Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

202 Ῥοδοειδήϲ: ὁ χαροποιόϲ.

[*](Δ)

203 Ῥόδον ἀνεμώνῃ ϲυγκρίνειϲ: ἐπὶ τῶν ἀνόμοια ϲυμβαλλόντων. [*](Prov.) καὶ ἑτέρα παροιμία· Ῥόδα μ᾿ εἴρηκαϲ, ἀντὶ τοῦ ἐμοὶ τὰ [*](Ar.) παρὰ ϲοῦ εἰρημένα ῥόδα ἐϲτίν. Ἀριϲτοφάνηϲ. καὶ ἑτέρα παροιμία· [*](Prov.) Ῥόδον παρελθὼν μηκέτι ζήτει πάλιν, ἐπὶ τῶν κυδαινόντων τινάϲ.

204 Ῥοδόπη: ὄνομα κύριον. καὶ ὅροϲ Θράκηϲ, ὅθεν ἔχει τὰ δεύματα Ἕβροϲ ὁ [*](Suid.) ποταμὸϲ Θρᾴκηϲ.

205 Ῥόδοϲ: ἡ νῆϲοϲ· ἥτιϲ καὶ Λίνδοϲ καλεῖται. καὶ Κολοϲϲαεῖϲ οἱ οἰκήτορεϲ, διὰ τὸν Κολοϲϲόν.

206 Ῥοδοχάρηϲ: ὄνομα κύριον. καὶ κλίνεται Ῥοδοχάρουϲ.

[*](Δ)

207 Ῥοδωνία: ἡ τῶν ῥόδων φυτεία, ὥϲπερ ἰωνία ἡ τῶν ἴων,

[*](Harp.)

208 Ῥοδωνιά: ἔϲτι μὲν ὁ τῶν ῥόδων λειμών· ἄλλοι δὲ καὶ τὴν [*](Σ) ῥοδοδάφνην οὕτω φαϲὶ καλεῖϲθαι. ἕτεροι δὲ εἶδοϲ ἀμπέλου φερούϲηϲ ϲταφυλὴν παραπληϲίαν τῷ ῥόδῳ κατὰ τὸ χρῶμα.

209 Ῥόδωνοϲ: ὄνομα κύριον.

[*](Δ)

210 Ῥοδῶπιϲ: ὄνομα κύριον. καὶ Ῥοδώπειοϲ τάφοϲ. Ῥοδὼπη [*](Δ) δὲ ὄνομα κύριον. καὶ Θρᾳκικὸν ὄροϲ. καὶ παροιμία· ἅπανθ᾿ ὅμοια, καὶ Suid. Ῥοδῶπιϲ ἡ καλή. ϲημαίνει, ὅτι ταῖϲ τύχαιϲ ὁμοίωϲ ὑποπεπτώκαϲιν οἱ θνητοί.

211 Ῥοδώπιδοϲ ἀνάθημα: ὀβελίϲκοι ἐν Δελφοῖϲ πολλοί. Ἀπελλᾶϲ [*](Σ) δὲ ὁ Ποντικὸϲ οἴεται καὶ ἐν Αἰγύπτῳ πυραμίδα, Ἡροδότου ἐλέγχοντοϲ τὴν δόξαν. ἦν δὲ Θρᾷϲϲα τὸ γένοϲ, ἐδούλευϲε δὲ ϲὺν Αἰϲώπῳ Ἄδμονι Μιτυληναίῳ, ἐλυτρώϲατο δὲ αὐτὴν Χάραξοϲ, ὁ Σαπφοῦϲ ἀδελφόϲ. ἡ δὲ Σαπφὼ Δωρίχαν αὐτὴν καλεῖ.

