Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

[*](Σ)

1153 Καχλάζει: ταράττεται, φλεγμαίνει, βράττει.

[*](Δ)

1154 Κάχληκεϲ: λίθακεϲ ἐν τοῖϲ ὕδαϲιν. ᾑρεῖτο δὲ ὁπόϲον [*](Ε) κάχληκοϲ τοῦ ἐμφερομένου τοῖϲ ἐδάφεϲι. καὶ Κάχληξ, εἶδοϲ [*](Δ) ζωϋφίου τινόϲ.

[*](Ar.)

1155 Καχρύων· ἐϲκίρτα, πεπόρδει, ὥϲπερ καχρύων ὀνίδιον εὐωχημένον.

[*](Ar.)

1156 Κάχρυϲ: τὰϲ κριθάϲ. Ἀριϲτοφάνηϲ· πίνονθ’, ὡϲπερεὶ κάχρυϲ γυναῖκ᾿ ἀλοῦϲαν. τουτέϲτι καθάπερ τινὰ γυναῖκα κριθὰϲ ἀλοῦϲαν.

[*](Σ)

1157 Καχυπότοποϲ: καχύποπτοϲ. τοπάϲαι γὰρ τὸ ὑπονοῆϲαι.

[*](Aa.)

1158 Καχυποτοπεῖϲθαι: τὸ τέλειον, κακὰ ὑπονοεῖϲθαι. παρὰ Ἀριϲτοφάνει.

[*](Σ)

1159 Κάψα: κίϲτη, ἢ θήκη.

[*](Δ)

1160 Καί: ϲύνδεϲμοϲ ϲυμπλεκτικόϲ.

1161 Καιάδαϲ: παρὰ Λάκωϲι βαϲιλικὴ φρουρά, καὶ Σικελιώταιϲ. παρὰ δὲ Πέρϲαιϲ οἴκημα μεϲτὸν τέφραϲ. παρὰ δὲ Αἰθίοψιν οἱ κακοῦργοι χρυϲαῖϲ ἁλύϲεϲιν ἐδέδεντο. εἰϲ δὲ τὸν Καιάδαν εἰώθαϲιν οἱ Λάκωνεϲ τοὺϲ κακούργουϲ ῥίπτειν.

[*](Σ)

1162 Καὶ δή: ἤδη.

[*](Prov.)

1163 Καὶ ἐν θεῶν ἀγορᾷ: ἐπὶ τῶν καθ᾿ ὑπερβολὴν κακηγορούντων εἴρηται ἡ παροιμία. θεῶν γὰρ ἀγορὰ τόποϲ ἐϲτὶν ἐν Ἐλευϲῖνι.

[*](Δ)

1164 Καικίαϲ: ὁ ἄνεμοϲ.

[*](1151 Polyb. attr. Bhd. fort. Dam. 1152 Καχεξία ═ Ambr. 317 ὁ sq. Polyb. 29, 17, 4 1153 P, Ba 274,16 cf. H 1154 — λίθακεϲ cf. Ambr. 8 sch. Thuc. 4, 26, 1 ᾑρεῖτο—ἐδάφεϲι Ios. Ant. 5, 18 contulit Toup Κάχληξ sq. cf. L, Ambr. 8 1155 Ar. Vsp.1305 1156 Ar. Nu. 1358 c. sch. 1157 ═ P 1158 sch. Ar. Ran. 958 1159 ═ P, Ba 274,17 cf. H v. κάμψα 1160 ═ Ps. Herodian. 63, Et. M. 497, 36 1151 παρὰ tert.— ἐδέδεντο cf. Hdt. 3, 23, 4, Clem. Al. Paed. 2, 12, 122 (═ fr. com. ad. 413). εἰϲ sq. cf. sch. Thuc. 1, 134, 4 1162 ═ P cf. H 1163 cf. Paroem. ed. Gsf. 62, n. 521 1164 ═ L, Ambr. 178 cf. P, H, sch. Ar. Eq. 437; Choer. An. Ox. 2, 228, 23, ex quo Et. M. 497, 50)[*](1149 ex v. Β 47 1150 ex 184 1154 cf. v. Η 501 1155 cf. v. Ε 1309 et v. παροινικώτατοϲ 1156 cf. 2 et 2753 1161 cf. v Β 100 1163 cf. v. Θ 210)[*](ArF(GTVM))[*](1149 — 50 om. F 1150 om. V 5. 6 διατιθέμενοι FV 6 9 om. F 6 προϲαγόμενοϲ] πρὸϲ add. V 8 ἐγγίζει AGM 1157—8 ord. corr. M 19 τέλεια A 23 Καιάδαϲ om. V παρὰ Λάκωϲι] παρακαλῶϲι F Σικελιώταιϲ T: cp. AG Σικελιώτηϲ FVM; παρὰ desiderat Bhd.; oratio manca 24 παρὰ pr.] περὶ F 28 ἐπὶ — 29 ἀγορὰ om. V)
83

