Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

[*](Σ+x)

481 Μέλει: ἔοικεν. οὕτω τέθειται παῤ Ὁμήρῳ. καὶ παροιμία· μέλει μοι τῶν τοιούτων οὐδὲν ἧττον ἢ τῶν ἐν τοῖϲ τέλμαϲι βατράχων.

[*](Etym.)

482 Μέλει· φροντίζει μέλλει δὲ τὸ βραδύνει. καὶ μέλλω, τὸ ὀφείλω.

[*](Σ?)

483 Μελείρηνεϲ: τῶν παίδων οἱ πρεϲβύτεροι.

484 Μέλη: τὰ τοῦ ϲώματοϲ.

[*](474 τῶν αὐτῶν—θεοῦ Eunap. fr. 94, FHG 4, 54 ὃϲ sq. Aelian. fr. 119 475 — προεϲτηκότεϲ praeter παῤ Ἡροδότῳ ═ P, Ba 297, 11; φροντιϲταὶ ═ gl. Hdt. 2, 65, H Εὐαγγελίῳ Matth. 20, 8 476 ═ sch. Ω 409, Ps. Herodian. 81 cf. Ambr. 577, H 477 — δυϲτυχήϲ ═ P, Σα, Ba 297, 12 cf. Et. M. 576, 36, H, Ambr. 306, Ps. Herodian. 81, sch. D in Π 336 ὁ sq. cf. sch. A (Aristonic.) in Π 336 478 — ἄϲκηϲιϲ cf. H καὶ sq. Ios. Bell. 3, 75 479 ὥϲπερ sq. Philostr. 1, 7 480 Soph. El. 846—7 c. sch. 481 — Ὁμήρῳ cf. Ap. S. 110, 28; — ἔοικεν cf. P ═ Ba 297, 18 sch. A 564 (et Aristonic. in sch. A); H, sch. Pl. Rep. 8, 566e μέλει μοι sq. Iul. Misop. 358a 482 cf. Choer. Epim. Ps. 37, 23 (ex quo Et. M. 576, 51), Ambr. 542 — 3, H 483 cf. Plut Lyc. 17, 3; fort. ex Ar. Byz. derivatum 484 cf. Et. M. 577, 11 ═ Soran. ap. Zon. 1347)[*](476 cf. 517 479 cf. v. Ε 3605 481 cf. v. Ε 969 et v. τέλμα 482 cf. 488, 538—9, v. Ε 973)[*](A(GFVM))[*](2 ὢν V, v. H 350: ὢν καὶ AGM 3 ἐτῶν Kust. 5 ὃϲ] ὡϲ V 9 τοῦ alt. om. F 476 bis, hic et post 474 F 20 κνίϲϲηϲ GM, v. l. v. Ε 3605 24 Μέλλει e Phot. Hes. sch. Hom. Kust.; sed μέλει ad verba Iuliani accomodatum est 25 μέλλει F ἢ τῶν om. GM 482 om. AF mg. Ar 27 Μέλλει] μέλλειν G βραδύνειν GM 28 Μελλείρηνεϲ e Plut. Kust.)
353

485 Μεληδόν: κατὰ μέλοϲ.

[*](Δ)

486 Μέλημα: φρόντιϲμα.

[*]( Σ)

487 Μέληϲ, Μέλητοϲ: ὁ τοῦ Ὁμήρου πατήρ.

[*]( Δ)

488 Μελλήϲαϲ: ὑπερθέμενοϲ, βραδύναϲ. καὶ ἐπὶ τοῦ ϲπουδάϲαϲ.

[*](Σ)

489 Μελήϲερμοϲ, Ἀθηναῖοϲ. ϲοφιϲτήϲ. ἔγραψεν Ἐπιϲτολῶν ἑταιρικῶν [*](Hesy.) βιβλία ιδ΄, καὶ ἀγροικικῶν α΄, Μαγειρικῶν ἐπιϲτολῶν βιβλίον α΄, Στρατηγικῶν βιβλίον α΄, Συμποϲιακῶν βιβλίον α΄.

490 Μεληϲία: ὄνομα κύριον. ὁ δὲ ὁρῇ τὴν Μεληϲίαν καὶ ἐρᾷ [*](Δ) αὐτῆϲ.

[*](Ε)

491 Μέλληϲιϲ: ὑπέρθεϲιϲ.

[*](Σ)

492 Μεληϲμόϲ: ἡ βραδυτήϲ.

[*](Δ)

493 Μελήϲω: ϲπουδάϲω, φροντίϲω.

[*]( Σ)

494 Μελληταί: ὑπερθετικοί.