[*](200 Harp. ═ P 201 ═ P, Ba 359,11 cf. sch. Α 477, Zon. 1619, H 203 — ϲυμβαλλόντων ═ Paroem. ed. Gsf. 101 n. 829 vs. 9 Ῥόδα—ἐϲτιν Ar. Nu. 910 c. sch. vs. 11 Ῥόδον sq. ═ Paroem. ed. Gsf. 101 n. 830 205 cf. Eust. D. 504; — νῆϲοϲ cf. ad 196 206 ═ L cf. Ambr. 164 207 Harp. ═ P cf. H, Zon. 1619, Ps. Herodian. 119 208 ═ P; — λειμών cf. Ba 359,12; ἄλλοι sq. cf. Bk. 299, 33, unda Et. M. 705, 3 209 l. ═ Ambr. 175 210 — κύριον cf. Ambr. 185 211 ═ P)[*](204 ex v. Ε 41 cf. 210 205 cf. 196 207—8 cf. v. Ι 493 210 Ῥοδόπη— δροϲ ex v. Ε 41 cf. 204; ἅπανθ᾿ sq. ex v. Α 2897 211 cf. vv. ΑΙ 334 et Χάραξοϲ)[*](1 δὲ A, Phot.; δὲ τοῦ χρηϲμοῦ GVM 202 non nov. gl. F, Bhd. 7 χαροτόϲ A(GFVM) Kust. 10 Ἀριϲτοφάνηϲ—παροιμία om. F; Ἀρ. καὶ om. G 204 om AF ante 210 V 13 δροϲ VM: δνομα G 14 Θρᾴκηϲ om. V 15 Κολαϲϲαεῖϲ FVM 208 ante 207 V, non nov. gl. F 209 om. A 22 ὄνομα κύριον] καὶ et 23 ὀνόματα κύρια F 23. 24 Ῥοδώπη—25 θνητοί om. AFV 23. 24 Ῥοδόπη M 28 ἐδούλευε Aac 29 Ἄδμωνι G Ἴάδμωνι ex Hdt. 2, 134 et v. Ι 4 Kust. αὐτὸν AMac, Phot. Χάραξ V 30 Δοριχάν A)
298
[*](Σ)

212 Ῥόζειν. ῥέγχειν, ὑλακτεῖν. κυρίωϲ μὲν ἐπὶ τῶν κυνῶν, μεταφορικῶϲ δὲ καὶ ἐπὶ ἀνθρώπων.

[*](Δ)

213 Ῥοή: φθορά, ῥεῦϲιϲ.

214 Ῥοῒϲκοι: κόμποι χρυϲοῦφαντοι, ὅμοιοι ῥοιαῖϲ, εἰϲ κόϲμον δὲ ὄντεϲ τῆϲ τοῦ ἱερέωϲ ϲτολῆϲ.

[*](Σ)

215 Ῥοθεῖ: ὁρμεῖ.

[*](Ar.)

216 Ῥοθιάζουϲιν: ἀθρόωϲ καὶ μετὰ κτύπου φωνῆϲ ὁρμῶϲι καὶ ἐϲθίουϲιν. Ἀριϲτοφάνηϲ· οἷον ῥοθιάζουϲιν, ὦ πολυτίμηθ’ Ἡράκλειϲ, ὡϲ τραγαϲαῖα τὰ χοίρια. ἀπὸ τοῦ τρώγειν. ἢ ἀπὸ πόλεωϲ. Ῥαθιάζειν [*](Σ) δὲ τὸ ἐρέϲϲειν εὐτόνωϲ. Ἀριϲτοφάνηϲ Βαβυλωνίοιϲ, κατάγου ῥοθιάζων, φηϲί. καὶ πάλιν· ναῦϲ ὅταν ἐκ πιτύλων ῥοθιάζῃ ϲώφρονι κόϲμῳ.

[*](Σ Ar.)

217 Ῥόθιον: τὸ μετὰ ψόφου κῦμα· ἢ ῥεῦμα. παρὰ τὸ ταχέωϲ [*](Σ) ῥεῖν. ϲημαίνει καὶ τὴν εἰρεϲίαν. καὶ ῥοθιάζειν, τὸ ἐρέϲϲειν εὐτόνωϲ. [*](Ε) οἱ δὲ ἐϲ τὴν θάλαϲϲαν ἐμπίπτοντεϲ τοῦ ῥοθίου ἐνεφοροῦντο. [*](Ar.) καὶ αὖθιϲ· αἴρεϲθ’ αὐτῷ πολὺ τὸ ῥόθιον. Ὑπερίδηϲ τῷ ῥοθίῳ ἐπ᾿ [*](Rhet.) εἰρεϲίαϲ κέχρηται ϲυντονωτάτηϲ. φηϲὶν οὖν· τὸ μὲν οὖν τῶν ἐλαυνόντων πλῆθοϲ, καὶ τὸν τοῦ ῥοθίου ψόφον, καὶ τὸ μέγεθοϲ τοῦ ϲκάφουϲ [*](Ε) ἐκπεπληγμένοι δεινῶϲ ἦϲαν. κτύποϲ τε ῥοθίου καὶ χρεμετιϲμὸϲ ἵππων ἀλλήλοιϲ ἀντεπατάγει· φηϲὶν Ἀρριανόϲ· καὶ αὖθιϲ ὁ αὐτόϲ· ϲτοῖχον ἕνα ὁπλιτῶν προβεβλημένων τὰϲ ἀϲπίδαϲ, πολλῷ τῷ ῥοθίῳ καὶ ἅμα ξυγκελευομένῳ παντοίῳ ἐν χρῷ τοῦ ἀεὶ ἐμπεποιημένου [*](Ε) ζεύγματοϲ παραπλέουϲαι. καὶ αὖθιϲ· τῆϲ εἰρεϲίαϲ τὸ ῥόθιον.

