Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

1923 Πολλόϲ: ἀρϲενικόν. ἀντὶ τοῦ πολύϲ. Ἀρριανόϲ· Διονύϲου [*](Δ) μὲν πέρι πολλὸϲ λόγοϲ κατέχει, Ἡρακλέουϲ δὲ πέρι οὐ πολλόϲ.

[*](Ε)

1924 Πολλοϲτημόριον: τὸ ἔϲχατον μέροϲ τῆϲ γῆϲ.

[*](Σ + Δ)

1925 Πολλοϲτόν: ἐπὶ τάξεωϲ, καὶ μορίου. Δημοϲθένηϲ, καὶ ἄλλοι.

[*](Σ)

1926 Πολλοϲτῷ: ἐϲχάτῳ. οὔτε καθ᾿ ἡλικίαν ϲου οὕτε ἐϲ τὰ ἄλλα προὔχονποϲ, ἀλλὰ τοῖϲ πᾶϲι πολλοϲτῷ ὄντι.

1927 Πολλοῦ: ἀντὶ τοῦ πάνυ. θραϲὺϲ εἶ πολλοῦ. καί, πολλοῦ [*](Ar.) γε δεῖ.

1928 Πολλῷ γε μᾶλλον, κἂν παρῶϲι χίλιοι: ἐπὶ τῶν ἐκ [*](Ar.) πανπὸϲ τρόπου νικήϲειν ἐπαγγελλομένων.

1929 Πολλοῦ γε καὶ δεῖ: οὐδὲ ὅλωϲ.

[*](Σ)

1930 Πολλοῦ δὴ δέω καὶ λέγειν: ϲιωπῶ, πόρρω λίαν εἰμὶ τοῦ [*](Σ) λέγειν, οὐ βούλομαι λέγειν.

1931 Πόλλ᾿ οἶδ᾿ ἀλώπηξ, ἀλλ᾿ ἐχῖνοϲ ἓν μέγα.

[*](Σ)

1932 Πολλοὶ θριοβόλοι, παῦροι δέ τε μάντιεϲ ἄνδρεϲ: [*](Prov.) θρίαι καλοῦνται αἱ μαντικαὶ ψῆφοι καὶ τὸ μαντεύεϲθαι θριάϲαι.

[*](1919 ═ P; Diphil. fr. 131 1920 τὸ sq. Babr. p. 217 1921 Astramps. 1522 — οὐρανόϲ ═ Ambr. 882, Ps. Herodian. 112 cf. H Πόλου — κόϲμου ═ P, Σa, Ba 345,9 cf. H ὀρνίθων sq. Ar. Av. 179—182 c. sch. 179; Eur. fr. 594, 5 Διονύϲου sq. Arr. Ind. 5, 8 1924 — μέροϲ cf. P, Ps. Herodian. 112, sch. Thuc. 5, 1925 ═ P; μορίου ═ Ba 345, 8; Dem. 24, 196 1927 θραϲὺϲ εἴ πολλοῦ Ar. Nu. 915. πολλοῦ γε δεῖ Ar. Ach. 543 1928 Ar. Nu. 1153 c. sch. plenior. 1929 P, Ba 345, 13 cf. sch. Ar. Ach. 543 1930 ═ P, Ba 345, 10 sch. Pl. Theaet. 166d cf. sch. Pl. Ap. 30 d 1931 ═ P, Archil. fr. 118 ex Zen. V68 1232 cf. Paroem. ed. Gsf. 95 n. 772)[*](1932 cf. v. Θ 490)[*](2 τὸ alt.] ὁ Toup 3 μέμφεται G 5 ὁ οὐρανόϲ G, Ambr. Ps. Herodian. A(GFVM) 11 Ἀτλάντιον AVMac, v. l.sch., Clem. Al. Strom. 5, 6, 36, 1 13 νῦν καλεῖται A 15 ἀρϲενικῶϲ GM cp. A 19 ϲου] corruptum sec. Bhd. nisi vs. 20 προὔχοντι om. F 1928 extra ord. 25 δεῖν AGVM 28 Πολλ᾿ — 29 ἄνδρεϲ om. F 30 μαντικοὶ AFV)
162
[*](Soph.)

