Suidae lexicon
Suda
Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935
1070 Δίκαιοϲ· κατὰ τὸν Αἰϲχύλον οὐ δοκεῖν δίκαιοϲ, ἀλλ᾿ εἶναι θέλων, βαθεῖαν τῷ ὄντι καὶ αὐτὸϲ αὔλακα διὰ φρενῶν καρπούμενοϲ. [*](Suid.) ὅτι ἡ κωμῳδία τὸν δίκαιον οὐ πολιτικὸν οὐδ᾿ ἥμερον καλεῖ.
1071 Δίκαιοϲ· δοκῶ δὲ ἐγὼ τοῦτον δειλιᾶν τῷ ξυνειδέναι, οὐ δίκαιοϲ ὢν περὶ βαϲιλέα· ὧν ἐπάξιοϲ τυχεῖν ἦν, ταῦτα ὡϲ καὶ πειϲόμενοϲ ἤδη δειμαίνει.
1072 Δίκαιοϲ· ὅτι ἔφη τιϲ τῶν ὁϲίων· ἄλλουϲ μὲν γὰρ οὐ πάντεϲ ἀπαιτούμεθα ϲῶϲαι, ἑαυτοὺϲ δὲ πάντεϲ πάντωϲ. καὶ ἄλλοϲ· ϲώζων ϲῷζε τὴν ϲεαυτοῦ ψυχήν. καὶ ὁ Προφήτηϲ ὡϲ ἐκ θεοῦ· ἐν τῷ ἀποϲτρέψαι δίκαιον ἐκ τῆϲ δικαιοϲύνηϲ αὐτοῦ ποιῆϲαι ἀδικίαν πᾶϲαι αἱ δικαιοϲύναι αὐτοῦ, ἃϲ ἐποίηϲεν, οὐ μὴ μνηϲθῶϲιν· ἐν τῇ ἁμαρτίᾳ αὐτοῦ ἀποθανεῖται. καὶ δικαιοϲύνη δικαίου οὐ μὴ ἐξέληται αὐτόν, ἐν ᾗ ἂν ἡμέρᾳ πλανηθῇ.
1073 Δικαιοϲύνη: ἐπιϲτήμη ὦν αἱρετέον καὶ εὐλαβητέον καὶ οὐδετέρων. δικαιοϲύνη οὖν ἡ κοινὴ ἀρετὴ καὶ ἡ ἀντιδιαιρουμένη ταῖϲ ἄλλαιϲ ἀρεταῖϲ ὁμωνύμωϲ. διαφέρει δὲ ἀνδρία καὶ δικαιοϲύνη, ὁμογενεῖϲ [*](1062 vs. 1 καὶ sq. Hesychio abiudicavit Flach 1064 Harp. 1065 ὅτανδικαιοδοϲίαϲ Polyb. fr. 31 1067 Harp. 1068 cf. Polyb. 8, 26, 9 1070 — καρπούμενοϲ Dam. fr. 26 cf. Phot. Bibl. 337a 4 —6: Aeschyl Sept. 592 1071 fort. lul. Imp. 1072 vs. 25 ϲῴζων—ψυχήν Gen. 19, 17: vs. 26 ἐν—29 ἀποθανεῖται Ezech. 18, 24; vs 29 δικαιοϲύνη sq. Ezech. 33, 12 1073 —νs. 31 οὐδετέρων Laert. 7, 92; vs. 32 δικαιοϲύνη sq. Alex. Aphr. 114, 15 —16, 116, 2— 10) [*](1085 Polyb. cf. v. ε 455. εὐλόγουϲ ἀφορμάϲ cf. 1081, Z 519 1070 Dam. cf. 1327. ὅτι sq. ex v. Α 2061 1072 hinc v. ϲῷϲαι cf. v. ὁϲίων 1070 Z 518) [*](A(GITFVM))[*]( 4 ἐκράτηϲε M cp. V 14 μηδενὶ δικαιοπραγεῖν] μηδὲν ἰδιοπραγεῖν Polyb. 20 ὅτι—καλεῖ om. ATFV 21 οὐ] ὃϲ οὐ Bhd. 21. 22 δίκαιοϲ] δίκαιον F 22 ὧν] ω A πειϲόμενοϲ ed. pr.: πειϲόμενον G πειϲομένη F cp. rell. 25 ἄλλοϲ] ἄλλωϲ A 33 (et 95, 4) ἀνδρεία GIV Alex.)
