Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

[*](Ε)

1193 Διοπτῆρεϲ: οἱ ἐπιτηρηταί, οἱ προφύλακεϲ. καταχεομένου τοῦ ἐξ ἐπιτεχνήϲεωϲ ὄμβρου τῶν Ἀβάρων καὶ ϲυννεφοῦϲ ὄντοϲ τοῦ ἀέροϲ καὶ ἐϲέτι ϲκοτώδουϲ οὐχ οἷοί τε ἐγένοντο οἱ διοπτῆρεϲ διαγνῶναι ἐπιόταϲ τοὺϲ δυϲμενεῖϲ.

[*](Δ Ar.)

1194 Διόπτηϲ. ὦ Ζεῦ διόπτα καὶ κακόπτα πανταχῆ. ταῦτά φηϲιν, ἐπειδὴ πολύτρητα ἦν τὰ ῥάκη, δι΄ ὦν ἦν πάντα ἐπιϲκοπῆϲαι. ἀντὶ τοῦ παντεπόπτα.

[*](Σ)

1195 Διόπτρα: μηχανικὸν τεχνούργημα, δἰ οὗ οἱ γεωμέτραι ἀπηκρίβου τὴν τῶν ἐπάλξεων ἐκ διαϲτήματοϲ ἀναμέτρηϲιν. Πιϲίδηϲ· ταῦτα πρὸ πολλοῦ τῇ διόπτρᾳ ϲου βλέπειϲ.

[*](Synt.)

1196 Διορθοῦμαι· αίτιατικῇ.

[*](Synt.)

1197 Διορίζω· δοτικῇ. Διορῶ δὲ αἰτιατικῇ.

[*](Σ)

1198 Διορία: προθεϲμία. εἰ δὲ διὰ τοῦ ω μεγάλου, καιρὸν δηλοῖ, διωρία γραφόμενον.

[*](Δ)

1199 Διορίϲκοϲ.

[*](Σ)

1200 Διοριϲτέον: διαχωριϲτέον.

[*](1188— ουϲ ═ Ambr. 480 1189— ἀποκαθαίρεϲθαι cf. Thryn. 9, 12, H 1190— ἐποπτεύων Harp. v. διοπεύων 1190 ὁ alt. sq. cf. Et. Gen Et M 278, 7 Ar. Byz. fr. 29 apud Erotian. p. 31, 6, Bk. 237, 23, H, Poll. 7, 139 1191 ═ Ba 199, 30 cf. H, Et. M 278,11, sch. Κ 451 1102 οἰκονόμον Ba 199, 31;— κατάϲκοπον ═ sch. Κ 562, H, Et. Gen. 1193 καταχεομένου sq Men. Prot. coll. fr. 21 extr. attrib. Bhd. 1194 sq. Ar. Ach. 435 c. sch. 1195 — γεωμέτραι cf. H ταῦτα sq. Pisid. fr, 71 1197 δοτικῇ ═ An. Ox. 4, 290, 3; διορῶ sq. ═ Synt. Laur. 1198 cf. H, Ps. Herodian 268, Phryn. ecl. p. 26, Thom. 288, 6 1199 cf. Ambr. 448 (═ 553), L 1200 ═ Ba 199, 32 H, cf. Ambr. 850)[*](1188 Ἀθηναῖοϲ cf. v. Μένανδροϲ 1. Αἰλιανὸϲ sq. ex v. 392 cf. v. ὠψίϲθη 1189 cf. v. A 3297. Z 552 1190 Z 508 1192 cf. 1195 1192—4 Z 508 1195 cf. 1192, Z 521 1198 Z 521 1200 Z 553)[*](A(GITFVM))[*]( 1. 2 καὶ ἀπέθανον om. V 2 τῆϲ κακουργίαϲ om. VM 3 ὅνομα om. FVM Ἀθηναῖοϲ om. FVM 4 Αίλιανὸϲ—6 ὑπάγουϲιν ακ IM 8 Ἀπὸν διοπομπεῖϲθαι F 11 καταϲκοπήϲαϲ VM 13 τι om. ITFV οῦ] δ FVM ὕψοϲ| εἶδοϲ M 18 κατόπτα Ar Kust.)
113

1201 Διορυγή: ἡ ὄρυξιϲ. Διώρυξ δὲ διώρυγοϲ. καὶ Διορωρυγμένοϲ.

[*](Δ)

1202 Δῖοϲ: ὄνομα μηνὸϲ παρὰ Μακεδόϲιν, ὁ Νοέμβριοϲ, ὁ νέοϲ δὲ καὶ ὁ ἔν δοξοϲ. ἡ κλητικὴ ὦ δῖε. ϲημαίνει δὲ καὶ ὄνομα τόπου.

