸ τοῦ τὸν φόρον ἐπέχοντοϲ. Στήλη ϲταυροῦ· ὀπίϲω ἐν τῷ ϲταυρόϲ. ζήτει ϲτήλην τῆϲ μητρὸϲ τοῦ μεγάλου Κωνϲταντίνου ἐν τῷ Αὐγουϲτεῖον. ζήτει περὶ ϲτηλῶν Ἡρακλείων ἐν τῷ Γάδειρα. ὅτι ἐν τῷ Περιπάτῳ ἔφιπποι ϲτῆλαι ἵϲταντο Γρατιανοῦ καὶ Οὐαλεντινιανοῦ καὶ Θεοδοϲίου καὶ κυρτοῦ Φιρμιλιανοῦ πρὸϲ γέλωτα. ζήτει ϲτήλην Ἡρακλέουϲ ἐν τῷ Βαϲιλική, καὶ ἑτέραϲ ϲτήλαϲ διαφόρουϲ. ζήτει ϲτήλην ἐν τῷ Βηρίνη. ζήτει ϲτήλην Πολυχερίαϲ ἐν τῷ Πολυχερία. ζήτει ϲτήλην ἐν τῇ Χελώνη ἐν τῷ Προκόπιοϲ. ὅτι Ἀρκαδίαϲ τῆϲ δευτέραϲ γυναικὸϲ Ζήνωνοϲ ϲτήλη ἐϲτὶν ἐν Ἀρκαδιαναῖϲ, ἐν τοῖϲ πληϲίον μέρεϲι τῶν βάθρων, τῶν λεγομένων ὀπῶν, ἐν τῷ τοῦ Ἀρχιϲτρατήγου· ἔνθα ζήνων ἔκρινε τοὺϲ μετὰ Βαϲιλίϲκου καὶ Σέκρετον τὸν τόπον ἐποίηϲεν. ἡ δὲ πρώτη τοῦ Ζήνωνοϲ γυνὴ ἡ Ἀριάδη ἦν, ἦϲ ἡ ϲτήλη μετὰ τοῦ ἀνδρὸϲ αὐτῆϲ ἵϲταται ἐν τῆ Βαϲιλικῇ. ὅτι ἐν τῷ Τριβουναλίῳ τοῦ Παλατίου ϲτήλη ἦν Εὐδοκίαϲ, τῆϲ γυναικὸϲ Θεοδοϲίου, καὶ αὐτοῦ δὲ Θεοδοϲίου Μαρκιανοῦ τε καὶ Κωνϲταντίνου. ἔνθα ὀρχήϲειϲ τῶν δύο μερῶν ἐγίνοντο ἕωϲ Ἡρακλείου. ζήτει ϲτήλην τὴν Ἰουϲτινιανοῦ παρὰ τοῦ Αὐγουϲτείου ἐν τῷ Ἰουϲτινιανόϲ.

[*](Δ)

1085 Στήλη. καὶ Στηλιτευτικὸϲ λόγοϲ ἐϲτὶν ὁ παρά τινι [*](Greg.) τῶν πεπλαϲμένων προερχόμενοϲ διὰ μόνων τῶν πράξεων, εἰ τύχοι δὲ καὶ ϲυγκρίϲεωϲ. τούτου δὲ διαφέρει ὁ ψόγοϲ, ὅτι διὰ τῶν ἐγκωμιαϲτικῶν κεφαλαίων προϲάγεται, οἷον γένουϲ, ἀναϲτροφῆϲ, πράξεωϲ, ϲυγκρίϲεωϲ. ϲτηλιτευτικὸϲ δὲ κέκληται ἐκ μεταφορᾶϲ τῆϲ ϲτήληϲ, ἥ ἐϲτι [*](1082 Στηθύνιον— ϲτῆθοϲ cf. Ambr 819, Poll. 2, 162 1083 — Θεμελίουϲ ═ P, Ba 370, 24 cf. ach. Μ 259, H Στήλη pr — ἔχων Soph. El 720 c. sch 1085 Στηλιτευτικὸϲ pr. sq. sch. Greg. cf. PG 36, 1205 d et 985 a b) [*](1083 Soph. cf. 1664 1084 vs. 7 ὅτι— ἐπέχοντοϲ ex v. Ε 789; vs. 12 ὅτιγέλωτα ex v. Γ 427; vs. 16 ὅτι —20 Βαϲιλικῇ ex v. Α 3947; vs. 20 ὅτι—Ἡραϲείου ex v. T 950) [*](A(GVM)) [*](1 καὶ Στηθύνιον om. G 3 Στήλη nov. gl. V cf. ad 1084 5 ἐπιτέθηται F 5. 6 γράμματα δέχεται A 1084 om. AF mg. licenter praemisso περὶ ϲτηλῶν Ar post vs. 3 θεμελίουϲ V 7 Στήλη— φόροϲ om. Ar V ὅτι om. Ar G 8 ἴϲταντο Ar V, v. l. v. E 789 10 ἐπέχοντεϲ V ϲτήλη — ϲταυρόϲ om. Ar ϲταυρόϲ] ϲταυρῷ V ζήτει propter cp. om. GV 11 ϲτήλη V ἐν] ἐϲτὶν ἐν V Αὐγουϲτείῳ V ζήτει M; ἐϲτι V om. Ar G 12 Ἡρακλείου Ar τῷ pr.] τῇ V 13 Γρατιανοῦ] Τραιανοῦ A· 14 cett. ζήτει ArM: ἐϲτι V om. G ϲτήλη quater V ϲτήλην] quater nov. gl. G τῷ cett.] τῇ V ἑτέραι διάφοροι om. ϲτήλαϲ V 16 ἐν τῇ Χελώνη om. A τῷ pr. G; τῇ VM 17 ἐν alt — 18 Τόπων om. Ar 18 τῷ] τῇ V ἔνθα 19 ἐποίηϲεν om Ar 22 δὲ om. Ar, v. 950 τε om. A 23 τὴν M: τοῦ ArG 25 περί Kust. 26 πεπραγμένων e sch. Kust. πεπηλακιϲμένων Bhd. 27 καὶ, καὶ διὰ Bhd., frustra 28 προάγεται G προέρχεται sch. ἀνατροφῆϲ GVM, sch. Greg. p. 985 πράξεων sch., Bhd. 29 κέκληται AFVM; λέγεται GMYP εἴρηται sch.)

