Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

102 Ὀϊϲτόϲ: βέλοϲ, ϲαγίττα.

[*](Σ)

103 Ὁ κάνηϲ τῆϲ τύχηϲ ὑπερέχει: ἐπὶ τῶν τὰ ἀναγκαῖα μείζω [*](Σ) καὶ πλείω τῶν ἀναγκαίων κεκτημένων.

104 κάτωθεν νόμοϲ: Δημοϲθένηϲ ἐν τῷ κατὰ Ἀριϲτοκράτουϲ [*](Harp.) ἢ τὴν Ἡλιαίαν λέγει διὰ τὸ τῶν δικαϲτηρίων τὰ μὲν ἄνω, τὰ δὲ κάτω ὀνομάζεϲθαι, ἢ διὰ τὸ ϲχῆμα τῆϲ ἐν τοῖϲ ἄξοϲι γραφῆϲ βουϲτρο φηδὸν γεγραμμένηϲ, ἢ ἀπὸ τῶν εὐωνύμων ἀρχόμενον νόμον κάτωθεν ὀνομάζει ὁ Δημοϲθένηϲ· ὅτι γάρ, φηϲί, βουϲτροφηδὸν ἦϲαν οἱ ἄξονεϲ καὶ οἱ κύρβειϲ γεγραμμένοι, δεδήλωκεν Εὐφορίων ἐν τῷ Ἀπολλοδώρῳ· ἢ ἐπεί, φηϲί, τοὺϲ ἄξοναϲ καὶ τοὺϲ κύρβειϲ ἄνωθεν ἐκ τῆϲ ἀκροπόλεωϲ εἰϲ τὸ βουλευτήριον καὶ τὴν ἀγορὰν μετέϲτηϲεν Ἐφιάλτηϲ, ὥϲ φηϲιν Ἀναξιμένηϲ ἐν Φιλιππικῷ. ὅτι διαμαρτάνει Δημοϲθένηϲ ἐν τῷ κατὰ Νεαίραϲ λέγων, Πλαταιέαϲ γεγράφθαι ἐν τῇ Ποικίλῃ ϲτοᾷ· οὐδεὶϲ γὰρ τοῦτο εἴρηκεν. ὅτι ἑξακιϲχίλια ἦν τάλαντα τὸ τίμημα τῆϲ Ἀττικῆϲ. Δημοϲθένηϲ δὲ ἐν τῷ Περὶ τῶν ϲυμμοριῶν φηϲιν οὕτωϲ· ἡμῖν δὲ τῆϲ χώραϲ τίμημα ὑπάρχειν ἀφορμὴν τὰ ὀκτακιϲχίλια τάλαντα ἀκούϲεται. ἤτοι οὖν γραφικόν ἐϲτιν ἁμάρτημα, ἢ ἴϲωϲ ὁ ῥήτωρ ϲυναρπάζει, ἵνα δοκῇ πλεῖον τὴν ἀφορμὴν ἔχειν ἡ πόλιϲ τοῦ εἰϲ τὸν πρὸϲ βαϲιλέα πολέμου.

105 Ὁ Καρπάθιοϲ τὸν λαγῳόν: φαϲὶν ὅτι οἱ Καρπάθιοι νῆϲον [*](Prov.) οἰκοῦντεϲ ἐπηγάγοντο λαγῳόν, οὐκ ἔχοντεϲ ἐν τῇ χώρᾳ. οἱ δὲ πολλοὶ [*](96 cf. Ambr. 326 97 ═ Ambr. 115 98 — προβάτου ═ P, Ba 314, 16 cf. Erotian. 65, 17 et 83, 3, sch. D in Γ 198 οὕτωϲ— οἶν sch Ar. Pac. 930 cf. sch. A in Γ 198 vs. 4 Ὄϊϲ sq. cf. Miller, Mel. 361 n. 30 99 — ὑπολαμβάνω Ambr. 119, Lex de sp, H cf sch. Α 289, Et. M. 620, 20 Ὀϊϲθείϲ sq. ═ P, Σ a (in I 453) 100 ═ P, Ba 314, 17 cf H, Ambr. 111, 117, 551 101 ═ P, Ba 315, 7 cf. sch. Θ 269 ═ Zon. 1436, H 102 ═ P, Ba 315, 8; βέλοϲ ═ Ambr. 110, Ps. He- rodian. 178 cf. H; An. Ox. 1, 315,10, unde Et. M. 620, 7 103 ═ P; l. ═ Cratet. fr. 12 ex Poll. 10, 90 104 Harp. ═ P; Dem. 23, 28; Anaxim. F GrHist 72 fr. 13 Dem. 59, 94 et 14, 30 105 — p. 514, 1 ἐλυμαίνοντο cf. Miller, Mel. 358 n. 80) [*](98 cf. 90, 95, 100 100 cf 90, 95, 98 105 cf. v. Λ 30 et v. Ὀἰνόη τὴν χ.) [*](1 Ὀϊνγάρθαι G ὄνομα ἔθνόυϲ] ἐθ A 97 extra ord. 5 αὐτοῖϲ bis A A(GFVM) 10 τύχηϲ] κοίτηϲ Phot. Poll. τὰ] τὰ μὴ Phot 104—5 inverso ord. 13 δι- καϲτηρίων A, Phot. Harp.: καυϲτηρίων V M (ubi η in lac. deest) καυϲτρίων G 15 γεγραμμένοιϲ G γεγραμμένωϲ V 21 Πλατεαίαϲ AVM. v. l. Harp. 22 τού- των V 23 τῶν om. G, Phot., cod. C Harp. 24 ἀκούϲετε GM ec 26 πλείονα GVM τὸν πρὸϲ V M, Phot. Harp.:  πρὸϲ τὸν A τὸν πρὸϲ τὸν G 29 ἐπήγα- γον τὸν λ. F)