[*]( Σ)

495 Μέλητοϲ: τραγῳδίαϲ ποιητὴϲ ὑπόψυχροϲ. καὶ Ἀριϲτοφάνηϲ· [*](Ar.) ϲκολιὰ Μελήτου, Καρικῶν αὐλημάτων. οὗτόϲ ἐϲτιν ὁ Σωκράτην γραψάμενοϲ. κωμῷδεῖται δὲ ὡϲ ψυχρὸϲ ἐν τῇ ποιήϲει καὶ ὡϲ πονηρὸϲ τὸν τρόπον. τὰ δὲ Καρικὰ αὐλήματα καὶ μέλη θρηνώδη ἦϲαν.

496 Μέλητοϲ, Λάρου, Ἀθηναῖοϲ, ῥήτωρ. οὗτοϲ ἐγράψατο Σωκράτην [*](Hesy.) μετὰ Ἀνύτου. πεποίηνται δὲ αὐτῷ καὶ τραγῳδίαι. κατελιθώθη δὲ ὑπὸ τῶν Ἀθηναίων. καὶ ἦν ἐπὶ τῶν Ζήνωνοϲ τοῦ Ἐλεάτου καὶ Ἐμπεδοκλέουϲ χρόνων. οὗτοϲ ἔγραψε περὶ τοῦ ὄντοϲ. καὶ ἀντεπολιτεύϲατο δὲ Περικλεῖ· καὶ ὑπὲρ Σαμίων ϲτρατηγήϲαϲ ἐναυμάχηϲε πρὸϲ Σοφοκλῆν τὸν τραγικόν, ὀλυμπιάδι πδ΄.

497 Μέλητοϲ· οὗτοϲ ἐρᾷ νεανίου Ἀθήνηϲι τῶν εὖ γεγονότων καὶ [*](Ε) πλουϲίων, μειρακίου καὶ ἐκείνου τὸ γένοϲ διαπρεποῦϲ καὶ τὴν ὥραν ἀμάχου. καὶ τῷ μὲν ἐραϲτῇ Μέλητοϲ ὄνομα ἥν, τῷ καλῷ δὲ Τιμαγόραϲ, ὥϲ φαϲιν. ἦν δὲ ἄτεγκτόϲ τε καὶ ἀμείλικτοϲ ὅδε ὁ παῖϲ, καί Οἱ πολλὰ προϲέταττε καὶ ἐπίπονα καὶ κινδύνων ἐχόμενα τῶν ἐϲχάτων καὶ ὁμοῦ τὰ τῷ ὀλέθρῳ ἐλαύνοντα. καὶ ἦν τὰ πράγματα κύναϲ τε ἀγαθὰϲ [*](485 ═ Ambr. 575, Ps. Herodian 81 486 ═ P, Ba 297,13, sch. Luc. 178, 25 cf H 487 ═ Ps. Herodian. 81; — Μέλητοϲ Ambr. 325 488═ P, Ba 297. 19 cf. H, Bk. 278,14, sch. Thuc. 1, 86, 2 499 ὁ sq. Aelian. fr. 12 491 ═ P, Σa cf. H 492 cf. Ambr. 288, Zon. 1344 v. μέλληϲιϲ; H v. μέλληϲιϲ ═ Et. M. 577, 1, Bk. 278, 13 493 ═ P, Ba 297 21 cf. Zon. 1351 494 P, Ba 297, 22, H 495 Ar. Ran 1302 c. sch. 496 τραγῳδίαι cf. sch. Pl. Ap. 18b. vs. 20 καὶ ἦν sq. cf. de Melisso Laert. 9, 24 497 Aelian. fr. 69) [*](487 cf. v. O 251 init 488 cf 534 et 538 490 cf. v. Π 274 495 cf. cκολιά 497 cf. vv. Α 4329, 4343, 4301, Ε 2027, Κ 251) [*](4 τοῦ om. GM 7 βιβλίον pr. et alt. om. G 8 ὁ δὲ om. A 11 Μελληϲμόϲ A(GFVM) Port cf. Hes. 13 Μεληταί G F 496 —7 inverso ord. V, 495—7 post 525 GM; Μέλιτοϲ cett. GVM ct. p. 22, 2. 3 18 Λαϊου ex Ar. fr. 438 ap. sch. Pl. Clinton 20 καὶ ἦν AM; ἦν δὲ G om. V οὖτοϲ ἦν Flach cf. 21 τῶν alt. om. M 21 οὖτοϲ] καὶ Flach cf. 20 καὶ om. G 23 πε΄ Bhd. 24 Μέλιτοϲ GM V οὖτοϲ— p 354,18 κεφαλήν] ὄνομα κύριον F cf. Ambr. 327 ἐρᾷ νεανίου] ἦν νεανίαϲ Bekk. (νεανίαϲ etiam Bhd.); ἤρα δὲ post πλουϲίων add. Bekk. 25 καὶ ἐκείνου ex A solo 26 Μέλιτοϲ cett. G V M 27 ὡϲ φαϲιν om. V 29 καὶ ὁμοῦ— ἐλαύνοντα om V τὰ] τι Hercher del. Bas. ἐλαύνοντα] ἐμβάλοντα πράγματα] προϲτάγματα Bekk.)

