Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

2038 πεκηρυκεύετο: διὰ κήρυκοϲ ἔλεγεν. ἐπεὶ μηδὲ εἰϲ ἐπεκηρυκεύετο [*](Σ + Ε) ὑπὲρ τοῦ Λευκίου, διελέγετο αὐτῷ ὁ Δεκέβαλοϲ.

2039 πέκλωϲεν: ἐπεκλήρωϲεν, ἐμέριϲεν.

2040 Ἐπέκλυϲεν: ἐκαθέριϲεν. ἢ ἀντὶ τοῦ ἐπέρρευϲεν. τοιαῦτα [*](Σ) καὶ τοϲαῦτα ἐπέκλυϲε κακά, ὥϲτε χρυϲὸϲ ἦν αὐτοῖϲ καὶ λευκή τιϲ [*](Ε) ἡμέρα κρατῆϲαι τοὺϲ βαρβάρουϲ.

2041 Ἐπεκώμαζεν: ὠρχεῖτο, αἰϲχρῶϲ ἐλάλει, ὁ δὲ προεκθέων [*](Σ + Ε) ἐπεκώμαζε τοῖϲ βαρβάροιϲ. καὶ αὖθιϲ· πολλαὶ εἰϲ τὰϲ ἐκκληϲίαϲ [*](E) ἐπεκώμαϲαν ταραχαί.

2042 Ἐπεκτείνομαι δοτικῇ.

2043 Ἐπἐλάχιϲτον: ἐπʼ ὀλίγον, πρὸϲ βραχύ. Δαμάϲκιοϲ· εἶχε δὲ ἐπ ἐλάχιϲτον τῆϲ πρὸϲ τὰ ποιητικὰ ϲυμπαθείαϲ, ἅτε οὐχ ἁπτόμενα [*](Synt.) τῆϲ ψυχῆϲ, ἀλλὰ μέχρι φανταϲίαϲ καὶ γλώττηϲ ίϲτάμενα.

2044 Ἐπέλαεν· αἰτιατικῇ.

2045 Ἐπελέξαντο: ἀνέγνωϲαν. εὑρόντεϲ τὰ γράμματα ἐν τῷ ξύλῳ [*](Ε) τοῦ διπτύχου, ταῦτα ἐπελέξαντο. Ἡρόδοτοϲ. καὶ αὖθιϲ· ὁ δὲ [*](Ε) γραμματεὺϲ ἐπελέγετο τὰ γράμματα.

2046 Ἐπελήκεον: ἐπεβόων, ἐπεκγρότουν.

[*](2033 ═ Ba 227, 2 cf. H 2034 καὶ—δειλίαϲ Dam. fr. 237, ὁ sq. Dam. fr. 18 ἐπεκάλοιυν sq. fort. Aelian. 2035 — ἔϲκωψεν cf. Lex. αἰμ. 623, 43 ═ Et. M. 506, 38; ech. Luc. 257, 23, Ba 229, 30, H v. ἐπικερτομῶν. ὁ sq. Agath. 5, 22 p. 327 sed cf. Byz. Zt. 21, 419 2036 ═ Ba 227, 3 2037 καὶ sec. —μηνύϲαντι fort. Aelian. cf. ν Δ 524 et Ammon. p. 87 2038 ἐπεὶ sq. Cass. D. 67, 6, 5 coll. Gaf. (ms.) 2039 ═ Ba 227,16, Ambr. 1668 cf. H 2040 — ἐκαθέριϲεν ═ Ba. 227, 15, Σ τοιαῦτα sq. Eunap. fr. 49, FHG 4, 36 2042 ═ Synt. Gud. 2043 εἶχετ]. Dam. fr 61 cf. Phot. Bibl. p. 339b 1— 2 2045 εὑρόντεϲ—ἐπελέξαντο Πdt. 7, 239, 4 2046 ═ Ambr. 1696 cf. sch. θ 379, Ap. S. 71,19, H, Et M 355, 16)[*](2044 cf. 2349. Z 826 2035 cf. 2334 2037 cf. ν. Α 2729. Z 826 2038 cf. 2475 2939 cf 2349 2041 cf. 2408 2043 cf. v. Α 4304 2045 Z 826 2046 Z 827)[*](πολλοῖϲ οπι G V M 8 ἐπεκερτόμηϲεν alt. ] ἀπεκερτόμηϲεν A 12 τάε A(GITFVM) λαντα GIM 17 ἐκαθέριϲεν A F Ba; ἐκαθάριϲεν rell. Σa ἐπέγρριψε V 29 καὶ αὐθιϲ om v,)
338
[*](Ε)

