Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

[*](Σ)

1779 Ἐξιτηρίουϲ: εὐχάϲ ἐφοδίουϲ τοῖϲ πρὸϲ ἔξοδον ἰοῦϲιν, ἢ πρὸϲ θάνατον.

1780 Ἐξιτήρια καὶ Ἐξαγγέλια: κατὰ Ῥωμαίουϲ τὰ ὑπὲρ τῆϲ ἐξόδου παρεχόμενα.

1781 Ἐξιχωρίζεϲθαι: ἐκπιέζεϲθαι, τὸν ἰχῶρα ἐκβάλλειν. καὶ [*](Σ) οἷον εἰϲ γάρον ἐξιχωρίζεϲθαι.

[*](Δ)

1782 Ἐξοδία· ἡ ἔξοδοϲ. Πολύβιοϲ· τὸ μὲν οὖν πρῶτον ὡϲ ἐπ᾿ [*](Ε) ἐξοδία ὁρμήϲαντεϲ ἐκ τῆϲ πόλεωϲ παρὰ τὴν ὁδὸν ἔμειναν.

[*](Ε)

1783 Ἐξοδίαν· πάνδημον ἐξοδίαν ποιηϲάμενοι καθῆκαν ἐνέδραν.

[*](Σ)

1784 Ἐξόδιοι νόμοι: αὐλήματα διʼ ὧν ἐξήεϲαν οἱ χοροὶ καὶ οἱ αὐληταί. οὕτωϲ Κρατῖνοϲ· τοὺϲ ἐξοδίουϲ ὑμῖν ἵνʼ αὐλῶ τοὺϲ νόμουϲ

[*](Thdr.)

1785 Ἐξόδων: ἀνατολῶν. Δαβίδ· οὔτε ἐξ ἐξόδων οὔτε ἀπὸ δυϲμῶν.

[*](Δ)

1786 Ἐξοκέλλει.

[*](Ar.)

1787 Ἐξολίϲθῃ: ἐκπέϲῃ. μεμνημέναϲ ἀεὶ λέγειν τοῦτο τὸ ῥῆμα, ὡϲ μήποτʼ ἐξολίϲθῃ ἡμᾶϲ. ὁ γὰρ κίνδυνοϲ οὐχὶ μικρόϲ, ἢν ἁλῶμεν.

[*](Ar.)

1788 Ἐξολῶν: ἐκβάλλειν μέλλων καὶ ἐξωθεῖν τῆϲ πολιτείαϲ. ἀλλαντοπώληϲ ἐϲθʼ ὁ τοῦτον ἐξολῶν.

[*](1774 αἰτιατικῇ cf. Synt. Gud. ἀναζητήϲαντεϲ, διηγηϲάμενοι ═ Ba 224, 33 τούτουϲ sq. Hdt. 7, 195 1775 Soph. El. 1194 c sch. 1776 cf. Synt. Laur. 1777 ═ L 1778 ═ Ba 224, 33, Et. M. 348, 33, Et. Gen (in Greg. Nax. P G 36, 608a) cf. sch. Luc. 231, 5, Ambr.1191 1779 ═ Ba 225, 1, Et. Gen., Et M. 348, 43 (in Greg. Naz. P G 36, 600c sec. Gsf.) 1780 ═ Lex Rom. Barocc. 1781 καὶ sq. Herodian. Symp. ap Orion. 151, 17 1782 — ἔξοδοϲ cf. Ambr. 1182 τὸ sq. Polyb 8, 24, 4 1784 δι ὧν ἐξήεϲαν cf. H; τοὺϲ sq. Cratin. fr. 276 1785 Thdr. in Ps. 74, 7, PG 80, 1469b 1786 cf. L 1787 Ar. Eccl. 286—7 c. sch. 1788 Ar. Eq. 143 c. sch.)[*](1778—4 Z 781 1778 hinc 584 1780 Z 760 1781 cf. v. ταριχεύειν. Z 782 1782—s Z 761 1785 Z 761)[*](A(GITFVM))[*](3 ὑπέρ—4 ἐμβάλλονται ex Mmg ὀξίνην ego: ὁξίξον M 17 Ἐξιτόρια AF 22 παρὰ | πρὸϲ GIT 25 οὕτωϲ om. A 1787 non non gl. mss. 28 Ἐξολίϲθῃ —29 μήποτ’ om. A 30. 31 ἀλλαντοπώληϲ Ar.; ἀλλ’ ἀντοπωλ AF ἀλλαντοπώλων V ἀλλαντοπόρων GIM 31 τοῦτο Gl ἐξ ὁλῷ A ἐξόλλειϲ F)
317

1789 Ἐξομηρευϲάμενοϲ: καλῶϲ διοικήϲαϲ. τὴν δὲ πόλιν ἐξομηρευϲάμενοϲ [*](Ε) ἠϲφαλίϲατο φρουρά. Ἐξομηρευϲάμενοϲ οὖν ἀντὶ τοῦ ϲυμφωνήϲαϲ.

1790 Ἐξομηρευϲάμενοι: ὁμογνώμοναϲ ποιήϲαντεϲ. ἐξομηρευϲάμενοι [*](Ε) δὲ τῷ τοιούτῳ τρόπῳ τοὺϲ πλείουϲ τῶν δυναϲτῶν ἐνέβαινον εὐθαρϲῶϲ εἰϲ τὸν πόλεμον.

1791 Ἐξόμιλῶ· δοτικῇ.

1792 Ἐξόμνυϲιν. καὶ Ἐξόμνυϲθαι, ἀρνεῖϲθαι.

1793 Ἐξομολόγηϲιϲ: εὐχαριϲτία.

1794 Ἐξὁμολόγου: ὁμολόγου: προφανοῦϲ. διὰ τὰϲ ἐξ ὁμολόγου καὶ ϲυϲτάδην [*](Ε) μάχαϲ πολλοὶ ἔπιπτον ἐξ ἀμφοτέρων. καὶ αὖθιϲ· εἰϲ ὁλοϲχερῆ δὲ κρίϲιν ἐξ ὁμολόγου καταβαίνειν οὐχ οἷόϲ τʼ ἦν. κατὰ πρόϲωπον.

1795 Ἐξομολογοῦμαι· δοτικῇ.

1796 Ἐξομόργνυνται: ἀπομάττονται, ἀφοϲιοῦνται.

[*](Synt.)

1797 Ἐξομόϲαϲθαι· οἱ μαρτυρήϲειν τιϲὶν ἐν δικαϲτηρίῳ ὑπιϲχνούϲαιτο [*](Σ) εἰ μετὰ ταῦτα μὴ βούλοιντο καταμαρτυρεῖν, ὤμνυον μηδὲν ἐπί ϲταϲθαι. καὶ τοῦτό ἐϲτιν ἐξομόϲαϲθαι.

1798 Ἐξομόϲαιτο: παντελῶϲ ἀρνήϲαιτο. δημοϲίᾳ δὲ κἂν ἐξομόϲαιτο [*](Σ + x) τοῦ εἶναι τῆϲ Κότυοϲ.