Suidae lexicon
Suda
Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935
982 0ὐχὶ Γλαύκου τέχνη: ἐπὶ τῶν εὖ εἰργαϲμένων, καὶ δυϲκατανοήτων.
983 Οὐχὶ μᾶλλον· Ἀριϲτοφάνηϲ· κλέπτηϲ μὲν οὐχὶ μᾶλλον, εὐτυχὴϲ δ᾿ ἴϲωϲ. παρῴδηται ἐξ Ἀλκήϲτιδοϲ Εὐριπίδου. ἔχει δ᾿ οὕτωϲ· ϲὲ δ᾿ ἄλλη τιϲ γυνὴ κεκτήϲεται, ϲώφρων μὲν οὐχὶ μᾶλλον, εὐτυχὴϲ δ᾿ ἴϲωϲ.
984 Οὐχ ὅϲον· ἐφ᾿ ᾧ δὴ ὁ Πάρθοϲ οὐχ ὅϲον οὐ κατέπτηξεν, ἀλλὰ καὶ ἀντέγραψέν οἱ τά τε ἄλλα ὑπερφρόνωϲ καὶ αὑτὸν μὲν βαϲιλέα βαϲιλέω, ἐκεῖνον δὲ Καίϲαρα μόνον ὀνομάϲαϲ. καὶ αὖθιϲ· οὐχ ὅϲον [*](975 οὕτωϲ ἀνοήτωϲ sq. Ar. Eccl. 751 c. sch. 976 Ar. Pl. 853 c. sch. 977 ═ P 978 ═ P cf. H; Hermipp. fr. 17 979 aliter sch. Ε 349, H 980 Ar. Eq. 36—37 c. sch. 37 981 — ἦττον ═ P, Ba 322, 30 cf. Zon. 1488, H, Moer. 204 36, Tim. καὶ ἄλλον sq. cf. Soz. h. e. 4, 20, falso Dam. fr. 298 983 Ar. Eq. 1252 c. sch. 1251; Eur. Alc. 181—182 984 — ὀνομάϲαϲ Cass. D. 55, 10, 20 ═ EL 420, 22—4, vs. 30 οὐχ sq. Cass. fr. 36, 8 ═ EL 410, 10—12) [*](975 Ar. cf. 805 976 cf. v. Π 2015 977 cf. vv. Ε 2983 et M 1023 981 init cf. 853; extr. cf. v. Ε 813 982 cf. v. 282 983 cf v. K 1738 quod a sch plus discedit 984 init. cf. v. ὑπερφρόνωϲ, extr. cf. v. Π 376) [*](AF(GVM))[*]( 1 οὕτωϲ sec.] nov. gl. GM οὕτωϲ alf. del. c. 805 Port. 976 non nov. gl. GM 4 Ἀριϲτοφάνηϲ om. F 977 om. F post 981 G; παροιμία praemisit V 978 incipit rursus A 978 post 980 hab. V, sed l. etiam suo loco 9 Ἱπποκλείδηϲ — 14 Ἱπποκλείδῃ om. F 10 τοῦ τυράννου om. A, ante θυγατέρα transpos. G 12 τῷ] τοῦ V τὴν om. A 15 ματαίωϲ GVM 980 non nov. gl. V 16 βούλει — 17 χεῖρον om. F 981 om. V 18 οὐχ — 21 ὄχλον om. F 19 ϲτοχάϲαϲθαι G 983 om. A 24 Ἀριϲτοφάνηϲ —p. 595, 2 παρεϲκεύαϲαν om. F 25 παρᾡδηται — 27 ἴϲωϲ om. G 984 non nov. gl. V)
985 Οὐχ ὁϲονού: ἀντὶ τοῦ οὐ βραδέωϲ, ἀλλὰ ταχύ· ὡϲ τὸ μονονού.