514
γενόμενοι τὰ γεώργια αὐτῶν ἐλυμαίνοντο. εἴρηται οὖν ἡ παροιμία ἐπὶ τῶ καθ᾿ ἑαυτῶν τι ἐπινοουμένων.

[*](Σ)

106 Ὀκέλλει: προϲορμεῖ, ἐκρίπτεται. εἴρηται ἐπὶ τῶν νηῶν. καὶ [*](Ar.) Ὀκέλλοι, προϲορμίζοι.

[*](Δ)

107 Ὁ Κίϲ: ὄνομα κύριον.

[*](Δ)

108 Ὀκλαδία: ἡ ὄκλαϲιϲ.

[*](Ar.)

109 Ὀκλαδίαϲ: ὁ ϲυγκεκλαϲμένοϲ δίφροϲ, καὶ ποτὲ μὲν ἐκτεινόμενοϲ, ποτὲ δὲ ϲυϲτελλόμενοϲ. καὶ αὖθιϲ· βαθεῖαν εἰϲ ἰλὺν ὀκλαϲτὶ πηδώντων. περὶ βατράχου ὁ λόγοϲ.

[*](Σ)

110 κλάζει: χωλεύει, εἰϲ τὸ γόνυ κάμπτεται, διϲτάζει, ἀποκάμνει, λαγγάζει.

111 Ὀκλὰξ καθήμενοϲ: ἀντὶ τοῦ ἐπὶ γόνυ.

[*](Σ)

112 Ὀκνεῖ: εὐλαβῶϲ ἔχει. Ξενοφῶν· ὀκνοῦντεϲ, μὴ οἱ Ἔλληνεϲ [*](Ε) διαβάντεϲ τὴν γέφυραν μείνειαν. ἀντὶ τοῦ εὐλαβούμενοι, δεδιότεϲ.

[*](Ε)

113 Ὀκνεῖν· κατάϲκοπον οὐδένα ἐκ τῶν πολεμίων ὀκνεῖν, ἀλλὰ καὶ πρὸ ἔργου ἡγεῖϲθαι γινώϲκειν αὐτούϲ, ξὺν ὅϲῃ τε καὶ ὅπωϲ ὡπλιϲμένῃ δυάμει ἔρχεται.

[*](Δ)

114 Ὀκνείω: ὀκνῶ, ἀποβάλλομαι.

115 Ὄκνοϲ χαλκοῦϲ: βούλεται τοῦτο τοῖϲ Βιθυνοῖϲ ἐπιχωρίωϲ δίφρου τινὸϲ γυναικείου εἶδοϲ εἶναι.

[*](Δ)

