Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

163 Νέμεϲιϲ: μέμψιω, δίκη, ὕβριϲ, φθόνοϲ, τύχη. τὴν τῶν ἀλαζόνων [*](Σ) τιμωρὸν ϲυνέντεϲ Νέμεϲιν, ἥπερ αὐτοὺϲ μετῆλθε ϲὺν τῇ δίκῃ. [*](E) καὶ αὖθιϲ· οὐκ ἔλαθε τὴν ἅπαϲιν ἐναντιουμένην τοῖϲ ὑπερηφάνοιϲ Νέμεϲιν, ἀλλ᾿ ἐν ταῖϲ ἰδίαιϲ ἠναγκάϲθη παιδευθῆναι ϲυμφοραῖϲ.

[*](154 — γνώμην pr. Artem. 2, 37 p. 142, 1 155 παρεκάλει—λαόν Ios. Ant. 10, 12 εἰ sq. Ios. Bell. 6, 57 156 — φθονῶ cf. P s. v. νεμεωίζει ═ Ba 307, 15; H (aliter sch. Θ 407) Νεμεϲῆϲαι sq. ═ H cf. Ambr. 176, Zon. 1394 157 — ὁρικόν Alex. Aphr. 142, 10 — 18 158 ═ P, Σα, Ba 307, 13 cf. Ambr. 75 ═ Et. M. 600, 34 159 — νομιζόμενα Harp. ═ P; Dem. 41, 11 Νεμεϲία alt. sq. ═ P cf. Bk. 282, 32 160 ═ P, Ba 307, 15 cf. sch. Θ 407, H 161 ὁ sq. Dam. fr. 194 162 Ἀριϲτοφάνηϲ error; ἰῶ sq. Eur. Phoen. 182 163 — τύχη ═ P, Σα cf. Ba 307, 14 (et gl. inedita), H; — μέμψιϲ ═ sch. Γ 156, Apion, Ps. Herodian. 90, Choer. Epim. Ps. 31, 22 unde Et. M. 606, 44 (cf. 600, 29) vs. 27 τὴν — δίκῃ Aelian. fr. 232, falso Dam. fr. 189. οὐκ—ϲυμφοραῖϲ Aelian. fr. 233, falso Dam. fr 285)[*](155—6 cf. 153 161 cf. vv. A 2305 et E 3031 162 Eur. cf. vv. E 1062, I 454, ὑψηλοτέραϲ)[*](1 τοῖϲ—γνώμην om. V κατὰ] παρὰ Artem. 2 ἢ—γνώμην om. AFV A(GFVM) 3 νεμεϲηθεὶϲ —7 ἐλπίδαϲ om. V 3 κατοπχήϲῃ GMac κατ᾿ ὄρχηϲιν Mec; locus obscurus 6 ἐπιβουλῆϲ G, v. l. Ios. 8 φθονήϲω GM καὶ om. A, nov. gl. μέμψεϲθαι V 12 δὲ om. Α 13 ὁριϲτικόν F ζηλῶ —16 φθονερόϲ om. AFV mg. M 29 Νέμεϲιν ϲυνέντεϲ GF(V)M 30 καὶ — p. 448, 7 δοτικῇ om. F)
448

παρῆν δ᾿ ἡ Νέμεϲιϲ, ἢ τὰ τῆϲ ἐποπτεύει· ἢ καὶ ἄλλωϲ, ἣ τἄδικ᾿ ἐποπτεύει. [*](Ε) Βάβριόϲ φηϲιν ἐν Μυθικοῖϲ. καὶ Αἰλιανόϲ· Νεμέϲεωϲ ἐφόρου, τρόπουϲ ὑπερόπταϲ καὶ ὑπερηφάνουϲ κολαζούϲηϲ, ἐναργῆ μαρτύρια. καὶ [*](Prov.) παροιμία· Νέμεϲιϲ δέ γε πὰρ πόδαϲ βαίνει· παρόϲον μέτειϲι ταχέωϲ ἡ δαίμων τοὺνϲ ἡμαρτηκόταϲ. λήθουϲα δὲ πὰρ πόδαϲ βαίνειϲ, γαυρούμενον αὐχένα κλίνειϲ, ὑπὸ πῆχυν ἀεὶ βιοτὰν κρατεῖϲ.

[*](Synt.)

164 Νεμεϲῶ· δοτικῇ.

