Suidae lexicon
Suda
Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935
1030 Διθύραμβοϲ: ὕμνοϲ εἰϲ Διόνυϲον. ὁ δὲ Ἀπολλώνιοϲ λόγων [*](Σ) ἰδέαν ἐπήϲκει οὐ τὴν διθυραμβώδη καὶ φλεγμαίνουϲαν ποιητικοῖϲ ὀνόμαϲι.
[*](1018 ═ Ba 198, 22 1019 — παρέμεινεν ═ Ba 198, 23 1020 Harp. An. Ox. 2, 493, 1; Lys. fr. 177 1021 cf. Bk. 238, 21 et ad 1045 1022 cf. Bx. 241,13; l. ═ Σa, Ba 198, 25 1023 οὓϲ sq. Cass D. 71,11, 3 ═ EL 431,16 7 1024 ═ Σa, Ba 198, 24 1025 ἕτερα sq. Eunap. fr. 107, FHG 4, 556 1026 ὁ sq. Eunap. fr. 76, FHG 4, 48 1027 ═ Et. M. 274, 41, Et. Gen., sch. τ 450 Ap. S. 59, 1 1028 cf. Philop. 354, 15 1029 sch. Ar. Pac. 831 et 835; lon fr. 10 Bergk; Call. fr. 83b S. 1030 Διόνυϲον Tim. ═ gl. Hdt 1, 23 cf. sch. Pl. Rep. 394c, Ambr. 472 ὁ sq. Philostr. 1, 17)[*](1021 cf. 1045 1022 cf. 737 1026 cf. 809 1029 hinc v. ε 1174. cf. vv. l 487 et 489 1030 Philostr. cf. v. Κ 912)[*](3 εἰϲ del. Bhd. 7 Διηπόλια F, ordo poscit Ἀθηναίων IM cp. A A(GITFVM) 12 μείων IT 20 ἐνεργεῖ coniecit Bhd. 1029 —33 extra ord. 21 περὶ τῶν μετεώρων VM 23 οἷοϲ] οὖ FV Ἴων] ἰϲον V 24 μῆνα —25 ἀϲτέρα om. A μὲν ἀελίου] μετὰ ἑλίου Ι 26 κωμῳδίαϲ sch., Kust.: κωμῳδίαν GF cp. AIVM 27 καὶ καταλογάδην sch.)1032 Διθύροιϲ: διπτύχοιϲ, διπλαῖϲ θύραιϲ.
1033 Δίθυρϲον· Ἀρριανόϲ. τὸ δίθυρϲον, τὸ λογχωτὸν καὶ τὸ περιϲφύριον, οἶϲ ἀνέδην ἐβάκχευεν, ὅτ᾿ ἐϲ Διόνυϲον ἐφοίτα.
1034 Διιέναι: διέρχεϲθαι.
1035 Διιέντα: ἐκπέμψαντα.
1036 Διίεται: διέρχεται.
1037 Διιθύτηϲ: ὁ διευθύνων.
1038 Διιείϲ: διαπέμψαϲ.
1039 Διίημι: διέρχομαι. καὶ Διίηϲιν.
1040 Διικνείϲθω· γενικῇ. φθαϲάτω. καὶ Διικνούμενοϲ, διερχόμενοϲ.
1041 Δίιοϲ ὀργὴ καὶ Δίιοϲ βωμόϲ.
1042 Διῖχθαι: διέρχεϲθαι.
1043 Διιππαϲία καὶ Ἀνιππαϲία: τῶν ἵππων ἅμιλλα, ὥϲπερ δὴ διωμοϲία καὶ ἀντωμοϲία τὸ αὐτὸ ἄμφω δηλοῖ.
1044 Διιπετέοϲ: τοῦ ὑπὸ Διὸϲ πληρουμένου.
1045 Διιπόλεια: ἑορτή τιϲ Ἀθήνηϲι τὰ Διιπόλεια. καὶ Διιπολειώδη [*](Ar.) καὶ τεττίγων ἀνάμεϲτα. Διιπόλεια, τὰ λεγόμενα Διάϲια. ἑορτὴ οὕτωϲ ἐλέγετο, διότι τῷ Πολιεῖ Διὶ ἐθύετο.
1046 Διίπταται· αἰτιατικῇ.
1047 Διιϲθμήϲαντα: τὸν ἰϲθμὸν διαβιβάϲαντα. παρεκάλει αὐτὸν βοηθεῖν, τοὺϲ λέμβουϲ διιϲθμήϲαντα.
1048 Διιϲθμονίϲαι: τὸ διὰ τοῦ Ἰϲθμοῦ ἕλκειν τὴν ναῦν· ὅπερ ἐποίυ ἐν τῷ Ἰϲθμῷ οἱ Κορίνθιοι.
1049 Διιϲτάϲ: διαχωρίζων.