1203 Διὸϲ ἄνθοϲ: φυτὸν ἀκανθῶδεϲ.

1204 Διὸϲ ἐγκέφαλοϲ: τὸ κάλλιϲτον βρῶμα. οὕτω λέγουϲιν οἱ [*](Σ) Πέρϲαι ἐπὶ τῶν ἡδυπαθούντων· ἢ βαϲιλέωϲ ἐγκέφαλοϲ.

[*](Prov.)

1205 Διοϲημεία: θεομηνία. παρῆϲαν δὲ οἱ χίλιοι Σκύθαι, πάϲηϲ [*](Δ) ὀξύτεροι διοϲημείαϲ ἤτοι ἀϲτραπῆϲ ἢ πρηϲτῆροϲ ἢ κεραυνοῦ ἢ ϲκηπτοῦ [*](Ε) ἢ διάττοντοϲ ἀϲτέροϲ. ἢ Διοϲημία ἐϲτὶν ὁ παρὰ καιρὸν χειμών. [*](Ar.) Ἀρϲοράηϲ· διοϲημία ἐϲτί, καὶ ῥανὶϲ βέβληκέ με. τοὺϲ Θρᾷκαϲ ἀπιέναι, παρεῖναι δ᾿ εἰϲ ἔνην· οἱ γὰρ πρυτάνειϲ λύουϲι τὴν ἐκκληϲίαν. ἐπὶ τῶν ἀναβαλλομένων. παρεφυλάττοντο δὲ Ἀθηναῖοι τὰϲ θεοϲημίαϲ καὶ διέλυον τὰϲ ἐκκληϲίαϲ διοϲημίαϲ γενομένηϲ, ἢ ἄλλο τι μέλλοντεϲ ἀνύειν. καὶ Εὐνάπιόϲ φηϲι περὶ Καρίνου τοῦ βαϲιλέωϲ· καὶ πάντα [*](Ε) ἦν αὐτοῦ βαρύτερα διοϲημίαϲ καὶ ἐλύττα ἐν μέϲοιϲ τοῖϲ ὑπηκόοιϲ.

1206 Διοϲκορίδηϲ, Ἀναζαρβεύϲ, ἰατρόϲ, ὁ ἐπικληθεὶϲ Φακᾶϲ διὰ [*](Hesy.) τοὺϲ ἐπὶ τῆϲ ὄψεωϲ φακούϲ. ϲυνῆν δὲ Κλεοπάτρᾳ ἐπὶ Ἀντωνίου. καὶ γέγραπται αὐτῷ βιβλία κδ΄, τὰ πάντα ἰατρικὰ περιβόητα.

1207 Διὸϲ Κόρινθοϲ: ἐπὶ τῶν τὰ αὐτὰ λεγόντων παροιμία. ἐρρέθη [*](Σ) δὲ δἰ αἰτίαν τοιαύτην· Μεγαρεῖϲ ὑπακούοντεϲ Κορινθίοιϲ ἐβαροῦντο τοῖϲ ἐπιτάγμαϲι καὶ φανεροὶ δυϲαναϲχετοῦντεϲ ἦϲαν ἐπὶ τούτῳ. Κορινθίων δὲ πρέϲβειϲ ἦλθον εἰϲ τὰ Μέγαρα καὶ τοῦ δήμου μὴ προϲέχοντοϲ αὐτοῖϲ ἀγανακτοῦντεϲ ἐβόων· οὐκ ἀνέξεται ταῦτα ὁ Διὸϲ Κόρινθοϲ. φαϲὶν οὖν τοὺϲ Μεγαρεῖϲ ἐκβάλλονταϲ αὐτοὺϲ παίειν καὶ λέγειν· παῖε τὸν Διὸϲ Κόρινθον.

1208 Διοϲκόριοϲ, Μυραῖοϲ, γραμματικόϲ, ὕπαρχοϲ πόλεωϲ καὶ [*](Hesy.) πραιτωρίων, ὁ διδάξαϲ τὰϲ θυγατέραϲ Λέοντοϲ τοῦ βαϲιλέωϲ ἐν Βυζαντίῳ.

