Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

[*](Σ)

722 Λωβᾶται: βλάπτει, λυμαίνεται, ὑβρίζει.

[*](Σ Δ)

723 Λωβητῆρα: ὑβριϲτήν. καὶ Λωβήτωρ, ὁ βλαπτικόϲ. βοτρύων [*](Anth.) ἀκάμαντα φυτῶν λωβήτορα κάπρον.

[*](Δ)

724 Λῶβοϲ: εἶδοϲ νόϲου.

[*](Δ)

725 Λωγάνιοϲ: ὄνομα κύριον. ϲημαίνει δὲ καὶ τὸ ϲτῆθοϲ.

[*](Δ)

726 Λώϊον: κρεῖϲϲον. καὶ Λωΐτεροϲ, κρείττων. λωΐτεροϲ κύκνου [*](Δ + Anth.) μικρὸϲ θρόοϲ ἠὲ κολοιῶν κρωγμὸϲ ἐν εἰαριναῖϲ κιδνάμενοϲ νεφέλαιϲ.

[*](Δ)

727 Λῶμα: τὸ κράϲπεδον.

[*](Σ)

728 Λώϊον: βέλτιον.

[*](Δ)

729 Λῴονοϲ: τοῦ κρείττονοϲ λόγου.

730 Λῷοϲ: ὄνομα μηνὸϲ παρὰ Μακεδόϲιν. ὁ Αὔγουϲτοϲ.

[*](Σ)

731 Λώπην: ἱμάτιον, περίβλημα. ἐν Ἐπιγράμμαϲι· φρυκτοὺϲ [*](Anth.) αἰθαλόενταϲ ἐμῆϲ ῥιπίϲμαϲι λώπηϲ ἔϲβεϲα καὶ διαδὺϲ λέχριοϲ ἐν θαλάμῳ.

[*](Δ)

732 Λωπίζω: τὸ ἐκδύω.

733 Λώπιον: τὸ εὐτελὲϲ λαῖφοϲ. δέϲποτα, χειμερίηϲ ἄνθεμα ναυτιλίηϲ [*](Anth.) ἀρτήϲειν ἁγίοιϲ τόδε λώπιον ἐν προπυλαίοιϲ εὔξατο.

[*](Σ)

734 Λωποδύτηϲ: ἱματίων κλέπτηϲ. ἢ Λωποδύτηϲ, ὁ νεκροὺϲ [*](Δ) ἐκδύων. καὶ Λωποδυτεῖν, τὸ ἱμάτια κλέπτειν. οἱ δὲ τῶν Περϲῶν [*](Ε) τεθνεῶντεϲ λωποδυτούμενοι καὶ ταφῆϲ ἀμοιροῦντεϲ τοῖϲ θηρίοιϲ ἑϲτίαϲιϲ ἦν αὐτοϲχέδιοϲ.

[*](Σ)

735 Λῶποϲ: ἱμάτιον.

[*](Δ)

736 Λῶροϲ.

[*](719 Tact. 2 721 ═ P, Ba 292, 27 722 ═ P, Σa; — βλάπτει ═ Ba 293, 19. λυμαίνεται ═ H. ὑβρίζει cf. Ambr. 731 723 — ὑβριϲτήν ═ P, Ba 293, 21 sch. B 275 cf. H Λωβήτωρ, ὁ βλαπτικόϲ cf. H v. λωβητῆρα, Boisson 4, 391 vs. 483 βοτρύων sq. Anth. 6, 168, 1 724 aliter Ambr. 715 725 ϲτῆθοϲ cf. sch. Luc. 193, 20, Ambr. 727 726 — κρεῖϲϲον ═ Ps. Herodian. 79 cf. Ambr. 726 Et. Gen. λωΐτεροϲ κύκνου sq. Anth. 7, 713, 7 — 8 728 ═ P, Ba 293, 22 cf. Et. Gen., H 729 cf. Ambr. 721 731 — περίβλημα ═ P, Ba 293, 24 cf. H, sch. ν 224, Ap. S. 109, 17; Ambr. 722 ═ Ps. Herodian. 79 φρυκτοὺϲ sq. Anth. 5, 293, 9—10 732 ═ Ambr. 732 cf. H, sch. Soph. Tr. 925 733 δέϲποτα sq. Anth. 6, 245, 3 — 6 734 κλέπτηϲ ═ P, Σa cf. Bk. 276, 13, Ps. Herodian. 79 Λωποδύτηϲ alt.—ἐκδύων ═ Ambr. 713 cf. Bk. 276, 13, H. Λωποδυτεῖν —κλέπτειν cf. sch. Ar. Pl. 165 οἱ sq. Th. Simoc. 3, 7, 19 735 ═ P, Σa, H, Et. Gen, Et. M. 571, 1 cf. Lex. rhet. fr. 379 ap. Eust. Ο. 1739, 50, sch. Soph. Tr. 925 736 cf. Ambr. 716)[*](719 cf. post litt. Ψ 721 cf. 708, 711, v. Ε 905 722 cf. v. 886 723 Anth. cf. v. Α 790 725 cf. 637 731 cf. 352)[*](A(GFVM))[*](3 πρῶτοϲ — λόχου post 1 ιζ΄ V 10 Λογάνιοϲ AFV ϲημαίνει — ϲτῆθοϲ om. AF 727 post 728 GM, ordo poscit 15 κρείϲϲονοϲ GM, Ambr. 730 om. AF mg. Ar 16 Μακεδόνων V 25. 26 ἑϲτίαϲιν A)
289

