Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

[*](Δ)

61 Μακεδόνειοϲ πόλιϲ: τῶν Μακεδόνων. Μακεδονία δὲ χώρα.

62 Μακεδονική. ζήτει περὶ ἀρχῆϲ Μακεδονικῆϲ ἐν τῷ Ἀϲϲύριοι.

[*](Ε)

63 Μακεδόνιοϲ· οὗτοϲ πλεῖϲτα ὅϲα κακὰ κατὰ Χριϲτιανῶν ἐνεδείξατο καὶ τὸν κολοφῶνα τῶν κακῶν, οἷϲ ἔδραϲεν, ἐπιτίθηϲι· πυθόμενοϲ γὰρ κατὰ τὸ Παφλαγόνων ἔθνοϲ πλείϲτουϲ εἶναι τῆϲ Ναυατικῆϲ θρηϲκείαϲ, καὶ μάλιϲτα κατὰ τὸ Μαντίνιον, ϲυνιδών τε ὡϲ οὐχ οἷόν τε τοϲοῦτον πλῆθοϲ δι᾿ ἐκκληϲιαϲτικῶν ἀνθρώπων ἐλαύνεϲθαι, τετραρίθμουϲ [*](57 — τίθεται ═ P cf. H, sch. Aeschyl. Pars. 631 ὡϲ sq. Ar. Pl. 555 — 6 c. sch. 58 ═ P cf. H 59 ═ P, Ba 294, 27 cf. Ps. Herodian. 218, Et. M. 574, 8 60 in η 106 61 Μακεδόνων ═ Ambr. 223. Μακεδονία sq. ═ Ambr. 215 63 Socr. h. e. 2, 38) [*](A(GFVM)) [*](2 ἐκτήϲατο] ἠϲκήϲατο V 5 ἐκεῖνον V 6 ἐγγέγραπται Aac 6 et 7 περὶ om. AF 7 Γνωϲτικὸν GV 9 τῶν om. V 14 τε ex AF, Socr. 19 ζαμενίταϲ AF 21 Πλούτῳ om. F Δάμαρτε GVM 22 κεχρήϲατο AF 24 νῆϲοϲ Phot. Hes. 25 Ἀρμένδαϲ Phot. Ἀρμενίδαϲ coll. sch. Ap. Rh. 1, 551 Gsf. 27 ἴϲωϲ om. F μηκεδανῆϲ coll. Ap. S. 109, 34 Toup; item sch. η 106 (unde Et. M. 28, 48): Μακεδονικῆϲ omnes 28 δὲ ex A solo; nov. gl. GVM 62 om. AV mg. Ar 29 καὶ ζήτει ArF Ἀϲϲύριοϲ ArF 32 Ναυτικῆϲ GV 34 τοϲοῦτο A)

311
ϲτρατιώταϲ γνώμῃ τοῦ βαϲιλέωϲ ἐπὶ τὴν Παφλαγονίαν πεμφθῆναι πεποίηκεν, ὅπωϲ φόβῳ τῶν πλείϲτων τὴν Ἀρειανικὴν δόξαν προϲδέξωνται. οἱ δὲ ἐκεῖϲε ζήλῳ τῆϲ θρηϲκείαϲ ἀπονοίᾳ κατὰ τῶν ϲτρατιωτῶν ἐχρήϲαντο· καὶ ϲυμβολῆϲ γενομένηϲ τῶν μὲν Παφλαγόνων ϲυχνοὶ πίπτουϲι, τῶν δὲ ϲτρατιωτῶν πλὴν ὀλίγων πάντεϲ. διὰ τοῦτο προϲέκρουϲε τῷ βαϲιλεῖ, ἄλλωϲ τε καὶ ὅτι μετέθηκε τὰ λείψανα τοῦ μεγάλου Κωνϲταντίνου· οἱ γὰρ λαοὶ διεκώλυον τοῦτο, ἀνόϲιον εἶναι λέγοντεϲ· καὶ ϲυμβαλόντεϲ μάχῃ πολλοὶ ὅϲοι πίπτουϲιν. ὕϲτερον δὲ καὶ καθῃρέθη ὁ Μακεδόνιοϲ.

64 Μακεδόνιοϲ ἄλλοϲ, ὃϲ ἐπὶ Ἰουλιανοῦ τοῦ Παραβάτου ἐμαρτύρηϲε. καὶ [*](Suid.) ζήτει ἐν τῷ Ἀμάχιοϲ.

65 Μακεδών, Μακεδόνοϲ.

[*](Δ)

66 Μακέτιϲ: θηλυκόν.