433
λίθοϲ ἢ χαλκὸϲ ἐπιμήκηϲ, τετραγώνῳ ϲχήματι ἱδρυμένοϲ· ἐν ἧ γέγραπται ἡ τοῦ ϲτηλιτευομένου ὕβριϲ. πολλάκιϲ δὲ καὶ εὐεργετῶν εὐεργεϲίαι ἀναγράφονται.

1086 Στηλίϲ, ϲτηλίδοϲ: ἡ μικρὰ ϲτήλη.

1087 Στηλιτευθῆναι: φανερῶϲ δημοϲιευθῆναι. ἐκ τῶν ϲτηλῶν τῶν [*](Greg.) δημοϲίᾳ προτιθεμένων μεταφορικῶϲ.

1088 Στηλιτεύω· αἰτιατικῇ. Στηλοῦμαι· δοτικῇ.

[*](Synt.)

1089 Στήνια καὶ Σκίρα: ἑορταὶ γυναικῶν.

[*](Ar.)

1090 Στήωϲι: ϲτῶϲι.

[*](Δ)

1091 Στήριγμα ἄρτου: οὐ μόνον ϲῖτοϲ καὶ κριθή, ἀλλὰ πᾶν τὸ [*](Thdr.) τρέφει δυνάμενον.

1092 Στηριγμόϲ: ὁ ἑδραϲμόϲ.

1093 Στηϲάμενοϲ: ποιήϲαϲ. περί τε Καλλίνικον καὶ Βάρραϲ τὸν [*](Ε) ἀγῶνα ϲτηϲάμενοϲ.

[*](Suid.)

1094 Στηϲιχόρειοϲ: ἡ τοῦ Στηϲιχόρου πύλη.

1095 Στηϲίχοροϲ, Εὐφόρβου ἢ Εὐφήμου, ὡϲ δὲ ἄλλοι Εὐκλείδου ἢ [*](Hesy.) Ὑέτουϲ ἢ Ἡϲιόδου· ἐκ πόλεωϲ Ἱμέραϲ τῆϲ Σικελίαϲ· καλεῖται γοῦν Ἱμεραῖοϲ· οἱ δὲ ἀπὸ Ματαυρίαϲ τῆϲ ἐν Ἰταλίᾳ· οἱ δὲ ἀπὸ Παλαντίου τῆϲ Ἀρκαδίαϲ φυγόντα αὐτὸν ἐλθεῖν φαϲιν εἰϲ Κατάνην κἀκεῖ τελευτῆϲαι καὶ ταφῆναι πρὸ τῆϲ πύληϲ, ἥτιϲ ἐξ αὐτοῦ Στηϲιχόρειοϲ προϲηγόρευται. τοῖϲ δὲ χρόνοιϲ ἦν νεώτεροϲ Ἀλκμᾶνοϲ τοῦ λυρικοῦ, ἐπὶ τῆϲ λζ΄ Ὀλυμπιάδοϲ γεγονώϲ. ἐτελεύτηϲε δὲ ἐπὶ τῆϲ νϚ΄. εἶχε δὲ ἀδελφὸν γεωμετρίαϲ ἔμπειρον Μαμερτῖνον, καὶ ἕτερον Ἡλιάνακτα νομοθέτην. γέγονε δὲ λυρικόϲ. καί ἐϲτιν αὐτοῦ τὰ ποιήματα Δωρίδι διαλέκτῳ ἐν βιβλίοιϲ κϚ΄. φαϲὶ δὲ αὐτὸν γράψαντα ψόγον Ἑλένηϲ τυφλωθῆναι, πάλιν δὲ γράψαντα Ἑλένηϲ ἐγκώμιον ἐξ ὀνείρου, τὴν παλινῳδίαν, ἀναβλέψαι. ἐκλήθη δὲ Στηϲίχοροϲ, ὅτι πρῶτοϲ κιθαρῳδίᾳ χορὸν ἔϲτηϲεν· ἐπεί τοι πρότερον Τιϲίαϲ ἐκαλεῖτο.