Suidae lexicon
Suda
Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935
4268 Ἀϲτύνοοϲ. ὄνομα κύριον.
[*](Δ)[*](4257 — διανομή cf. Ambr. 3522 vs. 5 ἄϲτροιϲ — πορευομένων ═ Macar. ll 50 cf. Eust. O. 1535, 59, H ἀϲτρῷοϲ —ἄϲτρων ═ Ambr. 3403 4258 — ἄϲτεοϲ ═ Ambr. 3547 4260 Ἀϲτυανάκτειοϲ cf. Ambr. 3554 4261 — ϲχημάτων cf. H 4262 — βοᾶν sch. Ω 701 ═ Ap. S. 45, 31, Et. M. 160, 12; κήρυξ cf. Ambr. 3422 καλήτορα sq. ═ Ap. S. 94, 27 cf. sch. Ω 577 4268 ═ Ba 155, 3 cf. H, sch. Luc. 4, 1 4264 ἔγραψε sq. ad 4265 rett. Capps, Amer. Journ. Phil 21, 44 4267 ═ Ambr. 3559 4268 ═ Ambr. 3419)[*](4257 Z 320; cf. v. Ὀϲτᾶναι; ὅτι μαγεία sq. ex v. Γ 364 cf. v. Μαγουϲαῖοι 4258 cf. v. ἥμιϲυ 4262 Z 314 4263 Z 313)[*](5 τεκμαίρεϲθαι] ϲημαίνεϲθαι A, ss. M cf. Hes. 8 ὅτι — 9 αὐτοί om. AFV A(GITFVM) 10 καί om. A 17 εὖρε] ὡϲ ἀπόλοιτο ϲὺν ἐκείνῃ καὶ ἡ ἐφεύρεϲιϲ αὐτῆϲ add. F, mg. M 23 πρεϲβύτηϲ] πρεϲβύτεροϲ Bhd. in add. 24 ϲμ΄] μβ΄ G 33 Ἀϲτύνοοϲ] Ἀϲτύνηοϲ V)4269 Ἀϲτυνόμοϲ· δέκα ἦϲαν ἀϲτυνόμοι, πέντε μὲν ἐν Πειραιεῖ, πέντε δὲ ἐν ἄϲτει, οἷϲ ἔμελλε περί τε τῶν αὐλητρίδων καὶ ψαλτριῶν καὶ κοπρολόγων καὶ τῶν τοιούτων.
4270 Ἀϲτυόχεια: ὄνομα πόλεωϲ.
4271 Ἀϲτυπαλαιεύϲ: ὄνομα κύριον.
4272 Ἄϲτυρον: πόλιν. ὅϲ τ᾿ ὤκιϲτοϲ ἐϲ ἄϲτυρον ἀγγελιώτηϲ. Καλλίμαχοϲ.
4273 Ἀϲτυφέλικτον: ἀτίνακτον.
4274 Ἄϲυλον ἱερόν: τὸ τίμιον καὶ τηροῦν τοὺϲ ἱκέταϲ. καὶ [*](Δ) Ἀϲυλία, τὸ πρᾶγμα. τοῦ δὲ ἀγῶνοϲ ὄντοϲ δημοϲίου καὶ μεγάλου [*](EL) διὰ τὴν τῶν πρεϲβευτῶν ἀϲυλίαν καὶ τὴν ϲυνήθη παρὰ τῶν Ῥωμαίων ὑπὲρ τῶν πρεϲβειῶν μιϲοπονηρίαν. ϲυλῶ δὲ τὸ ϲυ μακρόν.
4275 Ἀϲύγχυτον· ἡ γὰρ φύϲιϲ τοῦ ἀϲυγχύτου οὔτε ϲιδήρου ὑφίϲταται κατάλυϲιν οὔτε μὴν πάλιν τὴν διὰ πυρὸϲ λύϲιν.
4276 Ἀϲύμβατον: ἀφιλίωτον.
4277 Ἀϲυμφανῶϲ: ἐπικεκαλυμμένωϲ, ἀδήλωϲ.
