Suidae lexicon
Suda
Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935
1574 Δυνατήν: ἐνδεχομένην. Ξενορῶν ἔφη· ἡγήϲαϲθαι δυνατὴν ὑποζυγίοιϲ πορεύεϲθαι ὁδόν.
1575 Δυναϲτεύω: τὸ ἄρχω. γενικῇ.
1576 Δυναϲτεία: ἡ ἰϲχύϲ
1577 Δυνάϲτην ἡ θεία γραφὴ τὸν διάβολον ἐκάλεϲε φηϲὶ γὰρ ὁ Δαβίδ· ὅτι ἐρρύϲατο πτωχὸν ἐκ δυνάϲτου. τουτέϲτι τὴν ἀνθρωπείαν φύϲι, ὡϲ ἔρημον γεγενημένην τηνικαῦτα θεοῦ.
1578 Δῦναι: κατελθεῖν. ἢ εἰϲ δύϲιν ἀπελθεῖν.
1579 Δύνωμαι· γίνεται ἐκ τοῦ δύνημι, δύναμαι· τὸ ὑποτακτικόν, ἐὰν δύνωμαι. πᾶν δὲ ὑποτακτικὸν ἔχον ἐνεργητικὸν περιϲπώμενον προπεριϲπᾶται· ἱϲτῶ, ἐὰν ἱϲτῶμαι. ἐὰν δὲ οὐκ ἔχῃ ἐνεργητικόν, [*](Hom.) προπαροξύνεται· δύνωμαι, δύνωνται. καὶ Ὅμηρὸϲ· εἰ δύναμαι τελέϲαι γε, καὶ εἰ τετελεϲμένον ἐϲτί. περιώγρικε γὰρ τὸν ἐπιδεχόμενον τελέϲαι δυνατὸν εἶναι δεῖν, καὶ αὐτὸ τὸ πρᾶγμα εὔθετον εἶναι πρὸϲ τὴν τελείωϲιν.
1581 Δύο τοίχουϲ ἀλείφειϲ: λέγεται ἐπὶ τῶν ἐπαμφοτερίζοντων καὶ διὰ μέϲου χωρούντων ἐν μάχαιϲ ἢ φιλίαιϲ. εἴρηται δὲ ἴϲωϲ ἀπὸ τῶν δύο τοίχουϲ εὐφεγγίαϲ ποιούντων.
[*](1573 vs 7 τάϲ—9 φορτία Pisil. fr. 74 1574 ὴγήϲαϲθαι sq. Xen. An. 4, 14 1575 γενικῇ ═ Synt Laur. 1576 l. ═ Anmbr. 1114 1577 Thdr in Ps 71, 12 PG 80 1436d 1578 Ba 202, 10 (in v 30) cf H, sch. 422 179 vs. 24 δύνωνται cf Et M. 290, 24, Choer. C, inm. Ps. 129, 27, Herodian. gr 1, 462, 5 vs. 24 εἰ sq H 196 c. sch. A (Aristonic.) 1580 cf Ambr. 11174 5 1581 — φιλίαιϲ Paroem ed. Gaf 16, a. 353 cf. Philol. Suppl. 6, 231)[*](1574 Z 579 1576 7 Z 570 1578 Z 585 1580 cf. 1582. Z 58) 1581 hinc v. S 3790)[*](A(GITFVVM))[*]( 3 δυνάμειϲ ἢ ἐνεργείαϲ A 4 οὑ hAlt. om. M Philon. 6 αὐτόν Mac 8 ὅλην ϲυνάψαϲ Port. ὁλκὴν ϲυνάψαϲ Commelin. 1574 Post 15710 T; extra ordinem 1575 om. FV post 1570 IT 1577 non nov. kL FV 5, 21 ἐκ τοῦ om. V 26 δινατὸν] δοτὸν Λ 28 Δωίδεκάτη A 32 εὐφεγγέα. Kust.)1583 Δύο ἐτῶν ἐν τοῖϲ Ἐλληϲι καταμείναϲ τῆϲ ἀδίκου φυγῆϲ [*](E?) ὤγητο.
1584 Δυοῖν: ἀντὶ τοῦ δύο. δυοῖν ἀποκρίναϲ κακοῖν· ἀντὶ τοῦ [*](Δ) ἓν τῶν δύο ποιήϲαϲ. ἢ γῆϲ ἀπῶϲαι πατρίδοϲ, ἢ κτεῖναι λαβών.
[*](Soph.)1585 Δυρράχιον: πόλιϲ, τὸ πάλαι Ἐπίδαμνοϲ καλουμένη.
1586 Δυρρά χίον: πόλιϲ, ἡ ὕϲτερον κληθεῖϲα Ἐπίδαμνοϲ· πάλιν δὲ νῦν καλουμένη [*](Ktym.) Δυρράχιον, ὅτι κατὰ τὸν τόπον προεχούϲηϲ ἄκραϲ γεωλόφου τὸ κῦμα προϲπίπτον καὶ ϲχιζόμενον ῥαχίαν ποιεῖ μεγάλην· ὅθεν καὶ διὰ τὴν ῥαχίαν καὶ τὸ δύϲορμον Δυρράχιον ὑνόμμαϲαν τὸν τόπον.
[*](Σ)1587 Δυϲάλγητοϲ: ἀϲυμπαθήϲ.
[*](Σ)1588 Δυϲαλθέϲ: δυϲίατον.
[*](Σ)1589 Δυϲάλωτον: δύϲληπτον.
[*](Σ)1590 Δυϲανάγωγοϲ: δυϲχερήϲ, ἀπειθήϲ.
[*](Σ)1591 Δυϲαναϲχετοῦϲι: βραδέωϲ οἴϲουϲι, παραιτοῦνται. δυϲαναϲχετῶν [*](Σ) δὲ τῇ ϲυμφορά ἐκ Καλυδῶνοϲ ἐξεχώρει μετὰ τῆϲ Δηιανείραϲ.
[*](Ε?)1592 Δυϲαναϲχέτωϲ: ὀκνηρῶϲ, ἀπειθῶϲ. ὁ δὲ δυϲαναϲχέτωϲ εἶχε δέξαϲθαι τὰ βαϲιλικὰ δῶρα.
[*](EL)1593 Δυϲάνιϲοϲ: Ἀντιφῶν. ὁ ἐπὶ παντὶ ἀνιώμενοϲ, κἂν μικρὸν [*](Harp.) καὶ εὐκαταφρόνητον ἥ.