Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

[*](Δ)

702 Ἀθάμαϲ: ὄνομα κύριον. εἰϲάγεται ὁ Ἀθάμαϲ ἐϲτεφανωμένοϲ [*](Ar.) ὥϲπερ ἱερεῖον ϲφαγιαϲθηϲόμενοϲ διὰ Φρίξον, καὶ ῥύεται αὐτὸν Ἡρακλῆϲ εἰπὼν ζῆν τὸν Φρίξον. παραδείγματι οὖν χρώμενοϲ ὁ Ἀριϲτοφάνηϲ δεδιέναι φηϲὶ τῷ Ἀθάμαντι παραπλήϲια μέλλοντι θύεϲθαι.

[*](Σ)

703 Ἀθαμβήϲ: ἄφοβοϲ.

704 Ἀθανάριχοϲ· ὃϲ ἐβαϲάνιϲε τὸν ἅγιον Νικήταν καὶ μέγαν μάρτυρα τοῦ Χριϲτοῦ πεποίηκεν.

[*](Hom.)

705 Ἀθάνατοϲ: τὸ ἀθάνατοϲ ἐπὶ ἐμψύχων, τὸ δὲ ἄφθιτοϲ ἐπὶ ἀψύχων [*](Phil.) φιλόϲοφοι τάττουϲιν. ὅτι ὁ Πλάτων ἀθάνατον εἶναι λέγων τὴν ψυχὴν ἀθανάτοιϲ ὁμώνυμον εἶναι ἐπιφέρει. διότι τὸ μὲν κυρίωϲ ἀθάνατον [*](684 ═ H cf. Ambr. 817, sch. Ο 709 685 l. ═ Ambr. 816 686 ═ Ambr. 831 687 — ὁρμήϲαϲ ═ H cf. Ambr. 832 ἀΐξαϲ alt. sq. Anth. 7, 210, 3 688 ═ Ambr. 808 689 ═ Ambr. 790 690 ═ Ambr. 830, sch. Π 468, Et. M 43, 23 691 — ὁρμῶϲι ═ sch. Λ 552, H cf. Ambr. 832 ἐν sq. Polyb. 36, 8, 7 οἷοϲ sq. κ 495 692 ═ Ambr. 837 693 sch. α 242; ἀφανήϲ ═ Ambr. 795 694 ═ P, Ba 52, 21 695 Tim. ═ Ba 52, 20 696 ═ Ambr. 834 697 ═ Ambr. 792 698 ═ Ambr. 821 700 Ambr. 833, H 701 ═ Ambr. 713 702 εἰϲάγεται sq. sch. Ar. Nu. 257 703 ═ P, Ba 36, 24 704 cf. Synax. 45, 30 705 — τάττουϲι sch. Β 186 vs. 32 ὅτι—τόπον Philop. 24, 25—29) [*](683, 685 Z 63 688—9 Z 63 689 cf. 674 690 Z 95 691 cf. v. Κάτων 697 Z 74 705 Hom. hinc 4628) [*](A(GITSM))[*]( 684—5 om. GIT 5 νόϲφιϲεν] νοϲφίϲαϲ A 12 εἰπεῖν ex AG; εἰπεῖν, ζήτει ϲφάλμα mg. M τοί] τό A 29 Νικήταν] Νικήτα Al cp. M μέγαν μάρτυρα] μεγαλομάρτυρα S)

67
καὶ κατ᾿ οὐϲίαν καὶ κατ᾿ ἐνέργειάν ἐϲτιν ἀμετάβλητον· τὴν δὲ ψυχὴν κατ᾿ οὐϲίαν μὲν οἶδεν ἀθάνατον, οὐκέτι δὲ καὶ κατ᾿ ἐνέργειαν. οὕτωϲ δ᾿ ἂν εἴποιϲ καὶ τὰ οὐράνια ἀθανάτοιϲ ὁμώνυμα· μεταβάλλει γὰρ καὶ αὐτὰ, εἰ καὶ μὴ κατ᾿ οὐϲίαν ἀλλὰ κατὰ τόπον. ὅτι δὲ πάθοϲ τῆϲ ζωῆϲ ἡ ἀθαναϲία καὶ ϲύμπτωμά τι· ἐπὶ ὑποθέϲει γάρ τινι δείκνυται ἐκ θνητοῦ ἀθάνατον γίγνεϲθαι, οὐ μεταλήψει ἄλληϲ ζωῆϲ τὸ θνητὸν ἀθάνατον γίγνεϲθαι. ἐγράφη ἐν τῷ Πῖ ϲτοιχείῳ περὶ πάθουϲ. ὁ δὲ τὴν ἀθαναϲίαν ὁριζόμενοϲ ϲτέρηϲιν θανάτου ἁμαρτάνει. οὐ γὰρ ϲτέρηϲιϲ θανάτου ἡ ἀθαναϲία, ἀλλ᾿ ἐν ἕξει καὶ διαθέϲει.

706 Ἀθᾶνεϲ: ὄνομα ἔθνουϲ.

[*](Δ)

707 Ἀθάνατοι: μύριοι Περϲῶν ἐπίλεκτοι. οὓϲ Ἀρδαβούριοϲ ἐπὶ [*](Ε) Θεοδοϲίου βαϲιλέωϲ διέφθειρε καὶ ἠφάνιϲεν. οὓϲ εἶχε Ξέρξηϲ ὁ Δαρείου.

