Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

1947 ολοϲϲόϲ: ἄγαλμα. ὥϲπερ ὁ Ῥοδίων κολοϲϲὸϲ διὰ μέγεθοϲ καταπληκτικὸϲ ὦν, οὐκ ἔϲτιν ἐράϲμιοϲ, οὕτωϲ οὐδὲ Σεβαϲτιανὸϲ διὰ τὸ ἀφιλοχρήματον θαυμαϲτὸϲ ἦν.

[*](Δ Σ)

1948 Κολοϲύρτηϲ. καὶ Κολοϲυρτόϲ, θόρυβοϲ. μεγάλωϲ [*](Εει.) αἰρομένηϲ τῆϲ κόνεωϲ καὶ εἰϲ ἠέρα ἱκνουμένηϲ· τὸ γὰρ κοῖλον κυρτώϲεωϲ καὶ ὑπεροχῆϲ μετέχει. βέλτιον ὁ ὑπὸ τῶν κόλων ϲυρόμενοϲ κοπορτόϲ.

[*](Σ)

1949 Κολούεται: ἐμποδίζεται. καὶ παρεκάλει τὴν πατρίδα ϲῳζειν [*](Ε + Σ) ὅπλα λαβόνταϲ καὶ ὑβριϲτὴν δῆμον κολούειν. ἀντὶ τοῦ ἐμποδίζειν.

[*](Σ)

1950 Κολούει: χρεοκοπεῖ, ἐλαττοῖ. ὁρῶν τοὺϲ παῖδαϲ ἐκδιαιτῶ [*](Ε) μέουϲ, τοὺϲ δὲ ϲτρατιώταϲ πολλὰ κακὰ δρῶνταϲ ἀπῆρε, τοὺϲ μὲν ἵνα ἐπιρρώϲq, τοὺϲ δέ, κολούϲηται.

[*](Hesy.)

1951 Κ όλουθοϲ, Λυκοπολίτηϲ, Θηβαῖοϲ, ἐποποιόϲ, γεγονὼϲ ἐπὶ τῶν χρόνων βαϲιλέωϲ Ἀναϲταϲίου. ἔγραψε Καλυδωνιακὰ ἐν βιβλίοιϲ ἕξ καὶ ἐγκώμια διʼ ἐπῶν καὶ Περϲικά.

[*](x +  Ar.)

1952 Κόλουρα: τὰ μὴ ἔχοντα κέρκον, ἢ τὰ κολοβὴν ἔχοντα οὐράν· ἄπερ ἐν ταῖϲ 1ερουργίαιϲ οὐ θύεται. καθόλου γάρ, εἰ μὴ ἦν τέλειον καὶ ὑγιέϲ, οὐκ ἐθύετο τοῖϲ θεοῖϲ. Ἀριϲτοφάνηϲ· ἀλλ’ οὐδὲ θύϲιμόϲ ἐϲτι αὐτὴν· κέρκον οὐκ ἔχει.

[*](call.)

1953 Κολουραία πέτρα: κοίλη, κεκαμμένη, ἢ ϲτρογγύλη, παρὰ Καλλιμάχ.

[*](Eel.)

1954 Kολλούρια: τὰ κολοβὰϲ ἔχοντα τὰϲ οὐράϲ. τοῦτο δὲ καὶ ἐπὶ ἄρτων καὶ ἐπὶ τῶν ἰατρικῶν φαρμάκων λέγεται.

[*](Σ)

1955 Κολοφών: τὸ πέραϲ, τὸ μέγα καὶ ὑψηλὸν ἀκρωτήριον. λαμβάνεται δὲ ἐπὶ μεγάλων κακῶν.

