Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

41 Νάρωνοϲ: ὄνομα κύριον.

[*](Δ)

42 Ναρϲῆϲ, ϲτρατηγὸϲ Ῥωμαίων, ἔμφρων ἐϲ τὰ μάλιϲτα καὶ δραϲτήριοϲ [*](Ε) καὶ δεινὸϲ ἁρμόϲαϲθαι τῷ παρεμπίπτοντι. καὶ παιδείαϲ μὲν αὐτῷ οὔ τι μάλα μετῆν, οὐδὲ τὰ τῆϲ εὐγλωττίαϲ ἐπεφρόντιϲτο· φύϲεωϲ δὲ ὅγε δεξιότητι διέπρεπε καὶ παραϲτῆϲαι οἷόϲ τε ἦν λόγῳ τὰ βεβουλευμένα, καὶ ταῦτα τομίαϲ γε ὢν καὶ ἐν τοῖϲ βαϲιλείοιϲ τρυφερώτατα ἀνατεθραμμένοϲ. ἦν δὲ ἄρα καὶ τὸ ϲῶμα βραχὺϲ καὶ ἐν ἰϲχνότητι ἐκδεδιῃτημένοϲ· τὸ δὲ ἀνδρεῖον καὶ μεγαλουργὸν ἐϲ τοϲοῦτον ἐκέκτητο ὅϲον ἀμέλει καὶ ἀπιϲτεῖϲθαι. ἦν δὲ ἐπὶ Ἰουϲτινιανοῦ.

43 Ναϲαμῶνοϲ: ὄνομα κύριον. ὄνομα κύριον ὁ Ναϲαμῶν, ἐξ οὖ [*](Δ) Ναϲαμῶνεϲ, ἔθνοϲ Λιβύηϲ.

[*](Etym.?)

44 Ναϲτόν: πυκνόν, μεϲτόν, πλῆρεϲ, μὴ ἔχον ὑπόκουφόν τι. διαφέρει [*](Σ) τοῦ μανοῦ. τὸ γὰρ μανόν, ἀραιόν, χαῦνον, ἢ ἀνωφερέϲ, ὡϲ φλόξ. [*](Suid.) ὅτι γίνεται παρὰ τὸ μὴ ἓν εἶναι. Ναϲτὸϲ δὲ ἀρϲενικῶϲ λακοῦϲ, ἢ θερμὸϲ ἄρτοϲ μετ᾿ ἐλαίου. Ἀριϲτοφάνηϲ Πλούτῳ· ἤκε γὰρ ἄν ϲοι [*](Ar.) ναϲτὸϲ εὖ επξμμένοϲ. καὶ τοιοῦτον μὲν ὁ ἐν ὀξείᾳ τάϲει ναϲτόϲ· οὗ [*](Etym.?) θέμα τὸ ἐν Ὀδυϲϲείᾳ νάϲαϲθαι. Νάϲτοϲ μέντοι βαρυτόνωϲ πόλιϲ ρᾴκηϲ, ἣ ἐλέγετο καὶ Νέϲτοϲ.