116 Ὀκνῶ: φοβοῦμαι. καὶ πυκνῶϲ τούτῳ κέχρηται Σοφοκλῆϲ ἐπὶ [*](Soph.) τοῦ φοβεῖϲθαι. φρονοῦντα γάρ νιν οὐκ ἂν ἐξέϲτην ὄκνῳ. καὶ οἱ [*](Rhet.) ῥήτορεϲ οὐκ ἐπὶ δειλίαϲ καὶ ῤᾳθυμίαϲ ἐχρήϲαντο τῷ ὀνόματι, ἀλλ’ ἐπὶ τοῦ φόβου καὶ τοῦ φοβεῖϲθαι. Ἀντιφῶν· κακὸϲ δ’ ἂν εἰ ἀποῦϲι μὲν καὶ μέλλουϲι τοῖϲ κινδύνοιϲ τῇ γλώττῃ θραϲύνεται καὶ τῷ θέλειν ἐπείγειν, τὸ δὲ ἔργον ἂν παρῇ, ὀκνεῖν. καὶ Δημοϲθένηϲ ἐν Φιλιππι- [*](105 εἴρηται sq. cf. Paroem. ed. Gsf. 88 n. 730 106 ═ P, Ba 315, 24 cf. H Ὀκέλλοι sq. sch. Ar. Ach. 1158 cf. Lex. de sp 107 ═ Ambr 127 108 ═ Ambr. 143 109 sch. Ar. Eq. 1384 cf. P, H βαθεῖαν sq. Babr 25, 7 110 ═ P, Σ a cf. H; Ba 315, 25 ═ Et. M. 620, 42; Phryn. 96, 15, Erotian. 66, 1 112 — ἔχει Tim. ═ P cf. sch Pl. Hep 3, 391 a ὀκνοῦντεϲ — μείνειαν Χen. An. 2, 4, 22 εὐλαβούμενοι cf. Et. M. 620, 49, H, Erotian. 66, 9 113 Arr. Parth. vel Exc. fr. 21 114 cf. sch. Greg PG 36, 903 b; — ὀκνῶ cf. Ambr. 148, H, Et. M. 620, 43 115 fort. Metaphr. 116 — φοβοῦμαι cf. H, Ambr. 148 πυκνῶϲ ὄκνῳ Soph. Ai. 82 c. sch. 81 vs 22 καὶ— p. 515, 5 γένηται fonti rhetor attr. Wentzel coll. Et. M. 620, 48, Bk. 192, 9 et 285, 5, P; Antiph. fr. 138, Dem. 1, 17; et iam sqq., quae schol. Hom. attr. Wentzel, eidem fonti attribuerim cf. sch. Soph. El. 320; K 122) [*](112 cf. v. ὑποπέμψαιεν) [*](A(GFVM))[*]( 1 γεωργικὰ GM εἴρηται— 2 ἐπινοουμένων om. AF V 3 ἐπικρίπτεται F 4 Ὀκέλλῃϲ V προϲορμίζει GF 107 — 8 om. F 8 καὶ — 9 λόγοϲ om. F 9 βατράχων GM 16 πρὸ] πρὸϲ G ξὺν] ϲὺν F ὡπλιϲμένοϲ G M ec cp. A 18 ἀναβάλλομαι Kust. ; sch. Greg. contulit Boisson. Ps. Herodian 98 115 om. AF post 131 V 19 βούλεται] δὲ add. V 20 εἶναι om. V 21 τοῦτο G F V 22 ἐξέϲτ V καὶ— 23 οὐκ om. A 23 τὸ ὄνομα V 24 τοῦ φοβεῖϲθαι καὶ τοῦ φόβου F Ἀντιφῶν—p 515, 7 νόοιο om. F V 24 κακῶϲ ed. pr. κακῶν Hermann ἂν εἰ] ἀεί Gsf. ἂν εἴη Sauppe οὖν ἐν Hermann 25 θραϲύνεϲθαι Hermann 26 ὀκνεῖ Kust. ἐν G M: ἐν τοῖϲ A)

515
κῶν α΄. φημὶ διχῆ βοηθητέον εἶναι τοῖϲ πράγμαϲιν ὑμῖν, τῷ τε τὰϲ πόλειϲ τοῖϲ Ὀλυνθίοιϲ ϲώζειν καὶ τοὺϲ τοῦτο ποιήϲονταϲ ϲτρατιώταϲ ἐκπέμπειν, καὶ τῷ τὴν ἐκείνου χώραν κακῶϲ ποιεῖν καὶ τριήρεϲι καὶ ϲτρατιώταιϲ ἑτέροιϲ. εἰ δὲ θατέρου τούτων ὀλιγωρήϲετε, ὀκνῶ, μὴ μάταιοϲ ὑμῖν ἡ ϲτρατεία γένηται. καὶ Ὁμήρῳ δὲ ἐπὶ τοῦ φόβου ὁ ὅκνοϲ τέτακται· φηϲὶ γὰρ Ἀγαμέμνων περὶ τοῦ ἀδελφοῦ αὑτοῦ· οὔτʼ ὅκνῳ εἴκων οὔτʼ ἀφραδίῃϲι νόοιο.

117 Ὀκνῶν: ἀναδυόμενοϲ. Σοφοκλῆϲ· φιλεῖ γὰρ ὀκνεῖν πᾶϲ ἀνὴρ [*](Σ) πράϲϲω μέγα.

118 Ὀκολούμ· ἐπηρώθη Ὡράτιοϲ ὁ Ῥωμαῖοϲ τὸν ὀφθαλμὸν καὶ ἐπεκλήθη [*](Suid.) Κόκληϲ· τὸν γὰρ ὀφθαλμὸν ὀκολοὺμ καλοῦϲι Ῥωμαῖοι.

119 Ὁ Κώχ: ὄνομα κύριον. τὸ δὲ βέλοϲ ἀνεῳγμένον προφθάϲαν τὸ [*](Ε) ϲτόμα, ἐκεῖϲε ἐμπεϲὸν κατέπαυϲε τὴν πτῆϲιν. καὶ δὴ ὁ Κὼχ εὐθυωρὸν ἀπεβίω.

120 Ὁ Κρὴϲ τὴν θάλαϲϲαν: παροιμία ἐπὶ τῶν προϲποιουμένων Prov. φεύγειν ἐκεῖνα, ἐν οἷϲ διαφέρουϲιν. ἐπειδὴ ναυτικώτατοι οἱ Κρῆτεϲ ἐγένοντο.

121 Ὀκρίβανταϲ: ἐμβάταϲ.