Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

[*](Δ)

3766 Ἀργεία. Ἥρα. ἢ ἡ τῶν Ἀργείων γῆ.

[*](Δ)

3767 Ἀργείων. ὄνομα κύριον. καὶ Ἀργεῖοι, οἱ Ἕλληνεϲ.

[*](Δ)

3768 Ἀργεινόϲ: ὁ λαμπρόϲ· καὶ Ἀργεινόειϲ.

[*](Δ)

3769 Ἀργειόδουϲ: ὁ λευκοὺϲ ὀδόνταϲ ἔχων.

[*](Pro.)

3770 Ἀργείουϲ ὁρᾷϲ: παροιμία ἐπὶ τῶν ἀτενῶϲ καὶ καταπληκτικῶϲ ὁρώντων.

[*](Σ)

3771 Ἀργεῖοι φ ῶρεϲ: ἐπὶ τῶν προδήλωϲ πονηρῶν. οἱ γὰρ Ἀργεῖοι ἐπὶ κλοπῇ κωμῳδοῦνται. Ἀριϲτοφάνηϲ Ἀναγύρῳ.

[*](3756 ἀργαλέωϲ cf Ba141,10, Σ ἀργαλεώτερον cf. Ambr. 3127 3757 Matth 12, 36 c.gl. 3758— κλίνη ═Ambr. 3226 et 3276 Ἀργανθώνιον sq. cf. Et. Sym. (═Zon.) ap. Gaf Et M 135.25, Ambr.3326 3759 cf Ambr.3171 3760 Δημοϲθένην cf Ba141.14, H, Bk. 206, 7. lex. Patm. 155 καὶ μάλιϲτα sq. Harp ═Ba 141,11 3763 Ar. Vsp 672 3765 sch. Γ141 H cf. Ap S 41, 30, Et. M 135, 39 376 Ἥρα ═Ambr 3279, Stud. An. 269 ἡ sq. cf. Ambr. 3253 3767 κύριον ═Ambr. 3028; Ἀργεῖοι sq. ═B cf. sch.Α 79 Ambr 3144 3768 ═ Ambr. 2886 3769 Ambr 2914 2770 cf Paroem. ed. Gst 69, n. 585 ═App. Prov. III 35 2771 — κωμῳδοῦνται Macar II 28 cf. 38; Ar. fr 57)[*](3759 Z 302 376 Z 287 2761 Z 302 3762 Z 296 3764 —αὐτόν ex 1524. ὅτι sq. ex v. Δ 234 3765 Z 296 3768 cf. Z 286 ἀργεόϲ)[*](A(GITFVM))[*](2 ἐπιρρηματικόν] ἐπιρρηματικῶϲ P cp. A V 5 Ἀργανθώνιον AGIT Amb Ἀργανθώνειον FV δὲ om. FV M 6 Ἀργαριζίν] Ἀργαρίζειν Ἀργαριζίν A. 13 λούονται] λύονται A 3764 om. TP 17 ὅτι— 20 κατάϲταϲιϲ mg. V 19 Ἀργεννούϲῃ sch. Ar. Ran. 541, Ἀργεννοῦ omnes, v Δ 234, Ἀργινούϲῃ pr. 20 κατάϲταϲιϲ] κατάϲτρωϲιϲ GIM 21 ζήτει —δέξιοϲ om. V 23 Ἀργείων] Ἀρ A 27 παροιμία om. lF ἀτενῶϲ] ἀτελῶϲ A)
341

3772 Ἀργειφόντηϲ: ὁ Ἑρμῆϲ.

[*](Δ)

3773 Ἀργείηϲ. ὁ λευκόϲ.

[*](Δ)

3774 Ἀργήϲ. ὁ κεραυνόϲ. καὶ Ἀργῆϲκοϲ, ὄνομα κύριον.

[*](Δ)

3775 Ἀργιλλώδηϲ: ὁ ῥυπαρόϲ. ἢ Ἀργιλώδηϲ γῆ, λευκὴ καὶ [*](Δ) καθαρά. ἀκρίδα Δημοκρίτου μελεϲίπτερον ἅδε θανοῦϲαν ἄργιλοϲ [*](Σ) δολιχὰν ἀμφὶ κέλευθον ἔχει.

[*](Anth.)

3776 Ἀργίνη: ὄνομα πόλεωϲ.

[*](Δ)

3777 Ἀργινόειϲ, ἀργινόεντοϲ: λευκοῦ. πηγαὶ δ’ἀργινόεντοϲ ἀναθλίβοιντο γάλακτοϲ.

[*](Anth.)

3778 Ἀργίννουϲα: νῆϲοϲ.

[*](Δ)

3779 Ἀργιόδοντα: λευκὸν, ἢ ὀξυόδοντα.

[*](Σ)

3780 Ἀργίποδεϲ: ταχεῖϲ, ὀξύποδεϲ.

[*](Σ)

3781 Ἀργόλαι: εἶδοϲ ὄφεων, οὓϲ ἤνεγκε Μακεδὼν Ἀλέξανδροϲ ἐκ τοῦ Ἄργουϲ τοῦ Πελαϲγικοῦ εἰϲ Ἀλεξάνδρειαν καὶ ἐνέβαλεν εἰϲ τὸν ποταμὸν πρὸϲ ἀναίρεϲιν τῶν ἀϲπίδων, ὅτε μετέθηκε τὰ ὀϲτᾶ Ἰερεμίου τοῦ προφήτου ἐξ Αἰγύπτου εἰϲ Ἀλεξάνδρειαν· οὓϲ ὁ αὐτὸϲ προφήτηϲ ἀπέκτεινεν. ἀργόλαι οὖν ἐκ τοῦ Ἄργουϲ λαιοί.

3782 Ἀργοναῦται. οἱ ἐν τῆ Ἀργοῖ νηὶ πλέοντεϲ.

[*](Δ)

3783 Ἀργὸν ἔτοϲ. κατὰ ἑπταετίαν ἤγετο παρὰ Ἰουδαίοιϲ ὁμοίωϲ ταῖϲ ἑβδομάϲιν ἡμέραιϲ. καὶ Ἀργόϲ, ἐπὶ θηλυκοῦ. Ἀριϲτοφάνηϲ [*](Ar.) Nεφέλαιϲ· οὐ μὴν ἐρῶ γ’ ὡϲ ἀργὸϲ ἦν, ἀλλ’ ἐϲπάθα.

3784 Ἄργουϲα: πόλιϲ τῆϲ Εὐβοίαϲ ἐν τῇ Χαλκιδικῇ κειμένη.

[*](Harp.)

3785 Ἀργώ: ναῦϲ. καὶ Ἀργοναῦται. καὶ τῇ Ἀργοὶ, δοτικῇ.