Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

[*](Σ)

1783 Πλόϊμα: πλευϲτικά. ἢ τὰ πλῷ πεμπόμενα. ἦροϲ δὲ ἀρχομένου, [*](E) ἐπεὶ πλόϊμα εἶναι ἐδόκει, πρῶτον μὲν ἐκπέμπουϲι Μαυρουϲίων τινάϲ.

[*](Δ Anth.)

1784 Πλοκαμίϲ. ἀντὶ δέ ϲοι πλοκαμῖδοϲ, Ἑκηβόλε, κάλλοϲ ἐπείη.

[*](Σ)

1785 Πλόκαμοι.

[*](Σ)

1786 Πλόκιον Γοργάδοϲ: τὸν δοθέντα πλόκαμον τῆϲ Γοργόνηϲ Ἀϲτερόπῃ τῇ Κηφέωϲ· καθ᾿ ὃν χρόνον Κηφεὺϲ Ἡρακλεῖ ϲυνεϲτράτευϲεν εἰϲ Λακεδαιμονίαν, ἵνα τούτου ἀποδημοῦντοϲ ἡ πόλιϲ ἀπόρθητοϲ μείνῃ.

[*](Anth.)

1787 Πλόκον: πλέγμα ἐν τριχῶν. Ἄρτεμι, ϲοὶ πλόκον οἰκείαϲ τόνδ᾿ ἀνέθηκε κόμηϲ παρθένοϲ, ἱμερτοῦ κειραμένη πλοκάμου.

[*](Δ + Soph.)

1788 Πλόκον: πλόκαμον. αὕτωϲ ὅπωϲ περ τόνδ᾿ ἐγὼ τέμνω πλόκον.

[*](Δ)

1789 Πλόοϲ: ὁ πλοῦϲ.

[*](Ar.)

1790 Πλουθυγίειαν: ἔμιξε τὰ δύο Ἀριϲτοφάνηϲ, δι᾿ ὧν μάλιϲτα οἱ ἄνθρωποι χαίρουϲι καὶ δοκοῦϲι τὸν βίον ἐπανορθοῦϲθαι, ἐν τούτου ἔμφαϲιν εὐδαμονίαϲ ἐμφαίνων. εὐδαιμονίαν, βίον, εἰρήνην, νεότητα, γέλωτα. τουτέϲτι καὶ τὰϲ ἄλλαϲ ἡδονάϲ, δι᾿ ὧν γέλωϲ ἔϲται, καὶ χορεῖαι καὶ εὐωχίαι.

[*](Ar.)

1791 Πλουθυγίειαν· Ἀριϲτοφάνηϲ. δώϲομεν ὑμῖν αὐτοῖϲ τε πακὶ παίδων τε παιϲὶ πλουθυγίειαν, εὐδαιμονίαν, βίον εἰρήνην, νεότητα, γέλωτα, χορείαν, θαλίαϲ, γάλα ὀρνίθων· ὥϲτε παρέϲται κοπιᾶν ὑμῖν ὑπὸ τῶν ἀγαθῶν. οὕτω πλουτήϲετε πάντεϲ.

1792 Πλουμβάτοιϲ: μολίβδοιϲ, κατὰ γλῶτταν.

[*](Hesy.)

1793 Πλούτρχοϲ, Χαιρωνεὺϲ τῆϲ Βοιωτίαϲ, γεγονὼϲ ἐπὶ τῶν Τραιανοῦ τοῦ Καίϲαροϲ χρόνων καὶ ἐπίπροϲθεν. μεταδοὺϲ δὲ αὐτῷ Τραιανὸϲ τῆϲ τῶν ὑπάτων ἀξίαϲ προϲέταξε μηδένα τῶν κατὰ τὴν Ἰλλυρίδα ἀρχόντων παρὲξ τῆϲ αὐτοῦ γνώμηϲ τι διαπράττεϲθαι. ἔγραψε δὲ πολλά.

