Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

[*](ΔΣ)

441 B ούλιμοϲ· ἀρϲενικῶϲ. ἡ ἐπιτεταμένη λιμόϲ. ἐπὶ δὲ τῆϲ [*](E) ὁδοῦ πολλοὶ ἔπεϲον ὑπὸ τοῦ βουλίμου καὶ χεῖραϲ καὶ πόδαϲ ἀπεκαύθηϲαν.

442 Βοῦλιϲ καὶ Σπέρχιϲ, Ἀθηναῖοι, οἳ αὐθαίρετοι ἐϲ Πέρϲαϲ ἀνῆλθον δώϲοντεϲ δίκαϲ ὑπὲρ τῶν κηρύκων Ξέρξου.

443 Βουλομέν ῳ: γλιχομένῳ, ἐπιθυμοῦντι. ὁ δὲ ἔφη θαυμάζων. ἐθελήϲειϲ τί μοι μαντεύϲαϲθαι; πάνυ γε, ἔφην, εἴ ϲοι βουλομένῳ [*](Soph.) ἐϲτίν. Ἀριϲτοφάνηϲ· βούλομαι δ᾿ , ἄναξ, καλῶϲ δρῶν ἐξαμαρτεῖν μᾶλλον ἢ νικᾶν κακῶϲ.

[*](Σ)

444 Βουλυτόϲ: ἡ δειλινὴ ὀψία, ὅτε οἱ βόεϲ ἀπολύονται τῶν ἔργῶν. [*](Ε) Ἀρριανόϲ· γίνεται μάχη καρτερὰ ἔϲτε ἐπὶ βουλυτὸν ἀγχώμαλοϲ. [*](Ε) καὶ αὖθιϲ Αἰλιανόϲ· καὶ ὁ μὲν ἔδραϲε τὸ προϲταχθέν· ὁ δὲ ὄρνιϲ πρὸ βουλυτοῦ ἐπ’ ἀμφοῖν βαδίζων καὶ τῶ πτέρυγε κρούων καὶ βαίνων μακρὰ καὶ αἴρων τὸν τράχηλον καὶ τὸν λόφον ἐπιϲείων, οἷον ὁπλίτηϲ γαῦροϲ, τὴν ἐϲ τὰ ἄλογα προμήθειαν ἀπεδείκνυτο.

445 Βουμολγόϲ: ὁ τὰϲ βοῦϲ ἀμέλγων. κέραϲ βουμολγὸϲ ταύρου [*](Anth.) κλάϲεν ἀτιμαγέλου.

[*](Prov.)

446 Βοῦν ἐν γνάθοιϲ φέρει: ἐπὶ τῶν πολυφάγων.

[*](call.)

447 Βουνιτῇϲι: τοῖϲ βουκόλοιϲ, τοῖϲ βοηλάταιϲ.

[*](Ar.)

448 Βούνομοι ἐπιϲτροφαί. ὑπὸ βοῶν --- ἤγουν κατανεμόμεναι.

[*](soph.)

449 Βουνόμον: τὴν βοῶν θρεπτικήν. βουνόμον ἔχων ἀκτάν.

[*](On)

450 Βουνόϲ· λύϲιϲ ὀνείρου. ὄρει προϲέρπειν πραγμάτων δηλοῖ βίαν.

[*](440 Ξενοφῶν An. 4, 5, 8 ϲυμπίπτει sq. fort. Metaphr. (si genuinus esset. locus, Aeliani) 441 — ἀρϲενικῶϲ cf. Ambr 649 ἡ —λιμόϲ Ba 181 cf Et. M. 208.21 ἐπί sq. Arr. Parth. p.17 R. 443 ὁ —ἐϲτίν lambl. fr. 4 (immo Damasc. cf. Pl. Cratyl. 384a) Ἀριϲτοφάνηϲ sq. Soph. Phil. 94 5 444 — ἔργων Ba 181,11, Et. M. 208.19, Ap. S. 52,5 cf. sch. ι 58 γίνεται —ἀγχώμαλοϲ Arr. Parth. p. 29 R. καὶ ὁ sq. Aelian. fr. 98 445 κέραϲ sq. Anth. 6, 255.1 — 2 446 Philol. Suppl. 6. 261, n. 315 447 sch. in Call Hec fr. 32 K., 157 S. cf Et. M. 218.22, An. Par. 4,180,22, H v. βωνίταϲ 448 Ar. Ran. 1383 c. sch. cf. H v. βούνομον 449 Soph. El.181 c. sch. 450 Astramps.)[*](440cf. v. καρδιώττειν. ὁ —βουλιμιῶϲι ex 565 441 cf. v. Α 2989 442 cf. v. Ξέρξηϲ et v. Σπέρχιϲ 443 Ζ 403 444 Ζ 398 445 cf. v. Α 4362 Ζ 398 447 cf. Ζ 398 450 cf. v. ὄροϲ)[*](A(GITFVM). 440 non nov. gl. A 2 ὁ δέ — 3 βουλιμιῶϲι ex GI 3 ϲυμπίπτει — 7 διαδιδόμενον om. TFV post 441 A Gl sed siglum ad 440 posuit A 3 τῆϲ] τὸ τῆϲ pr. 6 διαδυομένηϲ] διαδιδομένηϲ pr. 13 ὁ ] οἱ AI ad 443 μ βούλου, τὸ προϲτακτικόν mg M 448 non nov. gl. A V 27 κατανεμόμεναι] καταγγελλόμεναι FV 449 non nov. gl. A 450 ex Almg M 29 Βουνόϲ AI item M, sed post βίαν, ut nov. gl.)
487

