Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

1543 Πῆχυϲ, πήχεωϲ. τὸ ἀπὸ τοῦ ἀγκῶνοϲ μέχρι τῶν δακτύλων [*](Δ) τῆϲ χειρὸϲ ἔκταμα. ὅτι ὁ πῆχυϲ ἔχει πόδαϲ ἕνα ἥμιϲυ, ὁ δὲ ποῦϲ ἔχει δακτύλουϲ ιϚ΄.

1544 Πιανάτω: πίονα ποιήϲει. τὰ ὁλοκαυτώματά ϲου.

1545 Πιανθήϲεται.

[*](Δ)

1546 Πιανῶ: λιπαρὸν ποιήϲω.

[*](Δ)

1547 Πιάνῃ: αὐθυπότακτον.

[*](Δ)

1548 Πἰαρι: τῷ λιπαρῷ.

[*](Δ)

1549 Πίαϲοϲ: ἄνομα κύριον. ἠράϲθη Πίαϲοϲ Θετταλὸϲ Λαρίϲϲηϲ, τῆϲ ἑαυτοῦ [*](Suid.) θυγατρόϲ, ἔρωτα ἄθεϲμόν τε καὶ δυϲτυχῆ.

1550 Πιγνύη: κνῆκοϲ ὁ τὸν τυρὸν πηγνύων.

1551 Πίγρηϲ, Κὰρ ἀπὸ Ἁλικαρναϲοῦ, ἀϲελφὸϲ Ἀρτεμιϲίαϲ, τῆϲ ἐν [*](Hsey.) τοῖϲ πολέμοιϲ διαφανοῦϲ, Μαυϲώλου γυναικόϲ· ὃϲ τῇ Ἰλιάδι παρενέβαλε κατὰ ϲτὶχον ἐλεγεῖον, οὕτω γράψαϲ· μῆνιν ἄειδε, θεά, Πηληῖάδεω Ἀχιλῆοϲ, οὐλομένην. μοῦϲα, ϲὺ γὰρ πάϲηϲ πείρατ᾿ ἔχειϲ ϲοφίηϲ. ἔγραψε καὶ τὸν εἰϲ Ὅμηρον ἀναφερόμενον Μαργίτην καὶ Βατραμυομαχίαν.

1552 Πίγρηϲ Πίγρητοϲ: ὄνομα ποταμοῦ. καὶ Πίγρητα, ὄνομα [*](Δ) τόπου.

[*](1536 ═ Ambr. 623 cf. Zon. 1544, H, sch. Nic. Th. 586 1537 P, Ba 342, 26 cf. H 1538 ═ Ps. Herodian. 110, cf. H, Ambr. 659 1539 ═ Ps. Herodian. 109 1619 Αὐτὸϲ sq. ═ Diogen. III 18 1542 ═ Ambr. 627 1543 —πήχεοϲ Ambr. 626 1544 Ps. 19, 4 c. explic. 1517 cf. Ambr. 766 1548 cf. Ap. 131, 23, H, Zon. 1551 1550 cf. P, Ba 342, 27, Σa, H v. πιτύνη 1551 cf. Tsetz. in ll. p. 37 1552 —ποταμοῦ ═ Ambr. 716)[*](1535 καὶ Πηρίδιον sq. ex v. Τήλεφοϲ ἐκ π. 1540 cf. v. Α 4521 1543 extr. cf. 2148 et v. 981 extr. 1549 ex v. Α 714)[*](1 καὶ Πηρίδιον—2 ἦν om. A mg. Ar καὶ alt. om. Ar 8 εὖρεϲ G om. A; A(GFSM) τεροϲϲόν ss. M ὅτι] ἤτοι ex v. Α 4521 Kust. πηγήν ex v. Α 4521 Kust: πυγήν omnes 10 τῶν ϲχοίνων G 11 ἐν ᾧ om. F 1542 om. FV, sed post vs. 13 πήχεωϲ add. καὶ πηχυαῖοϲ ss. πελεκυϲ, πελεκέωϲ V 1545 om. F om. V 1549 om. AF mg. A 23 πῆκοϲ A κνίκοϲ Phot. 24 Πίγνηϲ AV 26 ἐλεγείαν AGM 27 οὐλομένην del. Bas. 28 Μαργαρίτην γαρίτην GVM 30 ποταμοῦ] FV 31 τόπου] ποταμοῦ FV)
128
[*](Σ)

1553 Πίδακεϲ: ϲταγόνεϲ, πηγαί. καὶ αἱ μὲν κατ᾿ αὐτὸ πηγαὶ [*](Ε) ἁλμυροῦ ὕδατοϲ ἦϲαν αἱ πᾶϲαι.

[*](Δ)

1554 Πιδακίων.

[*](Σ)

1555 Πίδαξ: πηγή. ἢ ϲταγών. Καὶ Εὐπῖδαξ χῶροϲ, ὁ καλὴν [*](Δ) πηγὴν ἔχων. πορφυρίαν τε βότρυν, μεθυπίδακα, πυκνορρᾶγα. ἐν [*](Anth.) Ἐπιγράμμαϲι.

[*](Δ)

1556 Πίδαιοϲ: ὄνομα κύριον.

[*](Δ)

1557 Πιδηέϲϲηϲ: καθύγρου.

[*](Δ)

1558 Πιδύειν: ἀναδίδειν.

[*](Δ)

1559 Πιδύτηϲ: ὄνομα κύριον.

[*](Ε)

1560 Πιαίνων: θεραπεύων, ὑποτρέφων. Αἰλιανόϲ· λίχνον ὄμμα καὶ ἀϲελγὲϲ πιαίνων κακῇ ἑϲτιάϲει, τὰ τῆϲ Φερεφάττηϲ ὄργια ἐδίψηϲε θεάϲαϲθαι, ἀτέλεϲτοϲ ὤν.

[*](Synt.)

1561 Πιαίνω· αἰτιατικῇ. Πιαίνομαι δὲ δοτικῇ. καὶ ἐρίφοιϲ ἐκ ποιμνίων πιαίνεϲθαι.

[*](Δ)

1562 Πίε: πῖθι.