354
καὶ θηρατικὰϲ ἐκ τῆϲ ἀλλοδαπῆϲ ἄγειν καὶ ἵππον αὖ τῶν πολείων ἀπαγαγεῖν ὅτου δὴ γενναῖόν τε καὶ θυμικόν, καὶ ἄλλου χηαμύδυ ὡραίαν, καὶ τοιαῦτα ἕτερα. καὶ τελευτῶν ὄρνιθάϲ οἱ προϲέταξε κομίϲαι ὅτου δὴ τροφίμουϲ καὶ οἰλέταϲ γένοϲ θαυμαϲτούϲ. ἐπεὶ δὲ καὶ τοῦτο κατεπράξατο ὁ ἔνθεοϲ φίλοϲ ἐκεῖνοϲ καὶ ἐδωρεῖτό γε τῷ καλῷ τὸ μέγα τίμιον κτῆμα τοὺϲ προειρημένουϲ, ὁ δὲ ἀτεράμων ὢν καὶ ἐϲ τοϲοῦτον ἀπεώϲατο ἄρα τὸ δῶρον. ὁ τοίνυν Μέλητοϲ φλεγόμενοϲ τῷ ἔρωτι καὶ οἰϲτρούμενοϲ καὶ ἐπὶ τούτοιϲ ἀϲχάλλων τῇ ἀτιμίᾳ καὶ ἀπαυδήϲαϲ ἐπὶ τοῖϲ ἀνηνύτοιϲ τε μόχθοιϲ ἅμα καὶ ἀπείροιϲ, ᾗ ποδῶν εἶχεν ἀνέθορέ τε ἐϲ τὴν ἀκρόπολιν καὶ ἑαυτὸν ἔωϲε κατὰ τῶν πετρῶν. οὐ μὴν ἡ τιμωρὸϲ δίκη τὸν ὑβριϲτὴν παῖδα καὶ ὑπερόπτην εἴαϲεν ἐπεγχανεῖν τῷ τοῦ Μελήτου θανάτῳ. τοὺϲ ὄρνιθαϲ γοῦν ἀναλαβὼν καὶ ταῖ ϲ ἀγκάλαι ϲ ἐνθεί ϲ, εἷτα μέντοι κατ᾿ ἴχνια τὰ ἐκείνου θέων, ὥϲπερ οὖν ἑλκόμενοϲ βίᾳ, ἑαυτὸν ϲὺν τῷ δυϲτυχεῖ χωρῶν ἐπὶ τῷ Μελήτῳ ἔρριψε φέρων, βραδὺν καὶ δυϲτυχῆ τὸν ἔρωτα ἀντεραϲθεὶϲ τοῦτον. καὶ ἕϲτηκεν εἴδωλον τοῦ πάθουϲ κατὰ τὸν τόπον παῖ ϲ ὡραῖοϲ καὶ γυμνὸϲ ἀλεκτρυόναϲ β΄μάλα εὐγενεῖϲ φέρων ἐν ταῖϲ ἀγκάλαιϲ καὶ ὠθῶν ἐαυτὸν ἐπὶ κεφαλήν.

[*](Δ)

498 Μέλητοι καὶ Ἄνυτοι.

499 Μέλι: τοῦτο γλυκὺ μέν ἐϲτι τὴν αἴϲθηϲιν, πικρὸν δὲ τὴν ἀνάδοϲιν· χολῆϲ γὰρ αὐτό φαϲι ποιητικὸν εἶναι καὶ τρέπειν τοὺϲ χυμοὺϲ εἰϲ τοὐναντίον τῆϲ γεύϲεωϲ· ὃ δὴ καὶ μᾶλλον τῆϲ ἐκ φύϲεωϲ αὐτοῦ πικρότητοϲ κατηγορεῖ τὴν γένεϲιν.

[*](Δ)

500 Μελία: εἶδοϲ δένδρου. Ἀριϲτοφάνηϲ Ὄρνιϲιν· ἱζόμενοϲ μελίαϲ [*](Ar.) ἐπὶ φυλλοκόμου.