[*](1201 διώρυγοϲ cf. Ambr. 550—1, L, Ps. Herodian. 205 1202 — μηνὸϲ ═ Ambr. 441 ὁ ἔνδοξοϲ ═ Ambr. 441, Pa. Herodian. 20, Apion; ὄνομα τόπου ═ Ambr. 532 1203 cf. Tgeophrast. (hist pl. 6, 1 1 —2) ap. H 1204 — βρῶμα ═ Paus. Att. fr. 129 ap. Eust l. 757, 52 οὕτω sq. cf. Zen. IIl 41 1205 l. cf. L, Ambr. 597 παρῆϲαν— ἀϲτέροϲ Dexippo coll. EL 386, 15 temere attr. Mai vs. 10 Διοϲημία— 15 ἀνύειν Ar. Ach. 171—3 c. sch vs 15 καὶ πάντα sq. Eunap. fr. 4, FHG 4,14 1206 cf. Steph. Byz. v. Ἀναζαρβά 1207 ═ Sabb. cf. sch. Ar. Ran. 439, sch. Pl. Euthyd. 292e, H, Zen. Ill 21)[*](1201 cf. 1252—3 1202 cf. 1167 1205 Eunap. cf v. K 391 1206 hinc v. φακόϲ extr. 1208 cf v. Νικόλαοϲ 4, hinc v. Θ 530 extr.)[*](1 Διώρυξ δὲ διώρυγοϲ om. FV διόρυγοϲ A καὶ Διορωρυγμένοϲ ex M A(GITFVM) 3 ὄνομα —καὶ om. FV ὁ Νοέμβριοϲ ex GIT ὁ νέοϲ δὲ ex M καὶ om. A 8 Διοϲημία AaeGITM 10 Διοϲημεία FV 11 Ἀριϲτοφάνηϲ — 16 ὑπηκόοιϲ om. V; τοὺϲ—16 ὑπηκόοιϲ om. F 13 θεοϲημίαϲ Aecl: θεοϲημείαϲ Aac διοϲημίαϲ GM διοϲημείαϲ T 14 μέλλοντοϲ GIT 1206 duos Dioscrides confusos esse vidit Kust 17 ὁ—19 περιβόητα om. F 18 καὶ—19 περιβόητα om. V 19 περιβόητα AM; περὶ βοτανῶν GIT 23 καὶ Κορινθίων δὲ V μὴ ex F 27 πόλει M cp. AF)
114

1209 Διόϲκουροι: Κάϲτωρ καὶ Πολυδεύκηϲ. Αἰλιανόϲ· καὶ μέντοι [*](Ε) καὶ Διοϲκούρων ἦν ἀγάλματα β΄ νεανίαι μεγάλοι, γυμνοὶ τὰϲ παρειὰϲ ἑκάτεροϲ, ὅμοιοι τὸ εἶδοϲ καὶ χλαμύδαϲ ἔχοντεϲ ἐπὶ τῶν ὤμων, ἐφημμένην ἑκάτεροϲ· καὶ ξίφη ἔφερον τῶν χλαμύδων ἠρτημένα καὶ λόγχαϲ εἶχον παρεϲτώϲαϲ, καθ᾿ ἃϲ ἠρείδοντο, ὁ μὲν κατὰ δεξιάν, ὁ δὲ κατὰ λαιάν.

[*](Σ)

1210 Διὸϲ κῴδιον· οὗ τὸ ἱερεῖον Διὶ τέθυται. θύουϲί τε τῷ τε Μειλιχίῳ καὶ τῷ Κτηϲίῳ Διί. τὰ δὲ κῴδια τούτων φυλάϲϲουϲι Δία προϲαγορεύονπεϲ. χρῶνται δ᾿ αὐτοῖϲ οἵ τε Σκιροφορίων τὴν πομπὴν ϲτέλλοντεϲ καὶ ὁ δᾳδοῦχοϲ ἐν Ἐλευϲῖνι, καὶ ἄλλοι τινὲϲ πρὸϲ τοὺϲ καθαρμοὺϲ ὑποϲτορνύντεϲ αὐτὰ τοῖϲ ποϲὶ τῶν ἐναγῶν.

[*](Phil.)

1211 Δίοϲμοϲ: ἡ διαπορθμευτικὴ δύναμιϲ τῶν ὀϲφραντῶν παρὰ Θεοφράϲτῳ. οὐκ ἔϲτι δὲ ἡ δὶϲ τὸ αἰϲθητήριον, ἀλλ᾿ ἡ μαϲτοειδὴϲ τοῦ ἐγκεφάλου ἀπόθεϲιϲ.

[*](Soph.)

1212 Διὸϲ φήμη: ἡ μαντεία. ὁ γὰρ Ἀπόλλων ὑποφήτηϲ τοῦ πατρόϲ, καὶ παῤ ἐκείνου λαμβάνειν τὰϲ μαντείαϲ καὶ τοῖϲ ἀνθρώποιϲ ἐκφέρει. καὶ Ὅμηροϲ· Διὸϲ ἄγγελοϲ ὄϲϲα δεδήει.