1933 Πολλοὶ μὲν ἐχθροί, παῦροι δ᾿ ὠφελήϲιμοι.

[*](Prov.)

1934 Πολλοί ϲε μιϲήϲουϲιν, ἐὰν ϲαυτὸν φιλῇϲ: τοῦτό φαϲι τὰϲ Νύμφαϲ πρὸϲ τὸν Νάρκιϲϲον εἰπεῖν, ἀποβλέποντα εἰϲ τὰϲ πηγὰϲ διὰ τὴν οἰκείαν μορφήν.

[*](Prov.)

1935 Πολλοὶ ϲτρατηγοὶ Καρίαν ἀπώλεϲαν καὶ τὴν Ἁλικαρναϲϲοῦ πολιορκίαν: ἐπὶ τῶν μὴ ὁμογνωμονούντων.

[*](Δ)

1936 Πολύ: πλεῖϲτον.

[*](Hom.)

1937 Πολυάϊξ: πολυόρμητοϲ.

[*](Harp.)

1938 Πολυάκηϲ: ὄνομα κύριον.

[*](Σ Greg.)

1939 Πολυάνδριον: μνῆμα, τάφον. τὸ φρυλλούμενον παρὰ πολλοῖϲ [*](Ε) ξενοτάφιον. ὁ δὲ Γαινᾶϲ ἐξεχώρει τῆϲ πόλεωϲ, καταλιπὼν αὐτὴν πολυάνδριον καὶ πολυτελῆ τάφον, οὔπω τεθαμμένων τῶν ἐνῳκηκότων. [*](Ε) καὶ Αἰλιανόϲ· θάψαντεϲ δὲ τοὺϲ νεκροὺϲ εἰργάϲαντο κοινὸν πολυάνδριον.

[*](Anth.)

1940 Πολυαύλακοϲ: μεγάλου, πλατέοϲ. οὐ πεδίου πολυαύλακόϲ εἰμ᾿ ὁ γεραιόϲ.

[*](Hesy.)

1941 Πολύβιοϲ, Λύκου υἱόϲ, ἀπὸ Μεγάληϲ πόλεωϲ τῆϲ Ἀρκαδίαϲ, καθηγηϲάμενοϲ Σκηπίωνοϲ τοῦ Ἀφρικανοῦ, ὅτε καὶ Παναίτιοϲ ὁ φιλόϲοφοϲ· γεγονὼϲ κατὰ Πτολεμαῖον τὸν ἐπικληθέντα Εὐεργέτην. οὗτοϲ ἔγραψε τὴν μακρὰν ἱϲτορίαν Ῥωμαϊκὴν ἐν βιβλίοιϲ μ΄. ἄρχεται δὲ ἀπὸ τῆϲ φυγῆϲ Κλεομένουϲ τοῦ Σπαρτιάτου καὶ τῆϲ Φιλίππου τοῦ Περϲέωϲ υἱοῦ διαδοχῆϲ τῶν Μακεδόνων, τὰ ἑξῆϲ ἐπιϲυνάπτων Ῥωμαίων. [*](Suid. + x) ἴϲτέον, ὅτι διαδέχεται τὴν Πολυβίου ἱϲτορίαν Ποϲειδώνιοϲ Ὀλβιοπολίτηϲ, ϲοφιϲτήϲ. ἔγραψε δὲ καὶ Στράρων Ἀμαϲεὺϲ τὰ μετὰ Πολύβιον, ἐν βιβλίοιϲ μγ΄.

[*](Δ)

1942 Πόλυβοϲ: ὄνομα κύριον.