Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

[*](Prov.)

905 Μὴ κινεῖν ἀκίητα, μηδ᾿ ἄκρῳ δακτύλῳ.

[*](Prov.)

906 Μὴ κινεῖν κακὸν εὖ κείμενον: ἐπὶ τῶν ἑαυτοῖϲ ἐξ ἀγνοίαϲ πράγματα ἐγειρόντων.

[*](Δ)

907 Μηκιϲτεύϲ: ὄνομα κύριον.

[*](Δ)

908 Μηκιϲτηιάδηϲ.

[*](Δ)

909 Μήκοθεν.

[*](Tact.)

910 Μῆκοϲ φάλαγγοϲ: τὸ πρῶτον ἐκ τῶν λοχαγῶν ϲύνταγμα, ὅ ὑπὸ μίαν εὐθεῖαν τάϲϲεται, ἀπὸ κέρατοϲ εἰϲ κέραϲ διατεῖνον. καλεῖται δὲ τοῦτο καὶ πρόϲωπον καὶ μέτωπον καὶ ϲτόμα καὶ παράταξιϲ καὶ πρωτολοχία καὶ πρωτοϲτάται. ὁ δὲ κατόπιν τούτου ϲτίχοϲ παράλληλοϲ κείμενοϲ δεύτερον ζυγὸν καλεῖται καὶ ὁ τρίτοϲ τρίτον ζυγόν· καὶ ἑξῆϲ ὁμοίωϲ.

[*](Δ)

911 Μηκύμενοϲ.

912 Μήκων: μέροϲ τι τῶν ἐντοϲθίων τοῦ πολύποδοϲ τοῦ ἰχθύοϲ· ὃϲ κεῖται ἐπάνω τῆϲ κοιλίαϲ, οἱονεὶ κύϲτιϲ, ἐν ἑαυτῇ ἔχουϲα τὸν θολόν, [*](Δ) ὥϲ φηϲιν Αἰλιανὸϲ ἐν τῷ Περὶ ζῴων. ϲημαίνει δὲ καὶ εἰδοϲ ϲπέρματοϲ, καὶ ὄνομα κύριον.

[*](Δ)

913 Μηκύνη: ὄνομα πόλεωϲ.

[*](Δ)

914 Μηκωνοειδέϲ.

[*](Harp.)

915 Μηκύβερνα· πόλιϲ ἐϲτὶν ἐν Θρᾷκῃ ϲταδίουϲ κ΄ άκέχουϲα τῆϲ Ὀλύνθου ἡ Μηκύβερνα.

[*](Σ)

916 Μῆλα: πάντα τὰ τετράποδα. ὅθεν και πᾶϲα βύρϲα μηλωτὴ καλεῖται.

[*](Ecl.)

917 Μῆλα: παρὰ τὸ μέλω, τὸ φροντίζω, μέλα καὶ μῆλα, τὰ ἐπιμελείαϲ ἄξια. Ὅμηροϲ· καλλίτριχα μῆλα νομεύων. ἀντὶ τοῦ νομεύϲαϲ. [*](Ar) Μῆλα καὶ οἱ μαϲθοί· ὁ γοῦν Μενέλαοϲ τῆϲ Ἑλένηϲ τὰ μῆλά που γυμνῆϲ παρευιδὼν ἐξέβαλ᾿, οἰῶ, τὸ ξίφοϲ.

[*](904 ═ Zen. V 18 905 — ἀκίνητα ═ Macar. V 98 cf. sch. Pl. Leg. 11, 913 b 906 ═ Paroem. Ed Gsf. 78 n. 659 cf. sch. Pl. Phileb. 15 c 907 ═ Ambr. 596 908 cf. L; Z 28 910 Tact. 20 911 cf. Ambr. 590 912 cf. Aristot. ( fr. 315) ap. Ath. 7, 316c 913 ═ Ambr. 658 915 Harp. ═ P 916 ═ P, Σα. Et. M 584, 3 cf. Ba 300, 25; Ap. S. 112, 17 unde H; Aristonic. In sch. A in K 485 917 — ἄξια cf. An. Ox. 1, 280, 4, unde Et. M. 583, 16. Ὅμηροϲ ι 336 vs. 31 Μῆλα sq. Ar. Lys. 155—6 c. sch.)[*](910 cf. post litt. Ψ)[*](A(GFVM))[*](1. 2 περικειμένην Α 5 φυτὸν] τὸ F 905 mg. V; ἐπὶ τῶν ἐπ᾿ αὐτοὺϲ ἐξ ἀγνοίαϲ πράγματα ἐγειρόντων add. V; πράγμα ἀγειρόντων add. F cf. vs. 9 908 post 914 V 11 Μηκιϲτιιάδηϲ V Μηκιϲτιάδηϲ Α 909 om. F mg. V 14 εὐθεῖαν om. F καλεῖτο Α 16 πρωτολοχίαι V 911 mg. V 21 δ᾿ϲ] ὅ Port. 22 Περὶ] τῶν add. F δὲ om. F 22. 23 καὶ ϲπέρματοϲ εἰδοϲ καὶ Α 26 Μηκύβερνα bis FM 27 ἡ Μηκύβερνα om. G 29 μέλλω FG 30 τοῦ om. V 31 καὶ om. GF, nov gl.)
385

918 Μηλάνθη: εἶδοϲ ζῴου μικροῦ.

[*](Δ)

919 Μηλέα: τὸ δένδρον.

[*](Δ)

920 Μήλειοϲ Ἡρακλῆϲ: ἐπὶ τῶν εὐτελῶν· τοῦ γὰρ βοὸϲ ἐκφυγόντοϲ [*](Prov.) ποτέ, ὃν ἔμελλον τῷ Ἡρακλεῖ προϲάξειν, μῆλον λαβόντεϲ καὶ κλάδουϲ ὑποθέντεϲ δ΄ἔθυϲαν.

921 Μήλειοϲ βληχή: ἡ τῶν προβάτων. καὶ Μήλειοϲ καρπόϲ, [*](Δ) ὁ τῆϲ μηλέαϲ.

922 Μήλη: ἡ ἰατρική. ὅτι μήληϲ ἐντεθείϲηϲ τῷ ὀφθαλμῷ, οὐκ [*](Δ) ἀντιλαμβανόμεθα τῶν αἰϲθητῶν καὶ οὐδὲ τοῦ μεταξὺ ὡϲ ἔτυχεν ἀέροϲ [*](Phil.) ἔχοντοϲ, ἀλλὰ πεφωτιϲμένου. καὶ αὕτη ἡ αἰτία τοῦ μὴ τὰϲ αἰϲθήϲειϲ τῶν ἰδίων αἰϲθητηρίων ἀντιλαμβάνεϲθαι.

923 Μηλιακὸν πλοῖον: ἐπὶ τῶν παλαιῶν καὶ ἄγαν ἐκρεόντων [*](Prov.) πλοίων· Ἱππότην γὰρ εἰϲ ἀποικίαν ϲτελλόμενον τοῖϲ μὴ βουληθεῖϲιν αὐτῷ ϲυμπλεῖν καταράϲαϲθαι, μήτε πλοῖα ϲτεγανὰ αὐτοῖϲ γενέϲθαι ποτε καὶ γυναικοκρατεῖϲθαι.

924 Μηλιέαϲ: ὄνομα κύριον.

[*](Δ)