[*](1946 κολοβόν cf. H, sch 117, aliter Ambr. 1441. πῆλ’ δόρυ Π 117 τοῦτο sq. Anth. 6, 255, 1—2 1947 —ἄγαλμα cf H, aliter. Ambr 1222 ═ Ps. He rοdian 70, Et. M. 525,16 1948 Κολοϲυρτόϲ, θόρυβοϲ Ba 280, 13, L, Ps He rodiam. 70 cf. Ambr. 1211, H μεγάλωϲ sq ═ Seoptolem. in An. Ox 2, 457, 18 ex quo Et. M. 525, 24 κονιορτόϲ ═ PH 1949 — ἐμποδίζεται ═ Ba 280, 15 cf H, sch Pl. Euthyd 305d καὶ παρεκάλει—κολούειν fort. Aelian. 1950 — ἐλαττοῖ ═ Σᵃ, Ba280,14 cf. sch Θ 211, H 1952 ἐνsq Ar. Ach. 785 c. sch. 1953 Καλλιμάχῳ fr. 72,1 k. 66,1 S 1954 Et. M 526, 26 1955 Ba 280,16 cf. H)[*](1946 Anth. cf. vv. Α 4362, B 445, 915 1947 cf. v. Σεβαϲτιανόϲ 1952 cf 1954 1954 cf. 1952)[*](Ar( GV M))[*](1 αὔτη F 2 χειρὶ F V; χερὶ GM χερϲὶ A καὶ 3 ἀτιμαγέλου om V 3 κλάϲαϲ AG κλαϲϲαῆϲ F 4 ὥϲπερ— 6 ῆν om. V 4 Ῥοδίω F 5 ἔϲτιν A, v. Σεβαϲτιανόϲ· ἦν F G5M Σεβαϲτειάνοϲ AG M 7 μεγάληϲ A 8 αἰρον μένωϲ F ἀέρα A τὸ 10 κονιορτόϲ om. V 9 βέλτιοϲ F κώλων F Ecl., κάλων coll. Eust. l. 896, 57 coni Eust. 11 καὶ— 12 ἐμποδίζειν om. 13 χρεωκοπεῖ G M, Ba ὁρῶν—15 κολούϲηται om. V 16 Κόλλουθοϲ F γεγονὼϲ 18 Περϲικά om. F 17 Καλυδωνιτικὰ G βίβλοιϲ A 19 κέρκον om A οὐράν] κέρκον A 20 καθόλου— 22 ἔχει om V 20 εἰ] ἐὰν F 21 Ἀριϲτοφάνηϲ- 22 ἔχει om. F 25 τὰϲ om. F τοῦτο — 26 λέγεται om. 25 καὶ om. F 26 τῶν ex P, Et.)
147

1956 Κολοφώνιοϲ: ὄνομα κύριον.

[*](Δ)

1957 όλλοψ: ἡ χορδή. καὶ Κόλλοπαϲ.

[*](Δ)

1958 Κολλῶμαι· δοτικῇ.

[*](synt.)

1959 Κολλώμενοϲ.

[*](Δ)

1960 Κολωνάων καὶ Νηϲάων: παραλόγωϲ ἐχρήϲατο Καλλίμαχοϲ· [*](call.) οὐ γὰρ παράγεται ἀπὸ κολώνηϲ, ἀλλ’ ἀπὸ τοῦ κολωνοῦ.

1961 Κολωνέταϲ: οὕτωϲ νόμαζον τοὺϲ μιϲθωτούϲ, ἐπειδὴ περὶ [*](Harp.) τὸ κολωνὸν εἱϲτήκεϲαν, ὅϲ ἐϲτι πληϲίον τῆϲ ἀγορᾶϲ· ἔνθα τὸ Ἡφαιϲτεῖο καὶ τὸ Εὐρυϲάκιόν ἐϲτιν. ἐκαλεῖτο δὲ ὁ κολωνὸϲ οὗτοϲ ἀγοραῖοϲ. ἦν δὲ καὶ ἕτεροϲ κολωνὸϲ πρὸϲ τὸ τοῦ Ποϲειδῶνοϲ ἱερόν· οὖτοϲ δʼ ἂν εἴη ὁ τῶν ἱππέων.

1962 ολώνεια: ὄνομα τόπου.

[*](Δ)

1963 Κολώνη: πόλιϲ μεγάλη. ὁ δὲ ἐπὶ κολώνηϲ τινὸϲ ἱδρύϲαϲ [*](Σ) τοὺϲ περὶ αὐτὸν ἱππεῖϲ τοῦ χάρακοϲ τὴν θέϲιν ἐϲκόπει.

1964 Κολωνόϲ: γῆϲ ἀνάϲτημα, τόποϲ ὑψηλόϲ. Προκόπιοϲ· ἐπειδὰν [*](Σ) δὲ εἰϲ τὸν τοῦ ὄρουϲ κολωνὸν ἵκωνται, ἐνταῦθα ἡϲυχάζονταϲ τὸ λοιπὸν [*](Ε) διαυυκτερεύειν. Ἀρριανόϲ· καθεώρων κολωνοὺϲ λίθων πολλαχοῦ [*](Ε) τοῦ ὄρουϲ νενεμημένουϲ, τοὺϲ μὲν μείζουϲ, τοὺϲ δὲ ἐλάττουϲ· οὓϲ εἴκαζο ἐκ τοῦ πεδίου ϲυνενηνέχθαι. ἦν γὰρ οὐ φύϲει ὔλιθον, οὐδὲ  εὔγειον τὸ πεδίον, ἀλλ᾿  οἷον εἰκαϲθῆναι ἐκκακαθαρμένον.

1965 Κολῳόϲ: θόρυβοϲ.

[*](Δ)

1966 Κολπίζω. Κόλποϲ, ἐπὶ θεοῦ, ὁ τῶν ἀγαθῶν θηϲαυρόϲ· [*](Δ) χεὶρ δὲ ἡ ἐνέργεια. ἶνα τι ἀποϲτρέφειϲ τὴν χεῖρά ϲου ἐκ μέϲου τοῦ [*](Thdr.) κόλπου ϲου;