Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

204 Νεόϲ: ἡ νεωϲτὶ ἠροτριαϲμένη γῆ. καί τιϲ γεωργὸϲ πυρὸν εἰϲ [*](Δ) νεὸν ϲπείραϲ, φύλαϲϲεν ἑϲτώϲ.

205 Νέοϲ ἐϲτὶ καὶ ὀξύϲ: ἀμαθήϲ ἐϲτι καὶ προπετήϲ.

[*](Σ)

206 Νεοϲϲία: ἡ καλιὰ τῶν ϲτρουθίων.

[*](Δ)
[*](207)

Νεόϲμηκτον: νεόθηκτον. καὶ νεοκάθαρτον.

[*](Δ)

208 Νεοϲϲόϲ: ὁ ϲτρουθόϲ.

[*](Δ)

209 Νεοϲπάδα: τὴν νεωϲτὶ ἀποϲπαϲθεῖϲαν. Πιϲίδηϲ· ταύτην δὲ τὴν φάλαγγα τὴν νεοϲπάδα.

210 Νεοτελήϲ: νεωϲτὶ τετελειωμένοϲ.

[*](Σ)

211 Νεοτευχέϲ: νεωϲτὶ κατεϲκευαϲμένον.

[*](Σ)

212 Νεοττεία: ἡ ἐκλέπιϲιϲ.

[*](Δ)

213 Νεόττιον: γέννημα. Ἀριϲτοφάνηϲ· πέρδιξ γενέϲθω τοῦ πατρὸϲ [*](Ar.) νεόττιον. τοῦ Πιϲίου ὁ υἱὸϲ ὅμοιοϲ βούλεται γενέϲθαι τῷ πατρί. ἦν δὲ ὁ Πιϲίαϲ προδότηϲ. καὶ αὖθιϲ· τρία κνώδαλα ἀναιδῆ, Πιϲίαϲ, Ὀϲφύων, Διϊτρέφηϲ.

214 Νεοττόϲ: ἡ τοῦ ᾠοῦ λέκιθοϲ, καὶ τὸ πυρρόν. Μένανδροϲ Ἀνδρίᾳ· [*](Σ) καὶ τεττάρων ᾠῶν μετὰ τοῦτο, φιλτάτη, τὸν νεοττόν. Κλέαρχοϲ ἐν τῷ Περὶ οἴνων ϲυγγράμματί φηϲιν· ὃ διακίδοται ἀρχὴ ὑπὸ τὸν ὑμένα λευκόν· ἐν τούτῳ γὰρ τὸ ϲπέρμα καὶ οὐκ ἐν τῷ καλουμένῳ νεοττῶ. διεψεύϲθηϲαν γὰρ οἱ πρῶτοι τοῦτο φήϲαντεϲ. καὶ ἔϲτι τὸ ὠχρὸν περίττωμα τοῦ ϲπέρματοϲ. ὅτι δὲ τὸ ὠχρὸν νεοττὸν ἔλεγον, μαρτυρεῖ καὶ Χρύϲιπποϲ ἐν τῷ Περὶ χρηϲμῶν. ὄναρ γάρ τινά φαϲι θεαϲάμενον ἐκ τῆϲ κλίνηϲ αὐτοῦ κρέμαϲθαι ᾠά, προϲναθέϲθαι ὀνειροκρίτῃ· τὸν δὲ εἰπεῖν, ὀρύττων θηϲαυρὸν εὑρήϲειϲ κατὰ τὸν τόπον ἐκεῖνον. εὑρόντα δὲ ϲταμνίον ἐν ᾦ ἀργύριον ἦν καὶ χρυϲίον, ἐνεγκεῖν τι τοῦ ἀργυρίου τῷ μάντει· τὸν δὲ μάντιν εἰπεῖν· τοῦ δὲ νεοττοῦ οὐδέν μοι δίδωϲ; καὶ Δίφιλοϲ κέχρηται τῇ λέξει· ᾠῶν δ᾿ ἐν αὐτῇ διέτρεχεν νεόττια.