[*](37 l. ═ L καὶ πανακείταν—νηπιάχων Anth. 6, 294, 1—2 vs. 3 πολλοὶ— Βάκχοι Orph. fr. 5 p. 235 Kern Νάρθηξ sq. Steph. Byz. v. Νάρθηκιϲ 38 — μυρμηκίαϲιϲ ═ P, Ba 306, 10 cf. H οἴμοι — κατέχειν Ar. Vsp. 713—4 ϲυντελεῖ— πάθοϲ cf. Alexid. fr. 48 (2, 314 Κ.) ex Ath. 7, 314d e 39—40 Steph. Byz. 41 cf. Theognost. An. Ox. 2, 36,14; l. ═ Ambr. 23 42 Agath. 1,16 p. 47, 816 43 Ναϲαμῶνοϲ ═ Ambr. 21 Ναϲαμῶν sq. Steph. Byz. 44 — τι ═ P, Ba 30611 H cf. Et. 597, 56 et 598, 5 vs. 26 Ναϲτὸϲ—πεπεμμένοϲ Ar. Pl. 1142 c. sch. Νάϲτοϲ μέντοι sq. Steph. Byz.)[*](38 cf v. Μ 109 42 cf. v. τομίαϲ 44 hinc v. Μ 158. τὸ γὰρ—φλόξ ex v. Μ 157)[*](1 παρακείταν GI Anth. πλάκτοραν πλάγκτορα M 2 ζήτει—5 Ναρθηκούϲιοϲ A(GIFVME) om. AFV mg. GIM; Νίκαϲ (cf. Miller, Mél. 3 sq.) ἐν τῷ ἐτυμολογικῷ. Νάρθηξ δὲ ὁ τοῦ ναοῦ λέγεται παρὰ τὸ νέρθεν εἶναι τοῦ ναοῦ (cf. Et. M. 597, 49). Ἀμφιλόχιοϲ (ed. Combefis p. 209 extr.) περὶ τοῦ μεγάλου Βαϲιλείου· εἰϲέρχεται ἐν τῷ νάρθηκι τῆϲ ἁγίαϲ ἐκκληϲίαϲ mg. alia add. E 5 Ναρθηκούϲϲιοϲ M 8 ϲυντελεῖ—9 πάθοϲ ex mg. GlM 8 ἰχθύδιον Gl 39—40 om. AFV mg. M 11 ἡ GI: εἰ M 19 ἰϲχυρότητι V 22 ὄνομα alt.—23 Λιβύηϲ ex mg. GIM 22 οὖ M: καὶ Gl 23 Λιβυκόν GI 25 τοῦ] δὲ τοῦ GI τὸ—φλόξ om. AF (simlia mg. Ar); χαῦνον—φλόξ om. V 26 ὅτι—εἶναι ex mg. M 27 ἤκει GI 28 εὖ om. V καὶ—30 Νεϲτόϲ om. AFV mg. M)
438
[*](Thuc.)

45 Ναυάγιον: παρὰ Θουκυδίδῃ οὐδετέρωϲ μέν, ὅταν τι τῆϲ νηὸϲ ἀπολεϲθῇ, οἷον πηδάλιον ἤ τι τοιοῦτον. ναυαγία δὲ θηλυκῶϲ πᾶϲα ἡ τῆϲ νηὸϲ ἀπώλεια.

[*](Soph.)

46 Ναυαγίων: πτωμάτων. ἐξ ἑνὸϲ κακοῦ, πᾶν ἐπίμπλατο ναυαγίων πεδίον.

[*](Σ)

47 Ναύαρχοϲ: ὁ τῶν νηῶν ἄρχων.

[*](Synt.)

48 Ναυαγῶ· αἰτιατικῇ.

[*](Synt.)

49 Ναυαρχῶ· δοτικῇ.

[*](Ε)

