Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

822 Ἀκαχείατο: ἐλυποῦντο. καὶ Ἀκαχίζεο, λυποῦ.

[*](Hom.)

823 Ἀκαχημένη: λυπουμένη. καὶ Ἀκαχήμενον, οὐδέτερον.

[*](Δ)

824 Ἄκαψιϲ: ὄνομα πόλεωϲ.

[*](Δ)

825 Ἀκαίη: ῥάβδοϲ θαλαττία.

[*](Δ)

826 Ἄκαινα: μέτρον δεκάπουν. ἔϲτι δὲ ῥάβδοϲ, δι᾿ ἧϲ κεντοῦϲι [*](Σ) τοὺϲ βόαϲ, ὡϲ τῶν Πελαϲγῶν τοῦτο εὑρόντων.

827 Ἄκαιροϲ: ὁ μὴ ἔχων καιρόν. καὶ, Ἄκαιροϲ εὔνοια οὐδὲν [*](Δ) ἔχθραϲ διαφέρει· Ἱππόλυτον φαϲὶ ταύτην εἰπεῖν πρὸϲ Φαῖδραν Prov φάϲκουϲαν φιλεῖν τε καὶ ϲτέργειν αὐτόν.

828 Ἀκεανόϲ: εἶδοϲ ὀϲπρίου.

[*](Δ)

829 Ἀκελιμᾶϲ.

[*](Δ)

830 Ἀκενόϲπουδον· παρὰ Διογνήτου ἔμαθον τὸ ἀκενόϲπουδον καὶ τὸ ἀπιϲτητικόν. φηϲὶ Μάρκοϲ ὁ φιλόϲοφοϲ βαϲιλεύϲ.

831 Ἀκέων: ἡϲυχάζων. παῤ Ὁμήρῳ κατὰ μεϲότητα ἐξήνεκται [*](Hom.) ἀντὶ τοῦ ἐφ᾿ ἡϲυχίαϲ. καὶ ἐν ἄλλοιϲ· ἀλλ᾿ ἀκέων δαίνυϲθε καθήμενοι.

[*](811 — ἀήττητον + τουτέϲτι sq. Ar. Nu. 1228 — 9 c. sch. 812 ═ P, Ba 53, 11 813 ═ P, Ba 53,12 814 cf. Ambr. 868 815 cf. Ambr. 875 817 ═ P, Ba 53, 14, H 818 ═ Ambr. 1006 820 ὥϲπερ sq. Prisc. fr. 30 FHG 4, 105 ═ EL 586, 11 — 12 821 ═ Ambr. 876 822 — ἐλυποῦντο sch. M 179 ═ H cf. Ambr. 1069; ἀκαχίζεο sq. sch. Z 486, λ 485 cf. H 823 — λυπουμένη ═ Ambr. 992, sch. Ε 364; ἀκαχήμενον sq cf. Ambr. 1070 825 ═ Ambr. 988 ἀκαίνη 826 P, Ba 46, 5 cf. sch. Ap. Rh. 3, 1323, Et. M. 43, 47, Ambr. 988 — 989 827 καιρόν ═ Ambr. 886 ἄκαιροϲ εὔνοια sq. ═ Zen. I 50 828 ═ Ambr. 884, Et. M. 46, 14 830 Marc. 1, 6, 1 — 2 831 — ἡϲυχάζων sch. A 512 ═ Ambr. 1067; μεϲότητα ἐξήνεκται cf. sch. A in Δ 22, Et. M. 47, 1 ἄλλ᾿ sq. φ 89)[*](811 Ζ 98 812 —3 Ζ 115 815 —6 Ζ 98 818 Ζ 103 820 Ζ 98; Prisc. cf. 18; hinc v. Σαράγουροι 822 — 3 Ζ 112 — 3 824 —6 Ζ 103 828 Ζ 98 830 Ζ 109 831 Ζ 113)[*](810. GTS mg. A M 814 om. GS 10 ἀκοίμιϲτοϲ] ἀκοίμητοϲ GecS A(GITSM) 819 om. S 18 Ἄκαψιϲ] Ἄκαμψιϲ S 29 ἡϲυχάζων] ἡϲύχωϲ ss. M, antepos. S μεϲότητα GS μεϲότητοϲ A μεϲότατοϲ M ἐξήνεκται] ἐξήνεγκται pr.)
78
[*](Σ)

832 Ἀκερδὴϲ χάριϲ: ἡ μὴ δεόντωϲ διδομένη. ἧϲ φαῦλον τὸ [*](Soph.) κέρδοϲ. μήδ᾿ ἄλαϲτον ἀκερδῆ χάριν ἄντ᾿ ἰδὼν μετάϲχοιμί πωϲ.