[*](Σ + x)

165 Νέμειν: καρποῦϲθαι, διοικεῖν. ἀλλὰ παῤ ἐμοὶ γενομένην πατρίδα τε νέμειν, ἣν ἐγὼ νέμω, καὶ οἶκον, ὃν ἐγὼ κέκτημαι.

[*](Rhet.)

166 Νέμειν προϲτάτην: ἀντὶ τοῦ ἔχειν προϲτάτην· τῶν γὰρ μετοίκων ἕκαϲτοϲ μετὰ προϲτάτου τῶν ἀϲτῶν τινοϲ τὰ ράγματα αὑτοῦ ϲυνῴκει καὶ τὸ μετοίκιον κατετίθει. καὶ τὸ ἔχειν προϲτάτην καλεῖται νέμειν προϲτάτην. Ὑπερίδηϲ· ὥϲτε κελευϲτέον τοὺϲ μαρτυροῦνταϲ τὰ τοιαῦτα καὶ τοὺϲ παρεχομένουϲ μάτην ἀπατᾶν ὑμᾶϲ, μὴ τυγχάνωϲι δικαιότερα λέγοντεϲ· καὶ νόμον ἡμῖν ἀναγκάζετε παρέχεϲθαι, τὸν κελεύοντα μὴ νέμειν προϲτάτην.

[*](Δ)

167 Νέμειοϲ: ὁ ἐν τῇ Νεμέᾳ. τῇ Λοκρικῇ δηλαδή. ὁ γὰρ τῆϲ κατὰ [*](Etym.?) τὴν Ἦλιν Νεμέαϲ πολίτηϲ Νέμεοϲ ἀναγράφεται καὶ Νεμεαῖοϲ, ἤδη δὲ καὶ Νεμεήτηϲ· ὡϲ δῆλον ἐκ τοῦ Ζεὺϲ Νεμεήτηϲ.

[*](Ε)

168 Νεμηθέντων: κληρωθέντων. Αἰλιανόϲ· ἀλλὰ καὶ ἐκείνων νεμηθέντων εἰϲ τὴν ϲτάϲιν.

[*](Σ)

169 Νεμήϲαϲθαι: διαμερίϲαϲθαι.

[*](Σ)

170 Νεμήϲειϲ ὑποκριτῶν: οἱ ποιηταὶ ἐλάμβανον τρεῖϲ ὑποκριτάϲ κλήρῳ νεμηθένταϲ ὑποκρινομένουϲ τὰ δράματα, ὧν ὁ νικήϲαϲ εἰϲ τοὐπιὸν ἄκριτοϲ παραλαμβάνεται. ἔϲτιν οὖν οἷον διαιρέϲειϲ.

[*](Σ)

171 Νέμοντα: διοικοῦντα.

[*](Soph.)

172 Νέμοϲ ἐπάκτιον: τὸ ἄλϲοϲ, τὸ ὄροϲ τὸ παράλιον. Σοφοκλῆϲ· [*](Ε) πάραλά τ᾿ ἄντρα, νέμοϲ ἐπάκτιον. οἱ δὲ ἀγχοῦ τῆϲ χηλῆϲ τοῦ ὄρουϲ ηὐλίζοντο, ὡϲ τὴν ὕλην καὶ τὸ ἐκ ταύτηϲ νέμοϲ πρόβλημα εἶναι.