4278 Ἀϲυμφυῆ: ἀνοίκεια, ἀνόμοια. ᾗ πετρῶδεϲ τὸ ἔδαφοϲ τοῦ ῥείθρου ἦν, ὑπό τε ἀνωμαλίαϲ καὶ τοῦ ἀϲυμφυῆ τὰ ὑποκείμενα ἔϲεϲθαι τοῖϲ ὑποτιθεμένοιϲ.
4279 Ἀϲυνάρτητον: ἀϲυνάρμοϲτον.
4280 Ἀϲυνδύαϲτοϲ: ἀϲύμπλοκοϲ, ἀϲύζευκτοϲ.
4281 Ἀϲυνέτουϲ: τοὺϲ ἀϲυνειδήτουϲ· ὧν οὐδὲν ἀφρονέϲτερον παρὰ [*](Δ) τῷ Ἀποϲτόλῳ νοητέον. καὶ Ἀϲυνετῶ, τὸ μωραίνω.
4282 Ἀϲυνήθήϲ, ἀϲυνήθουϲ κλίνεται.
4283 Ἀϲυνθεϲία: παράβαϲιϲ ϲυνθηκῶν.
4284 Ἀϲύνθετοϲ: ἀϲύμφωνοϲ, ἄμικτοϲ. Ἀϲυνθέτουϲ δὲ τοὺϲ ταῖϲ ϲυνθήκαιϲ μὴ ἐμμένονταϲ, ἃϲ ἂν πρόϲ τιναϲ ϲυνθῶνται.
4285 Ἀϲυνθετώτατον: Δημοϲθένηϲ ἐν τῷ Παραπρεϲβείαϲ ἐπὶ ὄχλου τάττει τὸ ὄνομα, ἀντὶ τοῦ ἀπιϲτότατον καὶ ἀβεβαιότατον καὶ πίϲτειϲ διὰ τὸ ἀβέβαιον οὐ τιθέμενον. ἢ ἀνομόλογον καὶ ἀϲύμφωνον ὁμολογίαι γὰρ αἱ ϲυνθῆκαι. ἢ ἀντὶ τοῦ ἀϲυνετώτατον. Ὅμηροϲ δὲ ἀντὶ τοῦ ὃ μὴ δύναταί τιϲ ϲυνιέναι, τί ποτε φρονεῖ. φηϲὶ γάρ· ϲὺ δὲ ϲύνθεο καί μευ ἄκουϲον.
[*](4269 Harp. ═ Ba 155, 23 4270 cf. Ambr. 3515 4271 ═ Ambr. 3434 4272 Call. fr. 58, 6 K. (288 S.) c. sch.; πόλιν cf. H 4273 ═ Ambr. 3541 4274 ἀϲυλία ═ Ambr. 3524 τοῦ — μιϲοπονηρίαν Diod. 36, 15 ═ EL 408, 20 — 22 4276 ═ Ba 156, 13, Σᵃ, 4277 ═ Σᵃ cf. H 4279 l. ═ Ba 156, 14 cf. Σa 4280 cf. Ba 156, 15, Σa; — ἀϲύμπλοκοϲ ═ H 4281 Ἀποϲτόλῳ Rom. 1, 31 ἀϲυνετῶ sq. ═ Ambr. 3575 4282 ═ Ambr. 3404 4283 ═ Ba 156, 16, Σa cf. H 4284 —ἄμικτοϲ ═ Ba 156, 17, Σᵃ; ἀϲυνθέτουϲ —ἐμμένονταϲ ═ H 4285 Harp. ═ Ba 156, 21 cf. An. Ox. 2, 491, 7 7; Dem. 19, 136; Z 334)[*](4273 Z 323 4274 ϲυλῶ sq. cf. v. 4277 Z 328 4279 Z 324 4280 Z 315 cf. 329 4281 Z 317, 327 4283 Z 321)[*](A(GITFVM))[*](6 ὤκιϲτοϲ] ὤκιϲτο I 4275 om. TFV post 4282 A post 4284 GI 31 ἀϲυνετώτατον AF Harp. Ba ἀϲυνθετώτατον GIT ϲυνετώτατον VM)4287 Ἀϲυντελήϲ: ἀϲύμφοροϲ, ἀχρήϲιμοϲ.
[*](Σ)4288 Ἀϲϲυρίηθεν: ἀπὸ τῆϲ Ἀϲϲυρίαϲ.
[*](Δ)