Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

2018 Ἐπαίτηϲ: ὁ πτωχόϲ. καὶ κλίνεται ἐπαίτου.

2019 Ἐπαίχθη: ἐνεπαίχθη, ἐκ τοῦ παίζω. Ἐπέχθη δὲ ἐκτενίϲθη.

[*]( Δ)

2020 Ἐπέβαλεν: ἤρξατο, ἐπεχείρηϲεν. ἢ ἀντὶ τοῦ ϲυνῆν. ὃϲ καὶ Ἑκαταίῳ τῷ Μιληϲίῳ ἐπέβαλε, γεγονότι κατὰ τὰ Περϲικὰ καὶ [*](Husy.) [*](2005 l. cf. Ambr. 1401 2006 πνέων Ba 226, 1, Et. Gen. cf. Et M. 354, 27, sch B 148, Ap. S. 70, 20, H 2007 οϲ —παροῦϲι Arr. Exr. fr. 29 temere Dam fr. 22 νs. 9 ἐπαινέϲαϲ sq. temere Dam. fr. 268 2008 Arr. Purth. vel Exc. fr. 12; l. ═ L 2009 Thdr. in Ps. 104, 3, PG 80, 1709b 2010═ Synt. Laur. et Gud 2011 Ar. Pac 874 sch 2012 cf. Ambr. 1616, H v. ἐπεπαιώνιϲτο 2013 Harp.; Dem. 18, 222 2014 ὑψῶ ═ Ambr.1555 cf. 1550, PH. Ἐπαίρεϲθαι sq cf. Ambr. 1694 et 1550 2015 ἔκρουϲεν ═ Ba 226, 3 cf. Ambr. 1665, PH 2016 ═ Svnt. Gud. 2018 naliter Amhr. 1343 et 1350 2019 ἐνεπαίχθη cf. Ambr. 1574 et 1679 Ἐπέχθη sq. Ambr 1577 cf. 1576 et 1680) [*](2006 τοῦ sq. ex ν. Α 4238 cf. v. Α] 28 2007 Z 824 2009 Z 824 2014 cf. 2071 2017 Z 808 2019 cf. 2063 et 2112 2020 cf. 739) [*](6 τοῦ 7 ἐπαιγίζων e mg A 13 κολαϲτήϲ l cf. Arr. Ar1. 4, 29, 7 A(GITFVAME) 2011 om. 1T F 17 Bραυρῶν GIM 20 κατὰ] ὑπέρ E, Hnrp. plen. 22 Ἐπαί ρεϲθαι ov. gl. GITF 26 αἴϲχιον] σιτίον V 2020-5 om.)

336
[*](Σ) μικρῷ πρόϲ. ἐξέτεινε δὲ μέχρι τῶν Περδίκου χρόνων. Ἐπιβολή δὲ λέγεται ἔννοια, ἐπιχείρηϲὶϲ.

[*](Ar.)

2021 Ἐπεβάτευον: ϲυνουϲίαζον. ρακλῆϲ φηϲὶ πρὸϲ τὸν Διόνυ ϲον· ποῖ γῆϲ ἀπεδήμειϲ; ὁ δέ φηϲιν ἐπεβάτευον Κλειϲθένει. τὸ ἐπιβατεύειν ἐπὶ ϲυνουϲίαϲ· ἀπὸ μεταφορᾶϲ τῶν ζψων, ὃ ἐπιβαίνοντα ϲυνουϲιάζει. ὁ δὲ Κλειϲθένηϲ ἐπʼ αἰϲχρότητι κωμῳδεῖται. ἦν δὲ λεῖοϲ τὸ γένειον καὶ εὐνούχῳ εἰκάζειν αὐτόν. τὸν δὲ Κλειϲθένην καὶ ἐπὶ τοῦ παϲχητιᾶν κωμῳδοῦϲι. τὸ δὲ ἐπεβάτευον κακέμφατον.

[*](Suid.)

2022 Ἐπεβοᾶτο τὸν Χριϲτόν.

[*](Δ)

2023 Ἐπέβριϲεν: ἐπεβάρηϲεν.

[*](Ar.)

2024 Ἐπεγράφου: ἀντὶ τοῦ ἐζωγράφειϲ. Ἀριϲτοφάνηϲ· καὶ γὰρ ϲύ μεγάλην ἐπεγράφου τὴν Ποργόνα. καὶ Ἐ πεγράψατο, ἀντὶ τοῦ ἀπεγράψατο, ἐχειροτόνηϲε, κατέϲτηϲεν. ἡ δὲ μεταφορὰ ἀπὸ τῶν μετοίκων, τοὺϲ προϲτάταϲ προϲγραφόντων ἑαυτοῖϲ.

[*](Synt.)

2025 Επιγράφ ομαί ϲε· αἰτιατικῇ. ὁ τοῦ κόϲμου ἄρχων ἀγαθέ, ὃν ἐπεγρα ψάμεθα τῇ ἐντολῇ.

2026 ξπεγράψαντο: ἀντὶ τοῦ διῖϲχυρίζοντο, ἐβεβαίουν. οἱ δὲ εἰϲ Θρκην εὐδοκιμοῦντα αὐτὸν οἰκιϲτὴν ἀντὶ Ἄγνωνοϲ ἐπεγράψαντο.

2027 Ἐπεγχανων: καταγελάϲαϲ. οὐ μὴν ἡ τιμωρὸϲ δίκη τὸν [*](Ε) ὑβριϲτὴν καὶ ὑπερόπτην εἴαϲεν ἐπεγχανεῖν τῷ τοῦ Μελήτου

2028 Ἐπεδαψιλεύϲατο: κατακόρωϲ ἐχρήϲατο. ἐπεδαψιλεύϲατο ταῖϲ ὑποθέϲεϲι τῆϲ ἀποκηρύξεωϲ.