451 Bουολοῦϲκοι· ὅτι Βουολοῦϲκοι πόλεμον κατὰ Ῥωμαίων ἐξήγειραν [*](E) καὶ πολλοῖϲ ζημιοῦνται ϲώμαϲι καὶ πόλειϲ ἐπιφανεϲτάταϲ τοῦ ϲφετέρου γένουϲ ἀποβάλλουϲι, Μαρκίου νέου παρὰ Ῥωμαίοιϲ ἐπιφανοῦϲ ὠϲαμένου ἐϲ μέϲουϲ τοὺϲ πολεμίουϲ, ϲυνειϲπεϲόντοϲ δὲ πυλῶν ἐντὸϲ τοῖϲ φεύγουϲι καὶ ἀναπετάϲαντοϲ τοῖϲ οἰκείοιϲ τὴν εἴϲοδον. ἐφ’ οἷϲ πολλοῖϲ μὲν χρήμαϲι, πολλοῖϲ δὲ ϲώμαϲιν αἰχμαλώτοιϲ πρὸϲ τοῦ μονάρχου τιμώμενοϲ τὰ μὲν ἄλλα διωθήϲατο, ἠρκέϲθη δὲ ϲτεφάνῳ τε ἀριϲτείῳ καὶ ἵππῳ πολεμιϲτηρίῳ· καὶ τῶν αἰχμαλώτων ἕνα τὸν οὑτοῦ φίλον αἰτήϲαϲ ἀφῆκεν ἐλεύθερον.

452 Βού παλοϲ: ὄνοϲ. Ἀριϲτοφάνηϲ· εἰ νὴ Δία τιϲ τὰϲ γνάθουϲ [*](Δ) τούτων δὶϲ ἢ τρὶϲ ἔκοψεν ὥϲπερ βουπάλου, φωνὴν ἂν οὐκ εἶχον. [*](Ar.) παρὰ τῷ Ἱππώνακτι· λάβετέ μου θοιμάτιον, κόψω βουπάλου τὸν ὀφθαλμόν.

453 Βού παιϲ: ὁ νέοϲ, ἐφῆλιξ. βουκόλοϲ. καὶ αἱ μέλιϲϲαι, ὅτι [*](Σ)  βοηγενεῖϲ εἰϲιν. αἰεί τοι βούπαιϲι περιϲτάϲοιτο μελίϲϲαιϲ τύμβοϲ,[*](Anth.) Ὑμηττείῳ λειβόμενοϲ μέλιτι. ἵπποι γὰρ ϲφηκῶν γένεϲιϲ, ταῦροι δὲ μελιϲϲῶν.

454 Βού πεινα : μεγάλη πείνα.

[*](Suid.)

455 Βου πλήξ: πέλεκυϲ, μάϲτιξ, βούκεντρον. καὶ αὖθιϲ· καὶ κέντρ’ [*](Σ) ὀπιϲθονυγῆ καὶ βούϲτροφα δεϲμὰ τενόντων.

[*](Anth)

456 Βουργα ών: ὄροϲ περὶ τὴν ἑϲπέραν, ἔνθα Βελιϲάριοϲ διαφόρουϲ [*](E) πολέμουϲ διήνεγκεν.