[*](163 παρῆν—ἐποπτεύει alt. Babr. 43, 6 Νεμέϲεωϲ—μαρτύρια Aelian. fr. 160 vs. 4 Νέμεϲιϲ—ἡμαρτηκόταϲ  ═ Greg. Cypr. L. ll 81 cf. Paroem. ed. Gsf. 83, n. 688 λήθουϲα sq. Synes. ep. 95 p. 235b ═ Mesomed. hymn. 3, 9—11 164 ═ Synt. Laur. et Gud., An. Ox. 4, 297, 31 cf. Bk. 158, 12 165 — καρποῦϲθαι cf. H v. νέμοιτο 166 — κατετίθει cf. Bk. 298, 2; fonti rhetor. attr. Wentzel; Hyper. fr. 21 167 l. cf. Ambr. 119 τῇ Λοκρικῇ sq. cf. Steph. Byz. 163 ἀλλὰ sq. Aelian. fr. 122 169 ═ P, Ba 307, 16 170 ═ P, H 171 ═ P, Ba 307, 18 172 — ἐπάκτιον alt. Soph. Ai. 413 c. sch.)[*](163 Synes. cf. v. ὑπὸ πῆχυν 165 cf. 176 et v. Ε 1234 166 cf. v. Α 3703 et v. Π 2809 169 hinc v. Ε 511 extr. 172 extr. cf. v. χηλὴ ὄρουϲ)[*](A(GFVM))[*]( 1 ἣ τὰ γῆϲ ἐποπτεύει om. A ἢ καὶ ἄλλωϲ om. AV τἄδικ᾿] τὰ δίκαι᾿ Pors. 4 πόδα Kust. 5 δαίμων AMac, Paroem.: δίκη δαίμων V δίκη GMec πόδα v. ὑπὸ πῆχυν, Kust.: ἐπ᾿ αἰνέϲεωϲ ss. M 8 γενόμενον Toup 11 μετὰ] μ. τοῦ F 12 ϲυνῴκει] διῴκει Kust. cf. Bk. 298, 3 13 κελευϲτέον] κολαϲτέον Bhd. 14 προελομένουϲ Bhd. μάτην—τυγχάνωϲι] μὴ μάτην ἀπατᾶν ὑμᾶϲ ἀλλ᾿ ἀποδεικνύναι ὅτι τυγχάνουϲι praeeunt. Corai et Sauppio Blass ἀπαντᾶν V 15 δικαιότερα AVM: καιότερα G ϲκαιότερα ed pr. ὑμῖν Coraes τὸν om. V 17 τῇ — 19 Νεμεήτηϲ om. AFV mg. M 18 Ἦλιν M: ὕλην G 25 παρελαμβάνετο G 28 ἄντρα GM: ἄνδρα AFV; καὶ ex Soph. add. G)
449

173 Νέμω: τὸ μερίζω. Νέμω, νομιῶ. τὴν δ᾿ ἄῤ οὐδέτι νέμω [*](ΔΣ) πόλιν.

[*](Soph.)

174 Νέμω: τὸ μερίζω· δοτικῇ.

[*](Synt.)

175 Νέμω: τὸ βόϲκω· αἰτιατικῇ.

[*](Synt.)

76 Νέμοιτο: καρποῖτο.

[*](Σ)

177 Νένατο: ἐπεπλήρωτο. Ἰώϲηποϲ· ϲυνεκπίπτει δὲ τοῖϲ πολεμίοιϲ [*](E) εἴϲω· καὶ πᾶϲα οἰκία ὁπλιτῶν νένακτο, τὰ τέγη δ᾿ ἦν τῶν μαινομένων κατάπλεα. ἐκ τοῦ νάϲϲω, νάξω, τοῦ παῤ Ὁμήρῳ ἐν Ὀδυϲϲείᾳ. ἐξ οὖ καὶ ὁ [*](Etym.) ναϲτὸϲ ἄρτοϲ.

178 Νενεωλκημέναϲ ωαῦϲ: ἔξω οὔϲαϲ, εἱλκυϲμέναϲ.

[*](Δ)

179 Νενημένην καὶ Νεωηϲμένην: ϲεϲωρευμένην. Ξενοφῶν· εὕτῃϲ [*](Σ) γὰρ θηϲαυροὺϲ ἐν ταῖϲ οἰκίαιϲ ἄρτων νενημένων περυϲινῶν. καὶ [*](E) Ἀριϲτοφάνηϲ· τί κάθηωθ᾿ ἀβέλτεροι, ὄντεϲ λίθοι, ἀριθμόϲ, πρόβατ᾿, [*](Ar.) ἄλλωϲ ἀμφορεῖϲ νενηϲμένοι; τουτέωτιν ἀνόητοι. πρὸϲ τοὺϲ θεατάϲ φηϲι· διὰ γὰρ τοῦ μωροῦ δοκιμάζεται ὁ φρόνιμοϲ. ἀμφορεῖϲ δὲ ἀντὶ τοῦ ματαίωϲ κέραμοι ϲεϲωρευμένοι. νηῆϲαι γὰρ τὸ ϲωρεῦϲαι. καὶ νῆϲαι διϲυλλαβῶϲ.

180 Νενώμεθα: διανενοήμεθα.

[*](Σ)

181 Νεοαρδέα: νεωϲτὶ πεποτιϲμένην.

[*](Σ)

182 Νεογιλλόν: νεογέννητον. παρὰ τὸ νέον γίνεϲθαι, νεογινόν. καὶ [*](Σ) ὡϲ πνεύμων, πλεύμων Ἀττικῶϲ, καὶ νίτρον, λίτρον, οὕτω νεογινόν, νεογιλόν.

183 Νεογνόν: νεωϲτὶ γεννηθέντα.

[*](Σ)