Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

101 Μάλεοϲ: ὄνομα κύριον. Φαιϲτόϲ, πόλιϲ Κρήτηϲ. Ὅμηροϲ· ἐϲ Φαιϲτόν· [*](Suid.) μικρὸϲ δὲ λίθοϲ μέγα κῦμ᾿ ἀποέργει. Μάλεοϲ γάρ τιϲ τελέϲαϲ τὸν λίθον τοῦτον ἀνιέρωϲε τῷ Ποϲειδῶνι, πρὸϲ τὸ μὴ τὰ κύματα προϲπελάζειν τῇ Φαιϲτῷ.

102 Μαλερόν: λαμπρόν, ϲποδόεν, ἰϲχυρόν, ὀξύ, ἀϲθενέϲ, ξηρόν, [*](Σ) δριμύ. τὸ δὲ μαλερὸν πῦρ, τὸ ὀξύ, ἢ μαραντικόν, ϲφοδρόν. καὶ μαλερὰϲ φρέναϲ, τὰϲ ἀϲθενεῖϲ καὶ ξηράϲ. ῥιπίδα τὰν μαλερὸν θάλποϲ [*](Anth.) ἀμυνομέναν.

103 Μάλειον ὄροϲ· Μαλειάων ὄροϲ αἰπύ· Ὅμηρὸϲ.

[*](Δ)

104 Μαλιαϲμόϲ: νόϲοϲ περὶ τοὺϲ ὄνουϲ γινομένη, ὅϲ ἐϲτι κατάρρουϲ διὰ μυκτήρων καὶ ϲτρόφοϲ περὶ τοῦϲ αὐτούϲ. οὐκ ἐκφεύγει δὲ οὐδέτερον τῶν νοϲημάτων ὁ ὄνοϲ.

[*](95 Ar. Byz. Epit. 2, 5—7 96 sch. Soph. Ai. 594 97 ═ Synt. Laur. et Gud. 98 ἄϲπλαγχνα Ar. Byz. Epit. 2, 2—4 99 ═ Ambr. 63 100 ὅροϲ Ambr. 126 102 — ξηράϲ ═ P cf. H, Et. M. 574, 36, sch. Ap. Rh. 1, 734 Ba 295, 4, sch. l 242, sch. Pind. Ο. 9, 34 ῥίπιδα sq. Anth. 6, 207, 4 103 l. ═ Ambr. 230; Μαλειάων ὄροϲ ═ Ambr. 127; γ 287)[*](101 ex v. Φαιϲτόϲ)[*](5 γεννώμεθα F ὑπὸ] ἀπὸ V 8 οἱ] οἷον Philop. 12 τὸ] τῷ F A(GFVM) 13 πάντων GVM 14 καλοῦμεν om. V 15 ἐκδύονται F 19 Μαλάχεια VM Μαλάκια Ar. Byz. 20 ἐϲτι] εἰϲι AF 23 καὶ — Μαλέαν om. AF 101 om. A mg. Ar post 98 V 25 Μάλιοϲ V 29 μαλερὰν AacF cf. Anth. 31 Μαλειάων] nov. gl. GF)
314
[*](Δ)

105 Μάλλιοϲ: ὄνομα κύριον. ὅτι Μάλλιοϲ ὁ ὕπατοϲ τὸν ἑαυτοῦ παῖδα μονομαχήϲαντα Ποντίῳ τῷ Λατίνῳ καὶ καταβαλόντα τὸν ἀντίπαλον, ὡϲ μὲν ἀριϲτέα ἐϲτεφάνωϲεν, ὡϲ δὲ ὑπερβάντα τὰ ἐξ αὐτοῦ τεταγμένα ἐπελέκιϲεν· ὃ δὴ ϲὺν ὠμότητι πραχθὲν εὐπειθεϲτάτουϲ τοῖϲ ἄρχουϲι Ῥωμαίουϲ κατέϲτηϲεν. ζήτει ἐν τῷ δικτάτωρ.

[*](Σ)

106 Μάλιϲτα: ἀντὶ τοῦ ἀκριβῶϲ ὁ Θουκυδίδηϲ λαμβάνει.

[*](Σ)

107 Μαλθακόν: ἔκλυτον, μαλακόν. ὁ δ᾿ αὑτὸν ἐξάγαγε βιότου [*](Anth.) μαλθακίῃ ϲοφίηϲ. καὶ παροιμία· ἁπαλοὶ θερμολουϲίαιϲ, ἁβροὶ μαλθακευνίαιϲ· [*](Suid.) ἐπὶ τῶν ὑπὸ τρυφῆϲ καὶ ἁβρότητοϲ διαρρεόντων.

