Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

1447 Μυροκλῆϲ: Σαλαμίνιοϲ τὸ γένοϲ, τῶν παρ᾿  Ἀθηναίων οὐκ [*](Harp.) ἄπο πολιτευϲαμένων.

[*](1435 Ar. Pac. 521 —22 c. sch. 521 1436 ὁ βαρὺϲ sq. Eunap. fr. 68, FHG 4, 44 1437 — φυτοῦ ═ Ambr. 1010 cf. H, sch. Κ 466 1438 — φυτοῦ + vs. 10 δένδρον cf. Ambr. 1013, H Μυρρινῶν — ἄρχοντεϲ sch. Ar. Vsp. 861 ═ P v. Μυρρινῶ + Μύρρινοϲ cf. H, sch. Ar. Eq. 964 μυρρίνην sq. Ar. Nu. 1364—5 c. sch. 1439 Μυριοπραγότερον cf. Ambr. 988 1440 Harp. ═ P; Dem. 19, 11 1441 Μυρίτηϲ οἶνοϲ cf. Ambr. 948 ═ Zon. 1374 1445 μυρμήκων sq. Ar. Th. 100 c. sch. 1146 ═ Ambr. 991, Zon. 1374 1447 Harp. ═ P)[*](1436 cf. v. 408 1437 πεδίον sq. cf v. Α 4670 1438 sch. Vsp. cr. v. ψωλόϲ 1441 — κύριον ex v. Α 3745 1442 ex v. Α 4173 1443 ex v. Α 3743 vel v. ΑΙ 61 cf. ad v. Κ 2084 1444 ex v. Γ 118 1445 cf. v. χορικόϲ)[*](2 ἂν λάβοιμι G, Ar. 4 βαρὺϲ] πολὺϲ G ἐκεῖνοϲ om. V ὁ πολυέλικτοϲ A(GFVM) del. H. Stephan. ὑπὸ] ὁ V 5 καὶ βαρυνόμενοϲ coll. v. Κ 408 del. Toup 1 πέδιον— 9 φυτοῦ propter homoeotel. om. A 1438 om. ante 1437 V 9 Μυρρίνα V 11 τιῦν V, Ar.: τῶι A τὸν GM Αἰϲχύλου Ar.: cp. AV Αἰϲχύλον GM 13 Μυριοπραττότερον G 14 Μεγάλῃ πόλει G, Harp. plen. Dem.: cp. M ϲυνέδριόν Acp, Harp. Phot.: ϲύνεδρον rell. μνημονεύουϲιν V, Harp. Phot.: cp. AM μνήμενοι F μνήμονεϲ G 1441—4 om. AF post 1446 V; 1441—2 mg. Ar 18 ὄνομα πόλεωϲ] πόλιϲ ἐϲτί Ar 21 μυρμήκων (cf. vs. 23)] μυρμήκουϲ G Μύρμηκοϲ Ar. Phot. 24 ἐποίει om. A ὑπεκρίνετο G, plerique v. χορικόϲ 25 Μυρμηδόνεϲ FV 26 Μοιροκλῆϲ Harp. plen. τῶν — 27 πολιτευϲαμένων om. A 27 ἄπο] ἀ F κατα Harp. ep.)
428
[*](Σ)

1448 Μυρομένη: ὀδυρομένη, θρηνοῦϲα.

[*](Ar.)

1449 Μύρον διατριπτικόν: παρὰ τὸ διατρίβειν καὶ ἀναβάλλεϲθαι. οἷον τὸ διατριβῆϲ γέμον καὶ βραδυτῆτοϲ· ἢ ἐπεὶ τριβόμενα ἔνια τῶν μύρων ἡδίω γίνεται· ἅμα δὲ καὶ πρὸϲ τὴν διατριβήν.

[*](Thdr.)

1450 Μύρον ἐπὶ κεφαλῆϲ: τὸ ἀρχιερατικὸν ἔλαιον ἐξ ἡδυϲμάτων ϲυνέκειτο. ἀλλ᾿ οὐδὲν ἐκεῖνο αὐτὸ καθ᾿ ἑαυτὸ τοϲαύτην εὐοϲμίαν ἠφίει· ἡ δὲ πάντων μίξιϲ καὶ κρᾶϲιϲ πλείϲτην ὅϲην τὴν εὐωδίαν εἰργάζετο. τούτῳ τὴν ἀδελφικὴν εἰκότωϲ ϲυμφωνίαν ἀπείκαϲεν· ἡ γὰρ τῶν πλειόνων κατορθωμάτων ϲυνειϲφορὰ τῆϲ τελείαϲ ἀρετῆϲ τὴν εὐκοϲμίαν ἐργάζεται.

1451 Μυρόπη: ὄνομα κύριον.

[*](Δ)

1452 Μυροπώλιον.

[*](Δ)

1453 Μύρωνοϲ. καὶ Μυρωνίδηϲ, ὁ τοῦ Μύρωνοϲ.