1074 Δικαιοϲύνη: οὐχ ἡ πολιτικὴ ἀρετή, ἀλλ᾿ ἡ μείζων, τῷ δὲ αὐτῷ ὀνόματι χρωμένη. δικαιοϲύνην δὲ τὴν ἑκάϲτῃ τῶν λοιπῶν ἀρετῶν οἰκειοπραγίαν ἀρχῆϲ πέρι καὶ τοῦ ἄρχεϲθαι. καὶ Δικαιοϲύνη, ἀποχὴ κερδῶν.
1075 Δικαιοϲύνη καὶ ἡ τελεία ἀρετὴ καὶ ἡ δικαία αἴτηϲιϲ, ὡϲ ὁ [*](Thdr.) ψάλλων· Δαυίδ· εἰϲάκουϲον, κύριε, δικαιοϲύνηϲ μου.
1076 Δικαιότερον ϲταχάνηϲ: ἐπὶ τῶν τὰ δίκαια ἀγαπώντων· [*](Prov.) ϲταχάνην γὰρ οἱ Δωριεῖϲ τὴν τρυτάνην καλοῦϲιν, ἴϲωϲ παρὰ τὴν ϲτάϲι. καὶ ἑτέρα παροιμία. Δικαιότεροϲ τρυτάνηϲ.
1077 Δικαιούμενοϲ: κολαζόμενοϲ. δίκηϲ τυγχάνων.
1078 Δικαιοῦν: δύο δηλοῖ, τό τε κολάζειν καὶ τὸ δίκαιον νομίζειν· [*](Σ) οὕτωϲ Ἡρόδοτοϲ. δικαιῶν τοῖϲ αὐτοῖϲ ἀμύνεϲθαι τοὺϲ Σκύθαϲ, οἷϲ [*](Ε) δὴ καὶ αὐτοὶ ἐϲ Ἀθηναίων τοὺϲ ἐνδόνταϲ τὴν ἄκραν ὑπῆρξαν παραϲπονδήϲαντεϲ. καὶ αὖθιϲ Ἀππιανόϲ· ξυμβάϲειϲ ποιεῖν, ἐφ᾿ οἷϲ ἂν [*](Ε + Σ) Γάβιοι δικαιῶϲιν. ἀντὶ τοῦ δίκαιον εἶναι νομίζωϲι. καὶ Ἰώϲηποϲ· οἱ δὲ ἐφ᾿ ὕβρει τὴν δικαίωϲιν λογιζόμενοι, καταϲπάϲαντεϲ τῶν ὅπλων [*](Ε) πολλά, ᾤχοντο εἴϲ τι χωρίον.
1079 Δικαιοῦϲαν· αἰτιατικῇ. καταδικάζουϲαν. ὑπὲρ δὴ τούτων [*](Ε) τὴν Ἄρτεμιν μηνίϲαι καὶ μετελθεῖν δικαιοῦϲαν αὐτοὺϲ τῆϲ γῆϲ ἀγονίᾳ.
1080 Δικαίωμα· ὅτι οὐδὲν δικαίωμα τῶν ὅπλων ἰϲχυρότερον· πᾶϲ [*](Ε) γὰρ ὁ δυνάμει προὔχων δικαιότερα ἀεὶ καὶ πράττειν καὶ λέγειν δοκεῖ. ὅτι Ἀρχέλαοϲ, ὁ Φυϲικὸϲ τὴν αἵρεϲιν ἐπικληθείϲ, ἐδόξαϲε τὸ δίκαιον [*](Suid.) καὶ αἰϲχρὸν οὐ φύϲει εἶναι, ἀλλὰ νόμῳ.
