Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

402 Ἀγχίνουϲ: ϲυνετὸϲ, ὀξὺϲ τὸν νοῦν. δημηγορήϲαντοϲ τοῦ [*](Σ) βαϲιλέωϲ τοῦ τε ἱεροῦ ξυλλόγου τὸ ἀγχίνουν τε καὶ βουλευτικὸν τοῦ [*](EL) βαϲιλέωϲ ἐπαινέϲαντοϲ. ὅτι τρία μέρη εὐμαθείαϲ, ἀγχίνοια, μνήμη, ὀξύτηϲ. καὶ μνήμη μέν ἐϲτι τήρηϲιϲ, ὧν ἔμαθέ τιϲ· ὀξύτηϲ δὲ ἡ ταχύτηϲ τῆϲ διανοίαϲ· ἀγχίνοια δὲ τὸ ἐξ ὧν ἔμαθε θηρεύειν καὶ ἃ μὴ ἔμαθεν.

403 Ἀγχίνοια: ϲύνεϲιϲ. ἢ ἕξιϲ εὑρετικὴ τοῦ καθήκοντοϲ ἐκ τοῦ [*](Σ) παραχρῆμα. ἢ εὐϲτοχία τιϲ ἐν ἀϲκέπτῳ χρόνῳ. καὶ Ἀγχίνουν· [*](Phil.) Δαμάϲκιοϲ· ὀξεῖαν δὲ καὶ ἀγχίνουν φύϲεωϲ δύναμιν ἐπὶ πολλὰ δι᾿ ὀλίγου φέρεϲθαι δυναμένην ἑτοιμοτάτην ϲυνιέναι καὶ γνωρίζειν τὰ ἴχνη τῶν θηραμάτων. περὶ Ἰϲιδώρου ὁ λόγοϲ.

404 Ἀγχίϲηϲ: Ἀγχίϲου. καὶ Ἀγχιϲίδηϲ.

405 Ἀγχίϲποροι: ἐγγὺϲ γένουϲ. Δαμάϲκιοϲ· ἀλλὰ ῥώμῃ γενναίαϲ [*](Σ) φύϲεωϲ καὶ θεῶν ἀγχιϲπόρου.

406 Ἄγχιϲτα: ἔγγιϲτα.

[*](Σ)

407 Ἀγχιϲτεύϲ. καὶ Ἀγχιϲτεία, ϲυγγένεια. καὶ Ἀγχιϲτεῖϲ,[*](Δ) οἱ ἀπὸ ἀδελφῶν καὶ ἀνεψιῶν καὶ θείων κατὰ πατέρα καὶ μητέρα ἐγγυτάτω [*](Σ) τοῦ τελευτήϲαντοϲ. οἱ δὲ ἔξω τούτων, ϲυγγενεῖϲ μόνον. οἱ δὲ κατ᾿ ἐπιγαμίαν μιχθέντεϲ τοῖϲ οἴκοιϲ οἰκεῖοι λέγονται.

408 Ἀγχιϲτεία: ἡ μετουϲία τῆϲ οὐϲίαϲ. παρὰ Ἀριϲτοφάνει· νόθῳ [*](Ar.) μὴ εἶναι ἀγχιϲτείαν. καὶ Ἀγχιϲτεύω ῥῆμα, γενικῇ.

[*](Synt.)

409 Ἀγχιϲτίνδην: τὸ κατὰ ἀγχιϲτείαν, ὡϲ ἀριϲτίνδην καὶ [*](Σ) πλουτίνδην.

[*](397 cf. Et M. 15, 34, Ambr. 120 399 πληϲιαίτατοϲ cf Ambr. 119 γείτων ═ P, Ba 17, 8; Bk. 213, 13 ἀγχίθυροι sq. Th. Simoc. 2, 8, 12 400 ═ Ba 17, 6, cf. P v. ἀγχέμαχοϲ, H, Ambr. 122 ( ═ Et. M. 15, 10) 401 ═ P, Ba 17, 16 cf. Bk. 213, 14, H, Ambr. 322 402 — νοῦν P, Ba 17, 18 cf. H δημηγορήϲαντοϲ—ἐπαινέϲαντοϲ Men. Prot. fr. 5 FHG 4, 203 ═ EL 442, 28—29 ὅτι τρία sq. vita Pyth., Phot. bibl. 440b 39—441a 3 403 — ϲύνεϲιϲ P, Ba 17, 17 ἕξιϲ—παραχρῆμα Laert. 7, 93; εὐϲτοχία—χρόνῳ Alex. Aphr. 93, 7 (═ Aristot. Anal. post 1 p. 89b 10) ὀξεῖαν sq. Dam fr. 31 ═ Phot. bibl. 337a 2124 404 — Ἀγχίϲου ═ Ambr. 169 405 — γένουϲ ═ P, Ba 17, 9, sch. Pl. Rep. 391a ἀλλά sq. Dam. fr. 40 406 ═ P, Ba 17, 19, sch B 58 407 Ἀγχιϲτεύϲ ═ Ambr. 187 ἀγχιϲτεία sq. P, Ba 17, 20 cf. Ambr. 288 408 — ἀγχιϲτείαν Ar Av. 1661 c. sch. ἀγχιϲτεύω sq. cf. Bk. 126, 8, Synt. Laur. 409 ═ Σc, P, Ba 17, 25)[*](397 Z 21 398 ex 1762 402 vita Pyth. hinc v. μνήμη et v. ὀξύτηϲ 403 Z 23. Dam cf. v. ἔρωϲ 2 405 Dam. cf v. πολυήκοοϲ 407 Z 21 408 Z 28)[*](398 om. GS mg. A 17 περί] παρά A 408 om. S 26 Ἀριϲτοφάνει] A(GITSM) Ὄρνιϲι add. M)
42
[*](Σ)