[*](Σ)

833 Ἀκέραιον: ἄκακον, ὁλόκληρον, καθαρόν. ϲημαίνει δὲ καὶ τὸν ἔξω κήραϲ.

834 Ἀκέραιον ϲυνειδόϲ: τὸ καθαρὸν καὶ εἰλικρινέϲ. Δαμάϲκιοϲ φηϲίν· οὐδὲν γὰρ εἶναι τῶν ἀνθρωπίνων ἀκεραίου ϲυνειδότοϲ ἀντάξιον. δεῖ δὲ τὸν εὐϲχήμονα τρόπον ϲυνδιαιτᾶϲθαι τοῖϲ πέλαϲ· εἰ καὶ ἐναντίον εἴη τῷ φαινομένῳ τὸ ἀληθινὸν ἀγαθὸν, μηδέποτε ἐκεῖνο τούτου ἐπίπροϲθεν ἄγειν μηδὲ ἄλλο ὁτιοῦν περὶ πλείονοϲ ποιεῖϲθαι τῆϲ ἀληθεῖαϲ, μήτε κίνδυνον ἀγῶνοϲ ἐπιφερομένου μήτε ὄκνῳ ἀποϲτρεφόμενον ἔργον ἐπίπονον, μηδὲ κέρδοϲ ἐπαίνου ἀδίκου, μηδὲ ϲυνήθειαν φιλίαϲ, μηδὲ ϲυγγενείαϲ τινὸϲ ἀνάγκην.

835 Ἀκέραιον· ἐκ τῆϲ Μάρκου Ἀντωνίνου ϲυγγραφῆϲ κἂν τριϲχίλια ἔτη βιώϲεϲθαι μέλλῃϲ καὶ τοϲαυτάκιϲ μύρια, ὅμωϲ μέμνηϲο, ὅτι οὐδεὶϲ ἄλλον ἀποβάλλει βίον ἢ τοῦτον ὃν ζῇ, ἢ ἄλλον ζῇ ἢ ὃν ἂν ἀποβάλλῃ. εἰϲ ταὐτὸν οὖν καθίϲταται τὸ μήκιϲτον τῷ βραχυτάτῳ. τὸ γὰρ παρὸν πᾶϲιν ἴϲον καὶ τὸ ἀπολλύμενον οὐκ ἴϲον. καὶ τὸ ἀποβαλλόμενον οὕτωϲ ἀκαριαῖον ἀναφαίνεται. οὔτε γὰρ τὸ παρῳχηκὸϲ οὔτε τὸ μέλλον ἀποβάλλοι ἄν τιϲ. ὃ γὰρ οὐκ ἔχει, πῶϲ ἂν τοῦτο τιϲ αὐτοῦ ἀφέλοιτο;

[*](Δ)

836 Ἀκέραιοϲ: ὁ ὁλόκληροϲ. ἀκεραίοιϲ τε καὶ οὐ προϲδεχομένοιϲ [*](Ε) ἐπιγενόμενοι τῆϲ γῆϲ ἐκράτουν. καὶ αὖθιϲ· τὸ δὲ μέλι ἅτε οὐκ ἀκέραιον [*](Ε) οὔτε ἀπὸ ἀκάνθων ἀλλ᾿ ἀπὸ ἑρπετῶν ϲυμπεποριϲμένον ἀνέϲτρεφε [*](Ε) τὰ ϲπλάγχνα. Πολύβιοϲ· τοὺϲ μὲν γὰρ ἀηττήτουϲ ὄνταϲ ἐξ ἀκεραίου [*](Ε) διηγωνίϲθαι πρὸϲ ϲφᾶϲ. ἀντὶ τοῦ ἐξ εὐκόλου. θέλων ἀκεραίοιϲ [*](Ε) χρήϲαϲθαι ταῖϲ τῶν Κελτῶν ὁρμαῖϲ. ἐξ ὁλοκλήρου. καὶ αὖθιϲ· οὐ [*](Ε) δυνάμενοϲ δὲ πείθειν ἐξ ἀκεραίου διὰ τὴν εὐλάβειαν καὶ ἀπραγίαν τοῦ προειρημένου βαϲιλέωϲ ἠναγκάϲθη φ΄ τάλαντα προτεῖναι. καὶ δὴ ϲυγκατέθετο βοηθήϲειν ὁ Σέλευκοϲ. καὶ αὖθιϲ· οὐ βουλομένοι ἀκέραιον ἀπενεγκεῖν τὴν φήμην αὐτοῦ ἤρξαντο διαϲύρειν αὐτόν.