[*](Ηarp.)

2029 Ἐπεδίκαϲε καὶ Ἐπεδικάϲατο· Δημοϲθένηϲ ἐν τῷ κατʼ λμμπιοδρου. τὸ μὲν ἐπεδίκαϲεν οἷον προϲέκρινε, τὸ δὲ ἐπεδικά ϲατο οἷον ἔπειϲαν τοὺϲ δικαϲτὰϲ ἑαυτοῖϲ προϲνεῖμαι τὸν κλῆρον.

[*](Σ)

2030 ξπέθεντο: ἐπανέϲτηϲαν. οὐδὲ χρημάτων ἀφαιρέϲει ἐπέθετο. ἀντὶ τοῦ ἐλιχνεύϲατο, ἐτέρφθη.

[*](Ε)

2031 Ἐπεθείαζε: μανικῶϲ διετίθετο, θεόληπτοϲ ἐγίγνετο. Μένανδροϲ· ὁ δὲ ἡγεμὼν ἐν ἐνὶ τῶν ζ΄ λόφων ἀνελθὼν ἐπεθείαζε ῥήμαϲι βαρίαροιϲ καὶ γαύρῳ τῷ φρονήματι μεγαληγορίᾳ ἐχρῆτο.

[*](Δ)

2032 Ἐπεθείαζον: ἐχόρευον.

[*](2020 πιβολὴ sq. ═ Ba 228, 31 2021 Ar Ram. 48 c sch. 2023 ═ H 2024 οργόνα Ar. Ach. 1095 c. sch. Ἐπεγράψατο sq. sch. Ar. Pac. 684 2027 οὐ sq. Aelian. fr 69 2028 ἐπεδαῳιλεύϲατο alt sq Synes Ep; 72, 219 b 2029 Harp. ═ An. Ox. 2, 494, 20, Et. M. 355, 9 cf. Et. Gen.; Dem. 48, 26 2030 — ἐπανέϲτηϲαν ═ Ba 227, 1 2031 ὁ sq. Men. Prot. fr. 71, FP HG 4, 269 2032 cf. H)[*](2020 Ἐπιβολὴsq. cf. 2238 2021 cf. v. ποῖ γῆϲ 2022 ex 2247 2023 Z 835 2026 cf. 2273 et v. B 519. Z 826 2027 Z 825.— καταγελάϲαϲ cf. 172 et 2760 Anliam. cf. v. Μέλητοϲ 3 2028—9 Z 825 2030 Z 825. 6 2031—2 Z 826)[*](A(GITrVM))[*]( 1 Περδίκου F VMaa 4 ἀπεδήμηϲ AGlM 7 καὶ pr.] ωϲ ed. pr. εὐνοῦχον F 2022 om. AF V 11 ἐζωγράφειϲ v. l. Zon. Hust.; ἔξω γράφειϲ omnes v. l. Zon. ἐζωγράφουν sch. 13 ἀπεγράψατο] ἐπεγράψατο A om. sch. 2025 om. F V mg. A 15. 16 ἀπεγραψάμεθα A 16 τῇ ἐντολῇ om A 18 ἀντὶ] τοῦ add. GIFV VM ἀγῶνοϲ A post 2026 ἀντὶ τοῦ διιϲχυρίζοντο ίβε add. A 20 Μελήτου s. v., Gaf.; Μέλητοϲ AGIM Μέλιτοϲ Ac FV 24 πγποϲἑκρινε A Harp. ep. Ox.; προέκρινε rell. Et Harp. plen. 25 ἔπειϲε E 31 Ἐπεθείαζεν A Ἐπεθίαζον F cf Hes)
337

2033 Ἐπέθρωϲκον: ἐπεπήδων.

[*](Ε)

2034 Ἐπεκάλει: ὠνείδιζεν, ἐμέμφετο. καὶ αὐτῷ μὲν οὐδεὶϲ ἐπεκά λει τῶν πώποτε φίλων οὔτε ὄκνου πρόφαϲιν οὔτε μαλακιζομένην τινὰ ἀναβολὴν ἐν ταῖϲ χρείαιϲ, οὔτε ῥᾳθυμίαν ἀργίαϲ ἔκγονον ἢ δεῖ λίαϲ. ὁ δὲ πολλοῖϲ ἐπεκάλει τῶν φίλων τὰ τοιαῦτα ἐγκλήματα. ἀντὶ τοῦ ὠνείδιζε. καὶ αὖθιϲ· ἐπεκάλουν αὐτὸν φθορέα τῶν νέων [*](Ε) καὶ κιναιδολόγον ἀποκαλοῦντεϲ.

2035 Ἐπεκερτόμηϲεν: ἐχλεύαϲεν, ἔϲκωψεν. ὁ δὲ ἐπεκερτόμηϲεν [*](Σ + Ε) αὐτοὺϲ τῆϲ ἀβουλίαϲ.

2036 Ε πέκεινα: παρεκεῖ.

2037 Ἐ πεκήρυξαν: διαϲήμωϲ καὶ διαπρυϲίωϲ ἐλάληϲαν. καὶ ἐπεκήν [*](Ε) ρυξάν τε τάλαντον δώϲειν τῷ μηνύϲαντι. καὶ αὖθιϲ· οἱ δὲ ἀντίϲχεῖ [*](Ε) τῷ δίψει μὴ δυνηθέντεϲ ἐπεκηρυκεύϲαντο.