737 Λώπτω: τὸ πηδῶ.

[*](Δ)

738 Λῷϲτοϲ: βέλτιϲτοϲ. καὶ ὄνομα κύριον.

[*](ΣΔ)

739 Λώτ· οὗτοϲ ἀνεψιὸϲ ἦν Ἀβραάμ. ἀπῄεϲαν οὖν οἱ ἄγγελοι εἰϲ Σόδομα ἀφανίϲαι τὰϲ πόλειϲ διὰ τὰϲ ἁμαρτίαϲ αὐτῶν. ὁ δὲ Ἀβραὰμ ἱκέτευϲε δίκαιον μετὰ ἀϲεβοῦϲ μὴ ϲυναπολέϲαι, τάχα διὰ τὸν Λώτ. οἱ δὲ ἄγγελοι ἐν Σοδόμοιϲ γενόμενοι ξενίαϲ ἔτυχον παρὰ τοῦ Λώτ. οἱ δὲ Σοδομῖται ἀποϲπᾶν αὐτοὺϲ ἐπειρῶντο πρὸϲ διαφθοράν. τοῦ δὲ διὰ φιλοξενίαν ἀντιπροΐϲχοντοϲ τὰϲ θυγατέραϲ, ὡϲ οὐκ ἐπείθοντο, οἱ μὲν ὑπὸ τῶν ἀγγέλων ἠφανίζοντο τὰϲ ὄψειϲ, ὁ δὲ ἅμα ταῖϲ θυγατράϲι καὶ τῇ ϲυμβίῳ ἐξεπέμπετο· ἥτιϲ μεταϲτραφεῖϲα μετεβλήθη ὡϲ ϲτήλην ἁλόϲ. ὁ δὲ Λὼτ εἰϲ Σηγὼρ διαϲωθεὶϲ τῇ τε πόλει παραίτιοϲ ἐγένετο ϲωτηρίαϲ, τῶν ἀνδρῶν ἀφανιϲθέντων, ὡϲ λόγοϲ, τῶν δὲ λοιπῶν δ΄ διαφθαρειϲῶν καὶ τῆϲ λίμνηϲ ἅμα τῇ γῇ ἀνατραπείϲηϲ. κἀν τῷ ὄρει μεθυϲθεὶϲ ταῖϲ θυγατράϲι ϲυνῆλθε τεκνοῖ τε τὸν Μωὰβ καὶ τὸν Ἄμμών. οἱ δὲ υἱοὶ Ἰϲραὴλ ὄντεϲ ἐν Σαττὶν ἐξεπόρνευϲαν ταῖϲ θυγατράϲι τῶν Μωαβιτῶν, εἰδωλολατρήϲαντεϲ καὶ προϲκυνήϲαντεϲ τῷ Εεελφεγώρ, καὶ τῶν θυϲιῶν μετέλαβον. Μωϋϲῆϲ δὲ παρώξυνε κατ᾿ αὐτῶν τοὺϲ οὐχ ἁμαρτόνταϲ· καὶ ἀνῃρέθηϲαν διϲμύριοι καὶ τετρακιϲχίλιοι. Φινεὲϲ δὲ ὁ ἱερεὺϲ καταλαβὼν Ἰϲραηλίτην, ὄνομα Ζαμβρί, ϲυμπεπλεγμένον Μαδιανίτιδι, ᾗ ὄνομα Χαϲβίθ, ἀμφοτέρουϲ διέπειρε καὶ τὸν θυμὸν ἔπαυϲε τοῦ θεοῦ.

740 Λωτεῦντα: ἀνθοῦντα.

[*](Δ)

741 Λωτίη: ϲτέφανοϲ ἐκ λωτῶν.

[*](Δ)