[*](Δ)

1454 Μυρϲίνη: ὄνομα τόπου.

[*](Δ)

1455 Μυρϲινῶνοϲ.

[*](Δ)

1456 Μύρϲωνοϲ.

[*](Σ)

1457 Μύρτα: ὁ καρπὸϲ τῆϲ μυρρίκηϲ.

[*](Harp.)

1458 Μύρτηϲ· Δημοϲθένηϲ ἐν τῷ ὑπὲρ Κτηϲιφῶντοϲ καταλέγων τοὺϲ προδεδωκόταϲ ἑκάϲτην πόλιν φηϲιν, Ἀργείουϲ.

[*](Harp.)

1459 Μύρτηϲ, Τελέδαμοϲ, Μναϲέαϲ. Θεόπομποϲ δὲ Παϲαίαν καὶ Ἀμυρταῖον ὀνομάζει τῶν Ἀργείων τοὺϲ Μακεδονίζονταϲ. ἰδεῖν οὖν, εἰ γραφικά ἐϲτιν ἁμαρτήματα.

[*](Hesy.)

1460 Μυρτίλοϲ, Ἀθηναῖοϲ, κωμικόϲ, υἱὸϲ μὲν Λύϲιδοϲ, ἀδελφὸϲ δὲ τοῦ κωμικοῦ Ἑρμίππου. δράματα αὐτοῦ Τιτανόπανεϲ, Ἔρωτεϲ.

[*](Ar.)

1461 Μύρτον: τὸ γυναικεῖον αἰδοῖον. Ἀριϲτοφάνηϲ· οὐδὲ τῶ μύρτω θιγεῖν ἐῶντι πρὶν ἐξ ἑνὸϲ λόγου ϲπονδὰϲ ποιηϲόμεθα ποττὰν Ἑλλάδα.

[*](Σ)

1462 Μύρτον: τὸ ϲχῆμα τοῦ γυναικείου αἰδοίου, οὗ τὸ μεταξὺ κλειτορίϲ. ἀφ᾿ οὗ τὸ ἀκολάϲτωϲ ἕπεϲθαι κλειτορίζεϲθαι. τὸ δὲ χεῖλοϲ ὑποδορίϲ, τὸ δὲ ϲύμπτωμα μυρτοχείλη.

[*](Harp.)

1463 Μυρτώνιον· Δημοϲθένηϲ ἐν τῷ ὑπὲρ Κτηϲιφῶντοϲ. φρούριον ἦν ἐν Θρᾴκῃ.

[*](1448 ═ P, Ba 304, 26, sch. Z 373 cf. H ═ sch Luc. 241, 3; Et. Gen., Ambr. 1042, Apion 1449 Ar. Lys. 943 c. sch. 1450 Thdr. in Ps. 132, 2, PG 80, 1912a b 1452 ═ L 1453 Μύρωνοϲ ═ L, Ps. Herodian. 196 cf. Ambr. 972, Ps. Herodian. 89. Μυρωνίδηϲ sq. cf. Ambr. 964 1454 cf. Ambr. 960 et 1020 1455 ═ Ambr. 979 1457 cf. P ═ Ba 304, 27, sch. Pl. ep. 361 b, sch. Ar. Av. 82, H 1458—9 Harp. ═ P; Dem. 18, 295, FGr Hist 115, 231 1461 Ar. Lys. 1004—6 c. sch. 1004 cf. H 1462 ═ P cf. H; Rufus Ephes. P. 147, 7 Daremberg, ex quo Poll. 2, 174 1463 Harp. ═ P; Dem. 18, 27)[*](1462 cf. v. Κ 1767)[*](A(GFVM))[*](3 ἐπεὶ] ἐπὶ GV 9.10 εὐοϲμίαν G, Thdr. cf. vs. 6 1451 om. AFV 14 ὄνομα τόπου] τόπ(οϲ) Α 1455 non nov. gl. GM; Μυρϲιῶνοϲ Α cf. Ambr. 978 1456 non nov. gl. F 17 μυρίκηϲ GF 19 ἑκάϲτῃ πόλει GM cp. V 20 Μύρτηϲ non nov. G, Harp. plen. 1460 ante 1458 V)
429

1464 Μυρώ, Βυζαντία, ποιήτρια ἐπῶν καὶ ἐλεγείων καὶ μελῶν, [*](Hesy.) Ὁμήρου τοῦ τραγικοῦ θυγάτηρ, γυνὴ δὲ Ἀνδρομάχου τοῦ ἐπικληθέντοϲ φιλολόγου.

1465 Μυρώ, Ῥοδίᾳ, φιλόϲοφοϲ. χρείαϲ γυναικῶν βαϲιλίδων καὶ [*](Hesy.) μύθουϲ.

1466 Μῦϲ: ὄνομα κύριον πύκτου. ϲημαίνει δὲ καὶ εἶδοϲ ζωϋφίου. |

[*](Δ)