986 Οὐ χρή· οὐ χρὴ λέοντοϲ ϲκύμνον ἐν πόλει τρέφειν· μάλιϲτα [*](Ar.) μὲν λέοντα μὴ ᾿ν πόλει τρέφειν· ἢν δ᾿ ἐκτραφῇ τιϲ, τοῖϲ τρόποιϲ ὑπηρετεῖν. Ἀριϲτοφάνηϲ. Αἰϲχύλοϲ δὲ λέγει περὶ Ἀλκιβιάδου· μὴ ἀνατρέφειν φρόνημα· ἐὰν δὲ ἀνατρέφῃ, μὴ ἐρεθίζειν, ἀλλὰ τιθαϲεῦϲαι. ὥϲτε ὁ μὲν Ἐὐριπίδηϲ ϲυμβεβούλευκε μὴ δέχεϲθαι, ὁ δὲ Αἰϲχύλοϲ τοιαύτην τινὰ διάνοιαν μὴ καταδέξαϲθαι, ἢ καταδεξάμενον τροποφορεῖν. ὁ δὲ Διόνυϲοϲ πρὸϲ τάδε φηϲί· δυϲκρίτωϲ μέν γ᾿ ἔχω, ϲοφῶϲ γὰρ εἶπεν, ὁ δ᾿ ἕτεροϲ ϲαφῶϲ. ϲοφῶϲ μὲν ὁ Αἰϲχύλοϲ, ϲαφῶϲ δὲ ὁ Εὐριπίδηϲ.
987 Οὐχ οἷά τε εἶναι: οὐ δυνατά. ἀλλὰ ταῦτα μὲν οὐχ οἷά τε [*](Σ + Ε) εἶναι ἄπρακτα γενέϲθαι, ἐπείπερ οἱ θεοὶ ἀτιμώρητα αὐτὰ περιεῖδον ἐκ ϲφῶν γενόμενα.
988 Οὐχ οἷόν τ᾿ ἀνέϲχοντο τῶν λόγων, ἀλλὰ κατέλευϲαν τὸν εἰπόντα.
989 Οὐχ οἷον· οὐχ οἷον προϲεῖχον αὐτοῖϲ, ἀλλ᾿ ἁπλῶϲ οὐδ᾿ ἀκούϲειν [*](Ε) ἠξίουν. Πολύβιοϲ· οὐχ οἷον οὐ προϲεῖχε τοῖϲ λεγομένοιϲ, ἀλλ᾿ οὐδὲ ἠνείχετο ἀποφαινόμενοϲ ταῦτα.
990 Οὐχ οἷόν τε: οὐ δυνατόν.
[*](Σ)991 Οὐχ οἷόϲ τʼ εἴμ᾿ ἀποϲοβῆϲαι τὸν γέλων, ὁρῶν λεοντῆν ἐπὶ [*](Ar.) κροκωτῷ κειμένην: Διονυϲιακὸν φόρημα ὁ κροκωτόϲ· ἐφόρει δὲ λεοντῆν ὡϲ Ἡρακλῆϲ. τάττεται δὲ ἡ παροιμία ἐπὶ τῶν ἀνομοίων. καὶ αὖθιϲ· οὐχ οἷόϲ τ᾿ ἦν ἐθελοντὴϲ ϲυνυπακούειν.
[*](EV)992 0ὐχ ὑπ᾿ ἄλλων, ἀλλὰ τοῖϲ αὐτῶν πτεροῖϲ ἁλιϲκόμεθα: [*](Ar.) ἀντὶ τοῦ ἑαυτοῖϲ ταῦτα πεποιήκαμεν, λόγοϲ γάρ, πληγέντα ἀτράκτῳ τοξικῷ τὸν αἰετὸν εἰπεῖν ἰδόντα τὴν μηχανὴν τοῦ πτερώματοϲ, οὐχ ὑπ᾿ ἄλλων, ἀλλὰ τοῖϲ αὑτῶν πτεροῖϲ ἁλιϲκόμεθα.
