Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

[*](Σ)

1277 Κελαδεινή: κυνηγόϲ. θόρυβον κατὰ τὰϲ ἄγραϲ ποιοῦϲα. καὶ [*](Δ) Κελαδεινόϲ, ὁ ἠχητικόϲ.

[*](1269 cf. L (Kapp in Call. fr 93) 1270 Harp. ═ P 1271 —Ἀθῆναι P ═ Ba 274, 29 contulit entzel. ἀπὸ sq. cf. sch. rec. in Ar. Nu. 301, Jb. f. cl. Ph. Suppl 16, 575 et sch. Ar. Pl. 773, H 1272 — vs. 16 ἐκλήθη sch. Ar. Pl. 773 τὸν sq Anth. 7, 21, 2 1273 — ϲουδάριον ═ P, Ba 275,1 cf. H, sch. 469 κεκρύφαλοι—οἴϲτρῳ Anth. 5, 259, 1. vs. 20 φιλοπλέκτοιο—21 κεκρύφαλον Anth. 6, 206, 3 4 κεφαλοδέϲμιον aliter Ambr. 578 πορφύρεον sq Anth 6, 207, 2 1274 Ar. Eccl. 1126 c sch. cf Bk. 102, 20, sch. Luc. 281, 5 1275 aliter H et Ambr. 743 1276 Κεκυφότεϲ cf. H Κύψαϲ sq. Ar. Pac 33 c. sch. 1277 — ποιοῦϲα ═ P, Ba 275, 3 cf. sch. Π 183, Et. M. 501, 31, H Κελαδεινόϲ sq. ═ Ambr. 576)[*](1273 Anth. 6, 207 cf. v. ῥύτορα. Z 1191)[*](ArF( GVM))[*](2 γενόμενοϲ F 1268 om. F post 1269 1407 FV 8 ᾤκιϲε FVM 9 τινὲϲ—17 Κεκρόπιον om. F 14 φανερῶϲ om. V 19 καὶ—22 κεκρύφαλον om. F 21 χαίτραϲ A 23 Ἀριϲτοφάνηϲ—24 κεκτημένηϲ om. F 25 Κεκυϲωρῶϲθαι F 26 Ἀριϲτοφάνηϲ— 30 ἐϲθίειν om. F)
91

1278 Κελαδείτω.

[*](Ar.?)

1279 Κελαδήματα: ἠχήματα.

[*](Ar.)

1280 Κελάδηϲαν: ἐβόηϲαν.

[*](Σ)

1281 Κελαδοῦϲιν: ἠχοῦϲι. ϲάλπιγξ ἄγκειμαι Τριτωνίδι κούρᾳ [*](Σ) δῶρον, ἐριβρύχων παυϲαμένη κελάδων. τουτέϲτι θορύβων.

[*](Anth. + Δ)

1282 Κελαρύζει: μετὰ ἤχου ῥεῖ ἡ μὲν κάμηλοϲ ἐγεύετο τοῦ [*](Σ) χιλοῦ. ὁ δὲ ἔπινε ποτὸν τοῦ ποτοῦ ἀκούϲιον, καὶ ἅτε κάτωθεν τοῦ [*](Ε) πνεύματοϲ ὠθουμένου, ἄνωθεν δὲ τοῦ ὕδατοϲ ἐπιφερομένου, ὡϲ φάρυγξ ἐκελάρυζε.

1283 Κελαιναί: τόποϲ. μεθόριον Ἀθηναίων καὶ Βοιωτῶν.

[*](Δ Suid.)

1284 Κελαινεφέϲ: μελανονεφέϲ.

1285 Κελαινόν: μέλαν. ἐν Ἐπιγράμμαϲι· καὶ γραφικοῖο δοχεῖα [*](Δ) κελαιοτάτοιο ῥεέθρου.

1286 Κελαινόϲ: μέλαϲ.

[*](Δ)

1287 Κελαινοφαήϲ: ἀντὶ τοῦ μέλαινα. Ἀριϲτοφάνηϲ Βατράχοιϲ· [*](Ar.) ὦ νυκτὸϲ κελαινοφαὴϲ ὄρφνη.

1288 Κελαινώπαν: οἷον οὐκ ἐν φανερῷ, ἀλλ᾿ ἐν ϲκότῳ ἤδῃ βλεπόμενον [*](Soph.) καὶ μέλανα καὶ οἷον κεκρυμμένον καὶ δόλιον. καὶ κελαινὸν θυμὸν ἐφυβρίζει ὁ πολύτλαϲ ἀνήρ. ἤτοι ὁ Αἴαϲ.

