Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

241 Ἐ δίωϲεν: ἐξέωϲεν, ἐδίωξεν.

242 δἰψηϲαν: ἐπεθύμηϲαν. ὁ δὲ ἐλευθερῶϲαι τὴν πατρίδα [*](Δ) ἐδίψηϲε.

243 ἔδνα: τὰ διδόμενα δῶρα ὑπὸ τοῦ γαμοῦντοϲ τῇ γαμουμένῃ.

[*](Hom.)

244 Ἐδναία: ἡ καθέδρα.

245 ἐδοκίμαζεν: ἔκρινε. ϲιωπηλὸϲ ἦν ἐπὶ τούτοιϲ ἀποκρύπτειν [*](Σ + x) ἐδοκίμαζε. καὶ Ἀππιανόϲ· ὁ δὲ ἐπὶ τὰϲ οἰκίαϲ χωρῶν ϲυνελάμ [*](Ε) βε, ὅϲουϲ ἐδοκίμαζεν. ἀντὶ τοῦ ἔκρινεν ἐτάϲεωϲ εἶναι ἀξίουϲ.

246 Ἐδοκίμαϲαν: προέκριναν, ἐκύρωϲαν. πολλῶν δὲ ῥηθέντων εἰϲ [*](Ε) ἑκάτερα λόγων οἱ πλείουϲ γνῶναι τὴν προτέραν ἐδοκίμαϲαν.

247 ἔσοξεν: εἰϲ ὑπόληψιν ἦλθεν.

248 ἔδοϲ: τὸ ἄγαλμα, καὶ ὁ τόποϲ ἐν ὡ δρυται.

[*](237 Σύφαξ —ϲυμμαχήϲειν App. Pun 17 vs. 4 ὁ—5 ἐδικαίου App. Ιtal. 57 238 ═ Σ, Ba. 206, 20, Lex. rhet. ap. Et. M. 316, 9 et Et. Gen ; vs. 9 ἐκ pr sq. ═ Sabb.; Cass. D 15, fr 46 a; 16, 47 239 οἰ sq. Eunap altr. Gaf. 240 ═ Σ cf. soh. δ 19, Ap. S. 62, 15; ψρχοῦντο ═ Ambr. 243, Η v. ἔδινον 241 ═ Ambr. 214 t 215 cf. B 242 ὁ sq. Aeliaq.(V) fr. 216 243 sch x 472 cf. Et. M 816, 40 H ═ Ap S 62, 16 245 ϲιωπηλὸϲ —ἐδοκίμαζε sec. Dam fr. 28 ὁ —ἐδοκίμαο ζεν tert. App. fr. 4 247 ═ Ambr. 201 248 Tim ═ Et. M. 517, 1 cf. Paus. Att. fr. 148 pp. Cust l. 872, 63, BK. 246, 3, H, seh. Lac 77, 24, Dam. ap. Phot. Dibi. 350b 30)[*](238 cf. v. Δ 1078 hinc v. Φλάκκοϲ, Z 617 259 cf. 1055. Z 617 240 Z 617 241 Z 616 242 cf v. Δ 1307 Z 616 244 cf. 262 Z 613 245 ἔκρινε cf. Δ 1327. Z 17 243 —7 Z 617)[*](1 γενομένων V M 7 ϲημαίνει—8 κατεδικάϲθηϲαν hic Et. Baa Σ, et T, qui A(GITFVAM) δικαίωϲ═16 ὁμοίωϲ om.; post 16 ὁμοίωϲ rell. praete v, qui ϲημαίνει —κατεδι κἀϲθηϲαν et Δίων—16 ὁμοίωϲ om. 7 καὶ om A 10 τοὺϲ om. Gl 12 κατεδικαιώθηϲαν AGF; κατεδικάϲθηϲαν lM καὶ ἐδικάϲθηϲαν Σa Ba Et. Sab. 25 τούτοιϲ ἂ Toup)
206
[*](Σ)

249 ἔδοϲ: ἔδαφοϲ, ἔδραϲμα. ἱερόν, ναόϲ. τό τε τῆϲ τύχηϲ ἔθοϲ [*](Ε) τὸ πάτριον προϲκυνήϲαϲ τὴν ἐπάνοδον αἰτεῖ.

[*](Δ)

250 ἐδόϲ: ὁ φαγᾶϲ.

251 ἔδοϲαν δίκην.

[*](Δ)

252 Ἐδοῦοι: ὄνομα ἔθνουϲ.

[*](Σ)

253 ἐσωδή: βρῶϲιϲ. τροφή.

[*](Σ)

254 ἐδωδίμων: βρωϲίμων. ἐπείπερ οὖν τὴν προπαραϲκευὴν [*](Ε) αὐτοῦ ἀγνοοῦντεϲ οὐδὲν ἐδώδιμον ἐποηϲαν ἐν ἀποθέτῳ, λυπρᾶϲ οὔϲηϲ αὐτῶν τῆϲ γῆϲ, καὶ πάϲηϲ ἀθρόον ἀγορᾶϲ διακλειϲθέντεϲ.

[*](Soph. + Σ)

255 εδώλια: τὰ ϲανιδώματα τῶν πλοίων· κυρίωϲ, ἐφ ὡν οἱ [*](Harp.) ἐρέται καθέζονται. καθέδραι. ἢ ἑδράϲματα, Σοφοκλῆϲ· ἀρχαιόπλουτα [*](Soph.) πατρὸϲ ἑδώλια. ἀντὶ τοῦ ἀρχαῖα οἰκήματα.

[*](Δ)

256 Ἑδωλιάϲαι: ϲυγκαθίϲαι.

[*](Σ (Rhat.))

257 Ἐ δωλιάϲαι καὶ Ἰκριῶϲαι: ἑκατέρῳ αὐτῶν ἐχρήϲαντο. τὸ μὲν οὖν ἑδωλιάϲαι οἷον ϲυνθεῖναι ἔκ τινων ξύλων ἀπλῶϲ πρὸϲ τόπον τινὰ ϲυντιθέντων, τὸ δὲ ἰκριῶϲαι δύναιτ’ ἂν καὶ ὡϲ κοινότερον λεχθὲν νοεῖϲθαι· πολλοὶ γὰρ τῶν ἰδιωτῶν ἰκρίαϲ καλοῦϲι τὰϲ ἐκ τῶν μακρῶν ξύλων ϲυντιθεμέναϲ ϲτέγαϲ ὑπὸ ϲτέγαιϲ ἑτέραιϲ. καὶ [*](Hdt.) Ἑδωλίοιϲι παρὰ Ἡροδότῳ ὑποϲτρώμαϲι νηόϲ. Σοφοκλῆϲ· ἄκροιϲιν [*](Soph.) ἥδῃ ναυτικοῖϲ ἑδωλίοιϲ πυρὸϲ φλέγοντοϲ.

[*](Δ)

258 ἐδώμ: ὄνομα κύριον.

[*](Σ)

259 ἐδων: ἐϲθίων.

[*](Ε)

260 ἐδωρεῖτο: δώροιϲ ἐτίμα. ἐδωρεῖτο δ’ ἐϲθῆτι καὶ τοῖϲ ἄλλοιϲ κειμηλίοιϲ.