[*](Hesy.)

1794 Πλούταρχοϲ, Νεϲτορίου, Ἀθηναῖοϲ, φιλόϲοφοϲ, διδάϲκαλοϲ Συριανοῦ τοῦ ἐξηγητοῦ γενομένου Πρόκλου τοῦ Λυκίου, τοῦ προϲτάντοϲ τῆϲ ἐν Ἀρήναιϲ φιλοϲόφου ϲχολῆϲ᾿ οὗ Μαρῖνοϲ διάδοχοϲ. ἔγραψε πολλά. ζήτει περὶ τούτου ἐν τῷ Δομνῖνοϲ.

[*](1782 πλόἳμοϲ sq. ═ Ambr. 823 cf. Zon. 1553 1783 — πεμπόμενα ═ P, Ba 344, 4 cf. H 1784 ἀντὶ sq. Anth. 6, 279, 3 1785 cf. P v. πλόϊμοι ═ Σα 1786 ═ P 1787 ═ πλέγμα cf. Ps. Herodian. 113 Ἄρτεμι sq. Anth. 6, 277, 1—2, 4 1788 — πλόκαμον cf. H. αὕτωϲ sq. Soph. Ai. 1179 1789 ═ Ps. Herodian. 113 cf. Et. M. 676, 57 1790 Ar. Av. 731—2 c. sch. 1791 Ar. Av. 729—736 1792 cf. Psell. Boisson. An. 3, 223 1794 cf. Marin. 12)[*](1790 — 1 cf. v. Γ 19 1794 cf. 2473)[*](A(GFVM))[*](1 θάλαϲϲα πόϊμοϲ FV 5 ϲοι] οἱ Toup τοι Anth. κάλοϲ FV 1785 om. F 12 ἀνέθηκα GVM κόμαϲ GVMac 13 περὶ Α 16 ἔμιξαν AFVM δι᾿—21 Ἀριϲτοφάνηϲ om. F 21 καὶ δώϲομεν V ὑμῖν FV, Ar.; ὑμῖν ὑμῶν AGM 25 μολίβοιϲ AFMec 27 ἐπίπροϲθεν] ἔτι πρόϲθεν ed. Pr. 32 καθηρητοῦ Bhd. 33 Μαρῖνοϲ ed. pr.: Μαριανόϲ omnes διδάϲκᾶλοϲ V)
151

1795 Πλουτεῖν ἢ πεινῆν βέλτιον, ἀπὸ τῆϲ Ἑκάτηϲ ἔϲται [*](Ar.) μαθεῖν.

1796 Πλουτοδότειρα.

[*](Δ)

1797 Πλοῦτοϲ· καὶ κτήϲαϲθαι μέν ἐϲτιν αὐτὸν εὐμαρέϲ, φυλάξαϲθαι δὲ χαλεπόν. ζήτει ἐν τῷ Ἄτταλοϲ.

1798 Πλουτῶ· αἰτιατικῇ.

[*](Synt.)

1799 Πλούτων: ὁ ᾄδηϲ. Ἀριϲτοφάνηϲ· ὁ Πλούτων δίδωϲι ϲχοινίον [*](Δ) Αἰϲχύλῳ ἐπανιόντι· δὸϲ τοῦτο Κλεοφῶντι φέρων καὶ τοῦτο τοῖϲι [*](Ar.) ποριϲτοῖϲ. ϲύμβολον θανάτου. ἴϲωϲ ϲχοινίον πρὸϲ ἀγχόνην ἤ τι τοιοῦτον.

1800 Πλόχανον: πλέγμα, ᾧ ὁ ϲῖτοϲ καθαίρεται.

[*](Σ)

1801 Πλοχμόϲ: πλόκαμοϲ.

[*](Δ)

1802 Πλωάϲ: εἶδοϲ ὄρνιθοϲ.

[*](Δ)