2047 ξπελήφθη: ἐπήρξατο. Ἀρριανόϲ· ἤδη τε ἐπελήφθη νὺξ τῆϲ τρίτηϲ φυλακῆϲ, καὶ ὁ ἡγεμὼν τοὺϲ λόχουϲ καθίϲτατο.

[*](Δ + Ε)

2048 Ἐ πελπίζων· αἰτιατικῇ. εἰϲ ἐλπίδαϲ ἄγων. τὰ μὲν αὐτοὺϲ ἐπελπίζων ὑποϲχέϲεϲι, τὰ δὲ ὑποϲπείρων αὐτοῖϲ ὀλίγα κέρδη, τοὺϲ δὲ ἐν ἀξιώϲει τε καὶ δυνάμει περιϲυλῶν καὶ δημεύων.

[*](Σ)

2049 Ἐπεμαρτύραντο: μάρτυϲιν ἐχρήϲαντο. οἱ δὲ πιϲτὰ δόντεϲ καὶ λαβόντεϲ ἐπεμαρτύραντο τοὺϲ θεούϲ. οὕτωϲ Ξενοφῶν.

[*](Ε)

2050 Ἐπεμβαίνων· δοτικῇ. ἐπιχλευάζων, ἐπικερτομῶν. ὁ δὲ ἐπεμβαίνων τῇ τύχῃ αὐτῶν ϲφόδρα ἀμαθῶϲ καὶ ἀνθρωπίνωϲ ἥκιϲτα.

[*](Σ)

2051 Ἐπεμήνατο: ἐπεμάνη.

[*](Σ)

2052 Ἐπέμυξεν: ἐξεμυκτήριϲεν, χον διὰ τῶν ῥινῶν ἐποίηϲεν.

[*](Harp.)

2053 Ἐπενεγκεῖν δόρυ ἐ πὶ τῇ ἐκφορᾷ καὶ προαγορεύειν ἐ πὶ τῷ μνήματι: ἐπὶ τοῦ βιαίωϲ ἀποθανόντοϲ ταῦτα πράττεται. καὶ Ἴϲτροϲ ἐν τῇ ϲυναγωγῇ τῶν Ἀτθίδων φηϲί· τινὲϲ ἐπὶ τοῦ τάφου δόρ φαϲὶ καταπεπηχέναι τὸν Ἐρεχθέα, τὸ πάθοϲ ϲημαίνοντα, διὰ τὸ όμον εἶναι τοῖϲ προϲήκουϲι τοῦτον τὸν τρόπον μετέρχεϲθαι τοὺϲ φονέαϲ.

[*](Ε)

2054 Ἐπενεγκών· δοτικῇ. καταδικάϲαϲ. Προκόπιοϲ· ἐπενεγκών τε αὐτῷ, ὅτι δὴ ὡϲ ἥκιϲτα ἀληθίζεται, ἄμφω τὼ χεῖρε ἀπέκοψεν.

[*](Suid.)

2055 πενδ ὐτηϲ.

[*](Δ)

2056 Ἐπενήνεον: ϲυγκατετίθεντο.

[*](Hom.)

2057 Ἐπενήνοθεν: ἐπήνθει, ἐπέκειτο.