[*](Ar.)

108 Μαλθακώτερον: πρὸϲ τὸ ἡδύτερον τοῦ βίου, καὶ εὖ ἔχον. Ἀριϲτοφάνηϲ Βατράχοιϲ· τὸ δὲ μεταϲτρέφεϲθ᾿ ἀεὶ πρὸϲ τὸ μαλθακώτερον, δεξιοῦ πρὸϲ ἀνδρόϲ ἐϲτι καὶ φύϲει Θηραμένουϲ.

[*](Σ)

109 Μαλθάξαι: ἀγαθῦναι, καταπραῧνοι. τοὺϲ μὲν δώροιϲ μαλθαϲϲομένουϲ καὶ ἐϲ τὰϲ κλήϲειϲ ϲυνιέναι. καὶ αὖθιϲ· τὸ γὰρ δυνάμενον ἐκεῖνον τὸν ἄνδρα μαλθάξαι ἓν μόνον ἦν, ἡ τῶν τρόπων ἐπιείκεια καὶ ὁ τοῦ δικαίου κατὰ φύϲιν ἔρωϲ. καὶ Ἀριϲτοφάνηϲ· [*](Ar.) νάρκη μου κατὰ τῆϲ χειρὸϲ καταχεῖται, καὶ τὸ ξίφοϲ οὐ δύναμαι κατέχειν, ἀλλ᾿ ἤδη μαλθακόϲ εἰμι.

[*](Harp. (Σ))

110 Μάλθη: ὁ μεμαλαγμένοϲ κηρόϲ.

[*](Ε)

111 Μάλθων· ὁ γύνανδρόϲ τε καὶ μάλθων τύραννοϲ. ἀντὶ τοῦ ἔκλυτοϲ.

[*](Harp.)

112 Μαλκίομεν· Δημοϲθένηϲ θ΄ Φιλιππικῶν φηϲι.

113 Μάλκιον: ἀϲθενέϲ, ψυχρότατον. ὁ δὲ Μιθριδάτηϲ πιὼν φάρμακον [*](Ε) ἀϲθενέϲ τε καὶ μάλκιον βραδέωϲ τὴν ἰϲχὺν ἀπεδείκνυτο.

[*](call.)

114 Μαλκίϲτατον: ψυχρότατον. τὸ δὲ μοι μαλκίϲτατον ἦμαρ.

[*](Σ)

115 Μᾶλλον μᾶλλον: ἀντὶ τοῦ ἀεὶ καὶ μᾶλλον· Ἄλεξιϲ Ἀτθίδι· πῶϲ ἐπινεφεῖ τὸ πρῶτον ὁ Ζεὺϲ ἡϲυχῇ, ἔπειτα μᾶλλον μᾶλλον. [*](Phil.) Ἄναξίλαϲ Ὥραιϲ, Ἄλεξιϲ Πεζονίκῃ. τοῦτο τὸ μᾶλλον λέγεται θετικῶϲ, οἷον οὐδὲν μᾶλλον ὁ πειρατὴϲ κακόϲ ἐϲτιν ἢ ὁ ψεύϲτηϲ ὑπὸ δὲ τῶν Σκεπτικῶν οὐ θετικῶϲ, ἀλλ᾿ ἀναιρετικῶϲ λέγεται· ὡϲ [*](105 ὅτι — κατέϲτηϲεν cf. Exc. Plan. 15 ap. Cass. D. 1 p. CXVII 106 ═ P, Σᵃ, sch. Thuc. 1, 17, 1 cf. Ba 295, 7 107 — μαλακόν ═ Ba 295, 5 cf. P, H ὁ — ϲοφίηϲ Anth. 7, 95, 3—4 ═ Laert. 2, 15 108 Ar. Ran. 538—40 c. sch. 109 — καταπραῦναι ═ P, Ba 295, 6 τοὺϲ — ϲυνιέναι Laert. 4, 8 τὸ γὰρ — ἔρωϲ fort. Dam. νάρκη sq. Ar. Vsp. 713—4 110 Harp. ═ P, Ba 295, 8 cf. Bk. 278, 23, unde Et. M. 574, 34; H 111 ὁ—τύραννοϲ Aelian. fr. 290 112 Harp. ═ P; Dem. 9, 35 114 Call. (fr. 13 K. an. 45 S.) c. sch. 115 — Πεζονίκῃ ═ P cf. Bk. 108, 5; Alexid. fr. 29 et 181 (2, 308 et 365 K.), Anaxil. fr. 32 (2, 273 Κ.) τοῦτο sq. Laert. 9, 75) [*](107 καὶ παροιμία sq. ex v. Α 2885 109 l. 109 init. cf. v. Ε 926; Ar. cf. v. N"38 114 cf. v. τὸ δὲ μοι 115 Laert. cf. v. Ο 802) [*](A(GFVM)) [*](1 Μάλιοϲ bis GVM 4 ὃ] τὸ F ἐϲ πειθεϲτάτουϲ A 5 Ῥωμαίοιϲ GVM 7 αὑτὸν] ἐξ αὐτῶν AF 8 καὶ—9 διαρρεόντων om. AF 13 καταπραῧναι] καὶ πραῧναι F 19 ὁ om. AF, Ba Bk. Hes. 20 ὁ om. V 22 θ΄ A, Harp. Phot.: ἐν θ΄ rell. 25 ψυχρότερ(ον) V)

