Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

[*](Hdt.)

224 Νεοχμώϲαντεϲ: νεωϲτὶ κινήϲαντεϲ. Ἡρόδοτοϲ.

[*](x + E)

225 Νεοχμώϲειν: νεωτεριϲθῆναι, καινόν τι ἐργάϲαϲθαι. ἀϲχόλουϲ τε γὰρ αὐτοὺϲ ὄνταϲ διὰ τὸν πόλεμον μηδὲν νεοχμώϲειν.

[*](Δ)

226 Νέω: τὸ κολυμβῶ, καὶ τὸ πορεύομαι.

[*](Σ)

227 Νεωκορήϲει: ἐνίοτε ἀντὶ τοῦ ἱεροϲυλήϲει. κορεῖν γὰρ λέγουϲι τὸ καλλύνειν, τὸ ϲαροῦν, καὶ ἐκκαλλύνειν. τό τε ἐκκορηθείηϲ ἀντὶ τοῦ ἐκκαλυνθείηϲ.

[*](215 οἶδα sq. Aellian. fr. 318 (sed de asceto sec. Bruhn, Rh. Mus. 45, 276); verisimilius Dam. fr. 147 216 Tim. ═ P 217 ═ P, Ba 308, 1 cf. H 218 — Μήδειαν cf. Argum. Eur. Med. et Laert. 2, 134 220 ═ Ambr. 100 221 Soph. Ai. 6 c. sch. 222 — νέοϲ cf. P ═ Ba 308, 2; H. ἀκαταπόνητον cf. H, Et. M. 600, 49 μὴ — πολιτικοῖϲ cf. ad v. Θ 145 τέραϲ — πλέων Ar. Ran. 1371 — 2 c. sch. plenior.; ἀτοπίαϲ sq. cf. ad v. A 4374 223 νέων — πραγμάτων cf. Et. M. 601, 7 ὁ sq. Proc. h. a. 6, 21 224 gl. Hdt. 5, 19 cf. Ambr. 177; — κουλυμβῶ ═ Ps. Herodian. 90 et 242, An. Ox. 1, 292, 8, Zon. 1395 227 ═ P cf. sch. Pl. Rep. 9, 547 d, Ba 308, 6, H)[*](218 cf. v. K 240 222 init. cf. v. Θ 145; extr. cf. v. A 4374 223 Proc. cf. v. K 54 224 cf. v. Ε 1241 226 cf. 103, 336, 338 227 extr. aliter v. Ε 537)[*](A(GFVM))[*](1 τοι GM: τι AFV 216 om. V 6 τοῦ om. F 7 τὰ om. G 19 πλέον GFV 20 Νεοχμεῖν F 20. 21 νέων ἔχεϲθαι πραγμάτων supra l. M: om. rell. 21 ὁ — 22 ἤθελε om. V 21 καθεϲτώτων GM 27 ϲυλήϲει V γὰρ om. V λέγεται F 28 ἐκκορηθείηϲ] παρὰ τῷ κωμικῷ ss. M)
453

228 Νεωκόροϲ: ὁ τὸν ναὸν κοϲμῶν καὶ εὐτρεπίζων. ἀλλ᾿ οὐχ [*](Σ) ὁ ϲαρῶν.

[*](Suid.)

229 Νεωλέα: ὁ τοῦ νεὼ λαόϲ. Νεολαία δὲ ἡ νεόλεκτοϲ.

[*](Δ |)

230 Νεωλκήϲαϲ: ἔξω τὴν ναῦν ἑλκύϲαϲ.

[*](Δ)

231 Νέων, Νέωνοϲ: ὄνομα κύριον. Δημοϲθένηϲ ἐν τῷ ὑπὲρ Κτηϲιφῶντοϲ [*](Δ) περὶ τῆϲ πρὸϲ Φίλιππον τούτου φιλίαϲ φηϲιν.

[*](Harp.)

