Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

[*](Σ)

862 Παιδίϲκη: ἡ θεράπαινα.

[*](Hom.)

863 Παιδνόϲ: παῖϲ, νέοϲ.

[*](Σ)

864 Παιδοκομοῦντα: παῖδα τρέφοντα.

[*](Ε)

865 Παιδομαθῆ: ἐκ παιδὸϲ ἠϲκημένον. ὄντα νέον μέν, ὁρμῆϲ δὲ πλήρη καὶ παιδομαθῆ περὶ τὰ πολεμικά.

[*](Ε)

866 Παιδοπολίτηϲ· Ὀρτιάγοντοϲ ἐγεγόνει Παιδοπολίτηϲ, προβαίνων δὲ κατὰ τὴν ἡλικίαν δικαϲτὴϲ ἀπεδείχθη.

[*](Σ |)

867 Παιδοτρίβαϲ: ἀλείπταϲ, γυμναϲτάϲ. καὶ Παιδοτρίβηϲ ἡ εὐθεῖα.

[*](Σ)

868 Παιδουργία: παιδοποιΐα.

[*](Σ)

869 Παίδουϲα ἢ Παιδοῦϲϲα: ἐγκύμων.

[*](Σ)

870 Παιδολετῆρα: παιδοφόνον.

871 Παιδοφθορία· ζήτει ἐν τῷ Γάϊοϲ Λαυτώριοϲ θαυμάϲιον.

872 Παῖε τὴν ἐπ᾿ ἀρότρου· ζήτει ἐν τῷ Γλαῦκοϲ τὴν ἱϲτορίαν.

[*](Σ)

873 Παίει· αἰτιατικῇ. τύπτει. Ἀριϲτοφάνηϲ· παῖε, παῖε τὸν ἀλιτήριον [*](Ar.) καὶ πανοῦργον καὶ ταραξιππόϲτρατον καὶ τελώνην καὶ φάρυγγα καὶ Χάρυβδιν.

[*](Ar.)

874 Παίειν: οὕτω λέγουϲι τὸ πᾶν ὁτιοῦν ϲυντόνωϲ ποιεῖν. Ἀριϲτοφάνηϲ Ἀχαρνεῦϲιν· ὁ δὲ νεανίαϲ ἐϲ τάχοϲ παίει ϲτρογγύλϲιϲ τοῖϲ ῥήμαϲι.

[*](Synt.)

875 Παίζω· αἰτιατικῇ.

[*](Δ)

876 Παιήονοϲ: ἰατροῦ τῶν θεῶν.

[*](Ar.)

877 Παιόλη· ὦ παιόλη. θεόν τινα πεποίηκεν. οἷον ἐκτροπὴν ἤ τινα [*](859 sch. Ar. Vsp. 1026; παιδικὰ alt. sq. cf. Bk. 112, 4 ═ sch. Luc. 99, 28; H 860 Aelian. fr. 70 861 ═ P cf. sch. Pl. Epinom. 974a 862 cf. Phryn. Ecl. 239 863 sch. φ 21 cf. H, Ap. S. 126, 6, Et. M. 657, 55 864 cf. P ═ Ba 325,14; H 865 ὄντα sq. Polyb. 3, 71, 6 867 —γυμναϲτάϲ ═ P, Ba 325,16 cf. H, Zon. 1496, sch. Pl. Lys. 207d 868 Tim. ═ P 869 ἐγκύμων ═ P, Σa, Ba 325, 17 cf. sch. Soph. Tr. 308 870 ═ P, Ba 325, 15 cf. H 873 τύπτει cf. Synt. Gud.; — αἰτιατικῇ cf. Synt. Laur. τύπτει ═ P, Ba 325,18, Zon. 1515 cf. H παῖε sq. praeter ἀλιτήριον καὶ Ar. Eq. 247—8 874 Ar. Ach. 685—6 c. sch. 875 ═ Synt. Laur. et Gud. 876 ═ Ambr. 88 cf. 42, Theognost. An. Ox. 2, 10 27, Et. M. 657, 20; Ap. S. 126, 9, unde H 877 Ar. Nu. 1150 c. sch. plenior.) [*](866 cf. v. O 640 873 cf. 880, 893—4 874 cf. v. Σ 1209 876 cf. 881) [*](ArF( GVM)) [*](1 τὸ παιδικὰ, om. ὀξυτόνωϲ—δέ alt. V; non nov. gl. M 2 δὲ pr. om. A λαμβάννουϲι—3 ἐρώμενοϲ om. V 3 ἐρώμενα G 9 Παιδοκομῶντα AFVMac 12 προ??αίνων—13 ἀπεδείχθη om. F 14 καὶ—εὐθεῖα om. AFV Παιδοτρίβηϲ] αϲ ss. M 16 ἢ Παιδοῦϲϲα om. AFV sed cf. Ba, Σa 17 Παιδωλετῆρα AFMac, ordo poscit 21 παρεξιππόϲτρατον A ταραξίϲτρατον V 23 ὁτιοῦν] ὅτι οὐ AFV Ἀριϲτοφάνηϲ—25 ῥήμαϲι om. F 24 Ἀχαρνεῦϲιν om. A 28 ὦ παιόλη] ἤγουν ἀκρίβεια. ἐν ϲυναλιφῆ γρ. ὦ παιόλη ss. M ἐκτροφὴν AFVMac; cf. ad p. 77, 4)

77
τοιαύτην. ὡϲ ἂν εἴποι τιϲ, ὦ ἀδικία καὶ ἀποϲτέρηϲιϲ. πέπλακε τὸ ὅνομα δαίμονόϲ τινοϲ, ϲωματοποιήϲαϲ αὐτήν, παρὰ τὸ ἀπαιολεῖν, καὶ χινεῖν καὶ ἀποϲτερεῖν.

878 Παιόλημα: κίνημα, ἀποπλάνημα, καὶ ἀπάτην τινά, πανούργημα. [*](Ar.) Ἀριϲτοφάνηϲ Νεφέλαιϲ· ἐξευρετέοϲ γὰρ νοῦϲ ἀποϲτερητικόϲ, καὶ παιόλημα.

879 Παίονεϲ: ἔθνοϲ. καὶ Παιονία, χώρα.

[*](Δ)

880 Παίω: τὸ τύπτω.

[*](Δ)

881 Παιῶναϲ: ἰατρούϲ. καὶ ἀλαλαγμούϲ. καὶ παιωνίζειν, τὸ [*](Σ) ἀλαλάζειν.