[*](Δ)

67 Μάκελλα: δίκελλα. Ἀριϲτοφάνηϲ· ὦ μῶρε, μῶρε, μὴ θεῶν [*](Σ) κίνει φρέναϲ δειλάϲ, ὅπωϲ μή ϲου γένοϲ πανώλεθρον Διὸϲ μακέλλῃ [*](Ar.) πᾶν ἀναϲτρέψῃ δίκη. ἐπὶ τῶν βλαϲφήμων εἴρηται.

68 Μακκοᾷ: ἀνοηταίνει, ἐνεόν ἐϲτιν. ἔφαμεν δέ, ὅτι ἡ Μακκὼ ἐνεὰ [*](Ar.) ἦν. Ἀριϲτοφάνηϲ· τὸ τοῦ δήμου πρόϲωπον μακκοᾷ καθήμενον. καὶ Μεμακκοακότα, ἀντὶ τοῦ ἀνοηταίνοντα.

69 Μακκὼ καὶ Λαιμώ: γυναῖκεϲ, αἳ ἐγένοντο ἐνεαί, τουτέϲτι βαρέωϲ [*](Ar.) νοοῦϲαι.

70 Μακρὰ γραμμή: ἡ καταδικάζουϲα· ὁ δ᾿ ἀπολύων βραχεῖαν [*](Σ) ἐϲημειοῦτο.

71 Μακρὰν οὐϲίαν: οὕτω λέγουϲι τὴν πολλὴν Ἀττικοί.

[*](Σ)

72 Μακρὰ χαίρειν: οἰμώζειν, ϲτενάζειν.

[*](Σ)

73 Μακραίωναϲ: μακροβίουϲ. Σοφοκλῆϲ· οὔτοι βίου μοι τοῦ [*](Σ) μακραίωνοϲ πόθοϲ, φέροντι τήνδε βάξιν. ἀντὶ τοῦ οὐ βούλομαι ζῆν [*](Soph.) ἐπὶ ταύτῃ τῆ φήμῃ.

74 Μακραίωνι ϲχολῇ: πυλυχρονίῳ, βραδεῖ ἀγῶνι. Σοφοκλῆϲ.

[*](Soph.)

75 Μακρέτειοϲ: ὁ πολυχρόνιοϲ.

[*](Δ)

76 Μακρόβιοι· ζήτει ἐν τῷ Βραχμᾶνεϲ.

77 Μακροκέφαλοι: ἔθνοϲ ἐϲτὶν οὕτω καλούμενον. Παλαίφατοϲ δέ [*](Harp.) φηϲιν ἐν ζ΄ τῶν Τρωϊκῶν ἐν τῇ Λιβύῃ ὑπεράνω Κόλχων οἰκεῖν τοὺϲ Μακροκεφάλουϲ.

[*](65 cf. Ambr. 91 66 cf. Ambr. 189 67 δίκελλα ═ P, Ba 294, 28 cf. sch. Luc. 240, 12, H, Ap. S. 109, 33 ὦ sq. Ar. Av. 1238—40 c. sch. plenior. 68 — καθήμενον Ar. Eq. 396 c. sch. Μεμακκοακότα sq. sch. Ar. Eq. 62 69 sch. Ar. Eq. 62 70 ═ P cf. sch. Ar. Vsp. 106, H, Poll. 8, 16 71 ═ P 72 ═ P, Ba 294, 29 73 — μακροβίουϲ ═ P cf. Ambr. 78 οὔτοι sq. Soph. 0T 518 — 9 c. sch. 74 sch. Soph. Ai. 194 77 Harp. ═ P; Palaeph. F GrHist 44 fr. 2)[*](64 ex v. Α 1513 67 cf. 1338 69 cf. 550 73 cf. v. B95)[*](1 Παφλαγονίαν F: cp. A Παφλαγόνα GV Mcp 2 Ἀρειανήν AF 4 ϲυμβουλῆϲ A(GFVM) F 5 ὀλίγοι F 64 om. A mg. Ar post 62 F 10 καὶ—11 Ἀμάχιοϲ om. FV 11 ἀμάχωϲ GM 13 Μακέτιϲ θηλυκόν AF: τὸ δὲ θηλυκόν Μακ. GVM 17 ἡ om. GVM 76 om. A mg. Ar post 84 F post 77 V 31 ζήτει — Βραχμᾶνεϲ om. FV)
312
[*](Σ)

78 Μακρὸν ποιῶ: ἀντὶ τοῦ μηκύνω. οὕτωϲ Φιλιππίδηϲ.

79 Μακρὸν τεῖχοϲ ἐκεῖθεν τῆϲ Σηλυβρίαϲ. καὶ ζήτει ἐν τῷ τεῖχοϲ.

[*](Σ)

80 Μακροπόνηροϲ.