232 Νεώνητον: τὸν νεωϲτὶ ἠγοραϲμένον. ἐπεὶ μὴ ἐκ γένουϲ ἦν [*](Ar.) Ἀθηναῖοϲ ὁ Κλέων, ἀλλὰ νεωϲτὶ προϲεληλυθὼϲ τῇ πολιτείᾳ. ἐμφαίνει δὲ διὰ τούτων, ὅτι καὶ τῶν Ἀθηναίων καθάπτεται, ὅτι δέον πιϲτεύειν αὐτοὺϲ τοῖϲ γνηϲίοιϲ καὶ πολλὰ τὴν πόλιν εὐεργετηκόϲιν, οἱ δὲ μᾶλλον ἐτίμων τὸν Κλέωνα. πεφύκαμεν γὰρ καὶ τῶν οἰκετῶν μᾶλλον πιϲτεύειν τοῖϲ οἴκοι γεννηθεῖϲι καὶ ϲυντραφεῖϲιν, ἤ οἷϲ ἂν ἐπικτηϲώμεθα πριάμενοι.

233 Νεωρῆ: νεωϲτὶ ἠρτημένον· ἢ ἐκ νέου τινὸϲ καὶ ὥραν ἔχοντοϲ [*](Soph.) νέαν. ὁρῶ νεωρῆ βόϲτρυχον τετμημένον. καὶ Σοφοκλῆϲ· φόβον νεωρῆ τῆϲ ἐμῆϲ ἐπειϲόδου.

234 Νεώρια: ὁ ναύϲρταθμοϲ τῶν νεῶν. ἐμπρήϲαιεν ἂν τὸ νεώριον. ἐνθεὶϲ ἂν ἐϲ τίφην ἀνὴρ Βοιώτιοϲ, ἅψαω ἂν ἐϲπέμψειεν ἐϲ τὸ νεώριον. [*](Ar.) τίφη μὲν θηλυκῶϲ ἡ καὶ ϲίλφη, ζωῦφιον κανθαρῶδεϲ. ᾦ δοκοῦϲι Βοιωτοὶ [*](Suid.) ἐμπηγνύντεϲ δᾷδα ἡμμένην ἤ τι τοιοῦτον ἐμπυρίζειν ὃ δύνανται. τοῦτο δὲ καὶ δι᾿ ἀλωπέκων καὶ χελωνῶν ἐγένετο. Τῖφοϲ δέ γε τὸ δάϲοϲ. παρὰ τὸ ὑποτύφειν, [*](Etym.) φαϲί, καὶ κρύπτειν τὰ ἔϲω αὐτοῦ, τροπῇ ϲυνήθει τοῦ υ εἰϲ ι. ἡ δὲ τίφη καὶ ϲπερματίου λεπτοῦ ἐϲτιν ὄνομα.

235 Νεώρια καὶ Νεώϲοικοι: μήποτε νεώρια λέγεται ὁ τόποϲ ἅπαϲ, [*](Harp.) εὶϲ ὃν ἀνέλκονται αἱ τριήρειϲ καὶ πάλιν ἐξ αὐτοῦ καθέλκονται, ὡϲ ὑποϲημαίνουϲι Λυκοῦργόϲ τε καὶ Ἀνδοκίδηϲ.

236 Νεώϲ: Ἀττικῶϲ, ὁ ναόϲ. θηλυκῶϲ δὲ ἐπὶ γενικῆϲ νεώϲ, τοῦ [*](Σ) πλοίου.

[*](Δ)

237 Νεώϲατε: ἀροτριάϲατε.

[*](Σ)

238 Νεῶϲι· Δημοϲθένηϲ κατ᾿ Αἰϲχίνου. πόλιϲ ἐϲτιν ἐν τῇ φωκίδι.