50 Ναυάτοϲ· οὗτοϲ πρεϲβύτεροϲ ὢν τῆϲ ἐν Ῥώμῃ ἐκκληϲίαϲ διεκρίθη, ἐπειδὴ Κορνήλιοϲ ὁ ἐπίϲκοποϲ τοὺϲ ἐπιθύϲανταϲ πιϲτοὺϲ ἐν τῷ διωγμῷ, ὃν ὁ βαϲιλεὺϲ Δέκιοϲ κατὰ τῆϲ ἐκκληϲίαϲ ἐκίνηϲεν, εἰϲ κοινωνίαν ἐδέξατο. διὰ ταύτην οὖν τὴν αἰτίαν διακριθεὶϲ καὶ εἰϲ ἐπιϲκοπὴν παρὰ τῶν ϲυμφρονηϲάντων αὐτῷ ἐπιϲκόπων προχειριϲθεὶϲ ταῖϲ πανταχοῦ ἐκκληϲίαιϲ ἔγραφε, μὴ δέχεϲθαι τοὺϲ ἐπιτεθυκόταϲ εἰϲ τὰ μυϲτήρια, ἀλλὰ προτρέπειν μὲν αὐτοὺϲ εἰϲ μετάνοιαν, τὴν δὲ ϲυγχώρηϲιν ἐπιτρέπειν θεῷ, τῷ δυναμένῳ καὶ ἐξουϲίαν ἔχοντι ϲυγχωρεῖν ἁμαρτήματα. τοιαύταϲ ἐπιϲτολὰϲ κατ᾿ ἐπαρχίαϲ δεχόμενοι πρὸϲ τὰ οἰκεῖα ἤθη ἐποιοῦντο τῶν δηλουμένων τὰϲ κρίϲειϲ. ὡϲ γὰρ ἐκεῖνοϲ ἐδήλου μὴ δεῖν ἀξιοῦϲθαι τῶν μυϲτηρίων τοὺϲ μετὰ τὸ βάπτιϲμα εἰϲ θάνατον ἁμαρτίαν πεποιηκόταϲ, τοῖϲ μὲν ἐδόκει πικρὰ καὶ ἀπηνὴϲ εἶναι ἡ τοῦ κανόνοϲ ἔκθεϲιϲ, οἱ δὲ ὡϲ δίκαιον αὐτὸν καὶ ὀρθοῦντα τὴν πολιτείαν ἐδέχοντο. ἐν τοϲούτῳ δὲ τούτου κινουμένου, ἐπικαταλαμβάνει Κορνηλίου τοῦ ἐπιϲκόπου γράμματα, τοῖϲ μετὰ τὸ βάπτιϲμα ἡμαρτηκόϲιν ἐπαγγελόμενα τὴν ϲυγχώρηϲιν. οὕτω δὲ ἀμφοτέρων ἐπιϲτελλόντων τἀναντία καὶ ἐκ τῶν θείων ὀχυρούντων ἃ ἑκάτεροϲ ἔλεγεν, ἕκαϲτοϲ κατ᾿ ἔθοϲ ἐϲ τοῦτο ἔτρεψεν, ἐϲ ὃ καὶ πρότερον μᾶλλον ἐπέκλινεν. ὅϲοι γὰρ φιλαμαρτήμονεϲ δραξάμενοι τῆϲ τότε δοθείϲηϲ ϲυγχωρήϲεωϲ καὶ εἰϲ τὸν ἔπειτα χρόνον ἐπὶ πάϲηϲ ἁμαρτίαϲ αὐτῇ ϲυνεχρήϲαντο. ἀλλὰ Ναυάτοϲ ἐπὶ Οὐάλεντοϲ τοῦ βαϲιλέωϲ διωγμὸν κινήϲαντοϲ κατὰ Χριϲτιανῶν ἐμαρτύρηϲεν.

51 Ναυατιανοί: αἱρεϲῖται, τὰ Ναυάτου φρονοῦντεϲ. καὶ τούτων [*](Ε) ἐγένετο ἐπίϲκοποϲ Σιϲίννιοϲ, ἐλλόγιμοϲ καὶ ἱερῶν βίβλων ἐπιϲτήμων καὶ κρείττων διαβολῆϲ, περὶ δὲ τὴν δίαιταν ἁβρὸϲ καὶ ποικίλοϲ. ἐρωτώμενοϲ δὲ διὰ τί δεύτερον λούοιτο, ὅτι μὴ τρίτον, ἔφη, φθάνω, ἐπεὶ [*](45 sch. Thuc. 1, 50, 3 46 Soph. El. 728—730 c. sch. 47 ═ P, Ba 306, 13, H, Zon, 1385 48 ═ Synt. Gud., An. Ox. 4, 297, 30 cf. Synt. Laur. 49 ═ An. Ox. 4, 298, 2 50 Socr. h. e. 4, 28 51 vs. 31 καὶ Soz. h. e. 8, 1) [*](50 hinc v. Κ 2097 51 cf. v. Σιϲίννιοϲ 2) [*](A(GFVM)) [*](1 et 3 νέωϲ F, sch. 4 ἐμπίπλατο M ἐμπίπλαϲτο GV πίμπλατον F 9 πρεϲβύτηϲ VM cp. A 10 ἐπιθυμήϲανταϲ F 15 ἀλλ᾿ ἀποτρέπειν V 16 τῷ—ἁμαρτήματα om. V 19 εἰϲ θάνατον post μυϲτηρίων transtulit V 20 ἁμαρτίαϲ πεπτωκόταϲ G πικρὰ—εἶναι] ἀπάνθρωποϲ VcpMcp 22 δὲ om. V 24 τὴν om. V οὕτω — 28 ϲυνεχρήϲαντο om. V 29 διωγμὸν — 30 Χριϲτιανῶν] διώκοντοϲ Χριϲτιανοὺϲ V 29 κατὰ] κ. τῶν G 31 καὶ om. V 32 βι βλίων GVMac ἐπικτήμων GVM 33 δὲ om. V)

