Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

[*](Δ)

282 Κάμηλοϲ: τὸ ζῷον. Ἀριϲτοφάνηϲ· πῶϲ ἄνευ καμήλου [*](Ar.) Μῆδοϲ ὢν ἐϲέπτατο; ἐπεὶ διὰ καμήλων ἦλθον οἱ Μῆδοι ἐϲ τὴν [*](Δ) Ἑλλάδα. καὶ Καμηλίτηϲ βοῦϲ οὕτω καλούμενοϲ. Κάμιλοϲ [*](Ar.) δὲ τὸ παχὺ ϲχοινίον.

[*](Δ)

283 Κάμιλλοϲ: ὄνομα κύριον. ὁ Ῥωμαίων ϲτρατηγόϲ. ζήτει ἐν τῷ [*](Suid.) Ἀχίλλειοϲ εὐχή.

[*](Δ)

284 Κάμινοϲ.

[*](Δ)

285 Κάμιροϲ: ὄνομα κύριον. καὶ ὄνομα πόλεωϲ.

[*](Greg.)

286 Κάμνειν: ἐπὶ τοῦ ποιεῖν καὶ ἐργάζεϲθαι, καὶ ἐπὶ τοῦ νοϲεῖν. λέγεται καὶ ἐπὶ τῶν ἀποθανόντων. εἴδωλα καμόντων. προϲλαβὼν δὲ τὴν ἀποπρόθεϲιν ϲημαίνει τὸ ἀπειπεῖν καὶ ἀπαγορεῦϲαι καὶ ἀπογνῶναι· οἷον, ἀπέκαμον νουθετῶν· κάμνω παραινῶν.

[*](Δ)

287 Καμμονίη: ἡ ἐκ μονομεροῦϲ νίκη.

288 Καμόντων: τῶν νεκρῶν. εἰ καί ϲοι βέβριθεν ὑπ᾿ εἰδώλοιϲι Anth. καμόντων ὁλκάϲ.

[*](Δ)

289 Κάμμοροϲ: ὁ ταλαίπωροϲ.

[*](Δ)

290 Καμπανία: χώρα.

[*](Δ)

291 Κάμπη.

[*](Σ)

292 Κάμπιοϲ δρόμοϲ: δρόμοι τινὲϲ ἦϲαν κάμπιοι, οὐκ εὐθεῖϲ καὶ ἁπλοῖ ἀλλὰ καμπὰϲ ἔχοντεϲ.

293 Καμπιδήκτωρ.

[*](Δ)

294 Κάμπτω. ᾠδὰϲ ἔκαμπτεν, ὁπόϲαϲ ὁ Νέρων ἐλύγιζέ τε καὶ ἔϲτρεφεν.

[*](278 μήπωϲ sq. Arr. An. 5, 16, 1 279 ═ Ambr. 287 280 μικρὸν —Καμειραίαϲ Babr. 108, 24— 5 281 παρὰ sq. ═ Et. M. 487, 49 282 cf. Theophylact. adn. in Matth 19, 24, PG 123, 356 d — ζῷον ═ Ambr. 224, Ps. Herodian. 176 Et. M. 487, 56 πῶϲ— Ἑλλάδα Ar. Av. 278 c. sch. Καμηλίτηϲ βοῦϲ cf. Ambr. 22 Κάμιλοϲ sq. sch. Ar. Vsp. 1035 283 — κύριον ═ L, Ps. Herodian. 176 cf. Ambr. 50 285— κύριον ═ Ambr. 54. ὄνομα πόλεωϲ ═ Et. M 488, 7 286 sch. Greg. Ann. n. 97 cf. Et. M. 488, 17; λ 475 287 ═ Et. M. 488, 45 cf. L, sch. Χ 257; Ap. S. 94, 29 ═ H 288 εἰ sq. Anth. 7, 68, 3 289 ═ Ambr. 39 290 ═ Ambr. 309 292 ═ P, Zen. IV 47, H v. κάμπειοϲ cf. sch. Ar. Pac. 904 294 ᾠδὰϲ sq. Philostr. 4, 39)[*](280 ὅτι sq. ex v. Α 1982 283 ὁ sq. ex v. Α 4696 289 Z 1143 292 cf. v. Α 795 294 cf. v. Λ 772)[*](ArF( GVM))[*](5 ὅτι — 6 ἦν om. F 8 τὸ] τὸ τὸ V 10 Μῆδοϲ] ἤγουν Τοῦρκοϲ ss. V ἐϲέπτατο] ἐπέταϲεν ss. V 13 ὁ — 15 Κάμινοϲ om. F 18 καλαμόντων F προϲλαβὸν AGM 20 κάμνων GVM 287 —8 inverso ord. FV 291 om. F post 279 iterum V 293 om. post 291 GMec)
25

295 Κάμπτω ϲε· αἰτιατικῇ. ἀντὶ τοῦ μαλακίζω τὴν ψυχήν ϲου.

[*](Synt.)

296 Καμπύλα τόξα· Ὅμηροϲ. ϲυνέμιξε τὸν κατὰ τοῦ τόξου λόγον [*](Hom.) τῷ κατὰ τῶν βελῶν. καμπύλα μὲν γὰρ τὰ τόξα, τουτέϲτιν ἐπικαμπῇ· πεπτηότα δὲ ἄλλυδιϲ ἄλλη τὰ βέλη. ὡϲ χοῖνιξ τὸ μέτρον καὶ τὸ μετρούμενον, καὶ κοτύλη ὁμοίωϲ.

297 Καμπυλιάζειν: κάμπτειν καὶ ϲτρέφειν.

[*](Σ)

298 Καννάβη·

299 Καναϲτραῖα: κοῖλά τινα ἀγγεῖα.

300 Καναχηδόν: μετὰ κτύπου.

301 Κανδάκη: ἡ τῶν Ἀἰθιόπων βαϲίλιϲϲα. καὶ ζήτει ἐν τῇ Ἀλεξάνδρου ἱϲτορίᾳ.

[*](Suid. ?)