Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

403 Καρνειῶνοϲ.

[*](Δ)

404 Κάρνιοϲ: Ἀπόλλωνοϲ.

[*](Δ)

405 Καρρόθεν: ἀπὸ τοῦ κρείττονοϲ.

406 Καρρόον: κατὰ τὸ ῥεῦμα.

[*](Δ)

407 Κάροϲ: ἡ ἐξ οἰνοποϲίαϲ ἐγγινομένη μέθη καὶ παραφορά.

408 Καρωθείϲ: βαρηθείϲ τῇ κεφαλῇ. ὁ δὲ Δαβὶδ βάλλει ἐπὶ τὸν [*](Σ) Γολιὰθ εἰϲ τὸ μέτωπον, καὶ διῆλθεν ἕωϲ τοῦ ἐγκεφάλου· ὡϲ εὐθὺϲ [*](Ε) καρωθέντα πεϲεῖν ἐπὶ τὴν ὄψιν. καὶ Κεκαρωμένοϲ· ὁ δὲ τὴν Ε καρδίαν ταῖϲ τιμαῖϲ ἤδη κεκαρωμένοϲ παρέδωκεν ἑαυτὸν εἰϲ τὴν ὁδόν.

409 Κάρρων: Δωριϲτὶ ὁ κρείττων. καὶ Καρρόθεν, ἀπὸ τοῦ κρείττονοϲ. Δαμάϲκιοϲ γὰρ λέγει περὶ Ἰϲιδώρου· ᾤμην αὐτὸν κεκραγέναι καταβάντα εἰϲ γένεϲιν, ἐγὼ δὲ καρρόθεν ἐνθάδε ἀφικόμην.

410 Καρπαλίμωϲ: ταχέωϲ.

[*](Δ)

411 Καρπαϲινοί: κορτῖναι.

[*](Σ)[*](397 ═ P; Men. com. fr. 525 398 — ὄροϲ pr. ═ Ambr. 179 cf. H 400 cf. Laert. 4, 62, 64 403 ═ Ambr. 177 404 cf. H, Stud. An. 267 406 ═ Ambr. 348, H cf. sch. Μ 33 ═ L, H 408 — κεφαλῇ ═ P, Ba 268, 14 cf. H vs. 25 ὁ — 27 ὄψιν los. Ant. 6, 189 vs. 27 ὁ sq. Eunap. fr. 68 FHG 4, 44 409 — κρείττων cf. Phot. Bibl. 226a 18—9, H v. καρρόϲ ᾤμην sq. Dam. fr. 8 410 ═ L, sch. Α 359, Et. M. 492, 27 cf. H 411 ═ P, Ba 268, 4)[*](402 ex 469 405 cf. 409 408 Eunap. cf. v. Μ 1436 409 cf. 405)[*](4 τοὺϲ] τὰϲ V 5 ἀντὶ—7 ἀποκρινόμενον om. F 6 ἀπὸ] ὑπὸ Konst. ArF(GVM) Ἰλίου] ἡλίου Phot. Μενελάου Hemst. Ἀπόλλωνοϲ Dobree ad 400 extr. ψεῦδοϲ mg. add. VM 13 μαθητὴϲ — 19 ἕτερα om. F 15 Διιοτάρχου V 17 post Ἀναγραφὴν lac. in AM cf. 469 23 Καρρόεν V 25 βαρηνθείϲ F βάλλει om. F 27 Καρωμένοϲ V ὁ — 28 κεκαρώμενοϲ om. F 28 εἰϲ τὴν 〈ἐϲχάτην〉 ὁδόν Bhd. 30 Δαμάϲκιοϲ — 31 ἀφικόμην om. F)
36
[*](Σ)

412 Καρπαία: εἶδοϲ ὀρχήϲεωϲ. οὕτωϲ Ξενοφῶν ἐν τῇ Ἀναβάϲει. λέγει δὲ καὶ τὸ εἶδοϲ ταύτηϲ.

[*](Σ)

413 Καρπίζουϲιν: ποτίζουϲιν, εὔκαρπα ποιοῦϲιν.

[*](Δ)

414 Κάρπιμοϲ τόποϲ.

[*](Thdr.)

415 Καρπόϲ: ἡ ἐπικαρπία· καὶ τὸ μέροϲ τῶν χειρῶν. δύο γὰρ ϲημαίνει.

[*](Phil.)

416 Καρπὸϲ καὶ περικάρπιον διαφέρει. καρπὸϲ μὲν ἐϲτι κυρίωϲ αἱ κεγχραμίδεϲ τοῦ ϲύκου καὶ τῶν ἐλαιῶν οἱ πυρῆνεϲ, περικάρπιον δὲ τὸ περικεχυμένον τούτοιϲ ὑγρὸν μετὰ τοῦ περιέχοντοϲ αὐτὸ δέρματοϲ.

[*](Σ)

417 Καρποῦ δίκη· τῷ βλάψαντι καρποὺϲ δίκαϲ ἐπετίθουν.

[*](Σ)

418 Καρποῦ δίκη: οἱ γ᾿ ἀμφιϲβητοῦντεϲ ὡϲ προϲηκούϲηϲ αὐτοῖϲ, λαγχάνουϲι τοῖϲ διακρατοῦϲιν· εἶτα ἑλόντεϲ λαγχάνουϲι καὶ περὶ ἐπικαρπίαϲ. τοῦτο καρποῦ δίκη καλεῖται. καὶ Λυϲίαϲ ἐν τῷ κατὰ [*](Harp.) Δημοϲθένουϲ ἐπιτροπῆϲ· εἰ γάρ τι ἐγκαλεῖϲ τῷδε τῷ μειρακίῳ, καὶ τῶν ϲῶν τι ἔχει, δίκαϲαι αὐτῷ κατὰ τοὺϲ νόμουϲ· εἰ μὲν χωρίου ἀμφιϲβητεῖϲ, καρποῦ· εἰ δὲ οἰκίαϲ, ἐνοικίου· ὥϲπερ νῦν οὕτωϲ ϲοι ἐπιτροπῆϲ δικάζεται.

[*](Synt.)

419 Καρποῦμαι· αἰτιατικῇ.

[*](Synt.)

420 Καρποφορῶ· δοτικῇ.

[*](Σ)

421 Κάρπωμα: θυϲία, προϲφορά.

[*](Δ)

422 Καρϲίωϲ: πλαγίωϲ, καὶ Ἐγκαρϲίωϲ.

[*](Σ)

423 Κάρτα: λίαν, ἢ μεγάλωϲ. ληΐζεται γὰρ ἡ Κολχὶϲ κάρτα [*](Ε) κομιδῆ, καὶ ἄϲχετον ἦν τὸ κακόν. ἐχήρευε γὰρ τοῦ ϲτρατηγήϲαντοϲ.