1289 Κελέβη: κόγχη, ἢ λεκάνη, ἢ τοιοῦτον ϲκεῦοϲ, ἐν ᾧ δυνατὸν [*](call.) νίψαϲθαι πόδαϲ. ἐκ δ᾿ ἔχεεν κελέβη, μετὰ δ᾿ αὖ κερὰϲ ἠφύϲατ᾿ ἄλλο.

1290 Κέλεαι: κελεύειϲ.

1291 Κελεζηνή: χώρα τῶν Ἀρμενίων, πληϲίον Μελιτηνῆϲ, ἡ παρ᾿ ἡμῖν Κελτζηνὴ ὀνομαζομένη.

1292 Κελεόϲ: ὄνομα κύριον.

1293 Κελεϲτικόϲ: ὄνομα κύριον.

1294 Κελευθήτῃϲι: τουτέϲτιν ὁδοιπόροιϲ. προίκιοϲ ἀνθρώποιϲι [*](Anth.) κελευθήτῃϲιν ἀοιδόϲ. ἐν Ἑπιγράμμαϲι.

[*](1278 Ar. Th. 44 1279 sch. Ar. Nu. 283 1280 ═ P, Ba 274, 30 cf sch. 542 1281— ἠχοῦϲι ═ P, Σᵃ, Ba 275, 5 cf. Ps. Herodian. 62, H v. κελάδηϲαν ϲάλπιγξ—κελάδων Anth 6,159, 3—4, θορύβων cf. Et. M. 501, 32, H 1282 — δεῖ ═ P, Ba 275, 6 cf Et M. 501, 38, Ps. Herodian. 62, H, sch. Λ 812, L ἡ sq. Iambl. fr. 15 1283 τόποϲ cf. L 1284 ═ Ambr. 698, sch. B 412 cf, H ═ An. Ox 1, 234, 24, ex quo Et. M. 501, 49 1285 μέλαν ═ Ambr. 697 sch. Α 303, Ap. S. 97, 27, Et. M. 501, 44 cf. H καὶ sq. Anth. 6, 63, 3 1286 ═ Theognost An Ox. 2, 66, 34 1287 Ar. Ran. 1331 c. sch. 1288 Soph. Ai. 954—5 c. sch. 1289 Call. (fr. 20 K. an. 34 S.) c. sch. 1290 ═ Ambr. 733 H, sch. A 74 cf. Et. M. 502, 8 1292 ═ Ambr. 590, Ps. Herodian. 63 1293 cf. Ambr. 586 1294 προίκιοϲ—ἀοιδόϲ Anth. 6, 120, 3)[*](1281 Z 1196 1282 cf. v B 393, Z 1196 1283 μεθόριον sq. ex v A 2940 1287 cf. v O 663 1289 cf. 1372 1294 cf. v. προίκιοϲ)[*](4 ἔγκειμαι G 6 ἡ—8 ἐπιφερομένου om. F 7 χειλοῦ G χυλοῦ VM ArF(GVM) ποτὸν τοῦ ποτοῦ] τοῦ ποταμοῦ Toup ποτὸν τοῦ ποταμοῦ verisimilius ἀκούϲιοϲ Toup 10 μεθόριον—Βοιωτῶν om. F 12 ἐν—13 ῥεέθρου om. F 18 μέλαινα V κελαινῶν VM κελαινοῖϲ G κελαινώπαν Soph. 19 Αἴαϲ] Ὀδυϲϲεύϲ F 1289 post 1293 AGM 20 Κελέβη F: Κελεύη rell. 21 ἐκ— 22 κελεύειϲ om. F 21 κελέβη ed pr.; κελεύη omnes 24 ἡμῖν— 27 τουτἐϲτιν om. F 24 Κελζηνὴ GVM ὀνομάζεται A 27 πρίκιϲ F; ἤγουν κατὰ χαρίν ss. V)
92
[*](Thue.)

1295 Κελεύω· δοτικῇ καὶ αἰτιατικῇ. οὐκ ἐπὶ μειζόνων μόνον κεῖται παρὰ Θουκυδίδῃ, ἀλλὰ καὶ ἐπ᾿ ἐλαττόνων.

[*](Harpa.)

1296 Κελέοντεϲ· κυρίωϲ μὲν κελέοντεϲ καλοῦνται οἱ ἰνόποδεϲ· Ἀτιφῶν δὲ ἐν τῇ πρὸ. τὸν Δημοϲθένην γραφῇ τὰ ὀρθὰ ξύλα οὕτωϲ ὠνόμαϲεν.