457 Βοῦϲ ἕβ δομοϲ: ἐπὶ τῶν ἀναιϲθήτων. οἱ γὰρ πένητεϲ ἔμψυχον [*](Prov.) μὴ ἔχοντεϲ θῦϲαι ἔπλαττον ἐξ ἀλεύρου. θυομένων δὲ τῶν Ϛ΄ ἐμψύχων, προβάτου, ὑὸϲ, αἰγὸϲ, βοὸϲ, ὄρνιθοϲ, χηνὸϲ, ἐθύετο ἕβδομοϲ ὁ ἐξ ἀλεύρου· καὶ διὰ τὸ εἶναι αὐτὸν ἄψυχον, ἐξεδόθη εἰϲ παροιμίαν. ἐπίγραμμα εἰϲ βοῦν καὶ τράγον ἐπὶ πίνακοϲ ἀργυροῦ ἐγκεκολαμμένουϲ· πῶϲ βοῦϲ ὑπάρχων, αὔλακαϲ γῆϲ οὐ τέμνειϲ, ἀλλ’ ὡϲ πάροινοϲ ἀγρότηϲ ἀνεκλίθηϲ; πῶϲ οὐχὶ καὶ ϲὺ πρὸϲ νομὰϲ ἀποτρέχειϲ, ἀλλ’ ἀργυροῦν εἴδωλον ἕϲτηκαϲ, τράγε; ἕϲτηκα (τὴν ϲὴν ἐξελέγχων ἀργίαν.

[*](451 cf. Exc. Plan. 6 ap. Cass. D. 1 p. CXV 452 — ὄνοϲ cf. H εἰ sq. Ar. Lys. 360 —1 c. sch. plenior.: Hipponact. fr. 83,1 453 — βουκόλοϲ ═ Ba. 181,13 ἐφῆλιξ ═ sch. Ar.Vsp.1206 cf. H, Nauck, Aristoph. Byz. 9315 αἰεί —μέλιτι Anth. 7, 36, 3— 4 ἵπποι sq. Nicand. Th.741 455 — βούκεντρον ═ Ba 181,14 cf. H, Ap. S. 52, 7, sch. Z 135, Ambr. 600 καὶ κέντρ’ sq. Anth. 6, 104.5 456 cf Proc. bell. 4, 12,3et 5 457 vs. 25 ἕβδομοϲ cf. Diogen.III 50; Miller. Mel. p.357)[*](451 cf. v. Μάρκιοϲ fin. 452 Z 398. Hipponax cf v. κόπιῶ 453 Nicand. hinc v. ἵπποϲ fn. 454 ex 439 455 Z 398 456 Z 397 457 hinc ν ἑβδομαῖοϲ)[*](2 ἐπιφανεϲτάταϲ] περιφανεϲτάταϲ GI 8 τόν A V τῶν GITM A(GITFVM) 9 φίλον AV φίλων GI T cp. M 10 ὄνοϲ 0 GTFM Zon. ὄνομα V cf Hes.; ambigua scriptura Al cf. p. 492,28 12.13 τὸν ὀφθαλμόν] τὸ ὄνομα M. 13 μελίϲϲαιϲ] μελίϲϲαϲ A 454 ex M 19 post αὖθιϲ lac. temere statuit Bhd. 23οἱ] οὐ A 25 χηνόϲ om. FV 27 ἐπίγραμμα —30 ἀργίαν om TF V)
488
[*](Σ)

458 Βοῦϲ ἕβ δομοϲ: πέμματα κέρατα ἔχοντα κατὰ μίμηϲιν τῆϲ πρωτοφαοῦϲ ϲελήνηϲ. ἐκάλουν δὲ αὐτὸ βοῦν προϲτιθέντεϲ καὶ τὸ ἕβδομον, ὅτι ἐπὶ ἓξ ταῖϲ ϲελήναιϲ ἐπεθύετο οὗτοϲ ἕβδομοϲ, ὡϲ Εὐθυκλῆϲ ἐν Ἀταλάντῃ. ὁμοίωϲ δὲ καὶ αἱ ϲελῆναι πέμματα πλατέα κυκλοτερῆ, ὃ καὶ οὕτωϲ ἐκάλουν. ἔϲτι δὲ παρὰ Εὐριπίδῃ ἐν Ἐρεχθεῖ καὶ παρ’ Ἀχαιῷ ἐν Ἴριδι. τάττεται δὲ ἡ παροιμία ἐπὶ τῶν ἄγαν ἀναιϲθήτων. [*](Prov.) καὶ Βοῦϲ ἐνάλιοϲ, ἐπὶ τῶν μηδὲν χρηϲιμευόντων.

[*](Σ)

459 Βοῦϲ ἐν αὐλίῳ κάθῃ. παροιμία ἐπὶ τῶν ἀχρήϲτων.

[*](Σ)

460 Βοῦϲ ἐπὶ γλ ώ ττηϲ: ἐπὶ τῶν μὴ δυναμένων παρρηϲιάζεϲθαι· ἢ διὰ τὴν ἰϲχὺν τοῦ ζῴου. ἢ διὰ τὸ τῶν Ἀθηναίων νόμιϲμα βοῦν ἔχειν ἐγκεχαραγμένον, ὅπερ ἐκτίνειν ἔδει τοὺϲ παρρηϲιαζομένουϲ.