[*](1074 δικαιοϲύνην sq. cf. Pl. Rep. 434c, 443b; fort Dam. 1075 Thdr. in Ps.16,1, PG 80, 965a cf. 889b, 956a 1076 —ϲτάϲι ═ Zen. III 16 1077 — κολαζόμενοϲ Tim. cf. H ═ Poll. 8, 25 1078 Ἡρόδοτοϲ 3, 42, 2 et 1, 100, 2 vs. 19 δικαιῶν—20. 21 παραϲπονδήϲαντεϲ fort. Dex.; — ἀμύνεϲθαι cf. Thuc. 2, 67, 4 vs. 21 ξυμβάϲειϲ—22 δικαιῶϲιν App. Bas. 8 vs. 23 οἱ sq. los. Ant. 18, 315 1079 αἰτιατικῇ cf. An. Ox. 4, 290, 26, Synt. Laur. ὑπὲρ sq. Aelian. fr. 46(═ 226) 1080 — δοκεῖ Cass. D. 61, 1, 2)[*](1074—5 Z 518 1076 cf. v. ϲταχάνη et v. τρυτάνη 1078 cf. v. ε 237—8. Z 552 1079 Z 552, Aelian. cf. v. A 297 1080 Cass. hinc v. 340. vs. 30 ὅτι sq. ex v. Α 4084)[*](1. 2 ἀνδρεία GITV Alex. 2 μεϲίτηϲ V 9 τὴν] τῶν G 13 Δαυΐδ A(GITFVM) om. FV mg. AM 16 καὶ —παροιμία om. TFV Δικαιότεροϲ τρυτάνηϲ om. T 26 〈δικαιοῦϲαν〉 ex v. A 297 suppl. Kust. 27 ἀγονίᾳ A: ἀγωνίᾳ rell. 30 ὅτι—31 νόμῳ ex M)1081 Δικαιώματα: εὐλόγουϲ ἀφορμάϲ. ἐάν τε γὰρ νικῶμεν ἡμεῖϲ, ἕξειϲ πρὸϲ ἐμὲ δικαιώματα μεγάλα, διότι κεκοινώνηκαϲ ἡμῖν τῶν με γίϲτω κινδύνων.
1082 Δικαιώματα, νόμοϲ, ἐντολαί, κρίματα· νόμον καλεῖ τὸν ὑπὸ τοῦ θεοῦ διὰ τοῦ Μωϲέωϲ δεδομένον, ἐντολὰϲ δὲ καὶ προϲτάγματα πάλιν τὸν αὐτὸν ὡϲ βαϲιλικῶϲ ἐνταλθέντα καὶ προϲταχθέντα, δικαιώματα, ὡϲ δικαιοῦν τὸν κατορθοῦντα δυνάμενον, κρίματα δὲ ὡϲ τὰϲ θείαϲ ψήφουϲ ὑποδεικνύντα καὶ τὰϲ ἀξίαϲ ἀντιδόϲειϲ τῶν τε ἐν νόμωϲ καὶ παρανόμωϲ βιούντων, μαρτύρια δὲ ὡϲ διαμαρτυρούμενον καὶ δεικνύντα, οἵαιϲ ὑποβληθήϲονται οἱ ταῦτα παραβαίνοντεϲ. δικαιώματα δὲ καὶ αἱ κατακρίϲειϲ.
1083 Δικαίωϲ ἀδίκωϲ: ἀντὶ τοῦ παντὶ τρόπῳ. Ἀριϲτοφάνηϲ Πλούτῳ· ἡ γὰρ οἰκία αὕτη ’ϲτίν, ἥν δὴ χρημάτων ϲήμερον μεϲτὴν ποιῆϲαι, καὶ δικαίωϲ καὶ ἀδίκωϲ. τουτέϲτι πάϲῃ τέχνῃ.