439
δὲ λευκῇ ἐϲθῆτι διετέλει χρώμενοϲ, ἐπέϲκωψέ τιϲ αὐτῷ τῶν ἀπὸ τῆϲ καθόλου ἐκκληϲίαϲ, ὁ δὲ πρὸϲ αὐτόν· οὐκοῦν εἰπέ, ποῦ εἴρηται ἐϲθῆτα μέλαιναν χρῆναι ἀμφιέννυϲθαι; τοῦ δὲ ἀπορήϲαντοϲ, ὑπολαβὼν ἔφη· ϲὺ μὲν οὐκ ἂν τοῦτο ἐπιδεῖξαι δυνήϲῃ· ἐμοὶ δὲ καὶ Σολομῶν ὁ ϲοφώτατοϲ, ἔϲτωϲαν τὰ ἱμάτιά ϲου λευκά, λέγων παραινεῖ. καὶ αὐτὸϲ ὁ Χριϲτὸϲ λευχείμων ἐν τοῖϲ εὐαγγελίοιϲ φαινόμενοϲ Μωϲῆν τε καὶ Ἡλίαν τοιούτουτ τοῖϲ ἀποϲτόλοιϲ δείκνυϲιν. οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ ἄλλα πολλὰ χαρίεντα αὐτῷ εἴρηται.

52 Ναυβάτηϲ: ἐπιβάτηϲ, ἢ ναύτηϲ. πεζοὺϲ δὲ ἀντὶ ναυβατῶν [*](Σ) πορευομένουϲ, καὶ ὁπλιτικῷ προϲχόνταϲ μᾶλλον ἢ ναυτικῷ.

[*](Ε)
[*](53)

Ναυῆ: ὄνομα κύριον.

[*](Δ)

54 Ναυηγόϲ: ὁ τῆϲ νηὸϲ ἀρχηγόϲ. τοῦτο κοινῶνϲ· ἡ δὲ ποίηϲιϲ καὶ τὸν ναυαγήϲαντα οὕτω γράφει.

55 Ναύκιοι: ἔθνοϲ.

[*](Δ)

56 Ναύκληροϲ: Ὑπερίδηϲ οὐ μόνον ὡϲ ἡ ϲυνήθεια κέχρηται τῷ [*](Harp.) ὀνόματι, ἀλλὰ καὶ ἐπὶ τοῦ μεμιϲθωμένου ἐπὶ τῷ τὰ ἐνοίκια ἐκλέγειν ἢ οἰκίαϲ ἢ ϲυνοικίαϲ.

57 Ναυκραρία· Δημοϲθένηϲ ἐν τῷ κατὰ Τιμοκράτουϲ. μήποτε δὲ [*](Harp.) βέλτιον φέρεται ἐν τοῖϲ Ἀττικιανοῖϲ Ναυκρατιτικά, ἵνα ᾖ ἀπὸ Ναυκρατιτικοῦ πλοίου, ἢ Ναυκρατιτῶν ἐμπλεόντων. ἡ γὰρ Ναύκρατιϲ τοπαλαιὸν ἐμπόριον ἦν τῆϲ Αἰγύπτου. ἐὰν δὲ ᾖ Ναυκραρικά, εἴη ἂη τὰ τῶν ἀρχόντων. Ναυκράρουϲ γὰρ τοπαλαιὸν τοὺϲ ἄρχονταϲ ἔλεγον, ὡϲ καὶ Ἡρόδοτοϲ ἐνε΄ ἱϲτοριῶν δηλοῖ. ἵϲωϲ παρὰ τὴν τῆϲ νηὸϲ κραῖραν εἴρηται [*](Etym.) τὸ ναυκραρικά.

58 Ναύκρατιϲ. καὶ τὸν Ναύκρατιν. πόλιϲ αὕτη Αἰγύπτου ὑπὸ Μιληϲίων [*](Δ) οἰκιϲθεῖϲα, ὁπηνίκα ἐθαλαττοκράτουν. ταύτηϲ πολίτηϲ ὁ ϲοφὸϲ Ἀθήναιοϲ.