993 Οὐχ ὑφίει: οὐκ ἐνεδίδου.
[*](Δ)994 Ὄφελεϲ καὶ Οφελον: εἴθε, μακάρι, εὐκτικῶϲ. τὸ δὲ μακάρι [*](Δ + Σ) [*](986 Ar. Ran. 1431—2 c. sch. 1432 et 1434 987 ἀλλὰ sq. Aelian. fr. 220 988 Hdt. 9, 5, 2 contulit Gsf., Cyrsilum (Dem. 18, 204) Bhd. (frustra); verisim. Aelian. 989 ἠξίουν Polyb. 1, 43, 6 vs.19 οὐχ sq. Polyb. 3, 82, 5 990 ═ P, Ba 322, 31 cf. H 991 — ἀνομοίων Ar. Ran. 45—6 c. sch. plenior. vs. 25 οὐχ sq. Polyb. 24,11, 7 ═ EV 2,174, 23—4 992 sch. Ar. Av. 808; Aeschyl. fr. 139 993 ═ Ambr. 652 cf. H 994 — εὐκτικῶϲ cf. Ambr 681, Et. M. 643, 50 Ὄφελον —μακάρι ═ Ba 322, 32, P cf. H, Lex. de sp. μακάρι alt. —p. 596, 1 αἴθε cf. H v. αἴθε) [*](986 cf. v. ϲκύμνοϲ 987 init. cf. 990; Aelian. cf. v. Α 3685 990 cf. 987 991 cf. v. Κ 2460 992 cf. v. ταυτὶ μέν) [*](985 mg. V non nov. gl. F; τὸ praemisit V 3 ὁϲονοῦν F ὁϲονόν G A(GFVM) μόνον V 7 φρόνιμον GMγρ τιθαϲϲεῦϲαι V 9, 10 τροποφορεῖν Port., sch.: τροφοφορεῖν AGM τροφοφυρεῖν V 16 τ᾿ del. Bhd. 18 οὐχ οἷον om. GV 18. 19 ἠξίουν ἀκούϲειν V 20 ἀποφαινομένου Port. τῶν ἀποφαινομένων Polyb. 991—2 om. F 28 οὐχ — 29 ἁλιϲκόμεθα om. AG 29 αὑτῶν M, v. ταυτί: αὐτοῖϲ V 31 εὐκτικόν F cf. Et., Ambr.)
995 Οφελοϲ· Ἀριϲτοφάνηϲ· ἄλλαϲ τε γυναῖκαϲ, ὅ τι πέρ ἐϲτιν [*](Ε) ὄφελοϲ ἐν τῇ πόλει. τουτέϲτιν εὐγενεῖϲ. καὶ αὖθιϲ· τοῦ δὲ Λιβίου ἀκούει ὧν τι ὄφελοϲ ἦν καὶ ἐν κάλλει ψυχῆϲ καὶ ἐν εὐγλωττίᾳ παιθείαϲ.
996 Ὀφέλλωϲιν: αὐξήϲωϲιν.
997 Ὀφέλτιοϲ: ὄνομα κύριον.
998 Ὀφείδιον.
999 Ὀφειλέτηϲ: χρεώϲτηϲ. Σοφοκλῆϲ· κάτοιϲθ᾿ ὡϲ ἐγὼ θεοῖϲ [*](Soph.) οὐδὲν ἀρκεῖν εἰμ᾿ ὀφειλέτηϲ ἔτι. τουτέϲτιν οὐκέτι ἐν τούτῳ εἰμὶ ὥϲτε ὀφείλει τοὺϲ θεοὺϲ ἐπαρκεῖν μοι, διὰ τὸ μὴ περιέχεϲθαι τοῦ ζῆν.
1000 Ὀφειλή: τὸ χρέοϲ. καὶ Ὀφείλημα ὁμοίωϲ.