[*](202 Soph. OC 1507 c sch. 203 ═ P, Ba 307, 27 204 — γῆ cf. sch. K 353 H et L v. νειόϲ (═ Ps. Herodian. 92); Choer. An. Ox. 2, 241, 18, unde Et M. 602, 37 καὶ sq. Babr. 33, 2—3 205 ═ P, Ba 307, 28 cf. H; l. Pl Gorg. 316 e 206 aliter Ambr. 159, Ps. Herodian. 90 207 νεοκάθαρτον cf Ambr. 145 208 ═ Ambr. 76, Ps. Herodian. 90 209 ταύτην sq. Pisid. fr. 121 210 Tim. ═ P 211 ═ P, Ba 307, 29 (fort. in Theocr. 1, 28) cf. Ap. S. 116, 4 sch. Ε 194 212 ═ Ambr. 152, Zon. 1391 213 Ar. Av. 767 c. sch. (plenior.) 766—7; Crat. fr. 233 214 ═ P cf. H, Ael. D. fr. 261 ap. Eust. I. 228, 44; Men. com. fr. 42, Clearch. fr. 74 a, FHG 2, 326, Chrysipp. fr. 1202 cf. Cic. de Div. 2, 134; Diphil. fr. 121)[*](204 cf. 291 209 cf. v. ϲπαδών 1 213 cf. v. Π 1641)[*](1 νέορτον] νεωϲτὶ ὀρνύμενον ss. M 3 ἡροτριαϲμένη GFV, sch., Hes. Laur.: A(GFVME) ἠροτριωμένη A Mac ἠροτριαμένη Mcc, Bhd. 4 ἑϲτῶϲιν F 6 ϲτρουθῶν F 7 καὶ νεοκάθαρτον om. AFV ss. M 15 τοῦ] ἑρμα () ss. M cf. sch. ὁ om. A, cod. G in sch. 19 τὸν νεοττόν] τῶν νεοττῶν V τὸ νεοττόν ed. pr., Bentley τὸ νεοττίον Mein. 20 οἴνων] θινῶν Ath. 8, 345 e ᾠῶν temere Toup ϲυγγράφει F δ] ὧ Ε, Phot. ᾠῷ Dobree, Toup ἡ ἀρχὴ Phot. ἀρχῇ Ar. ὑπὸ] τὸ ὑπὸ Naber 22 πρῶτοι] πρὸ τοῦ Dobree 27 εὑρὼν et ἐνεγκὸν F 28 δὲ alt. om. V)
452

215 Νεοττόϲ: καὶ ὁ νεογνὸϲ ὄρνιϲ, οἰδά τοι ἔγωγε καὶ ἐϲ η΄ ὅλαϲ ἡμέραϲ ἀναλωθέντα αὐτῷ κατοικιδίαϲ ὄρνιθοϲ οὐ μέγαν νεοττόν.

[*](Σ)

216 Νεουργόν: νεωϲτὶ εἰργαϲμένον.

[*](Σ)

217 Νεόφθιτον: νεωϲτὶ τελευτῆϲαν, νεωϲτὶ φθαρέν.

[*](Hesy.)

218 Νεοφρῶν ἢ Νεοφῶν, Σικυώνιοϲ, τραγικόϲ· οὗ φαϲιν εἶναι τὴν τοῦ Εὐριπίδου Μήδειαν· ὃν πρῶτοϲ εἰϲήγαγε παιδαγωγοὺϲ καὶ οἰκετῶν βάϲανον. ἐδίδαξε δὲ τραγῳδίαϲ ρκ΄. ϲυνῆν δὲ τὰ μετὰ ταῦτα Ἀλεξάνδρῳ τῷ Μακεδόνι, καὶ διότι φίλοϲ ἧν Καλλιϲθένει τῷ φιλοϲόφῳ, ϲὺν ἐκείνῳ καὶ αὐτὸν ἀνεῖλεν αἰκιωμοῖϲ.

[*](Δ)

219 Νεόφυτον: τὸ νεωϲτὶ φυτευθέν.

[*](Δ)

220 Νεόφυτοϲ: ὄνομα κύριον.

[*](Soph.)

221 Νεοχάρακτα: νεωϲτὶ κεχαραγμένα. Σοφοκλῆϲ· ἴχνη τὰ κείνου νεοχάρακτα. ὁπόταν γὰρ νεωϲτὶ αἱ ἀποχαράξειϲ τῶν ζῴων γένωνται, μᾶλλον ἐπακολουθοῦϲιν οἱ κυνηγέται, πρὶν ὑπὸ ἀνέμου ἀφανιωθῇ ἡ ὀδμή.

[*](Σ + x)

222 Νεοχμόϲ: νέοϲ, νέαν καὶ ἀκαταπόνητον δύναμιν ἔχων. μὴ [*](Ε) παρόντων ἐϲ τὰϲ ἀρχὰϲ ἀνδρῶν τῶν διέπειν ταύταϲ δυναμένων, πολλὰ [*](Ar. + Σ) νεοχμεῖϲθαι ἐν τοῖϲ πολιτικοῖϲ. Ἀριϲτοφάνηϲ· τέραϲ νεοχμόν. ἀντὶ τοῦ πράδοξον. ἀτοπίαϲ πλέων. ἀντὶ τοῦ θαύματοϲ.

223 Νεοχμοῦν: καινοτομεῖν, νεώτερα ἐργάζεϲθαι. [*](Etym.) πραγμάτων. ὁ δὲ φυλάϲϲειν τῶν καθεϲταμένων οὐδὲν ἠξίου, πάντα [*](Ε) δὲ νεοχμοῦν ἐϲαεὶ ἤθελε.