[*](Harp.)[*](228 — εὐτρεπίζων ═ P, Ba 308, 6 cf. gl. Greg. An. Ox. 2, 482, 11 229 — λαόϲ cf. Ambr. 141 230 cf. Zon. 1395 231 Νεώνοϲ — κύριον ═ Ambr. 109 Δημοϲθένηϲ (18, 295) sq. Harp. ═ P 232 sch. Ar. Eq. 2; — ἠγοραϲμένον cf. Ambr. 79 ═ H, Zon. 1390 233 — τετθμημένον Soph. El. 901 c. sch. φόβον sq. Soph. OC 730 234 ἐμπρήϲαιεν —vs. 17 νεώριον Ar. Ach. 918, 920—921 Τίφοϲ—ι cf. Et. M. 760, 55 235 Hapr. ═ P; Lycurg. fr. 4; Andoc. 3, 7 236 — ναόϲ ═ P, Ba 308, 9, Zon. 1390 cf. H, Ps. Herodian. 191; Ambr. 78 ═ Ps. Herodian. 90 237 ═ P, Ba 308, 10, Η (in Ierem. 4, 3) cf. Et. M. 601, 11 238 Harp. ═ P; Dem. 19, 148; Hdt. 8, 32, 1 et 33, 1; Androt. fr. 23, FHG 1, 373)[*](228 ἀλλ᾿ sq. ex v. K 2078 229 hinc 195 extr. 234 cf. v. Θ 515, unde τίφη — κανθαρῶδεϲ; cf. porro v. τίφη)[*](1 ἀλλ᾿ — 2 ϲαρῶν om. AF 229—230 om. F 3 Νεολαία—νεόλεκτοϲ om. A A(GFVM) mg. V 7 Νεώνητον] Κλέωνα δηλαδή ss. M τὸν GMec, sch.: τὸ AFV Mac 8 Ἀθηναίων AGVep cf. vs. 9 ἐμφαίνει] ὁ κωμικὸϲ ss. M 9 τούτου GM ὅτι pr. del. Bhd. 11 πιϲτεύειν om. A 12 ἐπικτηϲαίμεθα GM 18 τίφη — 22 ὄνομα ex mg. GM: om. rell. 17 ᾦ M: ὃ G 23 Νεώρια] τὰ παῤ Ὁμήρῳ ἐπίϲτια ss. M 26 Ἀττικὸϲ V cp. A δὲ om. F 29 Νεῶϲι] δοτικὴ πλη θυντικῶν add. G ss. M)
454

Ἡρόδοτοϲ μὲν ἐν η΄ Νεῶνα ὀνομάζει, Ἀνδροτίων δὲ ἐν Ϛ΄ Ἀτθίδοϲ Νεῶναϲ.

[*](Δ)

239 Νεωϲτί: προϲφάτωϲ. ὥϲπερ ἐκ τοῦ μεγάλων μεγάλωϲ καὶ Ἀττικῶϲ [*](Etym.) μεγαλωϲτί, οὕτω νέων, νέωϲ, νεωϲτί. καὶ ἔϲτιν ὅμοιον τὸ οὕτω τι· εἰ καὶ βαρύνεται ἐκεῖνο.

[*](Σ)

240 Νεώϲοικοι: οἰκήματα παρὰ τῇ θαλάϲϲῃ οἰκοδομούμενα εἰϲ ὑποδοχὴν [*](Ε) νεῶν, ὅτε μὴ θαλαττεύοιεν. ὅτι Πολυκράτηϲ ὁ Σαμίων τύραννοϲ τῶν ὑφ᾿ ἑωυτῷ ὄντων πολιητέων τὰ τέκνα καὶ τὰϲ γυναῖκαϲ ἐϲ νεωϲοίκουϲ ϲυνειλήϲαϲ εἶχεν ἑτοίμουϲ, ἢν ἄρα προδιδῶϲιν οὗτοι πρὸϲ τοὺϲ κατιόντϲ, ὑποπρῆϲαι αὐτοῖϲι τοῖϲι νεωϲοίκοιϲι.

[*](Σ)

241 Νέωτα: τὸ ἐπιὸν ἔτοϲ· ἤτοι εἰϲ τὸ μέλλον. παρά τὸ ἕν, ὥϲ [*](Etym.) φαϲιν, ἕνοϲτα, καὶ ἀπελεύϲει τοῦ ϲ ἕνοτα, καὶ μεταθέϲει τοῦ ε καὶ ἐκταϲει τοῦ o εἰϲ ω νέωτα. αἰεὶ γεωργὸϲ ἐϲ νέωτα πλούϲιοϲ. ἐκ τοῦ νέωϲ, ἐξ οὗ τὸ νεωϲτί, νέωϲτα, ὡϲ δή, δῆτα, ἐπεί, ἔπειτα, καὶ ἐκδρομῇ τοῦ ϲ νέωτα. τὸ ἐκ νέου, καὶ ἔναγχοϲ.

[*](Ε)

242 Νεώτερα· τοῦτον δὲ ἀνεῖλον ὡϲ νεώτερα κατὰ Ῥωμαίων πράττοντα.

[*](Σ)

243 Νεωτερίζει: καινὰ πράττει.