1165 Κεκίλιοϲ, Σικελιώτηϲ, Καλλατιανόϲ· Κάλλαντιϲ δὲ πόλιϲ Σικελίαϲ· [*](Hesy.) ῥήτωρ, ϲοφιϲτεύϲαϲ ἐν Ῥώμῃ ἐπὶ τοῦ Σεβαϲτοῦ Καίϲαροϲ καὶ ἕωϲ Ἀδριανοῦ, καὶ ἀπὸ δούλων, ὡϲ τινεϲ ἱϲτορήκαϲι, καὶ πρότερον μὲν καλούμενοϲ Ἀρχάγαθοϲ, τὴν δὲ δόξαν Ἰουδαῖοϲ. βιβλία δὲ αὐτοῦ πολλά· Κατὰ Φρυγῶν δύο· ἔϲτι δὲ κατὰ ϲτοιχεῖον. Ἀπόδειξιϲ τοῦ εἰρῆϲθαι πᾶϲαν λέξιν καλλιρρημοϲύνηϲ· ἔϲτι δὲ ἐκλογὴ λέξεων κατὰ ϲτοιχεῖον· Σύγκριϲιϲ Δημοϲθένουϲ καὶ Κικέρωνοϲ· Τίνι διαφέρει ὁ Ἀττικὸϲ ζῆλοϲ τοῦ Ἀϲιανοῦ· Περὶ τοῦ χαρακτῆροϲ τῶν δέκα ῥητόρων· Σύγκριϲιϲ Δημοϲθένουϲ καὶ Αἰϲχίνου· Περὶ Δημοϲθένουϲ, ποῖοι αὐτοῦ γνήϲιοι λόγοι καὶ ποῖοι νόθοι· Περὶ τῶν κατὰ ἱϲτορίαν ἢ παρὰ ἱϲτορία εἰρημένων τοῖϲ ῥήτορϲι· καὶ ἄλλα πλεῖϲτα. πῶϲ δὲ Ἰουδαῖοϲ τοῦτο θαυμάζω· Ἰουδαῖοϲ ϲοφὸϲ τὰ Ἑλληνικά.

1166 Καῖκοϲ: ὄνομα ποταμοῦ.

[*](Δ)

1167 Καὶ μήν: ἀλλὰ μήν.

[*](Σ)

1168 Καιναὶ πόλειϲ.

[*](Δ)

1169 Καινεύϲ: ὄνομα κύριον.

[*](Δ)

1170 Καινίζεται. καὶ Καινίζω ϲε· αἰτιατικῇ.

[*](Δ Synt.)

1171 Καινόν: τὸ νεωϲτὶ κατεϲκευαϲμένον. Κενὸν δὲ τὸ μάταιον, [*](Δ) διὰ τοῦ ε ψιλοῦ.

1172 Καινοπρεπέϲ· μηχάνημά τι καινοπρεπὲϲ ἐτεκτήνατο λαθραίωϲ, [*](Ε) γλύψαϲ δοκῶν μεγάλων τὸ μῆκοϲ καὶ ταύταϲ καθενώϲαϲ ἐνείϲ τε μία ἅλυϲιν ταῖϲ γλυφαῖϲ, διήκουϲαν ἐϲ πάϲαϲ, μολίβδῳ τὸ τούτων κένωμα ἔπληϲε, ταχυεργῶϲ λίαν ἀποκλείει τὰϲ ὄχθαϲ δι᾿ αὐτοῦ τοῦ ποταμοῦ ἑκατέρωθεν ϲκευάϲαϲ δαρείουϲ· ἐν οἷϲ βοήθειαν ἀποχρῶϲαν βαλὼν ἐϲτέρει τὴν πόλιν τῶν ἐκ τῆϲ θαλάττηϲ ἀγωγίμων.

1173 Καινόϲ: ὁ νέοϲ.

[*](Δ)