Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

1071 Κατηχῶν· αἰτιατικῇ. προτρεπόμενοϲ, παραινῶν. Πιϲίδηϲ· κρατῶν ἐν μάχαιϲ καὶ κατηχῶν ἐν μάχαιϲ. Κατηχῶ δὲ ἀντὶ τοῦ ἠχῶ, Synt. γενικῇ. κατηχεῖ τῶν πόρων. καί, κατήχηϲε τῆϲ οἰκίαϲ.

1072 Κατ᾿ ἰδίαν.

[*](Suid.)

1073 Καττίδιοϲ καὶ Καττιδιανόϲ: ὀνόματα κύρια.

[*](Δ)

1074 Κάτιμεν: κατερχόμεθα.

[*](Σ)

1075 Κατ᾿ ἴϲον αὐτῷ μεμηνώϲ.

1076 Κατιϲχημένοϲ: κεκρατημένοϲ.

[*](Δ)
---

1077 Κατιϲχύω· γενικῇ.

[*](Synt.)

1078 Κατιϲχνώωθη: ἐξηράνθη, ἐλεπτύνθη.

[*](Δ)

1079 Κατιϲχνοῖ: καταλεπτύνει.

[*](Σ?)

1080 Κατ᾿ ἴχνοϲ.

1081 Κατοδύρομαι· αἰτιατικῇ.

[*](Synt.)

1082 Κατολιγωρῶ· γενικῇ.

[*](Synt.)

1083 Κατολιϲθανόντων: κινουμένων, ἐμπιπτόντων. τῶν δὲ Ῥωμαίων [*](Ε) κατολιϲθανόντων ἐϲ δάκρυα καὶ περιαλγούντων ἐπὶ τῷ πάθει. καὶ αὖθιϲ· Κλεοπάτρα, εἰϲ ἣν κατολιϲθάνει τῶν Πτολεμαίων ἡ διαδοχή.

1084 Κατομνύϲ: βεβαιῶν, ἐμπεδῶν. προϲετίθει δὲ καὶ ὅρκον, τῆϲ ἐμῆϲ κατομνὺϲ κεφαλῆϲ, ἣν πολλὰ ἐφίλει.

1085 Κατομόϲαι· ἀπὸ μόνου γε τοῦ τὸν θεὸν ἀπομόϲαι ἢ κατομόϲαι.

1086 Κατ᾿ ὄναρ οὐ χρὴ λέγειν· βάρβαρον γὰρ παντελῶϲ· ἀλλὰ [*](Σ) ὄναρ καὶ κατὰ τοὺϲ ὕπνουϲ καὶ ἐνύπνιον.

1087 Κατόπιν: μετὰ ταῦτα, ἀπὸ τοῦ ὄπιϲθεν ἰέναι. ἀλλὰ κατόπιν [*](Σ) [*](1067 cf. Et. M. 496, 53 aliter Ambr. 295, H 1068 ═ P, Ba 273, 31 cf. H (in Ω 57 253) 1069 κατήχθη sq. fort. Aelian. 1070 ═ Ba 273, 32 cf. P, H 1071 κρατῶν—μάχαιϲ Pisid. fr. 111 γενικῇ ═ Synt. Laur. 1074 ═ P, Ba 274, 1; l. ═ Ambr. 422 1075 fort. Metaphr. 1076 ═ Ambr. 391 1077 ═ Synt. Laur., An. Ox 4, 295, 23 1078 — ἐξηράνθη ═ Ambr. 392 1079 cf. P ═ Ba 274, 2; Et. M. 497, 22 1081 ═ Synt. Gud. 1082 Synt. Laur. et Gud. 1083 τῶν—πάθει Aelian. fr. 120. Κλεοπάτρα sq. Aelian. fr. 55 1085 Synes. Ep. 154 p. 291a 1086 ═ P cf. Phryn. Ecl. 421 1087 — ἰέναι ═ P, sch. Luc. 235, 24; ταῦτα Tim., Et. Gen., Et. M. 497, 27; ὄπιϲθεν cf. Ambr. 551 sch. Luc. 48, 26; H, Moer. 202, 2) [*](1085 cf. vv. οἶϲθα et φθάϲειε) [*](3 ἐϲ] εἰϲ FV 8 ἐν pr.] ἐνὶ Kust. Κατηχῶ — 11 κύρια ArF(GVM) om. F 1075 om. F post 1073 V 13 μεμηκώϲ V 1078 — 9 inverso ord. FV 16 Κατιϲχώθη F; post 1078 vid. ad 595—6 17 Κατιϲχνεῖ FV 1080—1 om. F 21 Κατολιϲθαινόντων cett. G 22 τῷ πάθει] τὸ πάθοϲ F 23 καὶ—διαδοχῄ om. F Πτολεμαίων A: πολεμίων GVM 24 προϲετίθη F 26 ἀπὸ—κατομόϲαι om. V 29 ἐνύπνιον V, Phot.: ἔνυπνον rell. 30 ἰέναι FV, Phot., sch. Luc.: εἶναι AGM)

78
ἧκε τοῦ καιροῦ· οὐ γὰρ οἷόϲ τε ἐγένετο τοῦτο διανύϲαι ἐϲ τέλεον. [*](EL) γίνεται κατόπιν τὸ Ῥωμαϊκὸν τῆϲ προτέραϲ εὐκλείαϲ. διαγωνίζεϲθαι καὶ τοῦ καλοῦ καὶ τῆϲ ἀρετῆϲ κατόπιν τίθεϲθαι πάντα.

1088 Κατόπτηϲ: ἐπιτηρητήϲ. ἀλλά τιϲ ἴτω κατόπτηϲ ἀπαγγελίαν [*](Ε) ἡμῖν ϲαφῆ τῶν ἐνεϲτηκότων ποιηϲόμενοϲ.

[*](Σ)

1089 Κατοργᾶν: ὑπερακμάζειν.

[*](Δ)

1090 Κατ᾿ ὄρεϲφιν: ἐν τοῖϲ ὄρεϲι.

[*](Synt.)

1091 Κατορθῶ· αἰτιατικῇ.