1084 Δικαίωϲιϲ: κατάκριϲιϲ. οὐ γάρ τί που μετὰ μακρὸν ἐκολάϲθη [*](Ε) δικαιώϲει. δικαιωθέντων πάντων τῶν ἀδελφῶν Ἀριϲταίου τοῦ γίγαντοϲ δικαίωϲιν τὴν πρεπωδεϲτάτην.
1085 Δικαιώϲειϲ: Λυϲίαϲ τὰϲ δικαιολογίαϲ, Θουκυδίδηϲ δὲ τὰϲ κολάϲειϲ λέγει.
1086 Δικαιωτήρια: οἷον δικαϲτήρια.
1087 Δίκελλα: γεωργικὸν ἐργαλεῖον. οὐ βουϲὶ καὶ δικέλλῃ ποριζομένοιϲ [*](Δ) τὸν βίον, ἀλλ᾿ ἵππῳ καὶ μαχαίρᾳ. καὶ Δικελλίτηϲ.
1088 Δικέραιον: δύο κέρατα ἔχουϲαν. ἐν Ἐπιγράμμαϲι· δέρμα δὲ καὶ δικέραιον ἀπὸ ϲτόρθυγγα μετώπων ϲπαϲάμενοϲ κούρᾳ θέτο παῤ ἀγρώτιδι.
1089 Δίκη: ἡ ὑπὲρ ἰδιωτικῶν ἀδικημάτων ϲυνιϲταμένη κατηγορία, [*](Ε) καὶ ἧϲ τὸ τίμημα ὥριϲται τοῖϲ νόμοιϲ. ὁ δὲ δίκην ἄδικον δικάϲαϲ καὶ διαφυγὼν μὴ ἀπολέϲθαι πρότεροϲ τούτων περιῆν. καὶ δίκην γενέϲθαι Σ ἄδικον. αἱ τοιαῦται δίκαι οὕτω λέγονται αἱ εἰϲ ἄκαιρον ἀποκαθιϲτάμεναι ἤτοι διὰ πολιτικὴν αἰτίαν ἢ τῶν μαρτύρων ἁλόντων ψευδοκατηγόρων.
[*](1082 Thdr. in Ps. 118, 2, PG 80 1821b 1083 Ar. Pl. 231— 3 c. sch. 1084 — κατάκριϲιϲ cf. sch. Thuc. 8, 66, 2 οὐ— δικαιώϲει Aelian. fr. 225 δικαιωθέντων sq. Aelian. fr. 214 1085 Harp. ═ An. Ox. 2, 493, 2 cf. sch. Thuc. 8, 66, 2, Lys. 9, 8 1086 cf. H, Poll. 8, 25 (in Pl. Phaedr. 249a) 1087— ἐργαλεῖον ═ Ps. Herodian. 19, Ambr. 565 cf. Bk. 240, 3 Δικελλίτηϲ L cf. Ambr. 449 1088 δέρμα sq. Anth. 6, 111, 5—6 1089 — νόμοιϲ ═ Ba 199, 3 cf. Bk. 241, 6, sch. Pl. Enthyphr. 2a, Lex. Cant. vs. 27 ὁ—29 ἄδικον fort. Aelian. vs. 29 αἱ sq. cf. H, v. ἀνάδικοι)[*](1081 cf. 1065. Z 525 1082 cf. v. νόμοϲ 7. Z 525 1083 Z 556 1084—5 Z 519 1086 Z 526 1089 Z 519)[*](A(GITFVM))[*]( 1081 om. M 7 κρίματα] κρῖμα FV 10 οἵαιϲ τιμωρίαιϲ ὑποβληθήϲονται Zon. οἵαιϲ ὑπ. τιμωρίαιϲ Thdr. 13 ’ϲτίν] ἐϲτίν AIF 14 καὶ alt. om. AGI 1084 post 1035 GIT, ordo poscit 24 θέτο] θέτω A θῆκε Anth. 27 δίκην] δίκη FVM 28 πρότερον Bhd.)