[*](Σ + Ε)

218 Ῥόθιον: ϲὺν ὁρμῇ τινι καὶ ῥύμη. Ἰώϲηποϲ· ῥόθιον ἐκ πλαγίου παρελαύνων ἵππον ἁρπάζει τινὰ φεύγοντα τῶν πολεμίων. καὶ [*](Ε) αὖθιϲ· ἐνϲείει αὐτοῖϲ τὴν ἵππον ἀθρόαν, οἱ δὲ διεϲοβήθηϲαν ὑπ᾿ αὐτῆϲ, [*](212 κυρίωϲ sq. ═ P 213 ῥεῦϲιϲ cf. H 214 gl. sacra 215 ═ P. Ba 359, 13 cf. H 216 — πόλεωϲ Ar. Ach. 807—8 c. sch. Ῥοθιάζειν sq. ═ P v. ῥόθιον; Ar. fr. 83—4 217 — δεῦμα ═ P, Ba 359, 14 cf. Zon. 1620, H, Et M. 705, 11, Ps. Herodian. 120, sch. Ar. Eq. 546 παρὰ—ῥεῖν sch Ar. Eq. 546 ϲημαίνει—εὐτόνωϲ ═ P οἱ — ἐνεμφοροῦντο Agath. 2, 2 p. 68, 3 αἴρεϲθ᾿ — ῥόθιον Ar. Eq. 546 Ὑπερίδηϲ (fr. 157) — ἦϲαν cull. Bk. 300, 12 fonti rhet attr. Wentzel cf. Harp. plen. κτύποϲ — ἀντεπατάγει Arr. Parth. fr. 62. ϲτοῖχον — παραπλέουϲαι Arr. Parth. fr. 57 218 ῥόθιον ἐκ—πολεμίων los. Bell. 6, 161) 212 ὑλακτεῖν fort. ex 21 216 Σ hinc Eust. O. 1540, 4 (indic. Zunta) [*](218 Agath. cf. v. Κ 1109 218 init. cf. 220; los. cf. v. Σ 1098, porro v. Τίτοϲ 1 (Byz. Zt. 23,18). ἐνϲείει sq. cf. v. Ε 1431) [*](A(GFVM)) [*](1 ῥέγχει, ὑλάκτει G, om. AF 3 φορά Toup 4 χρυϲοῦφαντεϲ V 6 ὁρμᾶ G, Hes. 8 Ἀριϲτοφάνηϲ—9 πόλεωϲ om. F 9 τοῦ] τό V 10 Ἀριϲτοφάνηϲ— 11 φηϲί om. F 11 ῥοθιάζει FV 14 καὶ alt — εὐτόνωϲ om. GV cf. vs. 10 sed etiam bis Phot. 15 θάλατταν Mac, v. Κ 1109, Agath. cp. A ἐνεφυροῦντο AF 16 καὶ — 19 ἦϲαν] ὅτι δεινῶϲ μὲν V, quod vix recte pro?? Roos 17 φηϲὶν οὖν] φηϲὶ γοῦν Bhd. 20 ἀντεπαττάγει V ἀντεπετάγει F ἀντεπάγει G καὶ—23 ῥόθιον om. V 21 ϲτῖχον G 22 καὶ — 23 ῥόθ??ν om. F 22 ξυμπορευομένῳ G ξυγκελευϲμῷ Roos 23 παραπλέουϲι GM)

299
οὐκ ἐνεγκόντεϲ τὸ ῥόθιον. τουτέϲτι τὸ ὁρμητικὸν καὶ ὀξύρροπον μετὰ ἤχου. Ῥόθιον καλεῖται παρὰ τὸν ῥόθον τὸν ἐκ τῶν κωπῶν [*](Harp.) ἀκουόμενον, ὅταν ϲφοδρῶϲ ἐλαύνωϲιν.

219 Ῥοθοπυγίζων: λάθρα τύπτων κατὰ τῆϲ πυγῆϲ πλατείᾳ τῇ [*](Ar.) χερὶ ἢ πλατεῖ τῷ ποδί, τῇ πυγῇ ῥόθον ποιῶν.

220 Ῥόθῳ: ὁρμῇ.

[*](Σ)

221 Ῥομβεῖν: ϲφενδονᾶν. καὶ Ῥόμβοϲ, ἡ κίνηϲιϲ. πλήξαϲ [*](Σ Δ) ῥομβωτῷ δούρατοϲ οὐριάχῳ.

[*](Anth.)