708 Ἀθάρα: ἄλευρον ἡψημένον. κλίνεται δὲ παρὰ μὲν Ἀττικοῖϲ διὰ [*](Ar.) τοῦ η ἀθάρηϲ, ἡ δὲ κοινὴ διὰ τοῦ α ἀθάραϲ. Ἀριϲτοφάνηϲ Πλούτῳ· ἀλλά με ἀθάρηϲ χύτρα τιϲ ἐξέπληττε κειμένη ὀλίγον ἄπωθεν τῆϲ κεφαλῆϲ τοῦ γρᾳδίου. Ἀθάρην, οὐκ ἀθαρὴν τὴν ἐρεικτὴν καλοῦϲι. [*](Σ) Κράτηϲ Ἥρωϲιν· οὐκοῦν ἔτνουϲ χρὴ δεῦρο τρύβλιον φέρειν καὶ τῆϲ ἀθάρηϲ.

709 Ἀθαυμαϲτί: χωρὶϲ θαύματοϲ.

[*](Δ)

710 Ἄθε: εὐχῆϲ ϲημαντικὸν, ἀντὶ τοῦ εἴθε.

711 Ἀθέατοϲ: μὴ τεθεαμένοϲ. ὢν γὰρ εἰϲ τέλοϲ ἀθέατοϲ τῆϲ Ἑλλάδοϲ διὰ τοὺϲ ἐν Ἰβηρίᾳ πολέμουϲ κατὰ τοὺϲ ἐν Λιγυϲτικοῖϲ, προῆγεν [*](Ε) ἐπὶ τὴν Ἐλλάδα.

712 Ἀθεεί: χωρὶϲ θεοῦ.

[*](Δ)

713 Ἀθέλιμνοϲ: ὁ κακόϲ.

[*](Δ)

714 Ἀθέμιϲτα: ἄδικα. καὶ Ἀθέμιϲτοϲ, ἄνομοϲ. λέγεται δὲ καὶ [*](Σ) Ἄθεϲμοϲ, ὁ παράνομοϲ. ἠράϲθη Πίαϲοϲ Θετταλὸϲ Λαρίϲϲηϲ τῆϲ [*](Δ) ἑαυτοῦ θυγατρὸϲ ἔρωτα ἄθεϲμόν τε καὶ δυϲτυχῆ.

[*](Ε)

715 Ἀθέμιτον: τὸ ἄδικον. καὶ Ἀθεμιτότατον· διφορεῖται.

[*](Δ)

716 Ἄθεον· ἄθεόν ἐϲτι τὸ μὴ τὴν ἀθαναϲίαν τῆϲ ψυχῆϲ διαϲώζειν καὶ ἀνάγειν εἰϲ τὸ θεοειδὲϲ καὶ ϲυνάγειν αὐτὴν πρὸϲ τὸ θεῖον ἀρρήϲτοιϲ καὶ ἀλύτοιϲ δεϲμοῖϲ, ἢ τἀναντία τούτων, τὸ καταϲπᾶν καὶ καθέλκειν [*](705 vs. 4 ὅτι—7 γίγνεϲθαι Alex. Aphr. 353, 13—14; vs. 8 ὁ δέ sq. Alex. Aphr. 472 9—10 708 — γρᾳδίου Ar. Pl. 672—4 c. sch. Ἀθάρην sq. ═ P cf. Ba 39, 28 Crates fr. 9 709 ═ Ambr. 786 712 ═ Ambr. 781 cf. H 713 ═ Ambr. 706 cf. H 714 — ἄνομοϲ ═ P, Ba 36, 25 et 37, 1 ἄθεϲμοϲ—παράνομοϲ cf. H ἠράϲθη sq. Aelian. fr. 195 715 — ἄδικον ═ Ambr. 761 cf. Ambr 709; ἀθεμιτότατον cf. Ambr 732 715 fort Damasc.) [*](705 Alex 353 cf. v. πάθοϲ 3 707 cf. v. Ξέρξηϲ 709 Z 63 711 hinc v. Λιγυϲτικοῖϲ 712 Z 63 714 Aelian. binc v. Πίαϲοϲ 715 Z 61) [*](16 ἄπωθεν Aac M ἄποθεν Aec GIT 17 ἐρεικτήν Mec ἐρικτήν AMac Phot. A(GITSM) ἐριεικτήν GIT 18 τρύβλιον M τρίβλιον AGIT 27 καί pr. om. A(S) 30 Ἀθεμιτότατον] Ἀθεμιτώτατον ITacMac Ἀθεμιτώτατοϲ S cf. Ambr.)

68
τὸ ἐν ἡμῖν θεῖον εἰϲ τὸ γηγενὲϲ καὶ ἀλιτήριον, καὶ γιγαντῶδεϲ ἢ τιτανικὸν δεϲμωτήριον.

[*](Δ)

717 Ἀθεωρητί: χωρὶϲ θεωρίαϲ. καὶ Ἀθεώρητοϲ, ἀθέατοϲ.

[*](Harp.)

718 Ἀθεραπευϲία: ἡ παντελὴϲ καταφρόνηϲιϲ. τὸ δὲ ϲτρατόπεδον [*](Ε) ταῖϲ τῶν ϲωμάτων ἀθεραπευϲίαιϲ κακῶϲ ἀπήλλαττεν.

719 Ἀθέρεϲ: εἶδοϲ ϲπέρματοϲ.

[*](Δ)

720 Ἀθέριϲον: ἀποδοκίμαϲον.

[*](Δ)

721 Ἀθερώϲϲει: ἀγρυπνεῖ.