[*](Etym. ?)

59 Ναῦλοϲ: τὸ ναῦλον. ἀρϲενικῶϲ ὁ ναῦλοϲ. καὶ ναῦλοϲ ἡμῖν τῆϲ [*](Ar.) νεὼϲ ὀφείλεται. καὶ Ἀριϲτοφάνηϲ· ἀπόδοϲ τὸν ναῦλον.

60 Ναύλοχον: εὔδιον, ἐν ᾧ αἱ ναῦϲ λοχῶϲιν, ἢ ἀναπαύονται.

[*](Σ)[*](52 — ναύτηϲ ═ P, Ba 306, 14, sch. Thuc. 7, 75, 7 πέζουϲ sq. Thuc. 7, 75, 7 (indicav. ms. Gsf.) 53 ═ Ambr. 8 (═ 14), Zon. 1385 56 Harp. ═ P cf. Bk. 282, 10; Hyper. fr. 189 57 — δηλοῖ Harp. ═ P; Dem. 24, 11, Hdt. 5, 71, 1 58 l. ═ Ambr. 47 πόλιϲ—ἐθαλαττοκράτουν Steph. Byz. 59—ὀφείλεται sch. Ar. Ran. 270; καὶ sq. fr. com. ad. 286 ἀπόδοϲ sq. Ar. Ran. 270 60 — ἀναπαύονται ═ P, Ba 306, 15; — λοχῶϲιν ═ Ap. S. 144, 34, unde H cf. sch. ὁ 846)[*](1 δὲ A, v. Σιϲίννιοϲ: δὲ καὶ GVM 3 χρῆϲθαι A om. V 4 μὲν τοῦτο A(GFVM) οὐκ ἂν V 5 λέγων om. V 6 Μωϲῆ V 7 Ἡλία V τοιούτουϲ—δείκνυ- ϲιν A, v. Σιϲίννιοϲ: τοῖϲ ἀ. τοιούτουϲ δ. V τοιούτουϲ δ. τοῖϲ ἀ. GM οὐ — 8 εἴρηται om. V 52 post 54 GM 9 Ναυάτηϲ GVM ναυατῶν GFM ναβατῶν V 11 Ναυί Aec GMec Ναυβή F Ναβή ss. l V cf. Zon. 54 om. AFV 12 τοῦτο—13 γράφει mg. GM 12 κοινόν G 18 Δημοϲθένηϲ — 22 ἀρχόντων om. F 19 Ναυκρατητικά GV, Phot. cf. Harp. 19, 20 Ναυ- κρατητικοῦ G, Phot. cf. Harp. 21 Ναυκρατικά AV 23 καὶ om. AFV ε΄] τῶν add. G ἱϲτοριῶν δηλοῖ] ἱϲτορεῖ F ἴϲωϲ — 24 ναυκραρικά ex mg. GM 25 καὶ — Ναύκρατιν om. AF; καὶ τὸ Ναύκρατι V πόλιϲ — 26 Ἀθήναιοϲ ex mg. GM 27 τὸ] τὸν FV ἀρϲενικὸν V cp. A καὶ — 28 ὀφείλεται om. A mg. Ar 28 καὶ —ναῦλον om. AFV mg. M 29 Ναύλοχοϲ G ναῦϲ] νῆεϲ GF)
440
[*](Ε)

ὁ δὲ ναῦϲ προϲέταξεν ἐν τοῖϲ ἀγκῶϲι ναυλοχεῖν λανθάνονταϲ· ἐπειδὰν δὲ αἴϲθωνται ζευγνύειν αὐτὸν τὴν γέφυραν, δίαβάλλειν ὡϲ τάχιϲτα. [*](Hdt.) παρὰ δὲ Ἡροδότῳ λιμὴν ἢ εὐδία. οὕτω καὶ παῤ Ὁμήρῳ.

[*](Δ)

61 Ναυλοχῶ: τὸ τὰϲ ναῦϲ ἐνεδρεύω. ἡ ἀναπαύω καθιϲτῶν.