315
ὑπὸ τοῦ ἀναϲκευάζοντοϲ καὶ λέγοντοϲ, οὐ μᾶλλον ἢ Σκύλλα γέγονεν ἢ Χίμαιρα. καί ποτε μὲν ϲυγκριτικῶϲ ἐκφέρεται, ὡϲ ὅταν φῶμεν, μᾶλλον τὸ μέλι γλυκὺ ἢ τὴν ϲταφίδα· ποτὲ δὲ θετικῶϲ καὶ ἀναιρετικῶϲ, ὡϲ ὅταν λέγωμεν, μᾶλλον ἡ ἀρετὴ ὠφελεῖ ἢ βλάπτει. ϲημαίνομεν γάρ, ὅτι ἡ ἀρετὴ ὠφελεῖ, βλάπτει δ᾿ οὔ.

116 Μᾶλλον ὁ Φρύξ: ἡ παροιμία ἐνθένδε· οἱ ζ΄ ϲοφοὶ ἐρωτώμενοι [*](Σ) ὑπὸ Κροίϲου, τίϲ τῶν ὄντων εὐδαιμονέϲτατοϲ, οἱ μὲν ἀπεκρίναντο τὰ ἄγρια ζῷα· ὑπὲρ γὰρ τῆϲ αὐτονομίαϲ ἀποθνήϲκει· οἱ δὲ πελαργούϲ· δίχα γὰρ νόμου τῇ φύϲει τὸ δίκαιον ἔχουϲι· Σόλων δέ, οὐδένα πρὸ τῆϲ τελευταίαϲ ἡμέραϲ. παρεϲτὼϲ δὲ Αἴϲωποϲ ὁ Φρύξ, ὁ λογοποιόϲ, τοϲοῦτον, εἶπεν, ὑπερέχειϲ τῶν ἄλλων, ὅϲον θάλαϲϲα ποταμῶν. ἀκούϲαϲ δὲ Κροῖϲοϲ εἶπε, μᾶλλον ὁ Φρύξ.

117 Μαλῷα· καί τινα διὰ χειρὸϲ ἔχουϲι μαλῷα καὶ καθαίρουϲι.

[*](Metaphr.)

118 Μάλλωνοϲ: ὄνομα ἐθνικόν.

[*](Δ)

119 Μαλλώτηϲ, Διονυϲιάδηϲ, Φυλαρχίδου, τραγικόϲ.

[*](Suid.)

120 Μάλχοϲ, Βυζάντιοϲ, ϲοφιϲτήϲ. ἔγραψεν ἱϲτορίαν ἀπὸ τῆϲ βαϲιλείαϲ [*](Hesy.) Κωνϲταντίνου καὶ ἕωϲ Ἀναϲταϲίου· ἐν ᾗ τὰ κατὰ Ζήνωνα καὶ Βαϲιλίϲκον καὶ τὸν ἐμπρηϲμὸν τῆϲ δημοϲίαϲ βιβλιοθήκηϲ καὶ τῶν ἀγαλμάτων τοῦ Αὐγουϲταίου καὶ ἄλλα τινὰ διεξέρχεται μάλα ϲεμνῶϲ καὶ τραγῳδίαϲ δίκην ἀποθρηνῶν αὐτά.