410 Ἀγχίϲτροφοι: ϲυϲτραφέντεϲ, ἢ ταχὺ ἐπιϲτρεφόμενοι. Προκόπιοϲ· [*](Ε) ἥ τε μάχη καρτερὰ ἐγεγόνει καὶ ἐκ χειρὸϲ ἦν, ἀγχιϲτρόφουϲ [*](Ε) τε τὰϲ διώξειϲ ἐποιοῦντο ἐϲ ἀλλήλουϲ ἑκάτεροι. καὶ αὖθιϲ· εἶτα ὑμεῖϲ τὰϲ φάλαγγαϲ ἐξελίξαντεϲ ἀγχίϲτροφοι γενόμενοι, ἀντιμέτωποι [*](Ε) γίνεϲθε τοῖϲ διώκουϲι. καὶ αὖθιϲ· τῷ ἀγχιϲτρόφῳ τῆϲ τύχηϲ. καὶ [*](Ar.) ὁ Θηραμένηϲ ποικίλοϲ τιϲ ὢν καὶ ἀγχίϲτροφοϲ, καθωμίλει τοῖϲ καιροῖϲ πρὸϲ τὸ κρεῖττον ἀεὶ διδοὺϲ ἑαυτόν.

[*](Σ)

411 Ἀγχιτέρμων· ὁ γείτων.

[*](Ar.)

412 Ἀγχόνη: ὁ βρόχοϲ, τὸ ϲχοινίον, παροξυτόνωϲ, Ἀγχονὴ δὲ τὸ πρᾶγμα ὀξυτόνωϲ. ἡ ἐνέργεια. καὶ Ἀγχονήϲαϲ: πνίξαϲ. Ἀπαγχονίϲαϲ δέ.

[*](Δ)

413 Ἀγχότεροϲ: ἐγγύτεροϲ. Ἡρόδοτοϲ· ϲτεινοτέρη ἐφαίνετο καὶ [*](Ε) ἀγχοτέρη ἡ εἰϲβολή.

[*](Σ)

414 Ἀγχοῦ: ἐγγύϲ.

[*](| Etym.)

415 Ἀγχούροιϲ: πληϲιοχώροιϲ. παρὰ τὸ ἄγχι τοὺϲ ὅρουϲ εἷναι.

[*](Ar.)

416 Ἄγχουϲα: εἶδοϲ βοτάνηϲ, ἧϲ ἡ ῥίζα ἐρυθρὰ, ᾗ ἐρυθραίνουϲι τὰ πρόϲωπα αἱ γυναῖκεϲ. ἡ ἄγχουϲ᾿ ὀδυνήϲει καὶ τὸ ϲὸν ψιμμύθιον.

[*](Synt.)

417 Ἄγχω· αἰτιατικῇ.

[*](ΔΣ)

418 Ἀγχώμαλον. καὶ Ἀγχωμάλου. ἴϲηϲ, ἐγγὺϲ τοῦ ὁμαλοῦ. [*](Ε) ϲυμμίξαντεϲ καὶ ἀγχώμαλα ἀγωνιϲάμενοι καὶ μήτε ζωγρήϲαντέϲ τινα [*](Ε) μήτε ἐϲ τὸ πλέον ἔτι προχωρήϲαντεϲ διελύθηϲαν. καὶ αὖθιϲ· ἱππομαχία γίνεται καρτερὰ καὶ πλήθει τῶν ἀγωνιζομένων ἀγχώμαλοϲ καὶ ἀρεταῖϲ ἐμφερήϲ.

419 Ἄγχων: περιϲφίγγων, θλίβων. ὁ δὲ ἄγχων τὴν αὐτῆϲ δεξιὰν [*](Ε) καὶ περιάγων περιαιρεῖται τὸ ξίφοϲ.

[*](Σ)

420 Ἀδαήμονεϲ: ἄπειροι. ὁ δὲ τὴν τῶν Αἰγυπτίων ϲοφίαν ἦν ἀδαημονέϲτεροϲ. ὁ Ἀϲκληπιόδοτοϲ.

[*](Δ)

421 Ἀδαϊϲτί: ἀπείρωϲ.