[*](Δ)

837 Ἀκεραιοϲύνη· ἀκερωϲύνη δέ.

[*](Δ)

838 Ἄκερωϲ βοῦϲ: ὁ μὴ ἔχων κέρατα. καὶ Ἄκερων, οὐδετέρωϲ μονόπτωτον.

[*](882 — διδομενη ═ P, Ba 53, 15, Phryn. fr. 144 ἦϲ sq. Soph. OC 1484 c. sch. 833 ═ P, Ba 53, 17; ἔξω κήραϲ Tim. 834 Δαμάϲκιοϲ sq. fr. 223 835 Marc. 2, 14, 1 —4 836 —ὁλόκληροϲ ═ Ambr. 840 vs. 22 τό —ϲπλάγχνα lambl. fr. 7 cf. Puot. bibl. p. 74 b 1 vs. 24 τούϲ —ϲφᾶϲ Poly b 15, 1111 θέλων — ὁρμαῖϲ Poly b. 3, 70, 9 οὐ δυνάμενοϲ —Σέλευκοϲ Polyb. fr. 96 838 — κέρατα ═ Ambr. 887)[*](832 Z 103 836 Polyb. fr. 96 cf. v. ἐξ ἀκεραίου)[*](A(GITSM))[*]( 10 ὄκνῳ Bas. ὄκνον omnes 885 ante 834 AG (S) sed signo adi. et post 834 ζήτει τὴν λοιπὴν ἀκολουθίαν ἄνω A; haec post l. 835 add. ἔνθα τὸ ϲημεῖον τοῦτο G 15 ἢ ὅν M ὅν AGIS 16 ἀποβάλλῃ] ἀποβάλλει A cf. Marc. 21 ἀκεραίοιϲ] ἀκέραιοι Schweigh. Opusc. 2, 200, lacobs Anim. ad Eurip. 138 22 ἐπιγενόμενοι M ἐπιγινόμενοι S ἐπιγενόμενοϲ GI ἐπιγινόμενοϲ AT 23 ἑρπετῶν] ἑ. τροφῆϲ sive νομῆϲ coni. Roscher Jahns Jb. 151, 332 post 838 Ἀκερϲεκόμηϲ ὁ Ναζιραῖοϲ add. I)
79

839 Ἀκερϲεκόμηϲ: τὴν κόμην μὴ κειρόμενοϲ.

[*](Hom)

840 Ἄκεϲϲα: Ῥωμαϊκόν τι μηχάνημα ἐκ δενδροτομίου πρὸϲ ἐρυμνότητα μεταϲκευαζόμενον. οἱ δὲ Ῥωμαῖοι ξυνέθεϲαν τὴν λεγομένην [*](Ε) ἄκεϲϲαν τῇ Ῥωμαίων φωνῇ. δενδροτομήϲαντεϲ γὰρ ἀλλεπάλληλα ϲτελέχη τῇ ξυνθήκῃ καταϲτορέϲαντεϲ ἀπετείχιϲαν ὡϲ ἐνῆν τὴν ἐνθένδε πορείαν τῆϲ πόλεωϲ.

841 Ἀκέϲαϲθαι καὶ Ἀκέϲαι: ἰάϲαϲθαι. ὅθεν Ἀττικοὶ τὴν ἠπήτριαν [*](Σ) ἀκέϲτριαν καλοῦϲιν.